“When I’m dressed in white
Send roses to me
I drink so much sour whiskey I can’t hardly see
And everywhere I’ve been
There’s a well that howls my name
From the one tiny sting
To that vacant fame”
Δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο πρόλογο από τους ίδιους τους τους στίχους. Βάζω λοιπόν, και γω δυο δάχτυλα bourbon και ξεκινάω. Γράφω γιατί αυτή η θλίψη που νιώθω όταν χάνεται ένας καλλιτέχνης που με έχει αγγίξει, πρέπει να εξωτερικευτεί. Όταν μένει μέσα σου βαραίνει. Σε τρώει. Πρέπει και γω να τη μοιραστώ μαζί σας για να ανακουφιστώ.
Τις προάλλες μιλούσα με έναν άλλον αγαπημένο μου μουσικό, τον Σάκη Τόλη, ο οποίος είπε “αν ακουμπήσει η τέχνη σου έναν άλλον άνθρωπο κάπου στον κόσμο είναι η μεγαλύτερη χαρά που μπορείς να αισθανθείς”. Σκέφτομαι λοιπόν, πως ο Mark Lanegan παρόλους τους δαίμονες που τον κυνηγούσαν πρέπει να έχει νιώσει πολλές φορές χαρά. Αν κρίνω από το πόσο πολύ έχει αγγίξει εμένα από τότε που άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή του, ίσως κάποια βραδιά στο Mo Better πριν πολλά πολλά χρόνια.
Και έφτασε αυτή η άτιμη μέρα, που τόσο συχνά μας επισκέπτεται όσο περνούν τα χρόνια, για να στερήσει από τον κόσμο μας ένα ακόμη υπέροχο άνθρωπο. Τρίτη 22 Φεβρουαρίου έγραφε το ημερολόγιο, όταν ο Mark Lanegan άφησε την τελευταία του πνοή και θα ήταν άδικο αν επικεντρωνόμασταν στο τρόπο με τον οποίο έφυγε από τη ζωή.
Η δισκογραφία του είναι απέραντη ξεκινώντας από την πρώτη εμφάνιση των Screaming Trees το 1986 στο “Clairvoyance” ως την πρόσφατη του συνεργασία με τον Skeleton Joe, η φωνή του Mark είχε πάντα μια θέση ανάμεσα στις πιο αισθαντικές φωνές που γέννησε ποτέ το rock ‘n’ roll.
“Η φωνή του σε γρατσουνάει όσο ένα μούσι τριών ημερών αλλά είναι τόσο ελαστική και εύκαμπτη όσο το δέρμα ενός μοκασινιού” είχε γράψει ο Matthew Murphy στην κριτική του “Bubblegum” (2004). Η καλύτερη περιγραφή για έναν βαρύτονο που αγκάλιασε όσο κανένας τον πόνο και τον έβγαλε με ποιότητα μέσα στους δίσκους του, αλλά και σε όποια συμμετοχή είχε σε δίσκους άλλων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως τόσοι άνθρωποι εμπιστεύτηκαν στο λαρύγγι του τα τραγούδια τους. Από τον Josh Homme και τον Greg Dulli ως τους Manic Street Preachers, τους Earth και τους Cult of Luna.
Παρόλο που οι Screaming Trees είχαν μια μερίδα δημοσιότητας στο κραταιό στα 90 s MTV, ποτέ δεν έφτασαν στα επίπεδα δημοτικότητας των Nirvana ή των Pearl Jam και των άλλων τεράτων της εναλλακτικής rock σκηνής του Seattle. Ο Mark όμως, δεν απογοητεύτηκε ποτέ και η αγάπη του για τη μουσική τον ώθησε από το 1990 κιόλας, να ξεκινήσει μια παράλληλη μουσική καριέρα, αρχίζοντας με το “The Winding Sheet”.
Άλλα 10 προσωπικά albums ακολούθησαν καθώς και αρκετές σημαντικές συνεργασίες, όπως εκείνες με την Isobel Campell, που είχε ως αποτέλεσμα 3 δίσκους.
Δυο μέρες σου μπορούν να γεμίσουν εύκολα με τη φωνή του να σου ηρεμεί την ψυχή, κουβαλώντας για σένα τον σταυρό στην ανηφόρα. Από την αλητεία του grunge στην κυρίλα της Isobel Campbell. Από την παραξενιά του Duke Garwood στην αμεσότητα του “Witness”. Ο Mark Lanegan υπήρξε άθελα του ένας σύγχρονος βάρδος. Όπως και τότε στον μεσαίωνα, με κάθε ευκαιρία ο βάρδος τραγουδούσε τις ιστορίες που δεν ήξερες πως ήθελες πραγματικά να ακούσεις. Να κλάψουμε για έναν ακόμη χαμό;
Στην τελική, για μας δεν είναι ποτέ θνητός ένας τέτοιος άνθρωπος. Όσο η ακοή μας δουλεύει, εκείνος θα ζει. Όσο τα χέρια μας θα μπορούν να ακουμπούν τη βελόνα στο βινύλιο, εκείνος θα ζει.
“The frame fades out
Won’t you come over tonight?
When I need something this bad
I don’t mind, I’m down here most of the time
Down under the world in crawlspace”
Όταν νιώθω να πνίγομαι, σαν να μου φάινεται πως τον ακούω. Όπως ακούω και τη φωνή του Leonard. Όπως βλέπω το μουσικό χέρι του Bruce (χίλια χρόναι να ζήσεις, αφεντικό) να απλώνεται για να με σηκώσει από το υδάτινο κλουβί που το μυαλό μου μόνο του δημιουργεί. Και θα ακούω για πάντα αυτή τη φωνή, που πλέον είναι κάτι μεγαλύτερο από το κορμί που τη φιλοξενούσε. Έχει γίνει ένα με το σύμπαν και θα μας προστατεύει για πάντα.
“In my blood flows sleep
And the dark heavy rain
The magnolia blooms so sweet
Only torturing me”
Καλό ταξίδι, Mark Lanegan!
1370