FORTH: “Captivity”

Ο Καναδός Brian Forth είναι ο νονός του φινλανδο-καναδικού κουαρτέτου, ένας τραγουδιστής και ρυθμικός κιθαρίστας που μοιράζει τις αδυναμίες του ανάμεσα σε ήρωες του κλασικού rock, όπως ο Neil Young και ο Tom Petty, και σε εμβληματικές περσόνες του grunge και του Seattle των ’90s, όπως ο Chris Cornell και ο Eddie Vedder.

Τα περίεργα παιχνίδια της ζωής τον έφεραν να μοιράζεται τα μουσικά του οράματα με έναν τύπο από τη νότια Φινλανδία, τον κιθαρίστα Tim Norrgrann, που συνηθίζει να προσφέρει στην οπισθοφυλακή των φωνητικών και να έχει ορκιστεί αιώνια πίστη σε κολοσσούς που όρισαν τη μουσική του παιδεία, όπως οι Black Sabbath, Pink Floyd, Neil Young και Kiss.

Άλλοι δυο βόρειοι συμπληρώνουν την ομάδα των Forth, ο μπασίστας Mikael Soderback, και ο ντράμερ Eric Von Hertzen.

Έκαναν ντεμπούτο με το άλμπουμ “Road Stories” το 2014 και προκάλεσαν έναν θόρυβο, περισσότερο στο φινλανδικό ραδιόφωνο με τα singles “Up Up Away” και “Fairytale Princess”. Φέτος επιστρέφουν με το “Captivity”, ακολουθώντας μια πιο συγκεκριμένη και διπλωματική κατεύθυνση.

Με έναν ήχο που φροντίζει να μοιράσει τις αποστάσεις ανάμεσα στα ιδιώματα που έχουν επηρεάσει τις μουσικές ανατροφές τους, οι Forth, γεμίζοντας όλες τις διαθέσεις των τραγουδιών, καταλήγουν με ένα άλμπουμ που έχει έναν σύγχρονο hard rock ήχο, με την εντύπωση του κλασικού. Όσο κι αν τα δώδεκα τραγούδια του άλμπουμ μοιράζονται ή παίζουν ανάμεσα σε αυτές τις κατευθύνσεις, όλα συνδέονται από τις χαρακτηριστικές φωνητικές μελωδίες που τα καθιστούν άμεσα και φιλικά.
Σε αυτές τις ιστορίες σχέσεων που σημαδεύουν τη μουσική τους, μοιάζει να σχηματίζεται μια διαδρομή κλιμάκωσης. Ξεκινώντας από πιο ρυθμικά, δυναμικά και αμυντικά απέναντι στα σημάδια της απώλειας, τραγούδια, αρχίζουν από το “Can’t Bring Me Down” να γίνονται πιο προσωπικά και ενδοσκοπικά με ευαίσθητες διαδρομές. Σε αυτό όμως το πρώτο μέρος υπάρχουν ήδη κάποια σπουδαία singles, όπως τα “Black Angel”, και “On Top Of The World”.

Ενδιαφέρουσα είναι η απόδοση του κλασικού “Can’t Help Falling In Love” του Elvis Presley. Αυτό  βολικά μας μεταφέρει στο περίεργα νοσταλγικό “Bad Moon Rising” που τελικά πριν το τέλος εκρήγνυται. Προσωπική εμμονή είναι η μελωδική εξομολόγηση του “Can You Feel My Love” που θα καταλήξει σε ένα μεταλλικό φινάλε, ενώ η συνεχόμενη παράδοση σε πιο προσωπικές εκφράσεις και μνήμες ολοκληρώνεται στην αισιόδοξη υπόσχεση της μπαλάντας “Never Alone”, που κλείνει το άλμπουμ.

Η αιχμαλωσία του ακροατή στο “Captivity” οφείλεται στην ηχητική ισορροπία του,  που μπορεί να προσεγγίσει διαφορετικούς ακροατές, και φυσικά στις πειστικές μελωδίες που φέρουν την αύρα του κλασικού. Μια δουλειά ευχάριστη και βολική στους άμεσους ακροατές, αν και κανείς δεν ξέρει πόσο εύκολα θα φτάσει στ’ αυτιά τους.

686

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…