BLOODLETTER: “Funeral Hymns”

ALBUM

Είδος: Thrash Metal
Δισκογραφική: Petrichor Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 22 Ιανουαρίου 2021

Να ‘μαστε πάλι εδώ να συνεχίσουμε αυτό που αφήσαμε ανολοκλήρωτο το 2020. Δε μιλάω μόνο για το lockdown μπαμπούσκα (lockdown μέσα στο lockdown) που συνεχίζεται και το 2021, αλλά γι’ αυτήν την “ψυχανάλυση” που λέγεται μουσική και που πολλές μπάντες, εν μέσω όλης αυτής της κατάστασης, μας προσφέρουν απλόχερα. Το “ρόδι” για εμένα σπάνε αυτή τη φορά οι Αμερικάνοι Bloodletter με το 2ο άλμπουμ τους “Funeral Hymns”. Τα παιδιά του Σικάγο (όχι οι καπιταλιστικοί καρχαρίες του ομώνυμου πανεπιστημίου), δραστηριοποιούνται από το 2013 και με μια πρώτη ακρόαση λαμβάνεις τα ηχητικά vibes που συναντάς σε μπάντες όπως οι Warbringer και οι Havok, αλλά και οι Toxic Holocaust με την πιο blacken thrash αισθητική τους.

Πέρα απ’ αυτό όμως οι Bloodletter φαίνεται να “πατάνε” σε δύο βάρκες, και παρ’ όλο το ρίσκο της υπόθεσης που ελλοχεύει μια τέτοια κίνηση, καταφέρνουν και ισορροπούν μια χαρά ηχητικά. Τί θέλω να πω με αυτό; Ενώ ο βασικός κορμός των συνθέσεών τους στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην ταχύτητα και τραχύτητα της riff-οδομής των thrash συγκροτημάτων των mid ’80s, εμπεριέχει πάμπολλα μελωδικά “περάσματα” που θυμίζουν τελευταίες δεκαετίες και που σε σημεία “λοξοκοιτούν” προς Σουηδία μεριά. Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να φαντάζει “αχταρμάς”, όμως τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι κι αυτό γιατί ο, φαινομενικά, ηχητικός “αχταρμάς” τιθασεύεται μέσα στα μόλις 32 λεπτά που διαρκεί το άλμπουμ. Με μέσο όρο διάρκειας τα 3 λεπτά ανά τραγούδι, το “Funeral Hymns” ακούγεται σαν ένα παγωμένο σφηνάκι τεκίλα, χωρίς φυσικά τον εμετό στο τέλος.

Η αξιομνημόνευτη μελωδία του εναρκτήριου “Absolution Denied” που δίνει τη θέση της στο “ξέσπασμα” της συνέχειας, μπορεί να χαρακτηριστεί και ως φόρος τιμής στις ένδοξες μέρες των Metallica των mid ’80s. Η συνέχεια “ακροβατεί” ανάμεσα στο παλιό ορθόδοξο Bay Area Thrash και στα “πεπατημένα” μονοπάτια του melodic death, με εξέχουσες “ακμές” τα “Funeral Bell”, “Death Masks” και “Mark of Justice”. Επιθετικότητα και μελωδικότητα υπάρχουν στις σωστές “αναλογίες” έτσι ώστε να “κρατούν” το αυτί σου σε εγρήγορση, και όλα αυτά χωρίς να αποκρύπτουν στο ελάχιστο την τεχνική κατάρτιση των μελών της μπάντας, η οποία φαίνεται και από τα (λίγα μεν αλλά υπάρχουν) riffs που “ξεπετάγονται” εδώ κι εκεί, θυμίζοντας σε σημεία τους Revocation, αν και όχι στην πολυπλοκότητα των συνθέσεων.

Παρ’ όλη τη μικρή διάρκεια των κομματιών, πάντα υπάρχει χώρος για solos (όπως πάντα υπάρχει χώρος για γλυκό μετά το φαγητό), τα οποία είναι τοποθετημένα σωστά, καθόλου “φλύαρα”, ωδές πότε στον Kirk Hammett και πότε στην πολύπλοκη μελωδικότητα του (“Θου Κύριε”) Marty Friedman. Άκουσε το lead στην εισαγωγή του “Blood, Bone and Ash” και θα με νιώσεις. Το κλείσιμο του άλμπουμ με το μίνι αριστούργημα “I am the End” (ίσως το καλύτερο κομμάτι εδώ) έρχεται ως επιστέγασμα της “ακορντεόν” λογικής ξύλο-μελωδία-ξύλο και πάλι απ’ την αρχή, η οποία διατρέχει ολόκληρο το άλμπουμ. Τόσο το drumming του Zach Sutton όσο και το κιθαριστικό “πινγκ-πονγκ” ανάμεσα στους Peter Carparelli και Pat Armamentos, προσδίδουν έξτρα πόντους στην εκτελεστική τους δεινότητα κατά μονάδες και ταυτόχρονα παρουσιάζουν πιο “σφιχτοδεμένο” το αποτέλεσμα στο σύνολό του. Τα δε φωνητικά του πρώτου είναι και ο κύριος λόγος που εντοπίζεται και η σχεδόν ταύτιση με τους Havok, τουλάχιστον ερμηνευτικά.

Εν κατακλείδι, οι Bloodletter δεν “ανακαλύπτουν τον τροχό” ούτε εισάγουν κάποια ιδιαίτερη καινοτομία στον ήχο τους, η οποία θα σε κάνει να ξεχάσεις το όνομά σου. Παρουσιάζουν πάραυτα ένα αξιοπρεπέστατο αποτέλεσμα, εξαργυρώνοντας τον κόπο τους στο έπακρο και κάνοντας εκείνο το μισάωρο που αφιέρωσες για να τους ακούσεις να αποκτά αξία, και να μην είναι ακόμη 1.920 χαμένα δευτερόλεπτα στη διάρκεια της ημέρας.

Facebook: https://www.facebook.com/bloodlettermetal/
Instagram: https://www.instagram.com/bloodlettermetal/
Bandcamp: https://bloodlettermetal.bandcamp.com/

596

Avatar photo
About Νίκος Κορέτσης 83 Articles
Ο Νίκος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Χαλκίδα το σωτήριο έτος 1980. Η πόλη των “τρελών νερών” επηρέασε κατά κάποιον τρόπο το χαρακτήρα του αλλά και τις μουσικές του προτιμήσεις, με τις οποίες ήρθε σε επαφή, στην “τρυφερή” ηλικία των 7 ετών, με τα τρία πρώτα άλμπουμ των Metallica. Από το 1990 όμως και μετά άρχισε να γίνεται πιο ενεργός ακροατής, έχοντας ακούσματα σταδιακά από όλο σχεδόν το φάσμα του σκληρού ήχου θεωρώντας εαυτόν “συλλέκτη ακουστικών εμπειριών”. Επειδή όμως η open minded αισθητική έχει και ένα όριο, ο Νίκος δεν ακούει τα πάντα (όπως ακούς να λένε πολλοί) αλλά heavy metal μόνο, με ιδιαίτερη προτίμηση στα ιδιώματα που βρίσκονται κάτω από την “ταμπέλα” του Thrash και Death “πολυχώρου”.