Οι Dirty Granny Tales είναι μία κατηγορία μόνοι τους. Μουσική, χορός, θέατρο, animation, μαριονέτες, μίμος, συμπλέκονται και δίνουν αυτό το αποτέλεσμα που έχει -όχι άδικα- αγαπηθεί τόσο από τον κόσμο της metal και όχι μόνο κοινότητας.
Επέστρεψαν λοιπόν, με το “Telion’s Garden”, ένα χρόνο μετά τις sold out παραστάσεις του, σε ένα τετραήμερο εμφανίσεων στο Fuzz. Την Τρίτη, τελευταία μέρα των εμφανίσεών τους, κατηφορίσαμε στην Πειραιώς για να τους δούμε, μαζί με τους Lotusland.
To performance σχήμα των Lotusland είναι περισσότερο βασισμένο στον χορό, κυρίως αυτό που ονομάζουμε contemporary και ομολογώ πως είναι αυτό με το οποίο είμαι λιγότερο εξοικειωμένη, συνεπώς και θεωρώ πως είμαι η λιγότερο αρμόδια για να το κρίνει ή να προσπαθήσει να αποκωδικοποιήσει τις συνδηλώσεις αυτού που παρακολουθήσαμε. Ήταν ένα ενδιαφέρον θέαμα παρόλ’ αυτά και στο δεύτερο μέρος μία εκ των μελών του σχήματος παρουσίασε εκπληκτικά το “Once Upon A December”.
Μπαίνοντας τώρα στο κυρίως μέρος, των Dirty Granny Tales, μπορώ να αναλογιστώ μερικές δεκάδες πράγματα που θα μπορούσαν να έχουν διακειμενική σχέση με τη δουλεία τους, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα γοητευτική. Από το “The Garden Of Εarthly Delights” και την αισθητική του Ιερώνυμου Μπος, το “Pan’s Labyrinth” και τον Τιμ Μπάρτον, έως τον Αριστοφάνη ή τον Nietzche και το Matrix. Φυσικά, δεν ξέρω τι από όλα αυτά ισχύει και τι όχι, αλλά όπως και να έχει και μόνο που βάζουν το μυαλό του θεατή να μπει σε αυτή τη διαδικασία, καθιστά το όλο concept ενδιαφέρον καθαυτό.
O Φαίδων και η Έλλη ζουν σε ένα κόσμο ο οποίος καταρρέει. Τα πλάσματα από τον κήπο του Telion προτείνουν στον Φαίδωνα να φύγει, ένα εισιτήριο τη φορά. Εκείνος, μην έχοντας τίποτα πια να περιμένει, υπογράφει και φεύγει για τον κήπο της ουτοπίας. Εκεί, στον κήπο της ουτοπίας, όλα κυλάνε ήρεμα, όμως “όπου δεν υπάρχει πόλεμος, δεν υπάρχει και έρωτας”. Αλλά ο Φαίδωνας έπρεπε να μεταλλαχθεί, να γίνει όπως όλοι και περπατώντας παρατεταγμένος σε σειρά με όλους τους άλλους, χωρίς αναμνήσεις, να συγκεντρώνει τον καρπό της Εξουσίας για τον Telion.
Κάθε μέρα είναι ίδια εκεί, τίποτα δεν αλλάζει, μέχρι που μια μέρα ο Φαίδων βλέπει δυο πλάσματα, δυο φυτά να ερωτοτροπούν και αρχίζει να θυμάται και του πέφτει ο καρπός. Ο Φαίδων πρέπει να τιμωρηθεί, αλλά οι αναμνήσεις έχουν επιστρέψει και είναι δυνατές. Η φλόγα της επανάστασης όμως έχει ανάψει και οι υποτακτικοί του Telion ξεσηκώνονται και νικούν. Η ανθρωπότητα κερδίζει και θα εξαπλωθεί σας ιός στον ουτοπικό κήπο… Και η ελπίδα δε χάνεται ποτέ.
Αυτή, πολύ συνοπτικά, είναι η ιστορία του Telion’s Garden, την οποία αφηγείται με τα τραγούδια του ο Mouldbreath, ο οποίος διαθέτει εξ ίσου το φωνητικό φάσμα όσο και την απαραίτητη θεατρικότητα ώστε να στηρίξει αυτό το ιδιαίτερα ενδιαφέρον εγχείρημα, με τη συμβολή της υπέροχης Slime Skin σε τσέλο και backing vocals, του Worm Eaten Vagus σε μπάσο, πνευστά και επίσης backing vocals και του Heartbeat Zero στο percussion, που όλοι μαζί αποτελούν μέρη της Dirty Granny, της persona που κρύβεται πίσω από τις ιστορίες τους.
Όλα αυτά συνοδεύονται χορευτικά από τις Ruby Wilson και Giulia Del Balzi, οι οποίες οπτικοποιούσαν τα όσα παρακολουθούσαμε, τόσο μουσικά, όσο και στο animation.
Στον χώρο του Fuzz επιστρατεύθηκαν stands και ο κόσμος παρακολουθούσε με προσήλωση τα επί σκηνής τεκταινόμενα. Πλην του εξαιρετικού ήχου, η σκηνική παρουσία των Dirty Granny Tales συνοδεύεται με αξιοζήλευτα καλοφτιαγμένα κοστούμια, μάσκες και make-up, όλα αυτά μαζί συντελούν για να σε βάλουν μέσα στο σκοτεινό παραμύθι που υφαίνει η βρωμιάρα γριά.
Το show διάρκειας λίγο περισσότερο της μίας ώρας, άξιζε κάθε λεπτό του, καθώς οι DGT έχουν καταφέρει να χτίσουν κάτι τόσο ιδιαίτερο και ενδιαφέρον, ενώ στο επιμύθιο, αφήνουν τον θεατή, αν θέλει, να προβληματιστεί, να βγάλει δικά του συμπεράσματα ή να περάσει αυτό που είδε κάτω από το δικό του πρίσμα. Το τι σκεφτόταν ο Mouldbreath όταν έγραφε την ιστορία, το έχει πει ήδη σε συνεντεύξεις (interview), αλλά πάντα, το περιθώριο των ερμηνειών είναι ανοικτό και υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε θεατή.
Νομίζω ότι είναι ήδη φανερό, αλλά ας το δηλώσω κιόλας, θεωρώ πως η δουλειά τους είναι εξαιρετική και κάθε επόμενη θα αναμένεται με το ίδιο ενδιαφέρον από τον κόσμο της Αθήνας που έδειξε την αγάπη του για δεύτερη φορά μέσα σε δυο χρόνια σε αυτό το ιδιαίτερο και σκοτεινό σύνολο των Dirty Granny Tales.
Ήταν χαρά που τους είδαμε ξανά στην Αθήνα, ενώ η παράσταση ανεβαίνει και στην αγαπημένη Θεσσαλονίκη στις 12 Μαΐου!
photos: Cristina Alossi
831