15 Φλεβάρη και δε θα μπορούσα σαν βέρος (Λακκα-) Σουλιώτης και Ηπειρώτης, να μην παραστώ στην (έως τώρα) κορύφωση, της συμπράξεως της rock με την Ηπειρώτικη μουσική παράδοση. Ενός μέρους της Ελλάδας μας, που όποια (από τις πολλές) rock και αν σηκώσεις, θα “μυρίσεις” μουσική ή μη Ιστορία. Που όπως ο καλός φίλος Νίκος Κορέτσης εύστοχα διαπίστωσε (διαβάστε ΕΔΩ), ήταν πάντα rock, πράγμα που οι “πατριώτες” Villagers of Ioannina City κατάφεραν να αποδώσουν άψογα, αναμιγνύοντας ιδανικά τα Sabbath-ικά riffs με το κλαρίνο και τη μουσική παράδοση πολλών ετών.
Κάτι που έχει συντελεστεί απόλυτα επιτυχημένα, καθώς αυτός ο τόπος, κατά την ταπεινή, προσωπική μου άποψη, αποτελούσε την “εγχώρια rock και blues” μουσική αντιπροσώπευση, με τον πόνο για την ξενιτιά, την έντονη, “θεατρική” βίωση κάθε μορφής του και το λυγμό του κλαρίνου σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, ακόμα και στις ευχάριστες της καθημερινότητας, να συντροφεύει, όπως η κιθάρα τους Αφροαμερικανούς του Mississippi.
Σε μία ακόμη, τον τελευταίο καιρό, επαγγελματική τήρηση προγράμματος σε event στη χώρα μας, οι HALF Gramme of SOMA, εμφανίστηκαν συνεπείς μπροστά μας.
Με τον κόσμο να έχει, ήδη, προσέλθει ικανοποιητικότατα, γεμίζοντας την αρένα πέραν της μέσης της, λίγο πίσω από τις κονσόλες και με αρκετούς ακόμα στη βολική επιλογή της εξέδρας, ξεκίνησαν δυναμικά το show τους.
Λιτοί και δωρικοί ως προς την σκηνική τους παρουσία, με εμπιστοσύνη στη μουσική τους, μας παρουσίασαν ένα heavy rock set, με έντονα ψυχεδελικά στοιχεία (κάτι που αποτυπώνεται και στη στιχουργική τους, αρκετές φορές) και “waka waka” (LOL) στις κιθάρες, με τον τεράστιο Hendrix να περνάει (στιγμιαία) σαν μνήμη από το μυαλό μου.
Με 3 δίσκους στο ενεργητικό τους και τελευταίο τον “Groove is Black” (διαβάστε ΕΔΩ την παρουσίαση μας) , παρουσίασαν ένα ταιριαστό στη βραδιά, αλλά και με επιπλέον στοιχεία show, αποκομίζοντας ζεστή ανταπόκριση και αποδοχή από το κοινό, που φάνηκε κοινωνό της μουσικής τους, αφού άλλωστε έχουν κάνει αρκετές εμφανίσεις στο παρελθόν “υποστηρίζοντας” σημαντικές μπάντες. Ο ήχος τους “απέπνεε” μία “ισχυρή δύναμη”, που έφτανε αυτούσια στους ακουστικούς μας αισθητήρες, με κάποια θεματάκια ως προς το “μέγεθος” των μπάσων και την ένταση των φωνητικών, που (τα τελευταία) πιστεύω χρειάζονταν ώθηση προς το “προσκήνιο”. Έκλεισαν το 40λεπτό τους, με το, πολύ καλό, “No Man’ s God”, ενώ το νέο υλικό δημιούργησε περαιτέρω προσδοκίες, για μία παρέα που αξίζει προσοχής και με έκανε να θέλω να τους ξανακούσω.
Την αναμενόμενη στιγμή και σε μία ακόμα απόδοση της πολιτικής/κοινωνικής ευαισθησίας, που μάλλον παραδοσιακά λαμβάνει χώρα στα shows των Villagers of Ioannina City, κυρίες με παραδοσιακές φορεσιές έκαναν την εμφάνισή τους κρατώντας πανό και αναπαράγοντας το ιστορικό “Έχετε γεια βρυσούλες”, άρρηκτα συνδεδεμένο με το χορό του Ζαλόγγου, από την ιστορία της Ηπείρου. Με εστιασμένα “πυρά” προς τις εξορύξεις και συνθήματα όπως “Don’ t Frack Greece”, έστειλαν μήνυμα από αυτά που πρέπει να εκφράζονται από μουσικούς, φιλτραρισμένα βέβαια με ρεαλιστικές προεκτάσεις και απαλλαγμένα από δογματικά στεγανά.
Η μπάντα έκανε την εμφάνισή της σε ένα γεμάτο στάδιο και οι πρώτες νότες του “Welcome”, με τη φυσική του συνέχεια το “Age of Aquarius”, δόνησαν την ατμόσφαιρα. Από τα πρώτα λεπτά της εμφάνισης, αυτό που εισέπραττε ο ακροατής σαν συνολικό αποτέλεσμα (με τη σύμπραξη της δουλειάς που είχε επιτελεστεί και απεικονιζόταν στην τεράστια οθόνη και έδενε με το ηχητικό, αλλά και τον φωτισμό), ήταν μίας μπάντας που είχε αρχίσει να γιγαντώνεται και δύσκολα θα οδηγούσε έναν δυνητικά ουρανοκατέβατο και αδαή σε ονόματα και καταστάσεις να σκεφτεί, ότι αυτό που βίωνε προερχόταν από Ελληνική μπάντα.
Τα παραδοσιακά πνευστά τελειοποιούσαν αρμονικά την απόδοση των μουσικών στιγμών, παρέα με τα δεύτερα φωνητικά των κυριών που στέκονταν πίσω από το group, σαν ιδανικές πινελιές σε έναν μουσικό καμβά.
Ο frontman σημείωσε την ρητορική απορία του για το “Πώς μεγαλώνει μία παρέα”, πριν ο “λυγμός” του κλαρίνου μας ταξιδέψει, όπως έκανε πολλές φορές στη βραδιά, στα υπεραιωνόβια βουνά της Ηπείρου (τα ελεύθερα, όπως το “είδος” τους, όπως μας τόνισε επίσης), τα οποία “σκίζει” δεσπόζοντας σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής των κατοίκων αυτού του τόπου. “Υπέβοσκε” άλλωστε, σε μεγάλο πλήθος από τις νότες των δημιουργημάτων των V.o.I.C..
Οι ίδιοι δεν ήταν ιδιαίτερα ομιλητικοί, απλά ευχαριστώντας αρκετές φορές το κοινό με ειλικρινή και όχι τυπική διάθεση, γι’ αυτό που τους προσέφερε από μέρους του και αποτελούσε μία πρωτόγνωρη ίσως, αλλά βγαλμένη από το μέλλον τους εμπειρία. Παρουσίασαν σχεδόν πλήρες το νέο “Age of Aquarius”, με το κοινό να μην κουράζεται ουδόλως, αντίθετα να το απολαμβάνει.
Στο “Zvara”, όπου έγινε ένας Χ Α Μ Ο Σ, ο frontman προέτρεψε να δούνε “τον δίπλα τους”, αλλά κάνοντάς το ήδη για ώρα, ήταν σαν να βλέπω νεαρές, αέρινες φιγούρες να λικνίζονται, με προσωποποίηση σε πραγματικά και “συντριπτικά” νεαρές παρουσίες, με “αισθητό” το στοιχείο της γυναικείας εκπροσώπησης, αλλά και με παραπομπή στην αρχαιότητα του τόπου μουσικής προελεύσεως. Σαν να λάμβαναν κάποιο μήνυμα, να “κάψουν” οτιδήποτε σαθρό και σάπιο, με ένα μυστικιστικό αρχέγονο χορό.
Τα δύο encores απλά επιβεβαίωσαν την απόλαυση από μεριάς των “ακροατών” για το αποτέλεσμα, με το τελευταίο και το “Karakolia”, να κάνει εμφανές και το, κοινό, σε μεγάλο ποσοστό, μήκος κύματος παρευρισκομένων και μπάντας, που έστελνε προσωπικές απόψεις με μηνύματα στην τεράστια οθόνη, έντονα, αλλά κάποιες φορές με δόση υπερβολής ή ελλείψεως “φιλτραρίσματος”.
ΥΓ : Στις 13/7/2019 έγινα κοινωνός μίας αδικίας, σε μία όπως αποδείχθηκε (και) εκ των υστέρων, τεράστια μπάντα, που την ίδια μέρα με τους V.o.I.C. έδωσε, κατά γενική ομολογία, μία αριστουργηματική εμφάνιση στο κοινό της Αθήνας. Τότε (και παρά την, από την μάλλον αρνητική προδιάθεση, μη πλήρη απόλαυση εκείνου του show τους – ΕΔΩ η ανταπόκρισή μας- προσπάθησα να μην παρασυρθώ από την γενικότερη “live”, μερική κατακραυγή και να προσπαθήσω να παραμείνω αντικειμενικός απέναντί τους.
Είχα στο μυαλό μου, ότι ως “αδιόρθωτοι” και συνήθως ισχυρογνώμονες, θα υπήρχε ένας παρόμοιος “χλευασμός” για όσους επέλεξαν τους V.o.I.C. από τους Leprous. Δυστυχώς, τα κοινωνικά δίκτυα λίγες ώρες μετά, (ευτυχώς) μάλλον σε μικρότερο βαθμό, απλά το απέδειξαν. Τα μεγέθη, προφανώς και να είναι ακόμα ή και για πάντα διαφορετικά. Γεγονός πάντως παραμένουν τα κάτωθι. Πρώτον οι V.o.I.C. απέδειξαν ότι έχουν μεγαλώσει πολύ για τα δεδομένα της εγχώριας σκηνής και το συμβόλαιο με μία από τις μεγαλύτερες δισκογραφικές μόνο τυχαία συγκυρία δεν ήταν. Και για έναν ακόμα λόγο. Κατάφεραν επιτυχημένα να εισάγουν μία πρωτότυπη πρόταση, ζητούμενο στον κυκεώνα επαναλαμβανόμενων μοτίβων και το έκαναν με έντονο το συναίσθημα, απαραίτητο στην δημιουργία μουσικών στιγμών. Δεύτερον και τελευταίο, όπως ανατριχιάζεις και νιώθεις συγκίνηση με τις κραυγές απόγνωσης και πηγαίου συναισθήματος του Einar Solberg στο “Alleviate” ή στο “Below”, το ίδιο μπορεί να συμβαίνει, ένεκα της καλής μουσικής, έστω και σε άλλο βαθμό, αρκετές φορές και με τους αξιόλογους Ηπειρώτες. Τα υπόλοιπα περισσεύουν….
Villagers of Ioannina City setlist :
Welcome
Age of Aquarius
Part V
Nova
Περδικομάτα
Skaros
Dance of Night
Zvara
Father Sun
Millenium Blues
Τί κακό
(encore)
Cosmic Soul
For The Innocent
(encore 2)
Karakolia
Φωτογραφίες: Πέτρος Πεταλάς
937