Death Disco Open Air Festival 2023 – DAY 2 (23/07/23) Τεχνόπολη

Το ποδαρικό του πολυαναμενόμενου goth festival στα πρώτα μισά του στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία (διάβασε εδώ), και όσοι (δυστυχώς) δεν καταφέραμε να παρευρεθούμε εκεί την πρώτη μέρα, ήμασταν έτοιμοι να επανορθώσουμε με κάθε δυνατό τρόπο, φέρνοντας την ακραία καλή μας διάθεση και ενέργεια στη δεύτερη μέρα του φεστιβάλ που αποτελούσε και το κλείσιμο αυτού.

Αγνοώντας συνειδητά λοιπόν, όσο δύσκολο κι αν ήταν, το ότι αν πέταγες αυγά στο έδαφος της Τεχνόπολης σε ένα λεπτό θα είχες αυγά μάτια, με το που το ρολόι έδειξε 7, τηρώντας τη χρονική συνέπεια του line up, οι Data Fragments βρέθηκαν στη σκηνή, έτοιμοι να δώσουν ένα αξιομνημόνευτο show, παρά τις αδιαμφισβήτητα δύσκολες συνθήκες.

Με τον χορευτικό και συνάμα αρκετά “παραδοσιακό” post punk ήχο τους, ο οποίος σε αρκετά σημεία ντυνόταν άλλοτε από retro (για να μην πω sovietwave) αισθητικής synth μελωδίες, άλλοτε πιο darkwave ρυθμούς, οι εμφανώς περισσότερες σε σύγκριση με την ίδια ώρα της προηγούμενης ημέρας πιστές νυχτερίδες που βρισκόντουσαν στο συναυλιακό χώρο, fans και μη, δεν είχαν επιλογή παρά να δοθούν στον υπνωτικό ρυθμό του group. Οι όποιες τεχνικές δυσκολίες εμφανίστηκαν, κυρίως στην αρχή του set, τακτοποιήθηκαν άμεσα, με την punk τετράδα να μην πτοείται καθόλου και το κοινό να τους εμψυχώνει, όπως ακριβώς τους άξιζε.

Γενικώς, ένα κλίμα ζεστό – από κάθε άποψη – αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα, και πιστεύω πως η χαρά των goth μουσικόφιλων που βρισκόντουσαν επιτέλους σε ένα τέτοιου χαρακτήρα φεστιβάλ ήταν τόσο μεγάλη που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο να κυλήσουν όλα όμορφα και με καλή διάθεση. Οι Data Fragments, μετά τη μισάωρη εμφάνισή τους είμαι σίγουρη πως κέρδισαν τις εντυπώσεις αλλά και καινούριους ακόλουθους, και αν ακούσετε τη μουσική τους θα καταλάβετε πως είναι ένα σχήμα που πραγματικά έχει να δώσει πράγματα στη μουσική σκηνή και αξίζει κάθε στήριξη! Ανυπομονώ και εύχομαι να τους ξαναδούμε κάπου σύντομα!

Οι επόμενοι στη σειρά κι επίσης δικά μας παιδιά, Mechanimal, με αρκετά διαφορετική διάθεση, συνέχισαν να διαβαίνουν το μονοπάτι του σκοτεινού ηλεκτρονικού ήχου, στρίβοντας προς τον δρόμο της coldwave. Ό,τι πρέπει για να ξεκινήσει η δροσερή παράνοια στο Machine Work Stage, που σε σύγκριση με την προηγούμενη μέρα, για την οποία είχαν παρουσιαστεί αρκετά προβλήματα που κατέληξαν σε παράπονα σχετικά με τον κλιματισμό του χώρου, δυσκολεύοντας τόσο το κοινό όσο και τους εμφανιζόμενους καλλιτέχνες, να παρουσιάζει τεράστια βελτίωση.

Μεγάλη ανάσα λοιπόν για όσους βρεθήκανε στο χώρο, μιας που τους δόθηκε η ευκαιρία να απολαύσουν με άνεση την μουσική των Mechanimal, οι οποίοι καθήλωσαν μέχρι και το τελευταίο γκοθάκι που βρισκόταν εκεί. Με ένα χορευτικό ύφος που συνοδευόταν από τραγούδι σε spoken word στυλ, η εμφάνιση του group ήταν αναζωογονητική, φρέσκια και μοντέρνα, ενώ παράλληλα η εμπειρία τους δεν δίσταζε να φανεί. Μιλάμε για ένα σχήμα που κουβαλάει πλέον πάνω από δεκαετία δισκογραφικής δουλειάς στο αθηναϊκό underground. Ιδιαίτερα καλή εντύπωση μου προξένησε το γεγονός πως η κολλεκτίβα των Mechanimal αποτελείται όχι μόνο από μουσικούς, αλλά και video artists, με σκοπό την οπτικοακουστική εμπειρία των κομματιών τους.

Με visuals που όχι απλώς συνόδευαν τα κομμάτια τους, αλλά έδεναν οργανικά με αυτά, εκτίμησα ιδιαίτερα επιλογές όπως τα “Eraserhead” του αγαπημένου Lynch και “Mirror” του τεράστιου Tarkovsky, τα οποία με τον τρόπο τους προσέθεταν περισσότερη ένταση στη φουτουριστική αισθητική του group. Φυσικά, δε μπορώ να αγνοήσω τη χρήση του μουσικού πριονιού που οργίαζε στα χέρια της Αγγελικής Βρεττού, που προσέθετε κι άλλο στη μοναδικότητα του act. Ακούγοντας αλλά και βλέποντας τους Mechanimal ζωντανά, δε μπορείς να μη νιώθεις περήφανος για την ελληνική σκηνή και τα διαμάντια που γεννιούνται συνεχώς εντός της.

Προχωρώντας, είχε έρθει η ώρα για την εμφάνιση των λαμπερών ACTORS στο main stage. Ένα μικρό διάλειμμα από τη σκοταδίλα στην πιο indie πλευρά των πραγμάτων λοιπόν, από ένα ομολογουμένως πολύ ταλαντούχο σχήμα, ήταν ό,τι έπρεπε για να φωτίσει την ημέρα, αντίστοιχα με τον τρόπο που φώτισαν οι εκπληκτικοί Youth Valley την προηγούμενη μέρα.

Με ξεκάθαρη επιρροή από μπάντες όπως οι Deus, οι indie καταβολές των ACTORS και η πιο χαροπή τους διάθεση, παρότι μπορεί να πέταξε κάποιους λίγο εκτός της διάθεσης στην οποία βρισκόντουσαν μουσικά, έδωσαν αναμφίβολα μια εκπληκτική ερμηνεία, με επαγγελματισμό και ξεκάθαρη βλέψη όσον αφορά τη μουσική τους.

Φυσικά σε πολλά σημεία διέκρινες τον post punk χαρακτήρα τους, ο οποίος όμως έδενε άριστα με το alt rock στιλ των μουσικών, δίνοντας ένα αποτέλεσμα ξεχωριστό, που με χιττάκια όπως τα “Like Suicide”, “We Don’t Have to Dance”, “Love U More” κ.α., ήταν ξεκάθαρο πως η μπάντα είναι φτιαγμένη για πολύ μεγάλα πράγματα.

Actors setlist
Love U More
Like Suicide
Only Lonely
L’appel du vide
Slaves
Crystal
Killing Time (Is Over)
Obsession
Cold Eyes
We Don’t Have to Dance
Face Meets Glass

Πίσω στο Machine Work Stage, φτάνοντας στα μισά του line up, οι Mecano Un-Ltd. μας υποδέχτηκαν με τον new wave ήχο τους να εκκωφαντεί στον κλειστό χώρο. Με attitude και ψυχή κοντά σε rock n’ roll act, ο Dirk Polak, πατέρας των Mecano, ήταν έτοιμος να γράψει ιστορία, δίνοντας το 110% του εαυτού του, φέρνοντάς μου στη μνήμη ανά σημεία τους εξίσου θρυλικούς A Place To Bury Strangers και Savage Republic.

Η μουσική των Mecano είναι τόσο πειραματική όσο και αυθεντική, αφού ο Dirk έχει κατορθώσει με το δικό του τρόπο να αποδομήσει το new wave που αποτελεί τον ξεκάθαρο οδηγό του, γεννώντας όμως μέσα από αυτόν κάτι εντελώς καινούριο και μοναδικό. Μεγάλη μερίδα του κοινού που βρισκόταν στο χώρο φανέρωσε την αγάπη που έθρεφε για το συγκεκριμένο καλλιτέχνη, πράγμα που μου προξένησε ιδιαίτερα θετική εντύπωση, μιας που εγώ, καλώς ή κακώς (μάλλον κακώς, αλλά θα ζήσουμε) δεν είχα την παραμικρή ιδέα για την ύπαρξή του.

Με πολλές βιασύνες όμως, έπρεπε να πάρουμε θέση στο Main Stage, γιατί για κάποιους από εμάς είχε έρθει η πιο σημαντική στιγμή της ημέρας. Φυσικά, αυτή δεν ήταν άλλη από την εμφάνιση των λατρεμένων μου She Past Away. Η σχέση του ελληνικού κοινού με τους She Past Away είναι αυτή μιας ατέρμονης αγάπης, μιας αμοιβαίας, βαθιάς εκτίμησης, που κάθε φορά που βρισκόμαστε περνάμε το ίδιο υπέροχα και θέλουμε κι άλλο. Φυσικά γι’ αυτό φταίει ξεκάθαρα το δίδυμο και η μουσική τους, η οποία ξεχωρίζει με ιδιαίτερα ευφάνταστο τρόπο από αντίστοιχες μπάντες του ίδιου ύφους.

Τα χαρακτηρηστικά που κάνουν τους She Past Away αυτούς που είναι, τα έχουν πάρει οι ίδιοι και τα έχουν πάει κάμποσα level παραπέρα, ανταγωνιζόμενοι μονίμως και μονάχα τους ίδιους τους εαυτούς τους σαν καλλιτέχνες. Κάθε τραγούδι τους και ποίημα, κάθε beatάκι τους ικανό να σου ξεριζώσει τα εσώψυχα, ξεβιδώνοντάς σε στο χορό. Αυτή τη φορά δεν έκαναν τίποτα λιγότερο από όλα αυτά. Οι παρουσίες τους εκθαμβωτικές, αλλά παράλληλα αρκετά συγκροτημένες και εσωστρεφείς – αφημένες μονάχα στη μουσική τους, μας ρούφηξαν στον ρομαντικό – σκοτεινό τους κόσμο, ένα σύντομο ταξίδι που φάνταζε χωρίς γυρισμό.

Χωρίς πολλά πολλά, τιμώντας αρχικά τον τελευταίο τους δίσκο “Disko Anksiyete” με τo εκπληκτικό και άκρως χορευτικό “Durdu Dunya”, σήμαναν την έναρξη ενός ξέφρενου χορού που μετέτρεψε το χώρο της Τεχνόπολης σε ανοιχτό darkwave κλαμπάκι. Και παρ’ όλο που δε μπορούσα να οραματιστώ πώς θα ήταν αυτό προτού το ζήσω, πλέον με πιάνω να λυσσάω να ξαναζήσω live των She Past Away σε εξωτερικό χώρο, πόσο μάλλον σε χώρο μες στη φύση. Θα ήταν πραγματικά αξεπέραστη εμπειρία. Συνεχίζοντας, λοιπόν, ακούστηκαν αγαπημένα κομμάτια όπως τα “Asimilasyon”, “Rituel”, “Ruh”, “Izole”, “Bozbulanik”, “Insanlar”, και εμείς δε σταματούσαμε να χορεύουμε.

Προφανώς δε θα μείνει ασχολίαστο το γεγονός ότι άναψε καπνογόνο σε συναυλία She Past Away, πράγμα που με κάνει να λατρεύω το ελληνικό κοινό και το πόσο καμμένοι μπορούμε να γίνουμε ώρες ώρες. Μπράβο, όχι, μπράβο μας!

Η μαγεία των She Past Away και των live τους είναι πως μουσικοί και κοινό γίνονται ένα, παραδομένοι στη μουσική, με σώμα και ψυχή. Εγώ με το που άκουσα τα πρώτα πλήκτρα του αγαπημένου μου “Monoton”, που ακόμη δυσκολεύομαι να προσδιορίσω το πόσα πράγματα με κάνει να αισθάνομαι όταν το ακούω, μπορούσα να πω με σιγουριά πως είχα ολοκληρωθεί σαν άνθρωπος. Να σου μετά και ένα “Hayaller?” με όσους το ακούγαμε πιστά να βυθιζόμαστε ολοένα και περισσότερο στη λήθη, που με το αργό και επίμονο beat του σε κάνει να απορροφάσαι στις πιο βαθιές σκέψεις σου, κομμάτι που για να μη σε αγγίξει μάλλον είσαι αναίσθητος, δεν εξηγείται αλλιώς. Το “Hayaller?” είναι η επιτομή της ψυχής των She Past Away, μιας ψυχής εύθραυστης, ευάλωτης και αγνής.

Προφανώς δε χρειάζεται να μιλήσω για το χαμό που έγινε όταν ακούσαμε το μεγαλύτερο hit του ντουέτου “Kasvetli Kutlama”, που το κοινό ζητωκραύγαζε ενώ παράλληλα ξεβιδωνόταν στο χορό. Εδώ που τα λέμε, δε γίνεται να αντιδράσεις διαφορετικά, αφού το “Kasvetli Kutlama”, δικαίως θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες όλης της darkwave μουσικής ιστορίας.

Με αυτά και με τούτα, ξέχασα να αναφερθώ στα του ήχου, τα οποία ήταν άριστα από κάθε άποψη, οπότε δε μπορώ να σχολιάσω και πολλά. Ίσως προσωπικά να εκτιμούσα λίγο ανεβασμένα τα db, αλλά δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο, όπως από κάθε εμφάνιση άλλωστε των She Past Away. Το αγαπημένο ντουέτο μετά από ένα set διάρκειας μιας ώρας και κάτι, δυστυχώς είχε φτάσει η στιγμή να μας αποχαιρετήσει για την ώρα, και ήδη ανυπομονούμε για την επόμενη συνάντησή μας. Το καλό που τους θέλω, να είναι σύντομα!

Η ώρα είχε φτάσει να εξοπλιστούμε με μπύρες (ξανά) και να προετοιμαστούμε για τις εναπομείναντες εμφανίσεις της βραδιάς. Ο ήλιος είχε πλέον πέσει για τα καλά, η νύχτα είχε απλώσει τα πέπλα της επάνω από την Τεχνόπολη και τα βαμπίρια είχαν πλέον ξεχυθεί στα στενάκια του πολυχώρου, άλλοι ξεκουράζοντας τα κορμιά τους, άλλοι προμηθεύοντας τους εαυτούς τους με αλκοόλ, άλλοι κρατόντας γερά τις θέσεις τους και περιμένοντας ανυπόμονοι για τους Sisters of Mercy στο Main Stage, και άλλοι οδεύοντας προς το Machine Work Stage, για να μη χάσουν την ευκαιρία να απολαύσουν έστω και λίγο τους τιτάνες της EBM, Absolute Body Control.

Οι Βέλγοι μας εισήγαγαν στο παρανοϊκό set τους με το μινιμαλιστικό “Invisible Touch”. Το δίδυμο των Dirk Ivens και Eric Van Wonterghem ήταν αποφασισμένο πως θα δώσει πόνο, και εμείς ήμασταν εδώ γι’ αυτό. Με πολύ dominant, “in your face” διάθεση, δεν δίσταξαν να αποδείξουν γιατί έχουν φτάσει πλέον μετά από όλα αυτά τα χρόνια που κουβαλούν στις πλάτες τους να έχουν το δικό τους cult following ως καλλιτέχνες – πρωτοπόροι της EBM. Τα beat τους έσκαγαν σαν χαστούκια στα μούτρα, με εκρήξεις ενέργειας οι οποίες σε έκαναν να μη θες να σταματήσεις να κοπανιέσαι.

Οι Absolute Body Control είναι το λιγότερο μαέστροι στο είδος τους, πολύ παθιασμένοι και άλλο τόσο ψαγμένοι στη μουσική που παράγουν, δίνοντας έμφαση και στην παραμικρή λεπτομέρεια. Το απόλυτο σχήμα ικανό να σε πορώσει, πόσο μάλλον όταν βλέπεις τη μαγεία τους να γεννιέται ζωντανά, γιατί εδώ που τα λέμε, έχει τη δική του χάρη να βλέπεις καλλιτέχνες να μεγαλουργούν πάνω από πλήκτρα σε live εκτέλεση. Από το setlist δεν έλλειψαν μεταξύ άλλων τα “Figures”, “Earth Takes a Break”, “Waving Goodbye”, κλασσικά αγαπημένες παράνοιες των περήφανων fans του βέλγικου δίδυμου, οι οποίοι και τα τίμησαν ιδιαίτερα.

Φυσικά η ποιότητα του ήχου ανταποκρινόταν στις προσδοκίες κάθε απαιτητικού μουσικόφιλου που θέλει να ακούει ολοκάθαρα και με λεπτομέρεια την μαγεία που παράγεται από τους Absolute Body Control, οι οποίοι δεν απογοήτευσαν καθόλου ούτε στο συγκεκριμένο τομέα μα κάθε άλλο, αφού ο χώρος και η όλη ατμόσφαιρα έδενε γάντι με την αισθητική του ντουέτου.

Ωραία όλα αυτά, αλλά η ώρα πλησίαζε και δυστυχώς πολλοί έπρεπε να αποχαιρετήσουμε τους Absolute Body Control και το Machine Work Stage για φέτος (το τονίζω το φέτος!), και να πάρουμε τα ποδαράκια μας προς το Main Stage.

Για τα live των Sisters of Mercy έχω ακούσει πολλά. Όλα, ανεξαιρέτως, όχι καλά λόγια. Με βάση όλα αυτά, και έχοντας χάσει την ευκαιρία να τους δω στο παρελθόν, είχα μια κάποια ανυπομονησία όσο και περιέργεια να τους ζήσω live, με μηδέν προσδοκίες.

Αργά ή γρήγορα οι θρύλοι του goth rock εμφανίστηκαν μπροστά μας και ξεκίνησαν το set τους με το “Don’t Drive On Ice”, με ένα μεγάλο μέρος του κοινού να τους αποθεώνει ήδη. Εμένα από την αρχή, απ’ την άλλη, κάτι δε μου κόλλαγε. Πού να ‘ξερα ότι θα χειροτέρευε το πράγμα.

Αν κάτι δε συγχωρώ από τους Sisters of Mercy και την κάκιστη απόδοσή τους είναι το γεγονός ότι ειλικρινά, δεν κατάλαβα κάποια κομμάτια όταν έπαιζαν. Άκουσα το Ribbons σκοτωμένο, πράγμα ιερόσυλο για έναν τέτοιο ύμνο, και ειλικρινά στην αρχή πάσχιζα να καταλάβω ποιο τραγούδι παίζει. Οι δε μουσικοί που αποτελούν πλέον τους Sisters Of Mercy μου φαινόντουσαν αποδομημένοι με αρνητικό τρόπο, χωρίς χημεία μεταξύ τους, σαν να βρίσκονται εκεί απλά για την ποζεριά και το show off του πράγματος, και θλίβομαι ιδιαίτερα που το λέω, γιατί μιλάμε για ένα σχήμα με τεράστια ιστορία και σεβασμό για τη μουσική που μας έχει δώσει.

Η φτωχή απόδοση του Eldritch στα φωνητικά, αναλογιζόμενη όλα τα υπόλοιπα, ήταν το τελευταίο πράγμα που με απασχολούσε, με κυριότερο το ότι δεν ένιωθα κάποια ενέργεια από εκείνον που να φανερώνει ότι περνάει καλά, αλλά πιο πολύ ένιωθα πως ζοριζόταν σε βαθμό που με στενοχωρούσε. Γενικώς, ο χαρακτήρας που έβγαζε όλη η μπάντα προς τα έξω δεν με ενέπνευσε ποτέ ως αυθεντικός, αλλά βεβιασμένος. Ωστόσο, εκ προσωπικής εμπειρίας καθαρά, βρισκόμουν με καλή παρέα οπότε είχαμε φτάσει σε σημείο να διακωμωδούμε την κατάσταση με αποτέλεσμα να περάσουμε πολύ καλά και να μείνει ως θετική ανάμνηση η εμφάνιση των Sisters of Mercy.

Στα σοβαρά όμως, δεν θεωρώ πως οι Sisters πληρούν πλέον τα απαραίτητα ώστε να τους βλέπουμε ως headliners σε φεστιβάλ παρά μόνο σε δικές τους συναυλίες, γιατί η ιστορία από μόνη της δεν αρκεί. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η στιγμή που άκουσα το Temple of Love να παίζει, με το πρώτο λεπτό κυριολεκτικά να μην καταλαβαίνω ποιο τραγούδι είναι, ενώ παράλληλα ο χώρος να έχει αραιώσει σημαντικά. Όχι πως όταν κατάλαβα ανταμείφθηκα ιδιαίτερα, αλλά κουβέντα να γίνεται.

Σε κάθε περίπτωση, και αφού μετά από λιγότερο από μιάμιση ώρα ο Eldritch και η παρέα του μας καληνύχτισαν, εγώ εξακολουθούσα να νιώθω ευγνώμων που μας δόθηκε η ευκαιρία να ζήσουμε μια τέτοια εμπειρία στην Αθήνα, και ανυπομονώ (για να μην πω απαιτώ) να την ξαναζήσουμε του χρόνου. Η διοργάνωση του Death Disco Open Air μας έκανε ένα τεράστιο δώρο και ελπίζουμε να τους ανταποδίδουμε κάθε χρόνο από εδώ και πέρα την ευγνομωσύνη μας!

Τα λέμε του χρόνου, ε.

Sister of Mercy setlist
Don’t Drive On Ice
Ribbons
Crash And Burn
I Will Call You
Alice
Giving Ground (The Sisterhood cover)
But Genevieve
Dominion/Mother Russia
Marian
More
Instrumental 86
Doctor Jeep / Detonation Boulevard
Eyes of Caligula
I Was Wrong
On The Beach
When I’m on Fire
Lucretia My Reflection
Temple of Love
This Corrosion

φωτογραφίες: Νίκος Δρακόπουλος

1084
Avatar photo
About Άννα Βασιλικοπούλου 38 Articles
Η μουσική διπολικότητα επικρατεί από μικρή στην καρδιά της Άννας, καθώς από μικρό παιδί οι πρώτες επαφές με αυτήν και λατρείες της ήταν η Britney Spears, οι Muse, οι Archive και οι Evanescence. Πλέον είναι fangirl των Leprous και σκοπός της ζωής της είναι να μεταλαμπαδεύσει αυτήν την αγάπη της σε κάθε λάτρη της (καλής, please) μουσικής. Όσο πιο πολλά μουσικά είδη ακούει ταυτόχρονα, τόσο το καλύτερο. Έχει σοβαρή αλλεργία στους Iron Maiden. Άντε να αγαπάει τόσο δα και τον Κινηματογράφο, όμως ο λόγος που επέλεξε να σπουδάσει γύρω από αυτόν κατά βάθος ήταν για να κρύψει το πραγματικό weeb που είναι.