Στην καρδιά του καυτού καλοκαιριού, στις 22/7, βρεθήκαμε στο Death Disco Open Air Festival- μια όαση για τους λάτρεις της post-punk και της εναλλακτικής ηλεκτρονικής μουσικής.
Η Τεχνόπολη μετατράπηκε σε ένα καταφύγιο παλλόμενων ρυθμών, αιθέριων μελωδιών και μελαγχολικών στίχων. Με δύο σκηνές, καθεμία από τις οποίες να προσφέρει ένα μοναδικό ταξίδι στη σφαίρα της σκοτεινής μουσικής, η πρώτη μέρα του φεστιβάλ υποσχέθηκε μια αξέχαστη οδύσσεια ήχου και συναισθημάτων.
Την έναρξη όρισαν οι Youth Valley, οι οποίοι, πιστοί στο πρόγραμμα, έπαιξαν τις πρώτες νότες στο Open Air Stage λίγα λεπτά μετά τις επτά. Στην αρχή, το κοινό έδειχνε αρκετά διστακτικό, εφόσον κατά το μεγαλύτερο μέρος της εμφάνισής τους, οι μουσικοί έδειχναν συγκροτημένα στις κινήσεις τους. Μετά το πέρας του δεύτερου τραγουδιού, όλοι οι φραγμοί καταρρίφθηκαν με τις πρώτες κραυγές ενθουσιασμού να ακούγονται κάτω από τη σκηνή.
Το συγκρότημα ενθουσίασε το κοινό με κομμάτια από το πρώτο τους EP και τον δίσκο τους “Lullabies for Adults” διαμορφώνοντας μια επιτυχημένη ατμόσφαιρα για την εμφάνιση του επόμενου συγκροτήματος στη δεύτερη σκηνή του φεστιβάλ. Ενώ η ενέργεια των Youth Valley γέμιζε τον αέρα με ζωντάνια, το κοινό είχε ήδη ξεκινήσει να απολαμβάνει τη μαγευτική μουσική παράσταση που λάμβανε χώρα στη δεύτερη σκηνή.
Με ανυπομονησία, οι Kalte Nacht άνοιξαν το σόου στο Machine Work Stage σχεδόν δέκα λεπτά πριν την καθορισμένη ώρα, κάνοντας πολλούς να χάσουν την αρχή. Ωστόσο, η μαγευτική ατμόσφαιρα που παρουσίασαν σε συνδυασμό με τη χημεία του ντουέτου βοήθησαν τους θεατές να ενσωματωθούν γρήγορα στον μοναδικό ήχο του συγκροτήματος.
Ο χώρος γέμιζε ολοένα και περισσότερο, με το κοινό να δείχνει την αφοσίωσή του στους Νίκο Κωνσταντινίδη και Μυρτώ Στύλου. Ως αντάλλαγμα για αυτή την πίστη, οι δυο τους προσέφεραν ανεπιτήδευτες, εκρηκτικές και προπαντός πιστές ερμηνείες από το άλμπουμ τους Kalte Nacht.
Το επόμενο μισάωρο κύλησε γρήγορα και η παρουσία των εκπροσώπων της ρωσικής μετα-πανκ σκηνής, Ploho, προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον στο κοινό. Οι Victor Uzhakov, Andrei Smorgonski και Igor Starshinov, οι τρεις μουσικοί από το Νοβοσιμπίρσκ, ανέβηκαν στην εξωτερική σκηνή του φεστιβάλ και με την μαγευτική τους παρουσία, κατάφεραν να συνδεθούν αβίαστα με το κοινό, παρότι ήταν η πρώτη τους εμφάνιση στην Αθήνα.
Με κομμάτια όπως το “Gorod Ustal” και “Nulevye”, οι Ploho μας διηγήθηκαν κρύες, καταθλιπτικές ιστορίες εμπνευσμένες από την ελπιδοφόρα, αλλά και ταυτόχρονα τρομακτική αύρα της Σοβιετικής Ένωσης και την περίοδο λίγο μετά την κατάρρευση αυτής. Η παρουσία τους επί σκηνής απέδιδε ένα αίσθημα ηρεμίας, μέσα από τη στατικότητα των μελών, σε συνδυασμό με τις αρχικά προσεκτικές κινήσεις του Victor, που σταδιακά εξελίσσονταν σε πιο εντυπωσιακές και σίγουρες.
Με τα τραγούδια τους “Tancy v temnote”, “Pustota” και “Novostroyki” κράτησαν την ενέργεια στα ύψη και έκαναν τους παρευρισκόμενους να ταλαντεύονται στο ρυθμό μέχρι το τέλος. Το πλήθος ανταποκρινόταν με ενθουσιώδεις επευφημίες και χειροκροτήματα μετά από κάθε τραγούδι, εκφράζοντας την εκτίμησή του για την εντυπωσιακή ερμηνεία του συγκροτήματος και ζητώντας ένθερμα το κομμάτι “Zakladka”, το οποίο ίσως άφησαν για κάποια επόμενη φορά.
Παράλληλα με το τέλος των Ploho, πίσω στο Machine Work Stage, ένα άλλο τρίο από το Μοναχό, συνδύαζε την έκσταση της δεκαετίας του ‘80 και της σκοτεινής αισθητικής του. Με ρομαντισμό να ξεχειλίζει από την γερμανική στειρότητα, οι Rue Oberkampf είχαν μελετήσει και την παραμικρή λεπτομέρεια της εμφάνισής τους, χαρίζοντας στους παρευρισκόμενους ένα fusion ηλεκτρονικής μουσικής με παλιά αγαπημένη 80ς synthwave.
Η τελειομανία του συγκροτήματος προξένησε μόνιμο θαυμασμό σε όσους τους παρακολούθησαν, εντυπωσιάζοντας το κοινό και κερδίζοντας πολλά bonus points στην καρδιά του ήδη ερωτευμένου αθηναϊκού κοινού. Οι Rue Oberkampf ανέδειξαν μια αύρα μαγικής νοσταλγίας, αφήνοντας την αίσθηση πως χορεύεις ανάμεσα σε φώτα και σκιές, στις ακούστικες πινελιές των ’80s, σε ένα αινιγματικό μουσικό ταξίδι που δύσκολα αποβάλλεται από τη μνήμη σου.
Στο Death Disco Open Air Fest δεν υπήρξε περιθώριο για διάλειμμα, και το πλήθος μεταφέρθηκε για μια ακόμη φορά στην ανοιχτή σκηνή όπου οι Lebanon Hanover είχαν ήδη ξεκινήσει το δικό τους act. Με την αρχή να θέτουν το Alien και το Die World II, το ντουέτο μετέφερε με ευκολία το κοινό στον εσωτερικό τους κόσμο. Η άψογη αλληλεπίδραση της νωχελικής ύπαρξης της Larissa Iceglass με την αστείρευτη ενέργεια του William Maybelline δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα που ήταν ταυτόχρονα μελαγχολική, απλή και όμορφη.
Κατά τη διάρκεια της εμφάνισής τους, οι Lebanon Hanover παρουσίασαν μια τέλεια αλληλουχία των επιτυχιών τους, κρατώντας το κοινό συναρπασμένο με κάθε νότα που περνούσε. Τραγούδια όπως το “Gallowdance” και το “Kiss Me Until My Lips Fall Off”, το οποίο ο William αφιέρωσε στη σύζυγό του, συγκίνησαν ισχυρά το κοινό, προκαλώντας του εκφράσεις ενθουσιασμού και εξασφαλίζοντας την ασταμάτητη συμμετοχή του.
Όταν η σειρά των Lebanon Hanover πέρασε, οι απόηχοι του “Come Kali Come” έμειναν στις καρδιές των θαυμαστών που τους αποθέωναν. Στη κλειστή σκηνή όμως τους περίμεναν οι Selofan και δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο. Όσοι φαν επέμεναν να ακούσουν το ελληνικό darkwave ντουέτο έπρεπε γρήγορα να μετακινηθούν, δημιουργώντας μικρό συνωστισμό περισσότερο εντός παρά καθ οδόν για το Machine Work Stage. Πλέον όλες οι προσπάθειες να δροσιστεί η αίθουσα ήταν μάταιες και μεγάλο μέρος του κοινού είχε αποδεχτεί το γεγονός προκειμένου να βρίσκεται κοντά στους αγαπημένους τους Selofan και να τραγουδήσει μαζί τους κομμάτια όπως “Στο σκοτάδι”, “Μαυσωλείο” και “Αλάσκα”.
Η Ιωάννα όμως, έδειξε να ζορίζεται με τις συνθήκες στις οποίες έπρεπε να τραγουδήσει κάνοντας παρατηρήσεις για τα φώτα που έπεφταν στα μάτια της και την αποπνικτική ατμόσφαιρα. Ασχέτως με τα προβλήματα που αντιμετώπισαν, οι ήρωες της ελληνικής darkwave ο ήχος τους ήταν άριστης ποιότητας και επέτρεπε την ανάδειξη της ποικιλίας ηχοχρωμάτων, στα οποία μας έχουν συνηθίσει. Ως αποτέλεσμα, γνώρισαν την αποθέωση από όσους έμειναν μαζί τους ως το τέλος, κερδίζοντας ένα ενθουσιώδες χειροκρότημα και την εκτίμηση για την αυθεντικότητα της μουσικής τους παρουσίας. Η ενέργεια που διέπει τις ερμηνείες τους και η συναισθηματική σύνδεση με το κοινό, δημιουργούν μια συνταγή που καθήλωσε τους πάντες στον μαγικό κόσμο του Death Disco Open Air Festival 2023. Οι Selofan αποχώρησαν από τη σκηνή αφήνοντας πίσω τους μια έντονη αίσθηση που θα συντροφεύει το κοινό για καιρό ακόμα.
Η παρουσία των VNV Nation στο φεστιβάλ προκάλεσε αίσθηση και αναμφίβολα αποτέλεσε την κορυφαία εμφάνιση της μέρας. Καθώς ο Ronan Harris ανέβηκε στη σκηνή, διατυπώνοντας το παράπονο για τη ζέστη, την οποία το “Ιρλανδικό του αίμα” δεν αντιμετώπιζε με ευκολία, η ατμόσφαιρα γέμισε ανυπομονησία.
Το συγκρότημα άρχισε δυναμικά με το “Darkangel,” ξεσηκώνοντας το κοινό από την αρχή. Το set τους ήταν εντυπωσιακό, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα από τη δισκογραφία τους. Οι επιλογές τραγουδιών τους, όπως τα “Chrome,” “Control,” “Prophet,” και “Nova,” ξεσήκωσαν το κοινό σε έναν χορευτικό ενθουσιασμό.
Η σκηνική παρουσία των VNV Nation ήταν εντυπωσιακή, ενισχύοντας την ένταση της εμφάνισής τους. Τα εντυπωσιακά φώτα συνόδευαν κάθε τους κίνηση, δημιουργώντας μια μαγική ατμόσφαιρα. Ο Harris συνέκρινε τη ζωντάνια και την κίνησή τους με τον χορό, και το κοινό ακολουθούσε τον ρυθμό του με πάθος.
Πέρα από τη μουσική, ο Harris αφιέρωσε λίγα λόγια σε σημαντικά θέματα ψυχικής υγείας, προτρέποντας το κοινό να μην παραμένει μόνο στη δυστυχία, αλλά να μιλήσει με κάποιον για τον προβληματισμό του. Αυτή η ειλικρίνεια αναδείκνυε τη συναισθηματική επιρροή της μουσικής και τον δεσμό των VNV Nation με το κοινό τους.
Καθώς οι τόνοι του “Perpetual” αποχαιρετούσαν τη σκηνή, η αίσθηση που κυριαρχούσε ήταν της μαγείας που μόνο η μουσική μπορεί να προσφέρει. Οι VNV Nation επέδειξαν όχι μόνο την αξία της μουσικής τους, αλλά και τη δύναμη του χορού και της συνεύρεσης των ψυχών μέσα από αυτή. Ήταν μια εμφάνιση που θα μαρτυρά για πολύ καιρό ακόμα, συνδέοντας τους οπαδούς με την πιο αυθεντική εκδοχή του ηλεκτρονικού dark industrial ήχου.
Το πρώτο βράδυ του Death Disco Open Air Festival έκλεισε συναρπαστικά, καθώς οι θρυλικοί Sad Lovers And Giants πρόσφεραν μια αξέχαστη εμφάνιση, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα τους στις καρδιές των αφοσιωμένων θαυμαστών τους. Η ανυπομονησία του πλήθους ήταν εμφανής καθώς περίμεναν πως και πως να απολαύσουν την εμφάνιση του εμβληματικού post-punk συγκροτήματος.
Ο χώρος του φεστιβάλ έσφυζε από προσμονή, καθώς οι βρετανοί. έχουν μια μακρά και επιδραστική για το είδος τους καριέρα, προσφέροντας μοναδικούς ήχους με συνδυασμό ατμοσφαιρικών synths και ψυχεδελικών επιρροών. Η εμφάνισή τους στο φεστιβάλ αποτέλεσε μια σημαντική προσθήκη στο πρόγραμμα. Αξιοσημείωτη ήταν η συχνή επικοινωνία του συγκροτήματος με τους θαυμαστές τους, καθώς ο τραγουδιστής Garce μοιραζόταν λίγα λόγια με το κοινό ανάμεσα στα κομμάτια. Επίσης, υπενθύμισε την επέτειο των 40 χρόνων από τον κυκλοφορία του δίσκου τους “Feeding the Flame” και έστειλε ευχές για τα 10 χρόνια του Death Disco, ελπίζοντας για ακόμα πολλά.
Ανάμεσα στους ενθουσιασμένους ακροατές, μια προσωπικότητα ξεχώριζε – ο William Maybelline από τους Lebanon Hanover. Η παρουσία του προσέθεσε μια αίσθηση ενθουσιασμού και αλληλεγγύης στο κοινό.
Καθώς η βραδιά εξελισσόταν, οι Sad Lovers and Giants πήγαν το κοινό σε μια νοσταλγική περιήγηση μέσω της εκτενούς δισκογραφίας τους. Κομμάτια όπως το “Lost in a Moment” και το “Things We Never Did” ανέβασαν την ατμόσφαιρα, καθηλώνοντας το κοινό που συμμετείχε ενθουσιωδώς.
Η συναυλία έκλεισε με τα δυναμικά “Things”, “50:50” και “Imagination” για encore που τραγουδήθηκαν δυνατά από τους θαυμαστές, αποτυπώνοντας την επιτυχία της εμφάνισης. Οι Sad Lovers And Giants πρόσφεραν μια αξέχαστη συναυλία και κέρδισαν τις εντυπώσεις με την ενέργειά τους και τη μουσική τους ικανότητα, δημιουργώντας μια μοναδική εμπειρία για το κοινό του Death Disco Athens Open Air Festival.
Καθώς η πρώτη ημέρα του Death Disco Athens Open Air Festival φτάνει στο τέλος της, γίνεται αναμφίβολα εμφανές πως το φεστιβάλ έχει διαμορφωθεί ως ένα παράδειγμα άριστα οργανωμένης εκδήλωσης, με εστίαση στην ικανοποίηση του κοινού σε όλους τους τομείς. Από τη στιγμή που άνοιξαν οι πόρτες στις 18:00, μέχρι την τελευταία νότα που ακούστηκε στις 1:10, η ροή της βραδιάς κύλησε αρμονικά, σαν καλοσυντονισμένο ρολόι, δείχνοντας σεβασμό στον χρόνο τόσο των παρευρισκομένων όσο και των καλλιτεχνών.
Αντιμετωπίζοντας δυσκολίες λόγω της υψηλής θερμοκρασίας στο Mechanical Work Stage, το φεστιβάλ απέδειξε την επαγγελματική του προσέγγιση, καθώς παρά τις δυσκολίες παρέχοντας μια ξεχωριστή και αξέχαστη εμπειρία στο κοινό. Το Death Disco Athens Open Air άφησε πίσω του μια υπέροχη ανάμνηση, αφήνοντας μας με την ελπίδα να ξαναζήσουμε αυτή την εμπειρία και του χρόνου.
κείμενο: Ειρήνη Σταματοπούολου
φωτογραφίες: Γιάννης Σακκής