Είχα την ευτυχία να μεγαλώσω, έχοντας τριγύρω μου βινύλια Metallica, Slayer, Anthrax, Megadeth και δεν άργησα να ακούσω Suicidal Tendencies, DRI, MOD, με συνέπεια να λατρέψω αυτόν τον ιδιαίτερα αλήτικο ήχο.
Από εκεί, οι ακουστικές μου συνήθειες διευρύνθηκαν σαν βεντάλια εταιρίας χρωμάτων, φτάνοντας κάπου στο τέλος της εφηβείας στην “ανακάλυψη” του hardcore και του punk. Τα τελευταία δύο είδη άλλαξαν τον τρόπο που βλέπω τον κόσμο και αργότερα στη ζωή μου, ήταν ο ΜΟΝΟΣ ήχος μέσα από τον οποίο θα μπορώ να εκφραστώ.
Αναρωτιόμουν πάντα πως ένας νέος που άκουγε μετά μανίας black metal και μελωδικό death metal, τελικά κατέληξε στον να υμνεί μπάντες σαν τους Agnostic Front και να χτυπιέται με ό,τι έστω και σαν επιρροή εμφανίζει το punk rock. Όταν έφτασε στα χέρια μου το βιβλίο του Αλέξανδρου Ανεσιάδη, “Crossover: The Edge where Hardcore, Punk and Metal Collide”, όλες οι απορίες λύθηκαν.
Το βιβλίο αυτό, είναι ένα πέρασμα σε έναν κόσμο που τότε ήταν δύσβατος (λόγω τεχνολογικών περιορισμών και εταιρικού λομπισμού) και πλέον με την άνθιση του κυβερνοχώρου, μπορεί να βρει το δημόσιο βήμα που του πρέπει. Μετά από μια εισαγωγή του punk ερευνητή Ian Glasper και ένα ιστορικό flashback στο οποίο εξηγείται η εμφάνιση του crossover ήχου, o Αλέξανδρος επιχειρεί μια γεωγραφική ανάλυση, ξεκινώντας βέβαια από τις ΗΠΑ όπου το φαινόμενο κυρίως γεννήθηκε, με αφετηρία τις ανατολικές ακτές της χώρας και δη, την Νέα Υόρκη.
Το όνομα Agnostic Front γίνεται και πάλι επίκεντρο του ενδιαφέροντος μου, αλλά έπειτα οι “άγνωστες” λέξεις γίνονται βουνό. Δίπλα δίπλα με μια ταμπλέτα, ακούω για πρώτη φορά συγκροτήματα σαν τους Leeway, Crumbsuckers, Uncle Slam και πολλά άλλα, γυρνώντας πάλι πίσω στα γυμνασιακά μου χρόνια.
Το βιβλίο δίνει την ευκαιρία στους καλλιτέχνες που έδωσαν το στίγμα τους στην “αδελφοποίηση” των ιδιωμάτων αυτών και την λήξη ίσως, μιας “αιώνιας” έχθρας μεταξύ πάνκηδων και μεταλλάδων που υπήρχε σε πολλά μέρη των ΗΠΑ. Μιλάνε για τις μουσικές τους επιρροές, για τα clubs που φιλοξενούσαν τα live του είδους και τα αγαπημένα τους gigs, λένε τις ιστορίες τους και μοιράζονται την άποψη τους για τη διαχρονικότητα του crossover ήχου.
To “Crossover: The Edge where Hardcore, Punk and Metal Collide” είναι το απόλυτο ανθολόγιο/ευρετήριο του crossover ήχου και αν έχεις, έστω και το παραμικρό ενδιαφέρον για τη συνάντηση του metal με το punk, είναι ένα must για τον εγκέφαλο σου και τη βιβλιοθήκη σου.
Έχοντας φτάσει στα μισά του βιβλίου, έχω βρει νέα αγαπημένα συγκροτήματα που αγνοούσα εκείνη την εποχή και έτσι, η ιστορία ολοκληρώνεται.
Το βιβλίο είναι ντυμένο με φωτογραφίες και flyers συναυλιών της εποχής που βρίσκονται ανάμεσα σε συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών και στο τέλος κάθε κεφαλαίου/συγκροτήματος, ο Αλέξανδρος συνοψίζει και προτείνει, ανάλογα τα κέφια μας, τα δυνατά albums τους. Εύκολος, να τον παρακολουθήσεις, τρόπος γραφής, και το μόνο που απαιτεί η ανάγνωση του είναι η καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας, μια που ο συγγραφέας, όντας κάτοικος του νησιού, γράφει σε αυτή. Στο μέλλον ίσως, μεταφραστεί στη γλώσσα μας (βάζω υποψηφιότητα για την εργασία) και να μπορέσει να φτάσει στα μάτια και όσων δεν έχουν την απαραίτητη γλωσσική εκπαίδευση (αν και είναι λίγοι πλέον αυτοί).
Το “Crossover: The Edge where Hardcore, Punk and Metal Collide” έχει γίνει ο καθημερινός μου φίλος και κάθε μέρα με διδάσκει κάτι, βοηθώντας με να γνωρίσω και λίγο παραπάνω τον εαυτό μου.
Αν είσαι εκείνος που ράβεις ακόμα patches στα τζην μπουφάν σου ή κουμπώνεις μόνο τα πρώτα τρία κουμπιά του καρώ πουκαμίσου σου, θα έπρεπε να το έχεις ήδη παραγγείλει, διαβάζοντας το παρόν άρθρο και επιπλέον είναι κατάλληλο ιστορικό ανάγνωσμα, είτε είσαι οπαδός των Discharge και GBH, είτε των Slayer και Metallica.
Θα σας αφήσω με δυο αποσπάσματα που μου έκαναν εντύπωση:
1)Kyle Toucher (Dr. Know): “To punk rock ήταν πάντοτε το υπόγειο τέκνο του metal. Δεν αναπτύχθηκε μέσω των Journey, Styx, Boston και Supertramp, ήταν μια αντίδραση στον πολλαπλασιασμό τέτοιων συγκροτημάτων. Το hardcore ήταν το μυξιάρικο που διέρρηξε την ντουλάπα με τα Black Sabbath του μεγάλου του αδερφού και άρχισε να παίζει με τα παιχνίδια του.”
2) Mark Deutrom (Clown Alley): “Δεν είμαι σίγουρος αν οτιδήποτε είναι σχετικό στις μέρες μας! Το punk μοιάζει να είναι κάποια στρατηγική marketing, βασισμένη στη νοσταλγία πάρα οτιδήποτε άλλο. Το punk μάλλον, σταμάτησε να είναι σχετικό μετά το πρώτο LP των The Damned…φαίνεται να είναι ένα από τα κοστούμια που κάποιοι φοράνε, αλλά το αληθινό punk έρχεται από μέσα. Αυτό φαίνεται να ισχύει και για το metal.”
802