Τους Deathcrop Valley τους είχα γνωρίσει πριν δυο χρόνια περίπου, όταν και τους είχα πάρει συνέντευξη (link) εν όψει της εμφανίσεώς τους στο “Under The Quarry Metal Fest” εκείνης της χρονιάς.
Το δείγμα που είχαν δώσει τότε με το κομμάτι “Gotta Go” (το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στο ολοκληρωμένο debut album) ήταν αρκετά ενθαρρυντικό και παρουσίαζε μια κεφάτη μπάντα που κινούταν στον stoner μεταλλικό χώρο. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και ήρθε ο καιρός για τους Αθηναίους να κυκλοφορήσουν το πρώτο, φερώνυμο full length τους.
Η γραμμή των Deathcrop Valley δεν έχει αλλάξει. Παραμένει στο εν άνθιση στη χώρα μας stoner metal, με κυρίαρχο αναγνωριστικό / προσωπικό στοιχείο την άπλετη groov-α. Πολύ καλή riff-ολογία από τον Άλεξ Καυκανιώτη, στα πρότυπα του Zakk Wylde που εκτός της Sabbath-ικότητας και του καθαρού New Orleans attitude, δεν διστάζει να επεκταθεί σε hard rock ύδατα (όπως για παράδειγμα στα “Thirst” και “Common Sense” τα οποία μου θύμισαν τους The Black Crowes). Έχοντας ένα αρκετά βρώμικο ρυθμικό background, με distorted μπασογραμμές και στακάτο, “ζωηρό” drumming από τους Angelo Manara και Κώστα Αμαργιανιτάκη αντίστοιχα. O δε Άρης Λάμπος διαθέτει πολύ καλή για το ύφος φωνή, βαριά και “αρσενική”, απολύτως συμβατή με το αντικείμενο που διαπραγματεύεται η μπάντα (πέρα από το γεγονός της οπτικής καλαισθησίας του album μέσω της φοβερής εικαστικής δουλειάς για την οποία είναι επίσης υπεύθυνος).
Ο ήχος είναι αρκετά βρώμικος αλλά παράλληλα τα πάντα ακούγονται πλήρως ευδιάκριτα και το “Deathcrop Valley” έχει πολλές αξιόλογες όσο και ενδιαφέρουσες στιγμές όπως στα δυνατά “Never Got Me Fooled” και “2 Hours” (πολύ καλό solo), στα Corrosion Of Conformity-ικά “Days to Come”, “Emily”, αλλά και στις αργές στιγμές των “On the Road”, “Gotta Go”, “608” (εξαιρετικό ρεφρέν), κομμάτια με υποβόσκουσα Clutch-ίλα και Anselmo-ικά αρώματα, όπως και στο επιλογικό απολύτως desert αισθητικής “Three Wishes” το οποίο αποπνέει μια προοδευτικότητα που δεν τη συναντάς τόσο συχνά (προσεγγίζοντας τους καταπληκτικούς Phase Reverse, οι οποίοι συνειρμικά εμφανίστηκαν στο μυαλό μου αρκετές φορές κατά τις ακροάσεις των κομματιών, προφανώς το “κοινόν” των επιρροών, δεν τίθεται θέμα κοπιαρίσματος).
Συνολικά πρόκειται για ένα album καλοπαιγμένου υλικού, που το κύριο προϊόν του είναι η διασκέδαση και το coolάρισμα, χωρίς πολλές υπεραναλύσεις και θεωρητικές αναζητήσεις. Πατάς το play, παίρνεις το καφάσι δίπλα σου και ακούς κατεβάζοντας τα δροσιστικά σου. Ίσως αξίζει να καταστραφεί αυτός ο κόσμος, αλλά μια και είναι καλοκαίρι και ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου, ας μπουν στον πάγο αυτές οι σκέψεις και ας πρυτανεύσει για λίγο ο καλλιτεχνικός “σταρχιδισμός” (βγαίνει και σε ροζ, στομουνισμός λέγεται) που προτείνει αυτή η φερέλπιδα τετράδα. Οι φίλοι του είδους θα κεφάρουν ασυζητητί.
786