DAMIRAH

Oι Πατρινοί Damirah κυκλοφόρησαν πρόσφατα την πρώτη και πολύ ιδιαίτερη δισκογραφική τους δουλειά, η οποία φέρει τον τίτλο “Lights and Guns and Fire” και πρόκειται να την παρουσιάσουν ζωντανά στο Temple στις 28 του Δεκέμβρη, μοιραζόμενοι τη σκηνή με τους Νοchnoy Dozor. Ευκαιρίας δοθείσης, κλέψαμε λίγο από τον χρόνο του Άκη Παλαιολόγου (bass), για να τους γνωρίσουμε καλύτερα και η γράφουσα ομολογεί πως το αποτέλεσμα ήταν παραπάνω από ενδιαφέρον. Τι μας είπε λοιπόν…

Καλησπέρα! Είναι χαρά μας που σας υποδεχόμαστε στο Rockway.gr! Μιας και είστε ένα αρκετά φρέσκο σχήμα θα πρέπει να συστηθούμε! Πες μας λίγα λόγια για το ποιοι είστε, πώς ξεκινήσατε και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο ιδίωμα.
Είμαστε μια τετραμελής μπάντα, που δημιουργήθηκε την άνοιξη του 2016 στην Πάτρα. Ένα χρόνο μετά ξεκινήσαμε την ηχογράφηση του πρώτου μας άλμπουμ, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2017. Η σύνθεση του συγκροτήματος είναι η εξής: Κώστας Ευθυμίου (κιθάρες), Άκης Παλαιολόγος (μπάσο, πλήκτρα, samples), Φραντσέσκα Σανταρόσσα (τύμπανα, κιθάρες), Αλέξανδρος Γεωργίου (κιθάρες). Η ενασχόληση με την post rock δεν ήταν κάτι που προγραμματίζαμε εξαρχής. Προέκυψε στην πορεία, όσο γνωριζόμασταν και “δέναμε” μεταξύ μας μουσικά.



Ο πρώτος σας δίσκος, “Lights and Guns and Fire”, κυκλοφόρησε πρόσφατα και αποτελεί ένα concept album βασισμένο σε ιστορικά γεγονότα, που αφηγείται την ιστορία της Damirah, η οποία κοσμεί και το εξώφυλλο. Ποια είναι η ιστορία της και πώς προέκυψε η σύλληψη της ιδέας αυτού του concept;
Το sample που βρίσκεται στο τέλος του track “Dotted Bright Lights”, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό το concept του δίσκου και τους περισσότερους τίτλους των κομματιών. Προέρχεται, από απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες  μελών της “Peoples Temple”, θρησκευτικής σέκτας,  γνωστής για τη “Σφαγή του Jonestown”, την ομαδική δηλαδή αυτοκτονία 918 μελών της οργάνωσης στη Γουιάνα το 1978. Το sample είναι απόσπασμα από συνομιλία μεταξύ μιας μάνας και της μικρής της κόρης, που ήταν μέλη της συγκεκριμένης σέκτας. Η μάνα ζητάει από το κοριτσάκι να πει ένα παραμύθι. Το κοριτσάκι ξεκινάει να αφηγείται ένα τυπικό παιδικό παραμύθι, αλλά στην πορεία το αλλάζει και περιγράφει ένα λουτρό αίματος. Το “παραμύθι” που ακούγεται στο κομμάτι και το background πίσω από αυτό, είναι κατά τη γνώμη μας ανατριχιαστικά, ένας συνδυασμός αθωότητας, βίας και πλύσης εγκεφάλου και για αυτό αποφασίσαμε να αποτελέσει τον κορμό του concept.

Στον κεντρικό αυτό κορμό, έρχεται να προστεθεί η απαγγελία στο κομμάτι “As A Child, I Always Dreamed of Fire”, που προέρχεται από την ποιητική συλλογή “Aντάρτικο²” του Δημήτρη Γκιούλου και του Κωνσταντίνου Παπαπρίλη – Πανάτσα. Με βάση τα παραπάνω, τo “Lights and Guns and Fire” είναι το ταξίδι ενηλικίωσης της Damirah, μιας ενηλικίωσης βίαιης που περνά μέσα από δύσβατους δρόμους σε ένα σκηνικό οριακά δυστοπικό. Η Damirah λοιπόν είναι η ηρωίδα της μπάντας και το πρόσωπο που κοσμεί το artwork του δίσκου. Το όνομα είναι εμπνευσμένο από το βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη, “Ο γύρος του θανάτου”.



Αντλώντας, λοιπόν, έμπνευση από ιστορικά γεγονότα, θεωρείτε πως η ιστορία είναι κάτι που ανήκει στο παρελθόν ή βρίσκετε ταύτιση στην πραγματικότητα του σήμερα, ώστε να αποτελεί εν τέλει κάτι που δεν παύει να είναι επίκαιρο –υπό νέους όρους κάθε φορά-;
Η ιστορία δεν είναι απλή καταγραφή των γεγονότων του παρελθόντος, αλλά μια ολόκληρη μεθοδολογία σκέψης. Ο στόχος της είναι απλός και συνάμα εξαιρετικά δύσκολος: να ερμηνεύσει γιατί έκαναν ό,τι έκαναν οι άνθρωποι στην εποχή τους, μέσα στις δοσμένες συνθήκες και τις επιλογές που είχαν. Στην κατεύθυνση αυτή ο ρόλος της ιστορίας είναι να σπάει και όχι να αναπαράγει στερεότυπα. Πρόκειται λοιπόν για έναν βαθιά χειραφετητικό και απελευθερωτικό πνευματικά κλάδο. Υπό αυτή την έννοια, η γνώση και τα εργαλεία της ιστορίας δεν είναι απλώς επίκαιρα· είναι απαραίτητα στοιχεία για να αντιλαμβανόμαστε και να ερμηνεύουμε πιο πολύπλευρα το παρόν. 



Ηχητικά έχετε επιλέξει να ακροβατείτε σε ένα post/ψυχεδελικό αμάλγαμα. Ποιες ήταν οι επιρροές σας; Θα σκεφτόσασταν να εντάξετε και άλλα ιδιώματα στον ήχο σας μελλοντικά;
Το post rock είναι βασικό άκουσμα των περισσότερων στη μπάντα ενώ σε όλους μας αρέσει η ψυχεδέλεια. Πέραν αυτών, ο καθένας μας έχει τα ακούσματά του, που έχουν ενσωματωθεί σαν μικρές προσθήκες στον ήχο του δίσκου. Σε γενικές γραμμές, η αίσθησή μας για το συγκεκριμένο αμάγαλμα είναι ότι ακολουθούμε τις δομές της post, ο ήχος των οργάνων όμως, διαφέρει αρκετά από τα “τυπικά” ηχοχρώματα του ιδιώματος, δίνοντας μια πιο ζεστή και ταξιδιάρικη διάσταση. Ως προς το τελευταίο σκέλος, όλοι ακούμε πολλά και διαφορετικά μουσικά ιδιώματα, τα οποία είμαστε διατεθειμένοι να εντάξουμε στον ήχο μας. Προσπαθούμε να είμαστε ανοιχτόμυαλοι και να μην οχυρωνόμαστε πίσω από ταμπέλες. 



Παρόλο που η έμφαση δίνεται στη μουσική, επιλέξατε να συμπεριλάβετε και απαγγελία, από την ποιητική συλλογή “Aντάρτικο²”. Είναι μία επιλογή που θεματικά δένει με την ιστορία της Damirah και θεωρείτε πως ο στίχος καθοδηγεί τη σκέψη του ακροατή προς την κατεύθυνση της ιστορίας;
Οι στίχοι είναι τμήμα του concept, όπως αναφέρθηκε. Έχουν μια ειλικρίνεια και ένα λυρισμό που μας γοήτευσε. Από εκεί και πέρα, ο καθένας μπορεί να αποκωδικοποιήσει τους συμβολισμούς τους κατά το δοκούν. 

Το artwork του δίσκου, γνησίως καλλιτεχνικό και αρκετά εκφραστικό ως προς το συναίσθημα που θέλει να δημιουργήσει, πώς δένει με το σύνολο του concept;
Το artwork είναι εξολοκλήρου χειροποίητη ζωγραφική της Πετρούλας Κρίγκου. Συζητήσαμε αναλυτικά μαζί της το concept που περιγράψαμε σε προηγούμενη ερώτηση. Η όλη ιδέα άρεσε πολύ και στην Πετρούλα και ανέλαβε να την οπτικοποιήσει με πολύ μεράκι. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι μουσική, concept και artwork, δένουν σε μια αρκετά πλήρη αισθητική πρόταση.



Είστε από τους αποφασισμένους, υπό την έννοια ότι ξεκινήσατε πριν από ένα χρόνο και ήδη κυκλοφορήσατε την πρώτη ολοκληρωμένη σας δουλειά. Πώς ήταν η όλη διαδικασία για εσάς, ήταν κάτι που έγινε με σχετική ευκολία;
Το δύσκολο και πιεστικό κομμάτι ήταν το οργανωτικό στήσιμο του δίσκου. Να κανονίσουμε δηλαδή χρονοδιαγράμματα και συνεργασίες, αλλά και το οικονομικό, δεδομένου ότι ο δίσκος είναι εξολοκλήρου αυτοχρηματοδοτούμενος. Πέραν αυτού, από τη στιγμή που αποφασίσαμε να γράψουμε τον δίσκο, δουλέψαμε εντατικά πάνω στην τελειοποίηση και την ενορχήστρωση του υλικού. Το σημαντικότερο είναι ότι μπήκαμε στο στούντιο καλά προετοιμασμένοι και οι ηχογραφήσεις κύλησαν πολύ ομαλά. Σε αυτό βοήθησε επίσης το γεγονός ότι είχαμε πολύ καλή συνεννόηση και χημεία με τον Σάκη Μπάστα, τον παραγωγό του δίσκου. 



Όντας από μία μεγάλη πόλη, η οποία τελευταία έχει δώσει εξαιρετικά δείγματα μουσικής δημιουργίας, αλλά εκτός πρωτεύουσας, θεωρείς ότι σας δυσκολεύει ώστε να ακουστείτε σε μεγαλύτερο κοινό πιο εύκολα;
Οι δυσκολίες αυτές για τα συγκροτήματα από επαρχία ίσχυαν πολύ περισσότερο προ ίντερνετ. Εδώ και χρόνια οι δυνατότητες προβολής, επικοινωνίας και συνεργασιών που παρέχει το διαδίκτυο, έχουν εξαλείψει κατά πολύ τους γεωγραφικούς περιορισμούς. Η Πάτρα, εκτός του ότι είναι κοντά στην Αθήνα, έχει όλες τις απαραίτητες υποδομές για ένα συγκρότημα. Επιπλέον, οι πιο ανθρώπινοι ρυθμοί ζωής και οι κοντινές αποστάσεις, διευκολύνουν πολύ την καθημερινότητα μιας μπάντας.



Το ιδίωμα της post έχει γνωρίσει μεγάλη άνθιση τα τελευταία χρόνια. Εσείς, εκ των έσω πλέον, πώς βλέπετε το παρόν και την εξέλιξη της post σκηνής εντός και εκτός συνόρων;
Το post rock μετράει περισσότερα από 20 χρόνια ύπαρξης, έχοντας να παρουσιάσει εμβληματικές δουλειές και κυρίως μια πολύ μεγάλη ηχητική ποικιλία στις διάφορες εκφάνσεις του. Προφανώς, όπως σε κάθε μουσικό ιδίωμα, από ένα σημείο και μετά επήλθε κορεσμός, κυρίως μέσα από την αναπαραγωγή συγκεκριμένων στοιχείων του ιδιώματος. Διεθνώς όμως, ιδίως σε ένα πιο underground επίπεδο, βγαίνουν κάθε χρόνο “διαμαντάκια”. Σαν ακροατές πιστεύουμε ότι στο βαθμό που ακολουθούνται αρχετυπικά στοιχεία της post, όπως η διάθεση για μουσική περιπέτεια και η ρήξη με τις μανιέρες, θα εξακολουθήσουμε να απολαμβάνουμε καλές δουλειές. Σε ό,τι αφορά την ελληνική σκηνή, θεωρούμε ότι βρίσκεται σε ένα υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Υπάρχουν πραγματικά πολλές εξαιρετικές μπάντες που δεν έχουν να “ζηλέψουν” τίποτα από αντίστοιχα συγκροτήματα του εξωτερικού.



Σας περιμένουμε στην Αθήνα την Πέμπτη, 28 Δεκεμβρίου στο Temple για να μας παρουσιάσετε ζωντανά τον “Lights and Guns and Fire”. Τι να περιμένουμε από αυτό το show;
Θα έχουμε βίντεο με τις ταινίες με τις οποίες έχουμε επενδύσει μουσικά τα κομμάτια μας. Επίσης θα διατίθενται cds και t-shirts της μπάντας, καθώς και η ποιητική συλλογή “Aντάρτικο²”. Τα υπόλοιπα από κοντά.

Κάπου εδώ θα σας αφήσω και θα ανανεώσω το ραντεβού μας για το live σας! Ευχαριστώ για τον χρόνο, τα τελευταία λόγια είναι δικά σου!
Ευχαριστούμε πολύ για το ενδιαφέρον. Ευχαριστούμε επίσης τον κόσμο για την αγάπη  που έχει δείξει για τη δουλειά μας. Σας περιμένουμε στο live!

1036
About Φανή Τσουκαλά 171 Articles
Γεννήθηκε και μεγάλωσε [με γαλλικά και πιάνο(και μπαλέτο)] στη μαγευτική Αθήνα. Οι σχέσεις της με την rock και metal σκηνή ξεκίνησαν στο δημοτικό, με τη μία κασέτα που κυκλοφορούσε στο σχολείο, ηχογραφημένη από ραδιόφωνο, Λιωμένο Παγωτό από τη μία, Smells Like Teen Spirit από την άλλη. Η πρώτη κασέτα που αγόρασε παρόλ’ αυτά, ήταν Iron Maiden με Di Anno. ‘Έκτοτε έχει βρεθεί σε διαφορετικούς ρόλους, από τον πιο enthusiast θαυμαστή της νέας prog σκηνής, έως τον θιασώτη των Clutch. Σπανίως γράφει για πράγματα, εκτός αν θεωρεί ότι αξίζει να γραφτούν. Ονειρεύεται να βγει στη σύνταξη και να πάρει πτυχίο στην αστροφυσική, καθώς τα Ηumanities και τα Economics and Business που έχει ασχοληθεί μέχρι τώρα, τα βρίσκει βαρετά απέναντι στο αχανές σύμπαν. Επιλογές καριέρας: αιώνια φοιτήτρια.