“…μη ζῴην μετ᾽ αμουσίας” έλεγε ο Ευριπίδης, κάτι που βιώνουμε περισσότερο από ποτέ τις μέρες που διανύουμε, με την απουσία πολιτιστικών δρώμενων και κατ επέκταση συναυλιών. Και μπορεί οι συνθήκες να επιβάλλουν την κοινωνική απόσταση, χάρη στη μουσική και στις τέχνες γενικότερα επιδιώκουμε την επανένωση. Έτσι, για το… “Dissent” της υπόθεσης και με τη βοήθεια της τεχνολογίας καταφέραμε να συνομιλήσουμε με τα 250\1000mods, και συγκεκριμένα με τον Γιώργο (κιθάρα), για τον νέο δίσκο (“Youth of Dissent”-review), διάφορα cliché, όπως και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί.
Καλησπέρα Γιώργο και καλώς ήρθες στο Rockway. Καταρχάς συγχαρητήρια για τον καινούριο δίσκο, ο οποίος κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες. Πώς αισθάνεσαι που τελείωσε η όλη διαδικασία και πώς είναι το feedback που έχετε λάβει μέχρι στιγμής;
Είμαστε πολύ ικανοποιμένοι που καταφέραμε να ολοκληρώσουμε και να κυκλοφορήσουμε τον τέταρτό μας full length δίσκο, και η αλήθεια είναι ότι περιμέναμε πολύ καιρό τη στιγμή της κυκλοφορίας, διότι παρόλο που δεν έχει μεσολαβήσει πολύ μεγάλο διάστημα από την ηχογράφησή του, τον δίσκο τον είχαμε ήδη έτοιμο στα χέρια μας καθώς μετα το recording, το mixing, το mastering όπως και το artwork ήταν όλα έτοιμα ontime.
Πάντως, δεδομένου των συνθηκών που όλοι μας βιώνουμε παγκοσμίως, το feedback είναι πολύ θετικό και ανυπομονούμε να παίξουμε το υλικό ζωντανά μόλις βγούμε ξανά στον δρόμο.
Νέος δίσκος με καινούριο παραγωγό και αλλαγή ηχητικής πλεύσης προς “ανεξερεύνητα εδάφη”. Πώς προέκυψε όλο αυτό; Ήταν στοχευμένο, από επιλογή ή αποτέλεσμα φυσικής εξέλιξης της μπάντας;
Συνήθως μας πηγαίνει η μουσική, αν και τη μουσική τη δημιουργούμε εμείς. Στην προκειμένη περίπτωση είχαμε μια τάση να πειραματιστούμε με καινούρια πράγματα και κάτι μας ώθησε προς αυτήν την κατεύθυνση. Ίσως παίζει ρόλο και η επιλογή του νέου παραγωγού μας, του Matt Bayles, ο οποίος μας ώθησε προς τα εκεί, μιας και ουσιαστικά αφεθήκαμε στα χέρια του, παρόλο που είμαστε control freaks και μας αρέσει να είμαστε πάνω από τη διαδικασία παραγωγής, όπως και σε όλες τις παραγωγές μας, αν και εδώ έγινε από κοινού η όλη διαδικασία.
“Youth of Dissent” λοιπόν. Πώς καταλήξατε στον τίτλο; Εκεί πιστεύεις βρίσκεται η λύση; Στη νέα γενιά η οποία είναι έτοιμη να επωμιστεί αυτό το βάρος;
Ανέκαθεν η νέα γενιά εξέφραζε αυτήν τη διαφωνία και την αντίδραση, η οποία πηγάζει από την επαναστατική της φύση, καθώς οι νέοι δεν έχουν την αίσθηση του φόβου και ούτε έχουν να χάσουν κάτι, αντιθέτως παρά μόνο να κερδίσουν. Και μπορεί οι παρούσες συνθήκες να μην το επιτρέπουν, αλλά υπήρχε και θα συνεχίσει να υπάρχει συσπείρωση ανά τον κόσμο με χαρακτηριστικό παραδειγμα το πρόσφατο κίνημα στην Χιλή και όχι μόνο. Αυτό δίνει ελπίδα για κάτι καλύτερο, και για να πατάξουμε τη νέα τάξη πραγμάτων, και το μοντέλο της δικής τους “κανονικότητας” που προσπαθούν να μας επιβάλουν μέσα από τα δυτικά καπιταλιστικά πρότυπα.
Το υπέροχο εξώφυλλο έχoυν επιμεληθεί οι δικοί μας Tind Silscreen. Αν θα άλλαζα εγώ κάτι, ίσως αντί για το sh δάχτυλο θα έβαζα ένα μεγαλοπρεπές κωλοδάχτυλο. Πώς θα σου φαινόταν κάτι τέτοιο; Το σκεφτήκατε καθόλου για να προκαλέσετε περισσότερο;
(Γέλια) ναι, τώρα που το σκέφτομαι είναι καλή ιδέα και θα μπορούσε να υπάρχει ένα κωλοδάχτυλο, αλλά φυσικά να μη μείνουμε μόνο σε αυτό, σε χειρονομίες και πάνω από ένα πληκτρολόγιο, αλλά να βγούμε προς τα έξω και να αλληλεπιδράσουμε με τον κόσμο παλεύοντας για κάτι διαφορετικό. Ουσιαστικά αυτό θέλουμε να περάσουμε μέσα από τη μουσική μας και αν το καταφέρουμε σημαίνει ότι κάτι έχουμε κάνει καλά.
Matt Bayles, ένα όνομα, μια ιστορία. Ποια ήταν τα κριτήρια αυτής της επιλογής; Πόσο και πώς συνεισέφερε στην όλη διαδικασία και τι κρατάτε από την όλη συνεργασία;
Όπως και στο Super Van Vacation με τον Billy Anderson, έτσι και τώρα, θέλαμε να κάνουμε το επόμενο βήμα, να δουλέψουμε πάλι στο εξωτερικό, κάτι που το καταφέραμε και πήγαμε στο London Bridge και το Litho Studio. Έτσι και επικοινωνήσαμε με τον Matt, ο οποίος ήταν γνώριμος από παλιά μέσα από τα δικά μας ακούσματα και τις δουλειές όπου έχει υπογράψει.
Αν και ίσως ακουστεί cliché, και δεν μου αρέσει, αλλά ο τρομερά ακραίος επαγγελματισμός, σε συνδυασμό με τη νοοτροπία και την προσέγγιση ήταν στοιχεία που κερδίσαμε και κρατάμε, καθώς και το πώς μπορεί ένας άνθρωπος, ο Matt στην προκειμένη, να αλληλεπιδρά με τους μουσικούς καταφέρνοντας να πάρει το καλύτερο performance και να το μιξάρει πολύ ωραία και αρμονικά, χωρίς να αλλοιώνει τον χαρακτήρα σου και τον τρόπο που θέλεις να ηχείς. Και παρόλο που ήταν εξ αποστάσεως η διαδικασία, είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία καθώς εμείς συνθέταμε εδώ τα κομμάτια και στην πορεία μπήκε στην εξίσωση ο Matt, ενόσω ανταλλάσαμε ιδέες και demo, μέχρι που βρεθήκαμε από κοντά και ολοκληρώσαμε την όλη διαδικασία. Και σίγουρα το vibe που βιώσαμε και ο επαγγελματισμός 2 εκ των κορυφαίων studio, όχι μόνο στο Seattle αλλά και στην Αμερική, αντικατοπτρίζεται στη μουσική μας και νιώθουμε πολύ τυχεροί.
Δημιουργηθήκατε κάπου το 2006, έκτοτε έχετε παραμείνει το ίδιο line up. Πες μας το μυστικό σας, πώς τα έχετε καταφέρει; Και πώς είναι η συμβίωση με τα άλλα παιδιά; Πώς φαντάζεσαι την μπάντα σε 10 χρόνια από τώρα;
Το μυστικό της επιτυχίας, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, είναι το γεγονός ότι ήμασταν και είμαστε φίλοι από πριν δημιουργηθεί η μπάντα. Με τα παιδιά ανταλλάσσαμε μουσικές και δίσκους και στην πορεία μας δημιουργήθηκε η επιθυμία να κάνουμε κάτι παρέα. Επειδή γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, έχουμε δημιουργήσει ουσιαστικές, δυνατές και βαθιές σχέσεις μεταξύ μας και αυτό είναι το σημαντικό, χωρίς να αλλάζουν και να φθείρονται με το πέρασμα του χρόνου, γιατί καλώς ή κακώς όσο μεγαλώνουμε αλλάζουμε σαν άνθρωποι.
Πάντως, η προσωπική μου άποψη είναι ότι πρέπει να διαφωνείς γενικότερα και μέσα στη μουσική και στις σχέσεις, κάτι που συμβαίνει και με τα παιδιά στην μπάντα, αλλά πάντα σε λογικά πλαίσια και σε θεμιτό βαθμό, γιατί θα ήταν fake να πουμε ότι όλα είναι πάντα ρόδινα.
Τώρα σε 10 χρόνια από τώρα, δεν ξέρω, δύσκολη ερώτηση. Να είμαστε καλά πρώτα απ’ όλα και ελπίζω να συνεχίζουμε να συνθέτουμε και να παίζουμε μουσική. Δεν πρόκειται να το αφήσουμε αυτό και φαντάζομαι να έχουμε βγάλει 2-3 δίσκους ώστε να είμαστε στο δρόμο για να παίζουμε ζωντανά.
Έχετε παίξει δεκάδες show ανά την υφήλιο και υπάρχει καθολική αναγνώριση προς την μπάντα. Πώς είναι το συναίσθημα να παίζεις με μπάντες που έχουν προσδιορίσει τον ήχο της εν λόγω σκηνής και μάλιστα να είστε πανω από αυτες στο billing και ποια η δική τους συμπεριφορά απέναντί σας;
Καταρχάς είναι τιμή μας να παίζουμε παρέα με όλες αυτές τις μπάντες, είτε παίζουμε από πάνω, είτε κάτω, είτε ανάμεσα. Γενικότερα γουστάρουμε πάρα πολύ και όπως έχουμε εντοπίσει και εμείς, γουστάρουν και αυτοί επίσης πάρα πολύ και είναι πολύ cool στο να μοιράζονται με τις επόμενες γενιές τη σκηνη μαζί τους. Αυτό είναι το σημαντικότερο για ‘μένα και όχι το ποιος παίζει πρώτος. Το γεγονός ότι μοιράζεσαι τη σκηνή, μαθαίνεις ιστορίες και αποκτάς εμπειρίες από ανθρώπους που προσδιόρισαν το ιδίωμα.
Όσον αφορά τη συνθετική διαδικασία, πώς ξεκινάτε να δουλεύετε κάθε φορά; Και στον κανούριο δίσκο από που αντλήσατε την έμπνευση;
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι που λειτουργούμε και δουλεύουμε με τα παιδιά. Γενικότερα είμαστε μια jam μπάντα, πάντα ήμασταν, και είτε προσπαθούσαμε να φέρουμε κάτι έτοιμο από πριν, είτε προκαλούσαμε τους εαυτούς μας μέσα από τον αυτοσχεδιασμό του jam να γεννηθεί εκείνη την ώρα κάτι και να το κρατήσουμε. Συνήθως από μια ιδέα ξεκινάνε όλα. Μπορεί να είναι ένα riff, μια φωνητική μελωδία, γιατί έχουν γραφτεί και κομμάτια με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και από ένα drum beat και να δημιουργηθεί κάτι. Έγω απολαμβάνω τον κάθε τρόπο και ουσιαστικά το αποτέλεσμα μετράει για μένα. Γιατί πάντα ένα καλό riff είναι όντως ένα καλό riff, αλλά το σημαντικό είναι το πώς το τοποθετείς σε ένα κομμάτι και πώς κάνεις την όλη δομή σε ένα κομμάτι για να εξυπηρετείται το riff και να αποδομείται ταυτόχρονα. Αυτό ενέχει μια δυσκολία.
Είστε μια καθόλα πετυχημένη μπάντα και αποτελείτε πρότυπο για πολλά νέα συγκροτήματα και επίδοξους μουσικούς. Τι έχεις να συμβουλέψεις όλους αυτούς ώστε να τα καταφέρουν; Υπάρχει κάποιο “άτυπο” εγχειρίδιο;
Η αλήθεια είναι ότι δεν νιώθω άνθρωπος που μπορεί να δίνει συμβουλές, γιατί κάτι που λειτουργεί σε εμένα ίσως δεν κάνει σε εσένα. Νομίζω όμως, ότι το βασικότερο είναι να επιμένεις, όσο cliché και να ακούγεται. Να μην το βάζεις κάτω και να πιστεύεις σε αυτό που θες να κάνεις, στο πώς θέλεις να ηχείς. Να δίνεις όσο το δυνατόν περισσότερο, παρόλες τις αναποδιές, και όσες φορές και να πέσεις απλά να σηκώνεσαι. Είναι σημαντικό να πιστεύεις ακόμα περισσότερο στον εαυτό σου, στη μουσική σου και στην ιδέα σου ώστε να γίνεσαι ακόμα καλύτερος και αποτελεσματικός.
Ζούμε μια νέα τάξη πραγμάτων, εν μέσω πανδημίας, πρωτόγνωρες καταστάσεις. Πώς τη βιώνεις εσύ σαν μουσικός, δεδομένου ότι δεν γίνονται πλέον συναυλίες και είναι αβέβαιο πότε θα ξεκινήσουν, και ποιο πιστεύεις θα είναι το αντίκτυπο στην (χωρίς πολιτιστικά δρώμενα) κοινωνία μας;
Δυστυχώς υπάρχει ένα μεγάλο ερωτηματικό γύρω μας, ένα μούδιασμα και μια αβεβαιότητα, κάτι που δημιουργεί μια γενικότερη ανησυχία και μια επισφάλεια γιατί δεν ξέρεις τι ακριβώς σου ξημερώνει το αύριο. Γενικότερα, στο πολιτιστικό κομμάτι, στις τέχνες και στη μουσική, πέρα από τους καλλιτέχνες και σκηνοθέτες, υπάρχει ένας ολόκληρος κλάδος από τεχνικούς, cameraman, ηχολήπτες που συνεισφέρουν και αυτην τη στιγμή βρίσκονται στον αέρα και δυστυχώς κανείς δεν ασχολείται μαζί τους. Πάντως πιστεύω πως θα πρέπει να αυτοπροσδιοριστούμε και να οργανωθούμε μεταξύ μας, αν και γίνονται κάποιες κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση και αυτό είναι το σημαντικό και το ελπιδοφόρο του πράγματος.
Γιατί χωρίς τη μουσική και τις τέχνες δεν θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε, ούτε πριν και πόσο μάλλον τώρα, με την κατασταση αυτή.
Πολλές μπάντες για να ανεβάσουν τη διάθεση του κόσμου και να ανυψώσουν και λίγο το ηθικό επιδίδονται σε διάφορα live τα οποία διανέμουν μέσω streaming. Πώς σου φαίνεται αυτό σαν κίνηση; Έχετε σκεφτεί να το κάνετε;
Η αλήθεια είναι ότι έχουν πέσει διάφορες ιδέες στο τραπέζι και το σκεφτόμασταν και με τα παιδιά, αλλά χωρίς να θέλω να δημιουργήσω εντυπώσεις και να αφήσω υποσχέσεις, έχουμε διάφορα κατά νου, αν φυσικά μας το επιτρέψουν οι συνθήκες. Βέβαια, από προσωπική ευθιξία θέλαμε να σεβαστούμε την “καραντίνα” και τους συνανθρώπους γύρω μας, και ιδίως όσους ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, γιατί θα ήταν αντίθετο με τη λογική μας το να κυκλοφορούμε έξω και να κάνουμε διάφορα πράγματα.
Πιστεύεις όταν ξεφύγουμε από αυτήν την κατάσταση και κάνουμε ένα restart, θα αναθεωρήσουμε σαν είδος κάποιες βασικές αξίες, θα βγεί κάτι θετικό από όλα αυτά;
Το ελπίζω αυτό, να αναθεωρήσουμε πολλά πράγματα και να διαγράψουμε κατά μια έννοια τα άσχημα, δεδομένου ότι αντικατοπτρίζουν και το ποιοι είμαστε σαν κοινωνία. Φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, παραδείγματος χάρη, που υπήρχαν και πλέον έχουν αυξηθεί, σεξισμός, ομοφοβία. Όλα αυτά μεγαλώνουν σαν τέρας και θα πρέπει να παλέψουμε με γυμνά χέρια για να το κατατροπώσουμε και να τα εκμηδενίσουμε, διαφορετικά θα βρεθούμε στην αντίπερα όχθη και θα γίνουμε κανίβαλοι. Θα πρέπει να σταματήσουμε να βάλλουμε μεταξύ μας και να συνειδητοποιήσουμε ποιος ευθύνεται πραγματικά πίσω από αυτό και να το παλέψουμε εννωμένοι.
Για να χαλαρώσουμε και λίγο την κουβέντα, πρόσφατα η Πρωτοψάλτη ανέβηκε με την μπάντα σε ένα φορτηγό και περιπλανηθηκε στην Αθήνα τραγουδώντας. Υποθετικά αν σου δινόταν η ευκαιρία, θα το έκανες ακόμα και με… (super) Van (vacation);
Δεν ξέρω πως θα ήταν. Δεν νομίζω να κάναμε κάτι τέτοιο. Πιθανότατα θα μας σταματούσαν μετά από λίγα μέτρα, κοινώς θα μας έκοβαν. (Γέλια) Πάντως στα πλαίσια του να κάνουμε κάτι διαφορετικό, σαν φιλοσοφία τα live streaming που κάνουν και διάφορες μπάντες στο internet, ακούγεται ωραίο σαν ιδέα. Άλλά δεν ξέρω και πάλι αν θα το κάναμε.
Αφαιρούμε την ιδιότητα σου σαν μουσικός, πώς περνάς την ώρα σου στην παρούσα φάση; Θα μπορούσες να προτείνεις στους αναγνώστες από 1 άλμπουμ-1 βιβλίο-1 ταινία ή σειρά;
Έχω λιώσει πολλά πράγματα και δεν ξέρω τι να σου πρωτοπώ. Αυθόρμητα, θα πρότεινα το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό από μουσική, τον δίσκο των Hot Snakes-Jericho Sirens, τον οποίο τον ακούω συνέχεια. Η σειρά που βλέπω είναι το Better Call Saul, το prequel του Breaking Bad. Τώρα όσον αφορά το βιβλίο, ένα που έχω ξεκινήσει είναι του Oliver Sacks, το Musicophilia: Tales of Music and the Brain.
Ο νέος δίσκος θα συζητηθεί και σίγουρα θα δημιουργήσει ιντερνετικά ή μη πηγαδάκια, δεδομένου ότι πήρατε ένα ρίσκο και δεν ακολουθήσατε την πεπατημένη με αποτέλεσμα να χάσετε ή να κερδίσετε οπαδούς. Πιστεύεις ότι βασικό μέλημα του καλλιτέχνη θα πρέπει να είναι η καλλιτεχνική του ολοκλήρωση μέσω της αναζήτησης και κατ επέκταση η ευχαρίστηση του οπαδού ή το αντίστροφο;
Προσωπικά για μένα, το χρέος κάποιου που παίζει και μοιράζεται τη μουσική του είναι το να είναι ο εαυτός του. Το σημαντικότερο είναι να ακολουθείς τη χρονική στιγμή που συνέθεσες κάτι και να είσαι αυτό που πρεσβεύει η κάθε σου δημιουργία. Γιατί δεν υπάρχουν φόρμουλες, ούτε patterns και δεν θα πρέπει να σκέφτεσαι τι θα πει αυτός που σε ακολουθεί. Γιατί εκείνος που σε ακολουθεί και σε αγαπάει και σε ακούει, θα εκτιμήσει αυτή αλλά και την κάθε πτυχή του είναι σου. Και ουσιαστικά πρέπει να κάνεις όσα αισθάνεσαι και νιώθεις, χωρίς να πρέπει να αυτολογοκριθείς. Εμείς σαν μπάντα είμαστε του αυθόρμητου και όχι τόσο της πολλής σκέψης, η οποία δεν κάνει και καλό στην τελική. Προσπαθούμε κάθε φορά ιδανικά να αποτυπώσουμε τη στιγμή.
Γιώργο στο Mirrors, το οποίο είναι εκπληκτικό κομμάτι κατά την αποψή μου, από τη μέση και μετά γίνονται αντιληπτές ορισμένες post επιρροές, τύπου Russian Circles. Να περιμένουμε και άλλα τέτοια στοιχεία να ενσωματώνονται στον ήχο σας;
Το Post κομμάτι, είτε είναι rock είτε metal, το γουστάρουμε σαν ήχο και σαν φιλοσοφία επειδή είμαστε της γενιάς που βγήκε το ιδίωμα. Τον Matt Bayles τον μάθαμε από συγκροτήματα όπως Isis (the band), Russian Circles (καθώς και από μια πληθώρα άλλων παραγωγών του, βλ. Mastodon, Pearl Jam, Soundgarden κ.α, ενώ αντίστοιχα τον Billy Anderson από δουλειές του με Neurosis, Sleep, Melvins), οπότε είμαστε σε αυτά τα ακούσματα και όχι μόνο. Φαντάσου παλιότερα που τζαμάραμε μας έβγαιναν και στο jam, και επειδή ανέκαθεν είχαμε επιρροές, πάντα μας οδηγούσε προς τα εκεί η μουσική. Τώρα, στο μέλλον ίσως προκύψουν και άλλα ψήγματα που θα ενσωματωθούν στον ήχο μας.
Σας θυμάμαι όταν ξεκινήσατε, παίζατε σε μικρά μαγαζιά τύπου An, Rodeo και είχατε από κάτω λίγο κόσμο. Πλέον γεμίζετε μεγάλα venue χωρητικότητας 1500 και βάλε ατόμων. Σας έχει λείψει η αμεσότητα με το κοινό εκείνων των ημερών και τι προτιμάς εσύ;
Ναι μας λείπει, και σίγουρα υπάρχει και κάποια νοσταλγία. Όπως έχω πεί και στο παρελθόν, το An είναι από τα αγαπημένα μου Venue. Εκεί κάναμε τα πρώτα μας βήματα και έχουμε συναισθηματικό δέσιμο. Ξέρεις, καμιά φορά στα μεγάλα venue μπορεί να είναι κάπως πιο “παγωμένα” και να υπάρχει και κάποιο distancing, να το πω έτσι, μιας και είναι και της μόδας. Προφανώς στη μουσική μας δεν είναι κάτι που θέλουμε. Το σίγουρο είναι ότι το απολαμβάνουμε όπου και να παίζουμε.
Αρκετά σε κούρασα, σε ευχαριστώ για την συνέντευξη, τα τελευταία λόγια δικά σου, ρίχτα…
Να είμαστε καλά και υγιείς, να βγούμε αλώβητοι από την όλη κατάσταση και να επιστρέψουμε πιο δυνατοί. Φυσικά, εννοείται, να επιστρέψει η μουσική στις ζωές μας γιατί δεν σου κρύβω, και μένα μου έχουν λείψει τα live σαν ακροατής και σαν μουσικός.
Interview cover photo: Petros Poulopoulos
1130