16 χρόνια μετά, και αφού πρώτα μας χώρισε η καραντίνα του 2020, τα μάτια/αυτιά μου συνάντησαν και πάλι τους Supersuckers.
Στοκχόλμη τότε, νέος ακόμη. Γκρίζαραν τα μαλλιά μου για να ζήσω πάλι την ένταση μιας ακόμη δυνατής τους εμφάνισης. Και όλες οι σκοτούρες, έστω για μια μέρα εξανεμίστηκαν από το πέρασμα των σατανικών δυνάμεων του rock ‘n’ roll.
Λίγες ώρες πριν την έναρξη του γεγονότος, αντιλήφθηκα πως υπάρχει ένα έξτρα opening act, οι Αμερικανοί Volk, που προστέθηκαν λίγες μέρες πριν, ακολουθώντας τους Supersuckers όπου πάνε στην Ευρώπη.
Πρόκειται για ένα ντουέτο, αποτελούμενο από την τυμπανίστρια/τραγουδίστρια Eleot Reich και τον κιθαρίστα, Christopher Lowe. Στο bandcamp, εκτός άλλων, αναφέρονται ως cow punk και σε μένα ακουγόντουσαν σαν μια όμορφη μίξη Eagles of Death Metal και Bellrays, ενώ συσχετισμοί με αλλά ντουέτα σαν τους Black Keys (της πρώτης περιόδου), των White Stripes και Royal Blood, ήταν αναπόφευκτα κατά τη διάρκεια του σετ τους.
Ορεξάτοι και πολύ δεμένοι, δεν ενδιαφέρθηκαν για τη μη έγκαιρη προσέλευση του βασικού όγκου του κοινού, έκαναν όσα μπορούσαν με την όμορφη σκηνική παρουσία του Christopher, ο οποίος για ένα τραγούδι μάλιστα, κατέβηκε και έπαιξε ανάμεσα μας. Η φωνή της Eleot ήταν η μεγάλη έκπληξη, αφού μη γνωρίζοντας τους Volk, οι οποίοι ξεκίνησαν με τον Christopher να τραγουδάει στο πρώτο κομμάτι της λίστας. Εντυπωσιάστηκα με την ερμηνεία και τη χροιά της, ενώ και ο ήχος ήταν σε καλά επίπεδα και προμηνυόταν μια πολύ όμορφη ηλεκτρική νύχτα.
Στη συνέχεια, θέση πήραν οι Nothing Thrives, προσωπική μου αδυναμία και ιδανικό όνομα για μια τέτοια μέρα. Ο ήχος τους ισορροπεί μεταξύ garage-άτου Hellacopters-ισμού και punk rock-ικής Turbonegro-ίλας, σε μια απόλυτη αρμονία μεταξύ των μελών. Η είσοδος του frontman τους, Κόμπα (σε ευχαριστώ πολύ, για το δωράκι) με περούκα, έφερε ευθυμία στον χώρο και ξεκίνησε ιδανικά ένα όμορφο πάρτι που είχε σαν βάση, το υλικό που σύντομα θα αποτελεί το ντεμπούτο album τους, που τόσο πολύ περιμένω. Η κραυγή “Παίξε πανκ” που έβγαλα προς το τέλος της εμφάνισης τους, έπιασε τόπο και η ενέργεια των Nothing Thrives στη σκηνή ήταν μοναδική. Η δουλειά που κάνει η μπάντα στο στούντιο φαίνεται πάρα πολύ στα live και το καλό κλίμα που επικρατεί μεταξύ τους μεταδίδεται, με αμεσότητα και στο κοινό. Μετά το πέρας, μόνο καλά λόγια ακούγονταν τριγύρω.
Η Θεσσαλονίκη είχε ήδη την εκπροσώπηση της λόγου του Κόμπα, αλλά αυτό δεν έφτανε και οι Liptards κατηφόρισαν για μια ακόμη φορά για να μας κάνουν μια εισαγωγή στο κυρίως πιάτο της ημέρας. Ήταν η πρώτη φορά που τους παρακολουθούσα ζωντανά και χάρηκα πολύ με αυτό που άκουσα/είδα. Μια μπάντα παθιασμένη, με αρκετό καλώς εννοούμενο “ψώνιο” και αγάπη για αυτό που κάνει, με μηδαμινό άγχος και φοβερή ένταση στην ερμηνεία τους, που κάνει τα τραγούδια τους να ακούγονται ακόμη καλύτερα από όσο όταν τα ακούς σπιτάκι σου.
Ο μπροστάρης τους, Μιχάλης, είχε εκείνο το στιλ των frontmen που συνηθίζει κανείς να βλέπει σε αγγλικό punk και είναι αδιανόητα καλύτερος στη σκηνή από όσο σε ό,τι έχω ακούσει ηχογραφημένο. Λίγο η μπλούζα Dwarves του μπασίστα τους, λίγο το φοβερό outfit του κιθαρίστα τους που μου θύμιζε τον πολυαγαπημένο Dregen, λίγο αυτή η βρωμιά που συνέχιζε να κατακλύζει το Κύτταρο, έκαναν την εμφάνιση των Liptards, ένα εξαίσιο highlight της εβδομάδας μου.
Δεν χρειαζόμαστε πολλές περιγραφές, αφού τα είπαν μόνοι τους “Είμαστε οι Liptards και παίζουμε rock ‘n’ roll” και αυτό ακριβώς έκαναν. ΡοκενΜρόλ υψηλών οκτανίων, περασμένο από δεκαετίες επεξεργασίας από τους Stooges μέχρι σήμερα. Ο ήχος συνέχισε να συμπεριφέρεται σωστά και η ευχαρίστηση μας είχε αρχίσει να φτάνει κοντά στο ταβάνι…οι Supersuckers το τρύπησαν όμως!
Πρέπει να ήταν κοντά στις 23:30, όταν το τρίο (από το 2014 και μετά) με βάση το Tuscon της Arizona εμφανίστηκε στη σκηνή με το “Pretty Fucked Up”, ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια ever, και όπως καταλαβαίνει κανείς δύσκολο να περιγράψω το πως αισθάνθηκα. Με τους Marty Chandler (κιθάρα) και Christopher von Streicher (τύμπανα) να συμπληρώνουν δεκαετία στο πλευρό του Eddie Spaghetti, για του οποίους μας είχει πει το 2020 “Θα ήθελα να ξεχάσω τη σύνθεση της μπάντας πριν τους αποκτήσουμε..είναι οι καλύτεροι” (link).
O ήχος ακόμη καλύτερος από όσο ήταν πριν, απογείωσε την απόδοση της μπάντας που ειλικρινά, φαινόνταν πολύ ευτυχισμένοι να βρίσκονται εκεί. Το ξεκίνημα συνέχισε με τεράστιες επιτυχίες του σαν τα “Evil Powers of Rock ‘n’ roll”, “Coattail Ridel”, “Creepy Jackalope Eye”, μαζί με πιο καινούργιες σαν τα “All the time”, “Rock ‘n’ roll records” και αναταραχή δημιουργήθηκε στα έμπροσθεν της σκηνής.
Ο Eddie δεν έπαψε να μας ευχαριστεί, φανερά ευδιάθετος και σε πολύ καλή φόρμα (γενικά), μας ενημέρωσε, ως είθισται, πως είναι η μεγαλύτερη rock ‘n’ roll μπαντα του πλανήτη (κατά Lemmy ευαγγέλιον) και συνέχισε το πάρτι με τον Marty να σολάρει ασταμάτητα, την ώρα που η μηχανή Chango κρατούσε τα μπόσικα στα τύμπανα. Το είπε εξάλλου και ο Eddie, πως το rock ‘n’ roll από τα τύμπανα ξεκινάει και η γκρούβα που έβγαινε καθόλη τη διάρκεια του set τους ήταν αναμφίβολα μια επιτυχία του Chango.
Ενημερωθήκαμε επίσης, πως έναν επόμενο album είναι στα σκαριά και ακούσαμε το “Maybe I’m just messing with you” για να πάρουμε μια γεύση, ενώ ένα 10-λεπτο δόθηκε και στον Metal Marty να μας παίξει κομμάτια από τον δίσκο τους “Metal Marty’s Greatest Hits” με τον Eddie να δίνει την πρωτιά σε εκείνον, κρατά τα δεύτερα. “Workin’ my ass off”, “Goddamn Divorce” και “Idaho, baby!” (το πιο γαμάτο κατά τη γνώμη μου) για να επιστρέψουμε στα Supersuckers και να ακούσουμε δυο τραγούδια που δεν βρίσκονται στη λίστα (βλ. τέλος άρθρου) και δημιούργησαν μεγάλη χαρά σε όλους. “I want the Drugs” και “Sleepy Vampire” μας έκανα να ιδρώσουμε για να περάσουμε και πάλι στη λίστα και να φτάσουμε στο τέλος με ένα δυνατό encore που είχε διασκευή ZZ Top, “Beer drinkers and hell raisers”, ενώ το κλείσιμο έγινε με το ανυπέρβλητο “Born with a tail”.
35 χρόνια (όπως οι ίδιοι μέτρησαν) τους πήρε να φτάσουν στην Ελλάδα και εύχομαι ολόψυχα να μην κάνουμε άλλα τόσα να τους δούμε. Αν η μουσική για σένα είναι διασκέδαση και όχι μαθηματική ανάλυση δύσκολων ανυσματικών εξισώσεων (δεν ξέρω καν αν υπάρχει, αυτό δηλώνω παντελώς άσχετος με το άθλημα), τότε αυτό το live, θα μετανιώσεις που το έχασες. Κρίμα…για σένα! Εμείς θα το θυμόμαστε για χρόνια.
Φωτογραφίες: Έφη Γαλιατσατου