Η μουσική κολεκτίβα των λύκων, παρότι ξέφυγε εδώ και χρόνια από τη metal, δεν έπαψε ποτέ να μας απασχολεί.
Αφενός είναι η αξιόλογη μουσική τους, αφετέρου τα albums τους, τα οποία ποτέ δε σταμάτησαν να εκπλήσσουν με τη διαφορετικότητα τους, οπότε πάντα σε έβαζαν στη διαδικασία να δεις (ακούσεις) προς ποια κατεύθυνση κινήθηκαν την κάθε φορά, ήταν πάντα από τις περιπτώσεις που αναζοπύρωναν το ενδιαφέρον με κάθε νέα τους ενέργεια.
Η επιστροφή τους στην Αθήνα συνοδεύτηκε από μία εξαιρετική κυκλοφορία του “The Assassination Of Julius Caesar” (review), που πλην του μουσικού μέρους μπορεί να ιντριγκάρει τρομερά έναν κλασικό φιλόλογο με τις αναφορές του στη Ρώμη και να επαναφέρει το ζήτημα για την πρόσληψη των κλασικών σπουδών στο σήμερα (ναι, εδώ αρχίζω και λέω και τον καημό της επιστήμης μου, αλλά οκ, είναι άλλη μία οπτική), ήταν το μουσικό γεγονός της εβδομάδας σίγουρα και ένα από τα πολυαναμενόμενα live. Συνεπώς δεν αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του αθηναϊκού κοινού ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του λύκου και συγκεντρώθηκε αθρόα στο Gagarin το βράδυ της Τρίτης.
Η βραδιά δεν συνοδεύτηκε από κάποια support εμφάνιση, οπότε μαζευτήκαμε λίγο πριν τις δέκα το βράδυ προετοιμασμένοι για ένα show μεγάλης διάρκειας, για το οποίο είχαμε διαβάσει ότι θα παίζονταν και κομμάτια από την πιο metal περίοδο (ή τουλάχιστον έτσι κάναμε interpretation στο “φορέστε τα καλοκαιρινά σας μαύρα” που αναρτήθηκε στη σελίδα του event –και πάλι καλά, γιατί είχα τα πορτοκαλί στα άπλυτα-, μαζί με το Capitel I : I Troldskog Faren Vild) και ένα special light show.
To show ξεκίνησε με καθυστέρηση τάξεως ημιώρου και, όπως περιμέναμε, στο προσκήνιο βρέθηκε η τελευταία δουλειά τους, με παρατεταμένη την εισαγωγή του “Nemoralia”, πρώτο κομμάτι και του δίσκου, μέχρι να ανέβουν σταδιακά όλα τα μέλη στη σκηνή, με προεξέχουσα μορφή τον Κrystoffer Rygg και τη χαρακτηριστική χροιά του. Παραμένοντας στον δίσκο, η συνέχεια έρχεται με “Southern Gothic” και η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται αμέσως. Πράγματι το show στα φώτα ήταν εκπληκτικό, δημιουργώντας μία ατμόσφαιρα υποβλητική, η οποία συνδυαζόταν με εξαιρετικό ήχο, οπότε το φυσικό επακόλουθο ήταν ο κόσμος να αφεθεί στο ρυθμό και η κίνησή του να συντονιστεί με τον ρυθμό της μουσικής. Και όταν συμβαίνει αυτό, η ενέργεια είναι μοναδική.
Το live έφτασε στο peak του με την παρουσίαση του “So Falls The World”, ενώ πλήν του νέου δίσκου, η “επιστροφή στα παλιά” ήταν μία αναφορά στον “Perdition City” του 2000, με το “The Future Sound Of Music”. Το κλείσιμο της βραδιάς ήρθε με το “Coming Home”, το οποίο συνοδεύτηκε από ένα outro και μία αφιέρωση στον Νικόλα Τριανταφυλλίδη, ο οποίος μας αποχαιρέτησε ακριβώς πριν από ένα χρόνο.
Η αλήθεια είναι πως, περιμένοντας το show να έχει μεγαλύτερη διάρκεια, παραμείναμε για αρκετή ώρα στη θέση μας περιμένοντας το encore. Μέχρι που Faith No More άρχισαν να παίζουν από τα ηχεία και ακόμα αργότερα, όταν άναψαν τα φώτα, περιμέναμε μία επάνοδο η οποία εν τέλει δεν ήρθε ποτέ. Όπως δεν ήρθε ποτέ και η “metal” στιγμή της βραδιάς.
Απογοήτευση; Μμμμ… Τουναντίον. Παρά τις διαψευσμένες υποσχέσεις, το show ήταν τόσο καλό, που εν τέλει, αν δεν είχαν δοθεί, κανείς δε θα είχε να σχολιάσει κάτι. Εξαιρετικό live, εξαιρετικό σχήμα, εξαιρετική νύχτα. Και ναι, πάντα θα είμαστε χαρούμενοι που έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθούμε και να μετέχουμε σε τέτοιες μυσταγωγίες.
photos: Βασιλική Παναγοπούλου
648