Δεύτερη προσωπική δουλειά για το συνθέτη και ερμηνευτή Bobby Sant, όλως τυχαίως επίσης καταγόμενο από τα βόρεια του χάρτη, από τη μακρινή και κρύα Σουηδία…
“Μy Dead Town”, ο τίτλος του δίσκου, δεν ξέρω αν σας προϊδεάζει γι’ αυτό που θα ακολουθήσει. Επιρροές και ήχοι που ανασύρουν στο μυαλό ήχους του Johnny Cash, των Madrugada στο “Lift me” και τις ακουστικές στιγμές του Cave ή την εξομολογητική διάθεση του Dylan. Λίγο folk, λίγο blues, άλλωστε η παρθενογένεση και δη άξια λόγου είναι πλέον σπάνιο φαινόμενο.
Η θέρμη που αναδύεται από τις ακουστικές επιλογές σε όργανα, μία κιθάρα και σποραδικοί σελαγισμοί πιάνο και cello και τις ηχογραφήσεις (η ιστορία λέει ότι έγιναν στη διάρκεια τεσσάρων ημερών στην εκκλησία της πόλης καταγωγής του καλλιτέχνη) χωρίς πολλές παρεμβάσεις αποτελούν θετικό σημείο του πονήματος γυρνώντας μας σε εποχές πιο “αγνών” παραγωγών, πριν η τεχνολογία κυριεύσει τις ζωές και κατ’ επέκταση τις μουσικές μας.
Συνολικά, θα μπορούσε εύκολα κανείς να το χαρακτηρίσει ως μονότονο, αν κάθε κομμάτι δε συνοδευόταν από την ιδιαίτερη ερμηνεία του τραγουδοποιού, γεγονός το οποίο προσδίδει ξεχωριστό χαρακτήρα στο καθένα από αυτά. Ενώ οι συνθέσεις είναι μελωδικές, χωρίς παρόλα αυτά να έχουν κάτι το ιδιαίτερο, η ξεχωριστή φωνή που συχνά γίνεται τρεμάμενη και η αίσθηση πως ο καλλιτέχνης βιώνει αυτό ακριβώς που εκτελεί τη δεδομένη χρονική στιγμή σε συνδυασμό με τη θεματολογία που ακροβατεί στο μεταίχμιο απελπισίας, θανάτου, έρωτα και της τελικής ελπιδοφόρου έκβασης (δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν…) προσφέρει στο album το στοιχείο της ειδοποιούς διαφοράς. Από μία άλλη οπτική βέβαια ίσως να λειτουργεί ανασταλτικά η μεγαλύτερη προσήλωση στο ερμηνευτικό μέρος υποστέλλοντας το μουσικό.
Η σημαντική αδυναμία κατά τη γνώμη μου είναι πως ακολουθείται η ίδια νόρμα σε όλο το length του δίσκου, που μοιάζει αρκετά και με την πρώτη δουλειά του καλλιτέχνη, και ενδεχόμενα κουράζει σε ένα βαθμό. Δε διαγράφεται κάποια σαφής εξελικτική πορεία ή διάθεση για νέες δοκιμές και πειραματισμούς για να διατηρήσει το ενδιαφέρον αναλλοίωτο αλλά περισσότερο μοιάζει με συνέχεια του προηγούμενου χωρίς να υπάρχουν επαρκείς λόγοι που θα υπαγόρευαν τέτοια αναγκαιότητα.
549