Λίγοι στην ιστορία της “rock” μουσικής, με την ευρεία της έννοια, μπορούν να καυχηθούν πως συνέδεσαν τη μουσική τους με την πολιτική, γράφοντας μουσική που “χτυπάει” τις κοινωνικές χορδές και ταυτόχρονα, τόλμησαν να πολιτικοποιηθούν ανοικτά. Ένας από αυτούς είναι ο Jello Biafra.
Γεννημένος στο Boulder του Colorado, την 17η Ιουνίου του 1958, ήρθε στον κόσμο ετούτο βαπτισμένος Eric Boucher.
Παιδί ψυχιάτρου, που ασχολούνταν και με την ποίηση, και μιας βιβλιοθηκάριου, που όντας φιλελεύθεροι, τον ώθησαν προς την τέχνη και το ενδιαφέρον για την κοινωνία και έτσι εκείνος από μικρή ηλικία έδειξε έντονο ενδιαφέρον για την διεθνή πολιτική.
Κάποια μέρα το 1965, οι γονείς του, κατά λάθος συντόνισαν το ραδιόφωνο τους σε ένα rock σταθμό και με το πρώτο άκουσμα της, νεαρός Eric την ερωτεύτηκε και έκτοτε, δεν την εγκατέλειψε.
Από τις αρχές του ’60, ο ακτιβισμός έγινε μέρος της ζωής του, εκείνη την εποχή που η αμερικάνικη κοινωνία έβραζε με τις αντι-Βιετναμικές εκδηλώσεις. Η πρώτη του επαφή με τη σκηνή ήρθε όταν το 1977 έγινε roadie της punk μπάντας, The Ravers και σύντομα έγινε μέλος της μπάντας του φίλου του, John Greenway, The Healers, οι οποίοι έγιναν γνωστοί για τους αυτοσχεδιαστικούς του στίχους. Λίγο αργότερα, ξεκίνησε να σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο της California, Υποκριτική και Ιστορία της Παραγουάης, και σύντομα έγινε αναπόσπαστο μέλος της Καλιφορνέζικης punk σκηνής.
Τον Ιούνιο του 1978, απαντώντας σε μια αγγελία, που έλεγε “Κιθαρίστας επιθυμεί να φτιάξει συγκρότημα”, γνώρισε τον East Bay Ray και παρέα δημιούργησαν τους The Dead Kennedys, μιας που η δολοφονία του John Fitzgerald Kennedy, ήταν εικόνα που είχε στιγματίσει την τότε νεολαία και εκείνους προσωπικά.
Στην αρχή, ξεκίνησε με το ψευδώνυμο Occupant, αλλά σύντομα το άλλαξε σε Jello Biafra, ως φόρο τιμής στα σκελετωμένα παιδιά της Δημοκρατίας της Μπιάφρα, η οποία υπήρξε μόνο τρία χρόνια και ενσωματώθηκε μετά από πόλεμο, από τη Νιγηρία, με την υποστήριξη των Αμερικανών.
Ο Jello, από την αρχή κιόλας, αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου, τους στίχους του συγκροτήματος, οι οποίοι επιδείκνυαν πολιτικοκοινωνική χροιά, μέσα από ένα πρίσμα σαρκασμού. Συνεχίζοντας την παράδοση του Βρεττανικού punk, ήταν από τις πρώτες punk μπάντες στις ΗΠΑ με πολιτικό στίχο. Ο ίδιος, ο Biafra αναφέρει σαν πηγή έμπνευσης, για τη χρήση του χιούμορ στους στίχους του, τον Joey Ramone και τραγούδια, όπως τα “Beat On The Brat” και “Now I wanna Sniff Some Glue”.
Αρχικά, προσπάθησε να γράψει μουσική σε κιθάρα, αλλά η έλλειψη εμπειρίας και “ταλέντου”, ανάγκασε τον μπασίστα της μπάντας, Klaus Flouride, να του προτείνει απλά να τραγουδήσει τους όμορφους στίχους που συγγράφει. Όμως εκείνος, τραγουδούσε τις μελωδίες που του έρχονταν στο μυαλό σε ένα κασετόφωνο και τις έφερνε στο studio.
Παράλληλα με τη μουσική, ο Jello Biafra άρχισε να ασχολείται με την πολιτική και το 1979 κατεβαίνει υποψήφιος Δήμαρχος του San Francisco και βγαίνει τέταρτος με ποσοστό 3,5 %, που αντιστοιχεί σε 6,591 ψήφους.
Ξεκίνησε λοιπόν, αυτό που όλοι εμείς χορεύουμε στις εκάστοτε πίστες, γυρνώντας γύρω από τον άξονα μας, αλαλάζοντας κάποιους από τους στίχους τους που έχουν στιγματίσει αυτή τη γωνιά της rock μουσικής. Ήταν η εποχή που το πρώτο του πολιτικό τραγούδι έσκασε μύτη, με τίτλο “California Uber Alles”. To τραγούδι κοροϊδεύει τον τότε κυβερνήτη της California, Jerry Brown και είναι ένα από τα πιο πολυδιασκευασμένα punk τραγούδια όλων των εποχών.
Ακολούθησε άλλη μια μεγάλη επιτυχία, το ”Holiday in Cambodia”, που θεωρείται το πιο πετυχημένο single της Αμερικάνικης Hardcore σκηνής και το αγαπημένο του Jello Biafra. Με ισχυρό αντιπολεμικό χαρακτήρα στυλιτεύει την εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ασία και υπογραμμίζει την υποκρισία της τότε κοινωνίας.
Το ντεμπούτο album των The Dead Kennedys, “Fresh Fruit for Rotting Vegetables” (1980) είναι ένα από τα κλασικότερα rock albums και βίβλος για την σκηνή του Punk. Με τραγούδια όπως τα προαναφερθέντα και τα “Kill The Poor”, “Drug Me” και την αστεία εκδοχή του “Viva Las Vegas” του βασιλιά του rock ‘n’ roll, Elvis Presley, παραμένει διαχρονικό. To album κυκλοφόρησε στην ανεξάρτητη δική του εταιρία, Alternative Tentacles, που είχε δημιουργηθεί από τον ίδιο και τον East Bay Ray για την κυκλοφορία του single, “California Uber Alles”.
Η μοναδική χροιά της φωνής του και ο καλπάζων τρόπος ερμηνείας του, καθώς και η στενή επαφή του με το κοινό στις συναυλίες, με το οποίο σε κάποια τραγούδια γινόταν ένα, τον έκανε αγαπητό και γρήγορα, η φήμη του πέρασε μαζί με τους The Dead Kennedys, τον Ατλαντικό.
Όμως, το κομμάτι που έκανε μοναδική αυτή την περίοδο είναι το εμβληματικό “Too Drunk to Fuck”, το οποίο 27 χρόνια αργότερα θα γίνει το μήλον της έριδος, για τη διασπασμένη μπάντα. Τα υπόλοιπα μέλη των Dead Kennedys, αφού κέρδισαν τα δικαιώματα του υλικού, μετά από δικαστική διαμάχη, έδωσαν το τραγούδι στην ταινία “Grindhouse”, για να ντύσει σκηνή βιασμού. Αυτό έκανε τον Jello Biafra να ασκήσει κριτική στην απόφαση των πρώην συνεργατών του λέγοντας ότι κάποιοι άνθρωποι κάνουν τα πάντα για τα λεφτά. Το “Too Drunk to Fuck” έφτασε στη θέση 31 στα UK Charts , πράγμα που ανακούφισε τους ιθύνοντες του BBC, αφού δεν αναγκάστηκαν να το παρουσιάσουν στο Top of The Pops.
Ένα χρόνο μετά (1981) το αμερικάνικο όχημα του Jello Biafra, εξαπολύει τη δεύτερη δισκογραφική του βόμβα, με τίτλο “In God We Trust, Inc.”, η οποία σκάει με κρότο στα μούτρα κάθε οργανωμένης θρησκείας, με την οποία ο στιχουργός Biafra είχε έρθει η ώρα να τα βάλει. Για μια ακόμη φορά, επιτίθεται στους Νεοναζί (“Nazi Punks Fuck Off”) και αυτή τη φορά, δεν την γλιτώνει και ο τότε πρόεδρος, Ronald Reagan, που παίρνει τη θέση του Jerry Brown, σε μια διαφορετική έκδοση του “California Uber Alles”, με τίτλο “We’ve Got a Bigger Problem Now”.
Οι Dead Kennedys με τον Jello Biafra στα φωνητικά κυκλοφόρησαν, άλλα τρία album (”Plastic Surgery Disasters”, ”Frankenchrist”, ”Bedtime for Democracy”) έκαναν πολλές συναυλίες, με headlining στο φεστιβάλ Rock Against Reagan, τo 1983, ώσπου το 1986 αποφάσισαν να διαλυθούν, αφού ένιωσαν ότι η σκηνή είχε αλλάξει τόσο, που δεν άρμοζε στα πιστεύω, τα οποία η μουσική τους πρέσβευε.
Θεώρησαν πως πλέον στις συναυλίες τους πλειοψηφούσαν hooligans, οι οποίο ήθελαν μόνο να πλακώνονται με τη μουσική ως χαλί. Σε αυτό το γεγονός, προστέθηκε και η έφοδος στα σπίτια τους από την αστυνομία, μετά από καταγγελία του Parents Music Resource Center (οργανισμός που ίδρυσε η σύζυγος του τότε γερουσιαστή, Al Gore) τον Απρίλιο του 86 και αργότερα τον Ιούνιο, ο Biafra μηνύθηκε και πέρασε δίκη γιατί διέθετε “κακόβουλο” υλικό σε ανηλίκους με τους στίχους του album “Frankenchrist”. Μαζί με αυτόν κατηγορήθηκαν και άλλοι ροκ καλλιτέχνες, όπως ο Frank Zappa.
Η Alternative Records έχει αναπτυχθεί και έχει αρχίσει να κυκλοφορεί album όμορφων συγκροτημάτων, όπως οι Butthole Surfers και οι The Dicks και με προτροπή ενός φίλου, ο Jello ξεκινάει να κάνει εμφανίσεις σαν spoken word artist και το 1987 θα κυκλοφορήσει το πρώτο του spoken word album, “No More Cocoons”.
Τον Αύγουστο του 1987, μετά από δίκη τριών εβδομάδων οι κατηγορίες που είχαν βαρύνει τον Biafra και άλλους, καταρρέουν. Αλλά, ακόμα και αν το “Frankenchrist” δεν αποδείχθηκε προσβλητικού περιεχομένου, αρκετές αλυσίδες δισκοπωλείων, λογοκρίνοντας εν συνόλω τις κυκλοφορίες της, αποφάσισαν να κρατήσουν εκτός των καταστημάτων τους την Alternative Tentacles.
Έχοντας ξεκινήσει να εντείνει τις εμφανίσεις τους σε διάφορα μέρη, φέροντας παραστάσεις με θέμα την λογοκρισία και τον χριστιανικό φονταμενταλισμό, ο Τύπος για πρώτη φορά δεν τον αποκαλεί τρελό και αρχίζει να εξετάζει σοβαρά τις πολιτικές του απόψεις.
Το δεύτερο του album, “High Priest of Harmful Matter” (1988) είναι ένας μονόλογος που εξιστορεί την δίκη για το “Frankenchrist”, με τον Jello να μιμείται φωνές όλων των χαρακτήρων που έπαιξαν ρόλο σε αυτή την “παρωδία”.
Σε μια εμφάνιση του στο The Oprah Show, ο Jello Biafra πιάνει την Tipper Gore να ψεύδεται σε ζωντανή σύνδεση στον αμερικάνικο λαό, με τον Ice T, να κάθεται δυο καρέκλες παραπέρα.
Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, ενώ μιξάρει το ΕΡ των Christian Lunch, “Unreliable Sources”, παρέα με τον Al Jourgesen των Ministry, τους έρχεται η ιδέα για ένα νέο project. Το πρώτο όνομα που έρχεται στο μυαλό του Jello είναι το Lard (λαρδί). O Jourgesen βάζει τα γέλια και αργότερα, το φθινόπωρο γεννιέται το “The Power of Lard EP”.
Για το film, “Terminal City Ricochet”, στο οποίο και πρωταγωνιστεί, δουλεύει ένα soundtrack μαζί με τους D.O.A. και τους Nomeansno και το συνολικό album, κυκλοφορεί από την Alternative Tentacles.
Η επιτυχία του EP των Lard ωθεί τον Biafra, να μπει ξανά στο studio με τους φίλους του για μια συνέχεια. Αποτέλεσμα αυτού, το “The Last Temptation of Reid” και χωρίς να παίρνει ανάσα μπαίνει ξανά στο studio, αυτή τη φορά με τους Nomeansno και ηχογραφούν το “The Sky is Falling and I Want My Mommy”, που είναι μία από τις δυνατές στιχουργικές στιγμές του Biafra.
Αχόρταγος και σκανδιαλιάρης, δημιουργεί ένα ακόμη project με τον Charlie Tolnay (Grong Grong) και τους Steel Pole Bathtub, που παίρνει το όνομα Tumor Circus. Αν και ξενίζει τους μέχρι τότε οπαδούς του, ακόμα και σήμερα, ο ίδιος το απαριθμεί ως ένα από τα αγαπημένα του δημιουργήματα.
Χωρίς να σταματήσει να ηχογραφεί, spoken word albums, φτάνει το 1994 να συνεργάζεται με τον Mojo Nixon, δημιουργώντας το “Prairie Home Invasion”, που διχάζει ξανά τους οπαδούς του, αφού αν και είναι ένα όμορφο album, δεν είναι η μορφή punk που έχει συνηθίσει ο μέσος άνθρωπος, αφού έχοντας country χαρακτήρα μοιάζει να απομακρύνεται μουσικά από αυτό.
Η Αμερική ανακουφίζεται όταν βλέπει ότι ο George Bush Sr. δεν θα επανεκλεγεί, όμως ο Jello Biafra με το τέταρτο του “Beyond the Valley of the Gift Police”, επιμένει ότι η συμμορία του Bill Clinton, ίσως είναι ακόμα χειρότερη και αποδεικνύεται προφητικός.
Το 1997 κυκλοφορεί το δεύτερο LP των Lard “Pure Chewing Satisfaction” και παράλληλα, πολλά νέα ονόματα ξεκινάνε το ταξίδι τους στην Alternative Records, όπως οι Life After Life, συνέχεια των εμβληματικών Τσέχων επαναστατών, Plastic People of the Universe.
Την ίδια χρονιά ο ένας από τους κατήγορους της δίκης του “Frankenchrist”, Michael Guarino μιλάει στην Washington Post. Ανάμεσα σε άλλα λέει ότι η δίκη ήταν μία παρωδία και ότι στη μέση της καταλάβανε ότι οι στίχοι περιείχαν κοινωνικά υπεύθυνα σχόλια και απόψεις κατά των ναρκωτικών. “Ο γιος μου λατρεύει τον Jello Biafra και η τιμωρία μου είναι να ακούω καθημερινά οτιδήποτε έχει ηχογραφήσει!” κατέληξε.
Ο ακτιβιστής Jello Biafra συμμετέχει ενεργά στην διαμαρτυρία κατά του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Seattle το 1999, και παίζει ζωντανά παρέα με τους Krist Novoselic (Nirvana, Sweet 75), Kim Thayil (Soundgarden), και Gina Mainwal (Sweet 75) ως The NO WTO Combo, τη στιγμή που οι δυνάμεις καταστολής ψεκάζουν τους διαδηλωτές με δακρυγόνα απέξω.
Αυτό το live θα κυκλοφορήσει μέσω της εταιρίας του, το 2000, την ίδια χρονιά με το νέο ΕΡ των Lard, “70’s Rock Must Die”. Δυστυχώς, την ίδια χρονιά κλιμακώνεται και αντιπαλότητα των πρώην μελών των DK με τον Jello, που φτάνει στα δικαστήρια να κατηγορείται ότι εξαπάτησε οικονομικά τους τότε συνεργάτες του.
Το Πράσινο Κόμμα δέχεται με χαρά την υποψηφιότητα του για να λάβει το χρίσμα του Κόμματος και να διεκδικήσει την Προεδρία των Η.Π.Α, αλλά τελικά νικητής θα είναι ο Ralph Nader.
To 2004 αηδιασμένος από την κατάντια του Δημοκρατικού κόμματος στηρίζει ξανά την υποψηφιότητα Ralph Nader και αντιμάχεται το ξόδεμα δυνάμεων των Δημοκρατικών που, αντί να μάχονται κατά των Ρεπουμπλικάνων, ρίχνουν λάσπη στον υποψήφιο του Πράσινου κόμματος.
Μουσικά εκείνη τη χρονιά, θα συμπορευτεί με τους τεράστιους The Melvins, κυκλοφορώντας μαζί τους το “Never Breathe What You Can’t See”. Με εκείνους θα περιοδεύσει και θα ηχογραφήσει το δεύτερο εξίσου καλό, “Sieg Howdy!”, που θα κυκλοφορήσει λίγο πριν το ένατο του spoken word, “In the Grip of Official Treason”, τριπλό cd, διάρκειας σχεδόν τεσσάρων ωρών!
Tο 2009, ο Jello Biafra σχηματίζει τους The Guantanamo School of Medicine, με τους Billy Gould στο μπάσο (ex-Faith No More), κιθάρες τους Ralph Spight (Victim’s Family) και Kimo Ball (Freak Accident, Carneyball Johnson), και τον Jon Weiss (Sharkbait, Horsey) στα τύμπανα. Με αυτό το πλήρωμα μπήκε στο studio και δισκογράφησε το “The Audacity of Hype” (2009) και το ΕP “Enhanced Methods of Questioning”.
Ακολούθησαν αλλαγές στη σύνθεση, με τους Andrew Weiss και Paul Della Pelle να αναλαμβάνουν το μπάσο και τα τύμπανα αντίστοιχα και αναμένεται και η κυκλοφορία του δεύτερου Full Length “White People and the Damage Done” (review), με το οποίο θα επισκέπτηκαν τη χώρα μας, για δεύτερη φορά, την 16η Οκτωβρίου 2012 σε μια μοναδική συναυλία στο Fuzz Club (διαβάστε το live report).
Toν Αύγουστο του 2015 κυκλοφορεί ένα live album με τους The New Orleans Raunch and Soul All-Stars μέσω της δικής του Alternative Tentacles. H ηχογράφηση του υλικού βέβαια είχε γίνει 4 χρόνια πριν την κυκλοφορία του, αλλά οι φίλοι του Jello υποδέχτηκαν με χαρά το “Walk on Jindal’s Splinters” (review), στο οποίο ο Pepper Keenan (Corrosion of Conformity, Down) παίζει κιθάρα.
2016 και ενώ η χώρα του βαδίζει προς τις εκλογές του Νοεμβρίου, εκείνος αηδιασμένος από την υποψηφιότητα των Ρεπουμπλικάνων αποφασίζει να βγει στο δρόμο με τους GSM για την “Nazi Trumps Fuck Off”, δίνοντας και πάλι ακτιβιστικό-πολιτικό χαρακτήρα στην μουσική του καριέρα.
Σταθμός της περιοδείας θα είναι φυσικά και η Αθήνα, και συγκεκριμένα το Gagarin 205, όπου θα εμφανιστούν την Τετάρτη 24 Αυγούστου (δελτίο τύπου) με ένα χορτάτο, σίγουρα, θέαμα γεμάτο κλασικά κομμάτια των Dead Kennedys, μαζί με εκείνα των The Guantanamo School Of Medicine.
Τη βραδιά θα ανοίξουν οι STRESS! ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ!