Είδος: Progressive extreme metal
Εταιρεία: Debemur Morti Productions
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 17 Ιουνίου 2022
Όταν ένα μουσικό σχήμα έχει καταφέρει να ξεχωρίσει από τον σωρό με μόλις δύο albums στα δισκογραφικά του μπαγκάζια και, μάλιστα, όταν το ένα εξ αυτών είναι το μουσικά πολύ δυνατό και κριτικά καταξιωμένο “Love Exchange Failure”, τότε είναι φυσικό κι επόμενο ότι οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις για το επόμενο βήμα εκτοξεύονται σε ύψη που μπορεί να προκαλέσουν κάτι παραπάνω από δέος.
Οι Ουκρανοί White Ward, ωστόσο, δεν φαίνεται να χαμπαριάζουν από τέτοια και στην τρίτη τους κυκλοφορία όχι μόνο προχωρούν απτόητοι (παρά τις όποιες επιπτώσεις μπορεί να έχει η τρέχουσα κατάσταση στη χώρα τους), αλλά σπρώχνουν τον πήχη ακόμη πιο ψηλά και βαδίζουν με έκδηλη αυτοπεποίθηση τον κακοτράχαλο δρόμο που οδηγεί στην Α’ κατηγορία του σύγχρονου ακραίου metal. Και αυτό κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητο είναι.
Το “False Light” μοιάζει να συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο προκάτοχός του. Παράλληλα, όμως, συνιστά ένα επιμελώς δουλεμένο ραφινάρισμα του ήχου των White Ward. Επιπλέον, δε, το συγκρότημα επιχειρεί την εισαγωγή νέων στοιχείων στον ήχο του. Το black metal δεν αποτελεί πλέον το απόλυτο θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η μουσική των White Ward. Για να μην παρεξηγηθώ, βεβαίως, δεν εννοώ πως έχει εκλείψει ο μαυρομεταλλικός χαρακτήρας, απλώς διαβάζω μια τάση υπέρβασής του. Το genre στο οποίο πρέπει να συγκαταλέγεται εφεξής η μπάντα είναι το προοδευτικό extreme metal, ευρύτερα. Εξάλλου, τούτη τη φορά, η προσέγγιση των White Ward είναι, τρόπον τινά, ιμπρεσιονιστική, όπως έως έναν βαθμό αφήνουν να εννοηθεί και το εξώφυλλο αλλά και οι στίχοι, που αντλούν επιρροές από το “Intermezzo” του Κοτσιουμπίνσκι. Και συχνά ο ιμπρεσιονισμός αποφεύγει το μαύρο και χρησιμοποιεί συμπληρωματικά χρώματα για να αποδώσει τους σκοτεινούς τόνους.
Σαφώς και υπάρχει tremolo picking, υπάρχουν blastbeats, υπάρχουν black φωνητικά, ακόμα εντοπίζονται post-black και blackgaze ιδέες, αλλά και μετρημένες εκτροπές προς το death metal (“Leviathan”). Σαφώς, το σαξόφωνο –σήμα κατατεθέν των White Ward– είναι ξανά παρόν, αλλά συχνά δίνει τη θέση του στην τρομπέτα (“Salt Paradise”). Η πιο μελωδική και ήρεμη πλευρά των White Ward δεν εξαντλείται αποκλειστικά σε post/gaze παρεισφρήσεις, αλλά επενδύεται και με post punk ή goth Americana ηχοχρώματα (“Phoenix”, “Cronus”). Οι black/death κραυγές κατά διαστήματα υποχωρούν μπροστά σε καθαρά, μελωδικά φωνητικά και βαρύτονες, οριακά αφηγηματικές ερμηνείες (“False Light”).
Με όρους σταθεράς, από την άλλη, αντιλαμβάνομαι τη διάχυτη κινηματογραφική αύρα, τον περιπετειώδη χαρακτήρα, το κραταιό μελαγχολικό αίσθημα, την κιθαριστική δουλειά υψηλότατου συνθετικού και εκτελεστικού επιπέδου, τόσο στα ρυθμικά όσο και στα lead μέρη, τη noir/darkjazz ατμόσφαιρα από τα χάλκινα πνευστά.
Το “False Light” δεν έχει αδυναμίες. Ειλικρινά. Είναι απολαυστικό από την αρχή μέχρι το τέλος. Και είναι αρκούντως απείθαρχο ως προς τις αυστηρές κατηγοριοποιήσεις, ώστε να είναι ικανό να φέρει κοντά του fans με πολύ διαφορετικά ακούσματα. Προφανώς, και ενδέχεται κάποια άτομα να βρουν μόνο συγκεκριμένες συνθέσεις και ειδικότερα χαρακτηριστικά του album με τα οποία θα νιώσουν ισχυρότερους δεσμούς, όμως κανείς και καμία δεν θα βγει από τον κόσμο των φετινών White Ward με έλλειμμα ικανοποίησης· αν δεν υπάρχει έλλειμμα καλού γούστου, ασφαλώς.
Facebook: https://www.facebook.com/whitewardofficial/
Bandcamp: https://whiteward.bandcamp.com/