Είδος: Progressive rock
Δισκογραφική: Nuclear Blast Records
Ημ. Κυκλοφορίας: 12 Μαρτίου 2021
Μια από τις σχετικά πιο γνωστές φιγούρες του γενικότερου σκανδιναβικού underground είναι και ο Νορβηγός τραγουδιστής Lars Are Nedland, μέλος επί πολλών ετών των Borknagar και Solefald. Αυτή τη φορά αυτό που παρουσιάζει ο Lars με την μπάντα που τον υποστηρίζει, τους White Void, απέχει κατά πολύ από ό,τι έχει κάνει στο παρελθόν μεν αλλά δεν παύει να είναι από τις πιο όμορφες δημιουργίες που έχει επιδείξει.
Οι White Void ανήκουν σε έναν γεωμετρικό τόπο που ουσιαστικά εγγράφει ένα πάρα πολύ ιδιαίτερο crossover με οντολογική ύπαρξη μέσα του αυτού που λέμε “προοδευτικότητα”. Trademarks των κομματιών θα έλεγα ότι είναι τα εξαιρετικά ρεφρέν και τα πολύ όμορφα leads στις κιθάρες. Πανέμορφες ιδέες που αναμειγνύουν ύδατα από πολύ παλαιές πηγές με τέτοιο τρόπο και με παραδόξως ευστοχότατη ηχητική επένδυση η οποία παρόλο που είναι πλήρως εκμοντερνισμένη, δρα υπέρ του συνολικού αποτελέσματος.
Η αλήθεια είναι ότι όταν πρωτακούς το “Anti” αντιμετωπίζεις αμήχανα ένα διαρκώς μεταλλασόμενο ηχοτόπιο που πολύ εύκολα θα μπορούσες να χαρακτηρίσεις τουλάχιστον μπερδεμένο και στην περίπτωση που το πάρεις από την αρχή στραβά, να παλεύεις συνειδησιακώς με το skip. Αλλά αν του δώσεις χρόνο, και σε κάθε μια επιπλέον ακρόαση, θα καταλάβεις την ισχυρότατη δυναμική αυτού του υλικού. Μια μίξη από late 60’s – early ’70s rock, heavy rock, gothic rock, Pink Floyd-ικής ψυχεδέλειας και καθαρού hard rock. Με νορβηγική άποψη (φαντάσου τους Ulver του “Childhood’s End”) και απολύτως εμπνευσμένη τραγουδοποιΐα.
Ατού επίσης του δίσκου είναι η εξαιρετική κιθαριστική δουλειά, τα πολύ καλά γραμμένα solos και leads, το συμπαγέστατο αλλά όχι στείρα στουντιακό ρυθμικό υπόβαθρο (καμία σχέση με triggers και πλαστικούρες) και με πρωταγωνιστικό ρόλο τη φωνητική ερμηνεία του Lars ο οποίος είναι εκφραστικότατος και έντονα λυρικός.
Δεν υπάρχει κάποια σύνθεση που να υπολείπεται, τα κομμάτια αποτελούν μια καλλιτεχνική “κορυφογραμμή”. Πολύ καλή μίξη παλιακού early 70’s rock με gothic αισθητική (σαν πολύ πιο ανάλαφροι Paradise Lost) στα “Do. Not. Sleep.” και “The Shovel and the Cross”, επίσης πολύ καλά τα straight gothic “There is No Freedom but the End” και “Where You Go, You’ll Bring Nothing” (που θυμίζει τους Pink Floyd κυρίως μέσω κλεφτής ματιάς προς τους Anathema) και από εκεί και πέρα συγκινητική tribute αισθητική στα “This Apocalypse is for You”, “All Chains Rust, all Men Die” και “The Fucking Violence of Love”, εντέχνως συγκεκαλυμμένα hard rock διαμαντάκια που θα μπορούσαν να έχουν γράψει οι Uriah Heep ή οι Thin Lizzy αν ζούσαν στο σήμερα.
Από τα καλύτερα ακούσματα νεο-prog που ήρθα σε επαφή τα τελευταία χρόνια, θα το συνέκρινα με το θεόρατο “Warring Factions” των επίσης Νορβηγών Ansur (με τη διαφορά της τραχύτητας αλλά με το κοινόν των επιρροών). Πανέμορφο “ταξιδιάρικο” άκουσμα, με υψηλό ενδιαφέρον στη ροή του, σαν μια καλογραμμένη σελίδα ημερολογίου η οποία γράφτηκε μέσα σε ένα τραίνο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με ακαθόριστο προορισμό. Μια ηχητική ταινιούλα που παλινδρομεί ανάμεσα στην ανεμελιά ενός υποσχόμενου παρελθοντικού κόσμου και την πεσιμιστική αποθέωση του σύγχρονου “πολιτισμένου” κολαστηρίου. Η σύγκρουση είναι προσωπική υπόθεση του ακροατή και το πρόσημο ανάλογο της ψυχικής ιδιοσυγκρασίας του. Για τον γράφοντα, άριστο debut από τους White Void.