Πολλά έχουν ειπωθεί και άλλα τόσα έχουν γραφτεί για τους Villagers of Ioannina City (VIC) και τώρα που πλησιάζει το live τους στον Λυκαβηττό και ενώ βρίσκομαι εκτός έδρας, προσπαθώ να μαζέψω τις σκέψεις μου σχετικά με το τι έχει καταφέρει το σχήμα αλλά και τη σχέση που έχει δημιουργήσει με κοινό και media.
Πριν αρκετά χρόνια, το 2010 ενώ η Αθήνα ήταν στον οργασμό των riff και της ηλεκτρισμένης ατμόσφαιρας, άρχισε να γίνεται γνωστό στόμα με στόμα ότι μια μπάντα από τα Ιωάννινα παίζει heavy rock με παραδοσιακά πνευστά. Το εξώφυλλο του promo που έβγαλαν είχε το όνομα του συγκροτήματος με γραμματοσειρά που παρέπεμπε στους Godspeed You Black Emperor και δύο καριοφίλια. Το πιο κατάλληλο εξώφυλλο για να δείξει τον συνδυασμό της παράδοσης με τη σύγχρονη μουσική. Εκείνη την εποχή, τα ακούσματα μου ήταν πολύ μακριά από αυτό που προσπαθούσαν να κάνουν οπότε δεν συνέχισα να παρακολουθώ το σχήμα.
Το όνομά τους επανερχόταν πολύ συχνά στους μουσικούς κύκλους μέχρι το 2014 που κυκλοφόρησε το πρώτο τους ολοκληρωμένο τους album: Riza. Οι χώροι που έπαιζε το σχήμα άρχισαν να γεμίζουν εκθετικά και το fanbase τους άρχισε να τους ακολουθεί φανατικά. Προσωπικά άρχισα να βλέπω ότι κάτι υπάρχει σε αυτό το σχήμα, αλλά και πάλι δεν μπορούσα να αφεθώ στον ήχο, γιατί δεν έχω καμία σχέση με την παραδοσιακή μουσική. Το αντίθετο θα έλεγα. Οι αναμνήσεις που έχω μου δημιουργούν μια αποστροφή στην παραδοσιακή μουσική, σε σημείο που φτάνει να γίνεται άγονο για έναν μουσικόφιλο αλλά όπως έχω γράψει αρκετές φορές, η μουσική είναι σχέση και δεν υπάρχει αντικειμενικότητα.
Η δημόσια παρουσία των VIC ήταν πάντα μετρημένη ως και ανύπαρκτη. Πέρα από μια συμμετοχή σε ένα ντοκιμαντέρ, έχουν δώσει ελάχιστες συνεντεύξεις αλλά και πάλι είναι ξεκάθαρο ότι αισθάνονται άβολα όταν τα μάτια\φώτα είναι στραμμένα πάνω τους. Θα ήθελα να καταφέρω να κάνω μια κουβέντα μαζί τους, αλλά μας ενημέρωσαν ότι δεν αισθάνονται άνετα να δίνουν συνεντεύξεις. Ποιος ξέρει…ίσως τα καταφέρουμε κάποια στιγμή. Ό,τι έχτισαν έγινε κατά κύριο λόγο στόμα με στόμα. Η μουσική τους μοιράστηκε χέρι με χέρι και ο κόσμος συνέχισε να αυξάνεται εκθετικά μέχρι που ήρθε η στιγμή του “Age of Aquarius”.
Ακριβώς για τον λόγο που ανέφερα παραπάνω, άργησα να ακούσω τον δίσκο παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι φίλοι μου με παρότρυναν να τους δώσω χρόνο. Τελικά έδωσα τον χρόνο που χρειάζεται η Εποχή του Υδροχόου και ουσιαστικά ξετύλιξε μπροστά μου όλα αυτά που θέλει να δώσει το σχήμα. Το “Age of Aquarius” είναι ένα post rock ταξίδι, στο οποίο δεν υπάρχουν παραδοσιακά όργανα μόνο και μόνο για να υπάρχουν, αλλά τα πνευστά είναι κομμάτι της σύνθεσης και της ψυχεδέλειας που θέλει να εκφράσει το σχήμα.
Το “Age of Aquarius” άνοιξε την οπτική που έχω για το σχήμα και με έκανε να κοιτάξω προς τα πίσω αλλά και να καταλάβω τι ήταν αυτό που ήθελαν να χτίσουν. Εξάλλου μόνο όταν έχεις ξεκάθαρο όραμα και πείσμα μπορείς να παίζεις μονίμως με τους δικούς σου όρους. Οι χωριάτες από τα Ιωάννινα κατάφεραν να υπογράψουν με τη Napalm Records και δεν έκαναν ούτε buy in (να αγοράσουν τη συμμετοχή τους σε κάποιο μεγάλο festival), ούτε προσέλαβαν κάποιο agency. Με τους δικούς τους όρους, κυκλοφόρησαν έναν live δίσκο για να κλείσουν τον κύκλο του Υδροχόου, ενώ γενικά δεν συνηθίζεται να βλέπουμε συγκρότημα με δύο επίσημους δίσκους να κυκλοφορούν έναν live.
Κάθε επόμενο βήμα τους χτίζει αυτό που θέλουν να μεταδώσουν καλλιτεχνικά με συνέπεια και ειλικρίνεια. Οι μεγάλες παραγωγές, τα φώτα και τα video wall δεν αποτέλεσαν στιγμή κομμάτι ματαιοδοξίας, αλλά καλλιτεχνικής απελευθέρωσης και για αυτόν τον λόγο το κοινό παθιάζεται και συντονίζεται με το σχήμα. Οι Villagers of Ioannina City κλείνουν την εποχή του Υδροχόου στο θέατρο του Λυκαβηττού στις 22 Σεπτεμβρίου και δεν θέλω να κλείσω ένα ακόμα κείμενο αφιερώματος στους VIC με την προτροπή: Zvara, αλλά θέλω να κλείσω με την παραδοχή ότι είμαστε τυχεροί να έχουμε τέτοια σχήματα γύρω μας και κοντά μας. Δεν θα με δείτε να χορεύω, ούτε να ανάβω καπνογόνο, θα με βρείτε κάπου πίσω να απολαμβάνω το ταξίδι στον αστερισμό του Υδροχόου παρέα με καλό κρασί.
1041