Είδος: Transcending Metal
Εταιρεία: Volkanik Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 15 Οκτωβρίου 2021
Δεν νομίζω να υπάρχει πιο πειστικός τρόπος να σε προετοιμάσει γι’ αυτό που σε περιμένει, αν δεν γνωρίζεις καθόλου τους παλαβούς Αυστραλούς: το απροσδιόριστο όργανο που ακούγεται στην έναρξη του “Start The Fire” είναι το θιβετιανό “kangling”, ένα ιδιόμορφο φλάουτο-κέρατο φτιαγμένο από ανθρώπινη κνήμη ή μηρό, που χρησιμοποιείται στον θιβετιανό Βουδισμό για διάφορες τελετές.
Αυτό είναι το πολυαναμενόμενο-για κάποιους-τρίτο τους άλμπουμ, και έρχεται με την εκλεκτή συνοδεία κάποιων δολοφονικών βίντεο, ενός παιχνιδιού στον υπολογιστή, ενός κόμικ και ενός σκοτεινού λογοτεχνικού μυθιστορήματος φαντασίας. Αν όλα τα παραπάνω δίνουν την εντύπωση αντιπερισπασμού που ίσως υποκαθιστά την μουσική ετοιμότητα του –πλέον- κουαρτέτου, θα χρειαστούν ελάχιστες στιγμές για να θάψεις την σκέψη αυτή όσο βαθύτερα γίνεται.
Ο ιδανικός τρόπος για να περιγράψει κανείς τη μουσική που κάνουν οι ninja είναι να εξαντλήσεις και την τελευταία στιγμή του δίσκου. Προσπαθώντας να στρώσω το χαλί για αυτή την απίθανη μουσική παράσταση, είμαι βέβαιος πως οι τύποι έχουν τη μοναδική ικανότητα να κλείσουν σε ένα χώρο ένα απίστευτα ετερόκλητο κοινό και να τους διασκεδάσουν όλους μέχρι τελικής πτώσης. Ακολουθώντας το εθιμοτυπικό των κειμένων παρουσίασης δίσκων, γέμισα τη σειρά που ζητά το αντίστοιχο είδος, με τον χαρακτηρισμό “transcending metal”. Ίσως η λέξη “υπερβατικός” να είναι και λίγο άδικη, καθώς ο στόχος δεν είναι να τσακίσουν κάθε avant garde κατάκτηση του χώρου, αλλά να γράψουν πραγματικά τραγούδια που προκύπτουν τόσο ευρύχωρα και πολύχρωμα, αλλά και ουσιώδη που σε αφήνουν έκπληκτα γοητευμένο.
Από το 2008 που δημιουργήθηκαν και μας χάρισαν το πρώτο τους EP, με τίτλο “New Dawn”, δεν έκρυψαν στιγμή την αγάπη τους στην ευρύτητα και ταυτόχρονα στην ιερή αποστολή της ψυχαγωγίας. Δεκατρία χρόνια, δυο EP, τρία άλμπουμ και έναν μπασίστα αργότερα, καθώς ο Damon McKinnon, που αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος, αποχώρησε, συνεχίζουν να προκαλούν και να είναι μοναδικοί. Πατώντας σε μια funk metal βάση και μια εκκεντρική ευρύτητα που σε κάποιους θα ανακαλέσει τα έργα των Mr. Bungle, οι Nik Barker, Steve MacKay, Shane Russell και Rohan Hayes, κόβουν τα συρματοπλέγματα των ιδιωμάτων και εφαρμόζουν στην πράξη το δόγμα “η μουσική είναι μια”.
Μέσα από τα δέκα τραγούδια του “Vengeance” , 36 λεπτά μοιάζουν σαν μια γιορτή της ιστορίας της μουσικής των τελευταίων δεκαετιών. Τολμηρές συνθέσεις που έχουν υποταγμένες σαν υπάκουα κατοικίδια επιρροές που μπορεί να απλώνονται στο industrial, το metalcore, το djent, το new wave, το funk, το dub και τη jazz… Μπορώ σχεδόν να ορκιστώ πως χάρη σε αυτά τα πανέξυπνα ελκυστικά keyboards, ένιωσα και κάποια chamber pop αγγίγματα, ενώ στο απίθανο “Shock To The System” περνά και μια μοναδική παντομίμα, μια πολύ ταιριαστή θεατρική προσθήκη.
Η φωνητική συνεργασία του Barker με την Tatiana Shmayluk των Jinjer σφραγίζει ένα από τα αναμφισβήτητα highlights, το “Over And Out”, ιδανικό παράδειγμα μοντέρνας ραδιοφωνικής τραχύτητας με καταπληκτική περιεκτικότητα σε εντυπώσεις. Σα να στέκεται σε μια άτυπη μονομαχία απέναντι στον δυναμίτη του “Culture War” (που δεν είναι και ο μοναδικός, γι’ αυτούς που ζητούν επιθετικότητα), η άμεση, απογυμνωμένη κινηματογραφική μελαγχολία του “Tangled” θα σε συνοδέψει ευγενικά στην έξοδο, βάζοντας μερικά ακόμα ερωτηματικά στην τσέπη της τελευταίας σου σκέψης.
Δεν ξέρω, αν επηρεασμένος από αυτή την παράτολμη συρραφή ήχων, νομιμοποιούμαι να μιλήσω για σχεδόν επιστημονική εκκεντρικότητα, για τελειοποίηση της υπέρβασης, αλλά οι τύποι έχουν καταφέρει να κάνουν μοναδική μουσική που γεφυρώνει σκέψεις, εντυπώσεις, διαθέσεις και ανάγκες.
Ίσως τελικά το πιο σίγουρο διαβατήριο για τη μεγάλη μουσική είναι να διατηρείς το χιούμορ σου και να μην παίρνεις τόσο σοβαρά τον εαυτό σου, περιχαρακώνοντας το πεδίο σου. Άλλωστε, από το mariachi ως το metalcore, και από τους Jamiroquai ως το μουσικό σήμα ενός βίντεο παιχνιδιού είναι μόλις 36 λεπτά απόσταση…
Website: https://www.twelvefootninja.com/
Facebook: https://www.facebook.com/twelvefootninja