Είδη: Post rock, Instrumental
Δισκογραφική: InsideOut Music
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 28/02/20
Στιγμές σαν και αυτή είναι ικανές να θρυμματίσουν την πίστη στην εντροπία, τη μοναδική μέχρι στιγμής (αποδεκτή;) αρχή του σύμπαντος, ωστόσο η ίδια η αυτοαναφορικότητα του ανθρώπου είναι εύκολο να την επαναφέρει, αν αναλογιστούμε τα μεγέθη τα οποία διακυβεύονται. Πώς όμως καταφέρνει κάποιος να οριοθετήσει τη λογική του, εξοβελίζοντας τη φλυαρία του; Η απάντηση βρίσκεται για άλλη μία φορά στην απομόνωση των αισθήσεων, δίνοντας βάση στο να αφουγκραστούμε ενδελεχώς, και συγκεκριμένα το τελευταίο πόνημα των Μαδριλενίων Toundra, των οποίων το έργο για άλλη μια φορά θα γίνει το όχημά μας σε μία τόσο αφαιρετική όσο και «ανασυνθετική» αναζήτηση.
Το γνωρίζατε πως φέτος στις 26/02 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την προβολή της (βωβής) ταινίας «Το Εργαστήριο Του Δρ. Καλιγκάρι»; Ούτε κι εγώ. Την ευκαιρία όμως άδραξε η σαφώς πιο διαβασμένη από εμένα instrumental τετράδα από την Ισπανία και έφερε σε πέρας έναν πολύ ιδιαίτερο στόχο, δίνοντας τη δική της ερμηνεία στην ηχητική επένδυση -αν και, για τα δεδομένα του βωβού κινηματογράφου, το soundtrack μάλλον αποτελεί την πλήρη υπόσταση του φάσματος του ήχου- του θησαυρού αυτού του Γερμανικού αλλά και παγκοσμίου κινηματογράφου.
Θα μπορούσε κανείς (όχι εγώ, δεν μου το επιτρέπουν οι συνθήκες) να κάτσει να αναλύσει τον αντίκτυπο και τη φιλοσοφία της ταινίας, όμως θα ήταν δόκιμο να επιτρέψουμε στη μουσική των Toundra να πλέξει το εγκώμιο και να μας οδηγήσει στα πιο καίρια σημεία του ευρύτερου νοήματος που προσπαθεί να αποτυπώσει η ταινία (την οποία μπορείτε να δείτε δωρεάν στο διαδίκτυο σε φανταστική ποιότητα, αλλά δεν το μάθατε από εμένα).
Το ομότιτλο της ταινίας “Das Cabinet des Dr. Caligari” πέμπτο άλμπουμ του συγκροτήματος (μία πρώτη αλλαγή προσέγγισης, αφού τα προηγούμενά τους ήταν αριθμημένα στα λατινικά) χωρίζεται σε έξι “Akts” όπως και η ταινία. Κάθε σύνθεση συνδέεται άμεσα με τη ροή της μίας μέσα στην άλλη, τη στιγμή που η μία σβήνει και η επόμενη ξεκινά, αλλά και με ένα κύριο θέμα το οποίο επαναλαμβάνεται σε κομβικά σημεία μεταβολής της ατμόσφαιρας. Κάθε πράξη, εκτός από την εισαγωγή (η οποία αντιστοιχεί στην ακολουθία των τίτλων – “Titelsequenz”) διαρκεί όσο και μία ανάλογη στην ταινία, λίγο πάνω από ένα δεκάλεπτο δηλαδή.
Η σχεδόν απόλυτα κιθαριστική προσέγγιση, πέρα από διακριτικές τυμπανο/κυμβαλοκρουσίες και τις ελάχιστες εξάρσεις τους, καθώς και μερικά ανεπαίσθητα synths (τα οποία μου θύμισαν το “Mezzanine” από το ομότιτλο ορόσημο των Massive Attack) είναι άκρως υποβλητική και παρά την -ικανή, θα έλεγε κανείς- διάρκεια του κάθε “Akt” κάνει το συνολικό εγχείρημα αρκετά ευπρόσιτο. Όχι όμως και ευνόητο, καθώς για να λάβει κανείς πλήρως την ουσία αυτού του άλμπουμ οφείλει να επενδύσει χρόνο τόσο σε αυτό όσο και στις δικές του πνευματικές διεργασίες. Παρά την παντελή έλλειψη φωνητικών, η αίσθηση της αφήγησης είναι έντονα αντιληπτή (ειδικά με την επανάληψη του κυρίου θέματος, το οποίο παραλλάσσεται ανάλογα με την καμπή της ιστορίας) με αποτέλεσμα να διεγείρεται η εικονοπλαστική ικανότητα του ακροατή. Ομολογουμένως η πιο σύγχρονη προσέγγιση στον ήχο από τους Toundra μπορεί να οδηγήσει μακριά από την κινηματογραφική ουσία από την οποία οι ίδιοι εμπνεύστηκαν, το συναίσθημα όμως που προκύπτει είναι αυθεντικό και ταιριάζει πλήρως με την ταινία, ασχέτως με το πόσο απέχει από εκείνη.
Η έντονη εξάρτηση της μουσικής (και της μουσικότητας) από τα έγχορδα, οδηγεί αβίαστα σε μια επίδειξη ικανοτήτων, η οποία όμως δεν έχει να κάνει με τις «συνηθισμένες» βιρτουοζικές φρασεολογίες. Οι κιθάρες των Esteban και Macón, επενδεδυμένες από το στιβαρό και ταυτόχρονα μειλίχιο μπάσο του Alberto έχουν επωμιστεί το βάρος των μελωδιών και των αρμονιών και πλέκονται περίφημα, με τα κρουστά του Álex να ακολουθούν ταπεινά στο μεγαλύτερο μέρος. Συνεπώς, η πλειονότητα των ήχων που αιωρούνται προέρχονται από (ακόμα και μερικοί που ακούγονται σαφώς πιο ηλεκτρονικοί θεωρώ πως ανήκουν σε ευφάνταστα παραμορφωμένες) κιθάρες. Όλοι οι συριγμοί, οι πνιχτές στριγγλιές και οι σχεδόν υποσυνείδητες φράσεις που κρύβονται πίσω από τους ηχητικούς όγκους αλλά δίνουν ζωή στις συνθέσεις, σαν πολίτες τoυ Holstenwall, προέρχονται από το ατέρμονο παιχνίδι των εξάχορδων, απόδειξη πραγματικής δεξιοτεχνίας και σύνδεσης με το όργανο.
Ουσιαστική κορύφωση και λύση δεν ευρίσκεται εντός των 72 λεπτών του άλμπουμ (αν αντέξατε μέχρι εδώ μην αφήσετε έναν αριθμό να σας αποθαρρύνει), αφού και η ίδια η ιστορία της ταινίας κρατά μια τραγική ανατροπή για το τέλος. Παρά τις ρυθμικές εξάρσεις από το τέλος του “Akt IV” μέχρι και τη μέση του “Akt VI”, το άλμπουμ αβίαστα ολοκληρώνει έναν κύκλο και γυρνά ακριβώς εκεί από όπου ξεκίνησε: μία προσπάθεια για προσωπική αναζήτηση, σε μια πορεία κατά την οποία η ευφυία και η διαστροφή δύσκολα ξεχωρίζουν μεταξύ τους. Παρά τη φαινομενική έλλειψη οίκτου στο προσωπικό όνειρο του ακροατή, χρησιμοποιώντας τις αλλεπάλληλες ακροάσεις ως διερευνητικό εργαλείο ανακαλύπτει σημεία τα οποία μπορούν να τον επιστρέψουν πίσω στο δικό του κόσμο, όπου οπλισμένος με την εμπειρία που έλαβε μπορεί να προχωρήσει πέρα από όσο του επέτρεπε η μέχρι πρότινος περιορισμένη του αντίληψη.
Οι Toundra αφήνουν στην ευγενική μας κρίση το πιο τέλος αρμόζει καλύτερα και σε καμία στιγμή μέσα σε αυτήν την ταξιδιωτική ώρα δεν προσπαθούν να μας ωθήσουν προς τη μία και μοναδική αλήθεια, γνωρίζοντας πως η προσωπική ύπαρξη του καθενός αποτελεί παρά μόνο ένα τμήμα της. Η ελευθερία της επιλογής αυτής αποτελεί την πεμπτουσία της σύνθεσης του μέλλοντος το οποίο αναμφίβολα ανήκει σε όλους μας.
Bandcamp: https://toundraofficial.bandcamp.com/releases
Facebook: https://www.facebook.com/pg/toundra/about/?ref=page_internal
Official Site: http://www.toundra.es/?fbclid=IwAR0AEO2PfAr7wtfhIdHg2dLuJ6j1ZAVwcaG8Xga2VLUp_IR5Q0EVNwqfF98
610