ΤΟ ΑΛΥΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Για 13 περίπου χρόνια η εμφάνιση ενός τραγουδιού χωρίς καμιά πληροφορία γύρω από αυτό, αναστάτωσε τους εμμονικούς κυνηγούς μουσικών μυστηρίων και πληροφοριών, τους συλλέκτες και όσους έπεσαν έστω και συγκυριακά πάνω στην ιστορία του. Ένας χαρακτηριστικός New Wave ύμνος, βγαλμένος από τις χρυσές μέρες της δεκαετίας του ’80, έρωτας από την πρώτη ακρόαση για τους φίλους αυτού του ήχου, παραμένει ως σήμερα απόρθητος, χλευάζοντας την εποχή της πληροφορίας και της ελεγχόμενης έρευνας.

Η αρχή αυτής της απίστευτης ιστορίας τοποθετείται κάπου ανάμεσα στο 1982 και το 1984. Ένας έφηβος Γερμανός, φίλος της μουσικής, που ζει στην πόλη Wilhelmshaven, στη βόρεια ακτή της χώρας, ο Darius S. ( που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμος), όπως αμέτρητοι ακροατές στην προ streaming εποχή, συνήθιζε να ηχογραφεί με το κασετόφωνό του τραγούδια από το ραδιόφωνο. Ένα από τα αγαπημένα του προγράμματα ήταν η εκπομπή “Musik für junge Leute” (μουσική για νέους), από το γερμανικό δημόσιο ραδιόφωνο NDR 1.

Στην επονομαζόμενη από τον ίδιο “κασέτα 4” υπήρχε το συγκεκριμένο τραγούδι, μαζί με άλλα νέα τραγούδια του 1984, από τους XTC, Cure και άλλους ήρωες της εποχής. Δεν ήταν απόλυτα σίγουρος πως όλα τα τραγούδια της κασέτας ήταν από τη συγκεκριμένη εκπομπή, καθώς περιστασιακά ηχογραφούσε και από άλλες πηγές, δεν υπήρχε όμως εισαγωγή από κάποιον DJ ή κάτι που θα τον βοηθούσε να αναγνωρίσει την προέλευση. Ήταν ένα από τα πολλά τραγούδια χωρίς καμιά πληροφορία, καθώς πιθανά δεν άκουσε καθαρά ή και καθόλου το όνομα του καλλιτέχνη.

Για περισσότερο από δυο δεκαετίες ο Darius κράτησε τις παλιές κασέτες του εντελώς στο περιθώριο. Κάποια στιγμή, η αδερφή του Lydia H. ήθελε επιτέλους να μάθει ποιος βρίσκεται πίσω από αυτό το τραγούδι, μετά από άκαρπη αναζήτηση κάποιων χρόνων στο διαδίκτυο μέσω των στίχων που ξεχώριζε στο άκουσμά του. Έτσι, για πρώτη φορά, δημοσιοποίησε ένα λεπτό και 14 δευτερόλεπτα από το τραγούδι, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αποφύγει πιθανά προβλήματα με πνευματικά δικαιώματα, σε έναν γερμανικό ιστότοπο αφιερωμένο στην 80’s synth pop, καθώς και σε έναν καναδικό ιστότοπο, το “spiritofradio.ca”, που επέτρεπε την ανάρτηση τραγουδιών με σκοπό την αναγνώρισή τους (σαν μια εναλλακτική εκδοχή του Shazam). Ο στόχος ήταν η προσέγγιση μεγαλύτερου κοινού με στόχο να λυθεί το μυστήριο, και η Lydia εμφανιζόταν με τα ψευδώνυμα “Anton Riedel” και “Bluuue”.

O Nicolás Zúñiga της ανεξάρτητης εταιρείας Dead Wax που ειδικεύεται στη synth pop και στο post punk, το άκουσε και ενθουσιάστηκε αλλά κανείς δεν εμφανίστηκε στο μεταξύ να διεκδικήσει κυριότητα. Το ίδιο απόσπασμα αναρτήθηκε στο Youtube το 2011, όχι όμως με πάρα πολλές προβολές. Η αργή εξέλιξη της ιστορίας άλλαξε άρδην όταν το άκουσε ένας 16χρονος νεαρός από το São Paulo της Βραζιλίας, ο Gabriel da Silva Vieira, που μπορεί να μην είχε γεννηθεί καν όταν βγήκε το τραγούδι, αλλά γοητεύτηκε τόσο με τον ήχο και το μυστήριο της ιστορίας, και άρχισε να ψάχνει εντατικά κάποια σχέση με αυτό.

Ανέβασε το τραγούδι στο δικό του κανάλι στο Youtube και σε κάποιες κοινότητες Reddit, με την ελπίδα πως θα αναγνωριστεί. Η ιστορία του είχε αρχίσει να εξαπλώνεται. Το τραγούδι έγινε αντικείμενο ενός επεισοδίου της σειράς YouTube Tales, το οποίο προβλήθηκε άμεσα πάνω από 390.000 φορές. Στο μεταξύ, ένας χρήστης του Reddit δημοσίευσε ολόκληρο το τραγούδι, το οποίο έχει διάρκεια μικρότερη των τριών λεπτών. Η ολοκληρωμένη εκδοχή διέρρευσε προφανώς όταν η Lydia έλαβε ένα email από κάποιον που ζητούσε το πλήρες κομμάτι. Αφού το ανέβασε χρησιμοποιώντας το Lycos, εξακολουθούσε να ανησυχεί για τις νομιμότητες και κατάργησε γρήγορα τον σύνδεσμο, μετά τη λήψη όμως από τον άγνωστο.

Στο Reddit και το Discord (ένας δημοφιλής ιστότοπος συνομιλίας για παίκτες), αρκετές χιλιάδες χρήστες μπήκαν στην αναζήτηση, δημοσιεύοντας θεωρίες και πιθανά στοιχεία επικοινωνίας με βάση την προφορά του τραγουδιστή, και εξετάζοντας αν είναι το συγκρότημα από τη Γερμανία ή, ίσως, την Πολωνία ή την Αυστρία.

Ο γεννημένος στη Βρετανία, Paul Baskerville, που εξακολουθεί να εργάζεται ακόμα στο NDR, ήταν στην πραγματικότητα ο ραδιοφωνικός παραγωγός της εκπομπής “Music For Young People” που άρχισε το 1982 και επικεντρωνόταν σε νέες κυκλοφορίες γύρω από το punk, το new wave, και όλους τους συγγενικούς ήχους της εποχής. Ο ίδιος δεν θυμάται καν το τραγούδι και δεν είναι και απόλυτα σίγουρος πως το έπαιξε στην δική του εκπομπή. Επιβεβαιώνει πως είχε παίξει αρκετές κασέτες από άγνωστα συγκροτήματα του ανατολικού μέρους, πέρα από το τείχος του Βερολίνου. “Ακούγονται σαν τα κακά αγγλικά των Γερμανών, αλλά θα μπορούσε να είναι και Πολωνοί ή Ρώσοι. Οι λίστες των εκπομπών εκείνης της εποχής έχουν πιθανά όλες καταργηθεί και διαγραφεί, ενώ ένας άλλος συνάδελφος, παραγωγός του NDR που πιθανά θα μπορούσε να έχει παίξει ένα τέτοιο τραγούδι, πέθανε το 2016”.

Μέσα στην καταιγίδα των υποθέσεων, καθώς η αναζήτηση έχει φουντώσει σημαντικά, ακούστηκαν απόψεις για πρώιμο τραγούδι των Joy Division, ή των Depeche Mode, ή κάποια άλλα μυστηριώδη ευρωπαϊκά γκρουπ, όπως οι Mental Alchemy και οι Isurks. Μάλιστα, ένας υποτιθέμενος φίλος των Isurks ισχυρίστηκε ότι το τραγούδι ονομάζεται “Check It In” και χρονολογείται από το 1982, και ότι ο βασικός τραγουδιστής είναι νεκρός. Κάποιος άλλος αστικός μύθος υποστήριξε πως ήταν το τελευταίο τραγούδι που έγραψε ένα άγνωστο γκρουπ, πριν όλοι σκοτωθούν ενώ προσπαθούσαν να ανέβουν στον τοίχο και να ξεφύγουν στο Δυτικό Βερολίνο. Για κάποιους ανθρώπους όπως ο Darius, ο Vieira, ή ο Zúñiga, η αναζήτηση έγινε μέρος μιας αλλόκοτης καθημερινής πραγματικότητας με όλες τις αχτίδες ελπίδας και τις απογοητεύσεις που μπορεί να επιφυλάσσει μια τέτοια υπόθεση.

Μια τέτοια αχτίδα ελπίδας προέκυψε όταν η NDR βρήκε 21 ηχογραφημένες εκπομπές στο αρχείο της – από τις εκατοντάδες – και τώρα βρίσκεται στη διαδικασία να τις ακούσει και να μελετήσει τις λίστες αναπαραγωγής. Εν τω μεταξύ, στο Αμβούργο, ο Holger Roloff, που είναι σήμερα ο ιδιοκτήτης της εταιρείας “Amöbenklang”, αποκάλυψε πως έχει ηχογραφήσει ατέλειωτες ώρες μουσικής από μουσικές εκπομπές της NDR που παρουσίασαν ροκ από τη Δύση. Είναι αρκετά σίγουρος ότι οι κασέτες του περιλαμβάνουν μερικές από τις εκπομπές του Baskerville, αλλά δεν έχει ιδέα αν το τραγούδι μυστήριο βρίσκεται σε κάποια από αυτές. Παρ ‘όλα αυτά, ο Roloff ξεκίνησε την αργή, επίπονη διαδικασία ακρόασης όλων των κασετών του, οι περισσότερες από τις οποίες δεν χρονολογούνται και έχουν απλώς χειρόγραφες σημειώσεις όπως “Deutsch New Wave” ή “New Power Musik”. “Αυτό χρειάζεται πολύ χρόνο”, παραδέχεται. “Θα διαρκέσει πιθανώς αρκετά χρόνια.”

Από την πλευρά του ο Baskerville δεν κατανοεί ακριβώς όλη αυτή τη μανία αναζήτησης τόσων ετών… “Δεν θέλω να ακούγομαι σαν ο προδότης αυτής της ιστορίας, αλλά δεν ξέρω προς τι όλη αυτή η φασαρία. Αν πίστευα πως πραγματικά ήταν κάτι εξαιρετικό, πιθανά θα με ενδιέφερε περισσότερο, δεν θεωρώ όμως πως είναι ένα σπουδαίο και ενδιαφέρον τραγούδι”.

Με το μυστήριο να κρατεί λοιπόν καλά ως τις μέρες μας, η γοητεία μιας απροσδόκητης νίκης απέναντι στον απόλυτο έλεγχο της ψηφιακής εποχής, η αύρα μιας άλλης εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί, και η σπάνια περιπέτεια του επιθανάτιου ρόγχου της εντροπίας της πληροφορίας του προηγούμενου αιώνα, μοιάζει να έχουν αλλάξει τις καθημερινές ζωές αρκετών ανθρώπων, προσδίνοντας ένα άλλο νόημα. Για άλλη μια φορά η διαδρομή του ταξιδιού αποδεικνύεται πιο συναρπαστική από τον ίδιο τον προορισμό. Και φυσικά, όλο αυτό το απροσπέλαστο μυστήριο και το ταξίδι με τη μηχανή του χρόνου σε εμπόδια που είχαν σχεδόν ξεχαστεί, έχει αλλάξει και την αξία του τραγουδιού για πάντα.

547
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…