Βραδιά Champions League για τους ποδοσφαιρόφιλους από την μία, προετοιμασία για τον εορτασμό της κρεατοφαγίας για τον περισσότερο κόσμο (λες και τις υπόλοιπες 364 “βοσκάνε”) από την άλλη, και κάπου στην μέση, μία μουσική όαση για ορισμένους “εκλεκτούς” και “εκλεκτικούς”, με όχημα ένα “λεωφορείο” με κάτι “μυστήρια φώτα”.
Κάπως έτσι, αποδεχόμενος το “quest” για την αναζήτηση αυτής της “όασης”, βρέθηκα στην Λιοσίων 205 και στο Σινέ Γκαγκάριν (τίτλος που ταίριαζε γάντι με το ρετρό “άρωμα” της όλης βραδιάς). Δεν υπάρχει τίποτα πιο ευχάριστο και συνάμα αναζωογονητικό από το να “σπας” την εβδομάδα στη μέση με ένα καλό και πολλά υποσχόμενο live, πόσο μάλλον όταν το line up απαρτίζεται απο 2 δυνατές μπάντες, σε καλλιτεχνικό και συνθετικό “οίστρο” αμφότερες, και με καινούριους δίσκους στις αποσκευές τους. Αρκετοί λόγοι για να αδράξεις την ευκαιρία, να ξεκουνήσεις και να περάσεις ένα γεμάτο τρίωρο με ωραίες μουσικές.
Τους BUS έχω προσπαθήσει πολλές φορές να τους δω ζωντανά, για να μην πω αμέτρητες και φανώ υπερβολικός, αλλά κάθε φορά έσπαγε ο “έξαποδώ” το ποδάρι του (και έχει και πολλά ο κ@ριόλης) και τους έχανα. Άλλα τελικά ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και πέτυχα διάνα, “bull’ s eye”! Καθώς σύμφωνα με τα λεγόμενα των παρευρισκομένων, ήταν από τις καλύτερες εμφανίσεις τους, πράγμα που ένιωσα και εγώ παρότι “πρωτάρης”. Οι BUS δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς κυκλοφόρησαν έναν εκπληκτικό δίσκο την περασμένη χρονιά (“Never Decide” μέσω της Riding Easy Records), και έχοντας ολοκληρώσει την Ευρωπαϊκή headlining περιοδεία τους, ήρθαν με τον αέρα μεγάλης μπάντας (γιατί είναι Μεγάλη Μπάντα), ο οποίος “μας πήρε (τους σβέρκους) και μας σήκωσε”.
Το Αθηναϊκό κουαρτέτο, ανέβηκε στην σκηνή λίγο μετά τις 21:30 και έπειτα από μία μικρή 20λεπτη απόκλιση από το χρονοδιάγραμμα της συναυλίας, ξεκίνησαν την τελετουργία τους. “You Better Come In You Better Calm Down” και “The Hunt” για την αρχή και δεν είμαστε καλά. “Rockerbus” και “I Buried Paul” για την συνέχεια, με την “παρανοϊκή” α λα Primus μπασογραμμή, με τα “Cheesy” Claypool φωνητικά και όλα δείχνουν ότι θα είναι ένα φοβερό βράδυ. Η μπάντα πατάει γερά στα πόδια της, έχει απίστευτο δέσιμο επί σκηνής και για περίπου 40 λεπτά μας καθήλωσε (μέχρι να έρθει αργότερα η αποκαθήλωσις) με τα riffs της, την σκηνική της παρουσία, τις στυλιστικές της επιλογές και το γενικότερο vibe που βγάζει. Sabbath worshippers to the bone, και άξια τέκνα των Witchfinder General θα έλεγα, μας προκάλεσαν αυχενικό με το ακατάπαυστο headbanging, πότε με τα Iommi oriented riffs και πότε με τα NWOBHM solos. Lights show, ποιότητα ήχου και η χρήση καπνομηχανής ολοκληρώνουν το puzzle μιας φοβερής και μοναδικής εμφάνισης, με ιδιαίτερα επαγγελματική προσέγγιση.
Ένα τέταρτο μετά τις 22:00, οι BUS μας αποχαιρέτισαν, αναγκάζοντάς μας να “ιδρώσουμε την φανέλα”. Ο κόσμος τίμησε την μπάντα, καθώς η προσέλευσή του ήταν σε ικανοποιητικά επίπεδα, και η μπάντα τίμησε με την σειρά της τον κόσμο προσφέροντάς του ένα χορταστικό live, με ικανοποιητικό setlist. Οι BUS είναι κατ’ εμέ, το νέο “big thing” στον ευρύτερο χώρο του heavy rock, και δεν μιλάω εντός συνόρων. Αυτά τα έχουν περάσει προ πολλού.
Το μοναδικό “μελανό σημείο”, ήταν οι διάφορες φλυαρίες που ακούγονταν εδώ και εκεί, και οι οποίες τείνουν να γίνουν η νέα “μάστιγα” των lives, σε χειρότερο βαθμό απο την χρήση κινητών ή την καθυστέρηση συναυλιών. “Τροφή” για σκέψη και περισυλλογή.
BUS setlist:
You Better Come In You Better Calm Down
The Hunt
Rockerbus
I Buried Paul
F.L.S
Moonchild
Evil Eyes
Forever Grey
Don’t Fear Your Demon
Fallen
Έπειτα από μία ολιγόλεπτη διακοπή για το απαραίτητο ξεστήσιμο – στήσιμο της σκηνής, refill μπύρας και τελευταίο έλεγχο του ήχου, ήρθε η σειρά για το main act της βραδιάς. Πραγματικά οι Mystery Lights, βρέθηκαν στην “δύσκολη” θέση να διαδεχτούν μία τόσο καλοκουρδισμένη μπάντα όπως οι BUS, καθώς επίσης και μία πολύ δυνατή εμφάνιση. Άλλα ως γνωστόν, ο θεμιτός ανταγωνισμός ή η ευγενής άμιλλα αλλιώς, είναι ευεργετική και ωφελεί πάντα και τις 2 πλευρές και οι Νεοϋορκέζοι, “made in California” δεν “μάσησαν”.
H ώρα έχει πάει 22:35 περίπου και μόλις ο καπνός κατέλαβε όλο τον όγκο της σκηνής δημιουργώντας ιδανική ατμόσφαιρα, με την κατάλληλη συνοδεία του Synth Intro, τα μέλη της μπάντας πήραν τις θέσεις τους στην σκηνή και τα “μυστήρια φώτα” άναψαν και μας “φώτισαν” για τα καλά. Οι πρώτες νότες του “I’ m So Tired of Living in the City” ακούγονται και το πάρτι ξεκινά. Φοβερό κομμάτι με νόημα, που είμαι σίγουρος πως μας βρίσκει τους περισσότερους σύμφωνους. “Follow Me Home” και “Flowers in my hair, demons in my head”, με τον Mike Brandon, σαν άλλη Komanetsky να επιδίδεται σε ασκήσεις εδάφους/σκηνής με κιθάρα, κερδίζοντας τις εντυπώσεις, χωρίς φυσικά να παίρνει το απόλυτο δεκάρι, και αυτό για να έχει περιθώρια εξέλιξης και βελτίωσης στο μέλλον. Παρόλο που στο soundcheck, φαινόταν λιγάκι αγχωμένος με τις σπασμωδικές κινήσεις που έκανε, μόλις έπιασε την κιθάρα και ένιωσε τον ρυθμό (και με την βοήθεια της αλκοόλης), φαινόταν τόσο άνετος πάνω στην σκηνή, και σου έδινε την εντύπωση ότι ήταν τόσο εύκολα όλα αυτά που έκανε. Τα “Going Down”, “Someone Else is in Control”, “Parchment Farm”, “Without Me”, παίρνουν σειρά καθώς το ένα διαδέχεται το άλλο, χωρίς προλόγους και παύσεις μεταξύ τους, με την μπάντα να είναι λακωνική και να στοχεύει στην ουσία, και με τον κόσμο να μην προλαβαίνει ούτε καν να χειροκροτήσει. Ο καταιγισμός των κομματιών συνεχίζεται, με τον Mike να είναι αεικίνητος και πηγή αστείρευτης ενέργειας, να “οργώνει” κυριολεκτικά την σκηνή και να τροφοδοτεί και τους υπόλοιπους, οι οποίοι μέχρι εκείνη την στιγμή είχαν καταφέρει να είναι κυρίαρχοι του εαυτού τους, κάτι που θα άλλαζε λίαν συντόμως.
Το πρώτο ουσιαστικό break, έγινε περίπου στα μέσα του show και αυτό για να ευχηθούμε σε ένα μέλος του crew “Happy Birthday”, μετά από τον πρόλογο του έτερου κιθαρίστα Luis Solano. Ο κόσμος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα και χάρισε μία ξεχωριστή στιγμή στον τύπο, προσθέτοντας μία όμορφη νότα στην ήδη εξαίσια βραδιά. Η συνέχεια εξίσου συναρπαστική και “ηλεκτρισμένη”΄, με την επόμενη τετράδα κομματιών (“Without Me”, “Too Many Girls” “Too Tough To Bear”, “Melt”) από τον ομώνυμο δίσκο να ξεσηκώνει το κοινό, το οποίο είχε σχεδόν γεμίσει όλο το κάτω διάζωμα του μαγαζιού, και με την μπάντα να δικαιώνει την φήμη της “ως η καλύτερη garage μπάντα της Νέας Υόρκης”.
Όσο περνούσε η ώρα, το Gagarin είχε “μεταμορφωθεί” σε μία χρονομηχανή, με cabin crew την ίδια την μπάντα, και με καύσιμο τις acid/garage μελωδίες μας ταξίδευε με αφετηρία τα ’60s, σε ένα νοσταλγικό μουσικό ταξίδι μέχρι το σήμερα.
“Too Much Tension” για την συνέχεια, με τον Mike να “σέρνει το χορό” (πραγματικά μου θύμιζε Αμερικάνικη εκδοχή του Angus Young στο πιο ψηλό και χωρίς τα “ταυράκια” στην κιθάρα) και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, με την βοήθεια του κόσμου και με το αλκοόλ που έρεε άφθονο, να βγαίνουν από την “safe mode” λειτουργία τους έχοντας σπάσει τα καλούπια τους, ώστε μας προσέφεραν ένα μοναδικό Διονυσιακό μουσικό “όργιο” επί σκηνής, με μπυροποσίες, ντους με μπύρα, χορούς, τούμπες, ίντριγκες και πολλά ευτράπελα. Όλα στην τιμή του ενός.
Ειλικρινά είναι πολύ δύσκολο να μεταφέρεις την εικόνα των όσων ζήσαμε όσοι βρεθήκαμε εκεί, όσο “ιντερνετικό μελάνι” και να “χύσεις”. Η μία επιτυχία διαδεχόταν την άλλη, με το σκηνικό να θυμίζει πλέον περισσότερο μουσικοθεατρική παράσταση παρά κανονικό live. Ένα rock ‘n’ roll circus on stage, το οποίο τα περιείχε όλα. Crowdsurfing από το κοινό και τον Mike, stagediving, “αναρρίχηση” σε ενισχυτές, ρομάντζο, guest συμμετοχές απο το crew ( Steven?), μέχρι και υποτυπώδες moshpit είδαμε, και η λίστα θα μπορούσε να συνεχίζει ες αεί. Μπάντα και κοινό είχαν γίνει ένα, και το σημαντικότερο όλοι περνούσαν φανταστικά. Όπου και να κοιτούσες, έβλεπες χαρούμενα πρόσωπα με ένα χαμόγελο κολλημένο στα χείλη (Why so sad..?). Ήταν το τελευταίο show της περιοδείας και η μπάντα ήθελε να κάνει το κάτι παραπάνω, και πραγματικά το τερμάτισε.
Όσο συνέχιζε η ξέφρενη πορεία της βραδιάς, είχαμε χάσει την αίσθηση του χρόνου και του χώρου (ιδίως για μερικούς), αλλά το “show went on” για τα καλά. Μόνο η Lily είχε κάποιους ενδοιασμούς, κάθε φορά που ο Mike προλόγιζε τα επόμενα κομμάτια. Τί και αν φώναζε “αγανακτισμένη” μόνη της “καληνύχτα”, τί και αν έπαιρνε τις μπαγκέτες του ντράμερ, τίποτα δεν σταματούσε την υπόλοιπη μπάντα, η οποία ήταν σε “δαιμονισμένη” φόρμα. Βέβαια ήταν μία κατάσταση “τραβάτε με και ας κλαίω”, γιατί κάθε φορά που ξεκινούσε το επόμενο κομμάτι, γούσταρε και μας μάγευε με τα πλήκτρα της. ΤΕΡΑΣΤΙΟ respect στο τέρας ψυχραιμίας, που ακούει στο όνομα Zack Butler. Ο τύπος δεν έχανε χτύπημα στα τύμπανα, ακόμα και όταν τον “παρενοχλούσαν”, καθώς με γαϊδουρινή υπομονή πίσω απο το kit του, είχε μία έκφραση του στιλ “μη μου τα κύμβαλα τάραττε”.
Καθώς η βραδιά πλησίαζε προς το τέλος, all time classics με “It’ s Alright”, “What happens when you turn the devil down” , “Thick Skin”, με το συγκρότημα να μας ευχαριστεί και να μας αποχαιρετάει. Όχι για πολύ όμως. Με τον κόσμο να φωνάζει απεγνωσμένα “και άλλο” και χωρίς την παραμικρή πρόθεση να αποχωρίσει, η μπάντα επέστρεψε για encore (όχι ότι έφυγε ποτέ). Όπως ήταν λογικό, και αφού το setlist είχε “ξεχειλώσει” χωρίς να υπάρχουν άλλα τραγούδια, πήραν σειρά οι διασκευές. Έτσι “υποδεχθήκαμε” στην σκηνή τους Dead Moon, Los siacos και Screamers για ένα ευχάριστο κλείσιμο μιας ανεπανάληπτης βραδιάς.
Λίγο μετά τις 00:00, και ύστερα από σχεδόν 2 ώρες με αρκετές “αναταράξεις”, ο “πιλότος” (Mike Brandon), αφού ζήτησε έξτρα καπνό και φωτισμό (για να κάνει ακόμα πιο “ανώμαλη” την προσγείωσή μας) κατάφερε να “προσεδαφίσει” την “χρονοκάψουλα” στον “αεροδιάδρομο” της Λιοσίων, με τους “επιβάτες” να κατευθύνονται προς την έξοδο. Αν και κάποιοι νοερά έχουν παραμείνει εκεί..και μάλλον θα παραμείνουν αρκετό καιρό…
The Mystery Lights setlist:
Synthtro
I’ m So Tired (of living in the city)
Intro
Follow Me Home
Flowers in my hair, Demons in my head
Going Down
Someone Else is in Control
Parchment Farm (dead moon version)
Without Me
Too Many Girls
Too Tough To Bear
Melt
Higher (written by Mark Sultan)
Too Much Tension
Watching the news, gives me the blues
Can’ t get through to my head
It’s Alright
What happens when you turn the devil down
Thick Skin
Demolition (Los Siacos cover)
Dead Moon Night (Dead Moon cover)
122 Hours of Fear (Screamers cover)
Φωτογραφίες : Χρήστος Λεμονής
655