Είδος: Power/Progressive Metal
Δισκογραφική: Northpoint Productions
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 18 Δεκεμβρίου 2020
Λίγο πριν το φευγιό ενός έτους με δυστοπικές εκφάνσεις όπως το 2020, οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι από το 1989 Royal Hunt, έρχονται με τον 15ο δίσκο τους με τον δυστυχώς επίκαιρο τίτλο “Dystopia”, να σφραγίσουν μία χρονιά αποδοτική, ικανοποιητική και ξεχωριστή μουσικά, προσθέτοντας το προσωπικό τους “στίγμα” σε ένα χορταστικό μουσικό σκηνικό, λίγο πριν αυτό “θαμπώσει”.
Η ιστορία τους έχει γραφτεί με σημαντικές δισκογραφικές “εκφράσεις ποιότητας”, όπως η προηγούμενη του “Cast in Stone” ή “ζωντανές”, βιωματικές στιγμές όπως αυτή του 2018 στο φινάλε στη χώρα μας, της τότε “περιπλάνησης” της μουσικής τους ανά τον κόσμο, για το προαναφερθέν δημιούργημα (Royal Hunt, Soul Cages, New Past (20/4/2018) Kyttaro club).
Για όσους πιστά συνοδοιπορούν με την παρέα του ιθύνοντα νου και ιδρυτή Andre Andersen, η πορεία και η συνέπειά της δεν συνιστούν έκπληξη. Στην εποχή που αρκετοί μουσικοί συνδράμουν σε παράλληλα projects όπως έλεγε ο Andersen στον Αρχισυντάκτη μας Γιάννη Φράγκο (ROYAL HUNT Video Interview With Andre Andersen) πριν δύο και κάτι χρόνια, οι Royal Hunt διατηρούν ένα ποιοτικό “σύμπλεγμα” ταλαντούχων μουσικών (με προεξέχοντες τους Andersen και DC Cooper) με σκοπό (και) την προσήλωση στον τεθέντα στόχο, ενώ οι ιδέες τους και η μετουσίωσή τους σε “μουσικές πράξεις” εμπεριέχουν και το στοιχείο της ποικιλίας.
Στο πλαίσιο αυτού συμπράττουν στο “Dystopia” οι φωνές των Mark Boals (Y.J. Malmsteen, Ring of Fire), Kenny Lubcke (Narita, Zoser Mez), Mats Leven (Candlemass, TSO, Skyblood), Henrik Brockmann (Royal Hunt, Evil Masquerade, N´Tribe) και της Alexandra Andersen (Royal Hunt, JSP), αλλάζοντας έτσι δομικά και προσαρμόζοντας, εν μέρει, το νέο αποτέλεσμα.
Ο δίσκος λοιπόν κυμαίνεται στην συνειδητή και “τίμια” μουσική “ατραπό” που το group πορεύεται, με μία παραγωγή που φτάνει στους ακουστικούς αισθητήρες του ακροατή πιο “φρέσκια” και “ζωντανή” από την προηγούμενη, εκσυγχρονισμένη αλλά μη απεμπολούσα την ταυτότητα του παρελθόντος, καταφέρνοντας να ισοσκελίσει κατ’ ελάχιστον (για το γράφοντα ξεπεράσει) το πρόσφατο πόνημά τους. Όταν δε ο προκάτοχος έχει λάβει θετική αποδοχή και κριτικές, το να βγάζεις έναν εξίσου καλό δίσκο “μπολιασμένο” και με σημαντικές ποσότητες συναισθήματος, αποτελεί από μόνο του αξιοσημείωτη επιτυχία.
Η ιδέα του προέρχεται από το βραβευμένο μυθιστόρημα του Ray Bradbury, “Fahrenheit 451”, στοιχειοθετώντας ένα concept album. Πρόκειται για την περιγραφή μιας δυνητικής, μελλοντικής Αμερικανικής κοινωνίας, όπου τα βιβλία έχουν απαγορευτεί και όσα βρίσκονται καίγονται. Ο τίτλος αποτελεί την ελάχιστη τιμή θερμοκρασίας αυτοανάφλεξης ενός βιβλίου, ενώ ο βασικός πρωταγωνιστής Guy Montag είναι ένας πυροσβέστης από τους επιφορτισμένους με την ευθύνη καύσης όσων βιβλίων έχουν απομείνει, που αρνείται την εμπλοκή στη λογοκρισία αυτή και παραιτείται, αφοσιώνοντας εαυτόν στη διατήρηση της λογοτεχνικής κληρονομιάς. {Ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι το βιβλίο υπήρξε και ένας συμβολισμός του πώς τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (?) εμμέσως αποτρέπουν/“λογοκρίνουν” την ανάγνωση λογοτεχνίας (σ.γ.: μεταξύ άλλων, πιο δόλιων “ενεργειών”)}.
Συνοδευόμενη η ιδέα από συμφωνικές “φόρμες”, progressive στοιχεία αλλά και εξαιρετικές ερμηνείες (ιδιαίτερη η σύμπραξη/συνύπαρξη της Alexandra Andersen στο “I Used to Walk Alone”), σε στιγμές παρασύρει τον ακροατή, νομίζοντας από τη συνολική ατμόσφαιρα και τα συναισθήματα ότι βιώνει μία rock opera ή σε άλλες αναζητά το οπτικό συνδετικό μιας κινηματογραφικής παραγωγής. Όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει στο ανωτέρω κομμάτι ή τα “Intermission I (The Missing Page)” και “Intermission II (Midway)”, την ίδια στιγμή που το μέτρο διατηρείται και δεν κουράζει τον αποδέκτη, παρά τις επιμηκυμένες ενορχηστρώσεις.
Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με έναν δίσκο υψηλής αισθητικής και ποιότητας, που θα ικανοποιήσει πλήρως τους φίλους του είδους και τους οπαδούς της μπάντας, και μπορεί να συγκινήσει και εκείνους που δεν την είχαν στα ακούσματά τους. Κάποιες απαραίτητες ακροάσεις (πλέον μίας), εκτιμώ μπορούν να πείσουν όσους “αμφισβητίες”.
Αν οι προσωπικές ετήσιες λίστες με τους καλύτερους δίσκους/προτάσεις για το 2020 έπρεπε να παραδοθούν μεταγενέστερα της συγκεκριμένης κυκλοφορίας, οι Royal Hunt προσωπικά θα μου έθεταν ακόμα ένα γρίφο για την θέση κατάταξής τους σε αυτήν.
Royal Hunt:
André Andersen/Keyboards
DC Cooper/Vocals
Andreas Passmark/Bass
Jonas Larsen/Guitars
Andreas “HABO” Johansson/Drums
Homepage: https://royalhunt.com/
Facebook: https://www.facebook.com/royalhunt
Myspace: https://myspace.com/royalhuntmusic
Instagram: https://www.instagram.com/royalhuntmusic/