Για την τέταρτη μέρα του Release Festival , το φεστιβάλ φόρεσε τα εναλλακτικά του και “στολίστηκε” με τα ήχο χρώματα του Glastonbury και του Reading Festival για μία υπέροχη 90s Indie ηχητική και αισθητική αναβίωση από ορισμένους κορυφαίους πρεσβευτές του ιδιώματος.
Η πλατεία νερού έγινε ένα ευχάριστο Boomers meeting place και αποτέλεσε κατά τα 3/4 του line up Brit Pop μουσική αποικία. Παρόλο που ως είθισται επεκτατικές πολιτικές και αποικιοκράτες δεν τους γουστάρουμε, εδώ κάναμε μία μοναδική εξαίρεση, καθώς οι προθέσεις τους ήταν φιλικές και αγνές, με την υποδοχή να είναι θερμή και ηχηρή.
Οι Ολλανδοί Tramhaus έκοψαν την κορδέλα της έναρξης και εγκαινίασαν την μέρα κάτω από το καυτό ήλιο. Δεν ξέρω τι ιδέα είχαν περί κολάσεως, όμως σίγουρα πήραν μία γεύση περί τίνος πρόκειται μετά και την εμφάνιση τους. Ειδικά ο μαυροφορεμένος drummer ήταν με την καλή έννοια για λύπηση καθώς έσταζε κυριολεκτικά, κάτι που δεν τον εμπόδισε όμως στις τυμπανοκρουσίες του.
Η μπάντα είναι γνήσιο τέκνο του Brit Pop κινήματος και της Indie σκηνής, και θα αποτελέσει μία απαραίτητη ένεση αντιγηραντικής θεραπείας για το μέλλον του ιδιώματος. Κινούμενοι κάπου μεταξύ The Verve και Oasis, και ολίγον Growlers θα συμπληρώσω εγώ, μας κράτησαν συντροφιά όλους εμάς τους λιγοστούς under the sun και υπό σκιά παρευρισκόμενους, κερδίζοντας το χειροκρότημα.
Ίσως πρέπει πλέον να αφήσουν τις single κυκλοφορίες και να βγάλουν έναν ολοκληρωμένο δίσκο για να αποκτήσουν απήχηση σε μεγαλύτερα ακροατήρια, γιατί ξεχωρίζουν και έχουν πολλά να πουν.
Το μεγάλο χρονικά κενό μέχρι την εμφάνιση του επόμενου συγκροτήματος, των Ride, μας έδωσε χρόνο για αναζήτηση πηγής δροσιάς και καλύτερου spot, σε κάποια από τις λιγοστές σκιές μέχρι την συγκεκριμένη στιγμή.
Αφού τα καταφέραμε, ήμασταν έτοιμοι να υποδεχτούμε τους Ride για μία Βρετανική βόλτα, και τι βόλτα, με μοναδικές ατμοσφαιρικές shoegaze μελωδίες από τους πρωτεργάτες του ήχου.
Ο Andy Bell και η παρέα του ανέβηκαν στην σκηνή, και η αλήθεια είναι ότι στην αρχή ήταν κάπως άνευροι, και σίγουρα ο καύσωνας έπαιξε τον ρόλο του, αφού οι τύποι είχαν γίνει κόκκινοι σαν μπαρμπούνια.
Βέβαια στην πορεία, φόρεσαν την πυρίμαχη στολή τους και μπήκαν σε hot mode, “Fighting Fire With Fire”, και μας ταξίδεψαν με τις καυτές noise pop και Alternative Rock μουσικές τους και την πρόσφατη κυκλοφορία τους. Όσο περνούσε η ώρα και έφτασαν στην κατάλληλη θερμοκρασία για αυτούς, ανέβασαν τον ρυθμό και την ένταση, ιδρώνοντας κυριολεκτικά την φανέλα.
Τα δίπλα φωνητικά των Bell και Gardener, εναλλάσσονταν ιδανικά δίνοντας βάθος και στοιχεία πλουραλισμού στις συνθέσεις, που κινήθηκαν στα πλαίσια best of setlist. Καθώς τους έχω παρακολουθήσει σε κλειστό χώρο στο παρελθόν, θεωρώ πως ταιριάζουν περισσότερο σε εσωτερικά venue ή έστω σε πιο βραδινές ώρες δράσης, χωρίς φυσικά να σημαίνει αυτό ότι δεν τους απόλαυσα, τουναντίον… τους λάτρεψα..!!
Το τέλος της εμφάνισης των Ride, σηματοδότησε την άφιξη περισσότερου κόσμου στην πλατεία νερού, καθώς η ώρα περνούσε και είχε περάσει της 20:00. Ταυτόχρονα η ο ήλιος υποχωρούσε και η σκιά κέρδιζε χωροταξικά το μέρος εκατοστό προς εκατοστό, με το κοινό να δημιουργεί μία κάποια ομοιογένεια σε σχέση με πριν.
Οι απαραίτητες προετοιμασίες, υπό τους ήχους των Jose Mauro, Ruhollah Khaleqi και Jack Lucking μεταξύ άλλων, επί σκηνής έλαβαν τέλος και η αναμενόμενη ώρα για την πολυπόθητη εμφάνιση των Smile ερχόταν προ των πυλών.
Όπως είπαμε και στη σχετική παρουσίαση του τελευταίου δίσκου της μπάντας, το να μην ασχοληθείς μαζί της ή αντίστροφα να ασχοληθείς μόνο και μόνο για την παρουσία των Thom Yorke και John Greenwood είναι το ίδιο αυτό ταπεινωτικό.
Οι Smile ναι μεν είναι το νέο μέσο έκφρασης του δίδυμου των Radiohead( μαζί με τον Tom Skinner), όμως είναι πολλά περισσότερα από αυτό, καθώς αποτελεί μία δεξαμενή ψυχεδέλειας που ψάχνει διέξοδο προς τα έξω, και την βρίσκει μέσα από μία εναλλακτική σκοπιά, που κυμαίνεται από μία minimal electronica βάση που φτάνει σε Kraut και ίσως και Art Rock κορύφωση.
Το κουαρτέτο (για τις ανάγκες του Live) έχει εικόνισμα δίσκους σαν το “Obscured by Clouds” και το δείχνει επί σκηνής με το δικό του μοναδικό τρόπο, μέσα από πειραματικές περιπτύξεις ήχων και οργάνων συμπεριλαμβανομένου, πνευστά όργανα, δοξάρια, πλήκτρα και μία ελευθεριάζουσα διάθεση αυτοσχεδιασμού.
Καθόλη τη διάρκεια της εμφάνισης, προσπαθούσα να απογυμνώνω τους κλασικούς ήχους, και εν αντιθέσει με τη λακωνική φιλοσοφία στο κομμάτι της διαδραστικότητας με το κοινό, ανακάλυπτα ολοένα και περισσότερους ήχους και στρώματα αυτών με τους οποίους έντυναν τις συνθέσεις.
Γεμάτο set από πλευράς ώρας, με ήχο για σεμινάριο και με ένα light show που δημιουργούσε μία οπτικοακουστική εμπειρία που θέτει ψηλά τον πήχη για το μέλλον. Ιδιαίτερη μνεία από σκηνοθετικής άποψης αξίζει ο υπεύθυνος κάλυψης της εμφάνισης με τις κάμερες, διότι το γεγονός ότι στην γιγαντοοθόνη ήταν διαιρεμένη στα τέσσερα, μπορούσες να παρακολουθείς την ίδια στιγμή αυτό που εξελισσόταν μπροστά σου real time, χωρίς να χάνεις τίποτα.
Το γεγονός πάντως πως ο ήλιος ήταν πλέον παρελθόν συνεισέφερε τα μέγιστα από όλες τις απόψεις, ενώ το αεράκι που γέμιζε την πλατεία κατά τόπους ήταν, αν και ζεστό, ταυτόχρονα ευεργετικό.
Εν μέσω αποθέωσης οι Smile αφού έκαναν το χειλάκι μας να χαμογελάσει με μειδίαμα, μας αποχαιρέτησαν έπειτα από την ηγετική τους εμφάνιση η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είναι σαν headliner του φεστιβάλ. Επειδή όμως δεν ήταν, ανασκουμπωθήκαμε και με άπλετο χρόνο μπροστά μας οδηγηθήκαμε για τον απαραίτητο τελευταίο ανεφοδιασμό και το αναγκαστικό ξαλάφρωμα, δίχως να χάνουμε χρόνο.
Ο κόσμος πλέον είχε κατακλύσει τον χώρο από άκρη σε άκρη και το μόνο που έβλεπες ήταν ευχάριστα πηγαδάκια χαρούμενου κόσμου που διασκέδασε υπό το ολόγιομο φεγγάρι με ωραίες μουσικές.
Η ώρα ήταν περασμένες 23:15 και η πολυαναμενόμενη εμφάνιση των Pulp έφτανε όλο και πιο κοντά με τα φώτα να σβήνουν και όλα τα μάτια να βρίσκονται μπροστά στις γιγαντοοθόνες διαβάζοντας τα μηνύματα.
Αφού αποκρυπτογραφήσαμε το γρίφο και ουρλιάζαμε με μία φωνή, υποδεχτήκαμε την μπάντα και τον ανελθόντα εις το σανίδι Jarvis “Man on the Moon” Cocker, ο οποίος βρισκόταν σε αποστολή να μας μαγέψει για ακόμη μια φορά.
Όπως αποδείχτηκε η τρίτη εμφάνιση τους στην χώρα μας μετά το 1998 και το 2011, ήταν και η πιο μαγευτική!
Κάπως έτσι ξεκίνησε το μεγαλύτερο encore (όπως ανέφεραν οι ίδιοι) στην ιστορία της μουσικής, δεδομένου ότι διήρκησε κοντά στις δύο ώρες.
Μπορεί πρωτύτερα οι Smile να φλέρταραν μουσικά στα πλαίσια του αισθησιακού, οι Pulp εμφανίστηκαν αρκετά ρομαντικοί με ένα αίσθημα “called love” ένα πράγμα. Ο Cocker δεν ανεβαίνει κιγκλιδώματα, κάνοντας τρέλες όπως στο παρελθόν, όμως γεμίζει με το πληθωρικό του ταλέντο και τις άγαρμπες χορευτικές του κινήσεις την σκηνή, για να μην μιλήσουμε για την χαρακτηριστική φωνή του και τις όμορφες ερμηνείες του.
Ένας Άγγλος ευγενής με κοινωνικές ευαισθησίες και καλλιτεχνικές ανησυχίες κουβαλάει ολόκληρες γενιές πλέον και τις εκφράζει με τις μουσικές τους.
Σίγουρα αποτελεί το σημαίνουν πρόσωπο για το συγκρότημα, αλλά οφείλει πολλά και στους εκπληκτικούς μουσικούς που τον συνοδεύουν και οι οποίοι με την επαγγελματική τους κατάρτιση και εκτελεστική δεινότητα τον πλαισιώνουν ιδανικά.
Μια Brit Pop πανδαισία έλαβε χώρα το βράδυ της Πέμπτης, με ευθεία παραπομπή στη σκηνή του Sheffield και της Αγγλίας γενικότερα, με κλασικούς ύμνους να δημιουργούν μία νοσταλγική και χορευτική βραδιά για το πλήθος του κόσμου που είχε κατακλύσει την πλατεία νερού.
Όσο και να μην το παραδέχεται ο ίδιος, η αγάπη του για την Βρετανική ψυχεδέλεια των late 60s και η λατρεία των πρώιμων Pink Floyd δεν κρύβεται, και έχει κατακλύσει την μουσική του, και πόσο μάλλον σε κομμάτια όπως τα “Weeds” που βιώσαμε μία κατάσταση συναισθησίας.
Η βραδιά πλαισιώθηκε από τις ιδανικές συνθήκες, με το φεγγάρι να μας συντροφεύει μια μέρα πριν το θερινό ηλιοστάσιο και τον Cocker σε διονυσιακή φόρμα και δαιμονιώδη κατάσταση με το Αγγλικό του μαύρο χιούμορ να κάνει την εμφάνιση του αμυδρά, ειδικά όταν προλόγιζε τα κομμάτια η συναναστρεφόταν με τον κόσμο, όταν δεν μάζευε εσώρουχα επί σκηνής.
A night to remember πραγματικά, όπως είχε πει στην αρχή, ακόμα και αν δεν ξανάρθουν, που δεν το ελπίζουμε φυσικά. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε σε μία Rick and Morty διάσταση να ακούσουμε encore μέσα στο encore με την τριπλέτα των “Like a Friend”, “Underwear” και “Common People” να δίνει την θέση της στα “Bad Cover Version”, “Razzmatazz” και “Glory Days” με τον κόσμο να είναι πανευτυχής σε ντελίριο.
Δεν ξέρω αν οι εύποροι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν σαν “Common People”, το σίγουρο είναι ότι όλοι εμείς οι “συνηθισμένοι άνθρωποι”, την Πέμπτη ζήσαμε σαν πλούσιοι γεμάτοι από συναισθήματα, χορούς και μουσικές, έπειτα και από την μαγευτική εμφάνιση των Pulp…
Περασμένες 01:00 και η παράσταση έλαβε τέλος και πέρασε στην ιστορία του φεστιβάλ και όχι μόνο για τις ομορφότερες συναυλίες, με χρωματιστά γεμάτα συναισθήματα γράμματα…
Τζίμη αν τους είδες από εκεί ψηλά στον ουρανό, πες μου πως σου φάνηκαν ρε φίλε…
Setlist
I Spy
Disco 2000
Monday Morning
Something Changed
Pink Glove
Weeds
Weeds II (The Origin of the Species)
F.E.E.L.I.N.G.C.A.L.L.E.D.L.O.V.E.
Sorted for E’s & Wizz
This Is Hardcore
Do You Remember the First Time?
Babies
Sunrise
Like a Friend
Underwear
Common People
Bad Cover Version
Razzmatazz
Glory Days
photos: Release Athens
932