Είδος: Gothic Metal
Δισκογραφική: Nuclear Blast
Ημ. Κυκλοφορίας: 1 Δεκεμβρίου 2023
Οι Βρετανοί Shadowkings επιστρέφουν στον σιδηρούν θρόνο τους για δύο εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ), και δεν θα μπορούσαμε να είμαστε πιο χαρούμενοι για αυτό ώστε να τους υποδεχτούμε μετά δαφνών και βαΐων (όπως κάθε φορά φυσικά) κάτι που το αξίζουν και το έχουν κερδίσει επάξια όλα αυτά τα χρόνια, διανύοντας αισίως την τέταρτη δεκαετία της ύπαρξής τους, μα και την δεύτερη νιότη τους την δεδομένη στιγμή.
Η συμβιωτική σχέση αγάπης που έχουν δημιουργήσει με το Ελληνικό κοινό όλα αυτά τα χρόνια τους έχει αναγάγει σε λατρευτικό τέμενος και τις δισκογραφικές τους δουλειές σε προσηλυτιστικά ηχητικά ευαγγέλια στην ακρόαση των οποίων καταφεύγουμε ως επιτακτική ανάγκη. Μια σχέση που “σμιλεύτηκε” ανά τα χρόνια με ανιδιοτελή συναισθήματα και απέθαντη λατρεία στα εύκολα και τα δύσκολα, στις συμβατικές και πειραματικές τους καλλιτεχνικές απόπειρες, στο απόγειο τους αλλά και στα έκπτωτα χρόνια τους έως και στις μέρες μας με την επιστροφή τους στις ρίζες, βρισκόμασταν εκεί για αυτούς και vice versa.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι δεν χρειαζόμαστε ούτε εμείς μα ούτε και αυτοί ιδιαίτερο λόγο για την κάθε τους επίσκεψη, όμως αυτήν την φορά έρχονται μέσα σε επετειακό πλαίσιο με εορταστική διάθεση καθώς κουβαλάνε στις αποσκευές τους την εξ ολοκλήρου επανηχογράφηση του εμβληματικού “Icon” που συμπληρώνει φέτος 30 χρόνια ζωής και έχει γαλουχήσει γενιές και γενιές οπαδών, μουσικών και θα συνεχίζει να επηρεάζει στα σίγουρα και τις μελλοντικές ες αεί.
Θα είμαι απόλυτα ειλικρινής και με το χέρι στην καρδιά θα δηλώσω ότι είμαι σχεδόν κάθετος με ελάχιστη διαλλακτικότητα σε ο,τι έχει να κάνει με επανακυκλοφορίες και περιοδείες για τα συγκροτήματα, για προφανείς και ευνόητους λόγους. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με μία ιδιαίτερη περίπτωση, όπου δεν θυσιάζεται τίποτα έτσι απλά στο βωμό του κέρδους και της τυφλής οπαδικής αγάπης. Το “Icon 30” ηχογραφήθηκε εκ νέου από την αρχή σε παραγωγή του γνωστού και μη εξαιρετέου Jaime Gomez Arellano και θα κυκλοφορήσει με νέο φιλοτεχνημένο εξώφυλλο, με τα φωνητικά και τύμπανα να έχουν ηχογραφηθεί στα Arda Studios στο Πόρτο της Πορτογαλίας, ενώ οι κιθάρες και το μπάσο στα ιδιόκτητα Black Planet Studios του Greg Mackintosh.
Όπως εξήγησε πρόσφατα ο Nick Holmes :
“ Η συγκεκριμένη δισκογραφική μας συμφωνία την εποχή που υπογράψαμε για το άλμπουμ Icon σήμαινε ότι δεν θα κατέχουμε ποτέ τα δικαιώματα για τη μουσική ή το καλλιτεχνικό μας έργο, οπότε στο εξής, για να επανεκδώσουμε το άλμπουμ μόνοι μας για την 30ή επέτειο, ήταν απαραίτητο να το ηχογραφήσουμε ξανά από την αρχή και να σχεδιάσουμε πάλι το εξώφυλλο του άλμπουμ”.
Για ηθικούς, ιδεολογικούς λόγους στηρίζοντας τον ίδιο τον καλλιτέχνη και το έργο του, και την αποδέσμευσή του από τα δεσμά της μουσικής βιομηχανίας και τα δεινά της εκμετάλλευσης, γιορτάζουμε την ελευθερία της έκφρασης, αγκαλιάζουμε τη καινούρια επανακυκλοφορία και δίνουμε το παρών στη γιορτή που θα στηθεί στις εγχώριες εμφανίσεις.
Έχοντας παρακολουθήσει την παρουσίαση του “Gothic” στην ολότητα του πριν μερικά χρόνια στο εξωτερικό, οφείλω να ομολογήσω ότι πρόκειται για once in a lifetime μουσική εμπειρία που με απλά λόγια δεν χάνεται.
Επειδή όμως μέχρι το σήμερα και την ηχογράφηση του “Icon 30” μεσολάβησαν τριάντα ολόκληρα χρόνια, θα κάνουμε μία σύντομη αναδρομή στο παρελθόν και θα μεταβούμε στο μακρινό 1993 και στο Halifax του West Yorkshire για να πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή στο ρου της ιστορίας και να νιώσουμε όσο είναι δυνατόν το συναίσθημα της δημιουργίας του δίσκου.
Τη συγκεκριμένη χρονιά θα μπορούσαμε να πούμε πως το Doom Metal έγινε είδος από μόνο του, διότι εκτός από το “Icon”, είδαμε τους Cathedral να κυκλοφορούν το “Ethereal Mirror”, τους diSEMBOWELMENT να κυκλοφορούν το “Transcendence Into The Peripheral” και τους Type O Negative να κυκλοφορούν το “Bloody Kisses”. Οι St. Vitus και οι Sleep είχαν ήδη προϋπάρξει καθιερώνοντας το ιδίωμα, όμως αυτές οι τέσσερις μπάντες το πήραν και το προσδιόρισαν στον ήχο που έχουμε σήμερα με τους όρους Stoner Doom, Doom Death και Gothic Metal να εδραιώνονται στις συνειδήσεις των οπαδών.
Η μπάντα ακολούθησε μία πιο “επική” προσέγγιση και στο “Icon” μπορείς να διακρίνεις στοιχεία από τα προαναφερθέντα τρία άλμπουμ συνδυασμένα με συμφωνικούς ήχους συνθέτοντας έναν πρωτοποριακό ήχο για τότε, που θα υιοθετούσαν μελλοντικά συγκροτήματα στην πορεία, όπως Moonspell και Lacuna Coil ενδεικτικά αναφέροντας. Επιπλέον είναι εμφανείς οι συγγενικές σχέσεις με μπάντες όπως Witchfinder General και Black Sabbath σε μεγάλο βαθμό.
Οι Lost πρωτοπόροι του Death/Doom ήχου μαζί με τους Anathema και τους My Dying Bride (γνωστοί και ως οι Peaceville Three) όρισαν το συγκεκριμένο ιδίωμα και το στίγμα τους παραμένει χαραγμένο μέχρι σήμερα.
Το “Icon” είναι μία crossover απόπειρα μεταξύ Black/Thrash/Heavy Metal ιδιωμάτων για την μπάντα και αποτελεί το τέταρτο κατά σειρά άλμπουμ των Βρετανών ηχογραφημένο στο μεσοδιάστημα μεταξύ Ιουνίου-Ιουλίου του 1993 στα Jacobs και Townhouse studios αντίστοιχα, με παραγωγό τον Simon Efemey και επίσημη ημερομηνία κυκλοφορίας την 23η Σεπτεμβρίου.
Είναι το δεύτερο άλμπουμ μετά το “Shades of God” μετά την φυγή από την Peaceville Records και υπό τη νέα δισκογραφική σκέπη της Music for Nations. Επιπρόσθετα στο πλαίσιο των ευρύτερων αλλαγών και της νέας ηχητικής πλεύσης, αποτελεί και το κύκνειο άσμα του Matt Archer πίσω από τα τύμπανα, με τον Lee Morris να αναλαμβάνει πλέον δράση. Ο δίσκος σηματοδοτεί και την περαιτέρω απομάκρυνση από τον πρώιμο Death Doom ήχο των Lost Paradise και Gothic και την εμφάνιση νεοεισελθέντων στοιχείων για τον εμπλουτισμό της μουσικής τους ταυτότητας με την εμφάνιση του όρου Gothic Metal να παίρνει σάρκα και οστά, παρά το γεγονός ότι τα gothic στοιχεία μειώθηκαν αισθητά.
Μιλώντας το 2008 στο Kerrang o Nick Holmes ανέφερε χαρακτηριστικά:
Ήμασταν σχεδόν το πρώτο συγκρότημα που επινόησε τη φράση «gothic metal», οπότε δεν έχω πρόβλημα με αυτήν την ταμπέλα. Στην πραγματικότητα, έχουμε κάνει πιο gothic άλμπουμ από το Icon, αλλά αν ο κόσμος θέλει να πει ότι συνοψίζει κάτι, με βολεύει. Εκείνη την εποχή είχαμε στοιχεία The Sisters of Mercy στη μουσική μας, οπότε και εγένετο Goth Metal”.
Μετά από αρκετά χρόνια πειραματισμών και μουσικής εξέλιξης, οι Paradise Lost κυκλοφόρησαν το άλμπουμ που καθόρισε την καριέρα τους. Σε αυτήν την κυκλοφορία έδειξαν τη βελτιωμένη προσέγγιση που θα υπάρχει σε όλα τα επόμενα άλμπουμ τους και θα γινόταν τελικά το σήμα κατατεθέν τους. Έφυγαν οι προοδευτικές τάσεις που παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο άλμπουμ τους Shades Of God και τα γοτθικά στοιχεία που ήταν πολύ διαδεδομένα στο Gothic έχουν μειωθεί σημαντικά. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα πολύ εστιασμένο άλμπουμ που συνδυάζει όλα τα δυνατά σημεία του συγκροτήματος σε μια συνοπτική μορφή. Οι κιθάρες του Aaron Aedy με βαρύ ρυθμό μαζί με τη σταθερότητα και την έντονη ρυθμικότητα του rhythm section των Stephen Edmondson και Matthew Archer έδωσαν λευκή παλέτα στρώνοντας το έδαφος για τα lead κιθαριστικά μέρη του Mackintosh και τα growlish τραχιά φωνητικά του Holmes. Παρόλο που το συγκρότημα δέχθηκε κάποια κριτική επειδή μείωσε σημαντικά τις πιο heavy πτυχές του ήχου του, το “Icon” δημιούργησε αρκετά μεγάλο θόρυβο κατά την κυκλοφορία του και ανέβασε το προφίλ της μπάντας σε νέα ύψη.
Το άλμπουμ πάντως αποπνέει μία επική χροιά, γιατί ενώ δεν είναι επ ουδενί γρήγορο ούτε καλπάζει σε ρυθμικότητα, το βαθύ μπάσο και η αργά κινούμενη μελωδία του δίνουν ένα μεγάλο βάρος που βυθίζει τον ακροατή στο άλμπουμ. Σαν να του ρίχνουν μια άγκυρα αντί για ένα σχοινί στην προσπάθεια του να επιβιώσει έχοντας πέσει στη θάλασσα και στον απέραντο ωκεανό.
Αν υπάρχει κάποια πάντως αστοχία ως προς το δίσκο αυτό έχει να κάνει με τα πλήκτρα που ακούγονται. Δεν είμαι σίγουρος αν ευθύνεται η τότε τεχνολογία που υπήρχε και που ταλαιπώρησε αρκετές μπάντες εκείνη την εποχή, όμως ο ήχος των πλήκτρων ακουγόταν τόσο συνθετικός αντί για οργανικός, κάτι που στο “Icon 30” έχει βελτιωθεί σημαντικά. Εκτός από αυτό το ανεπαίσθητο ψεγάδι, τα υπόλοιπα συμβιώνουν αρμονικά και η εκτελεστική δεινότητα των δημιουργών του δένει ιδανικά για να αποδώσει ένα δυνατό σύνολο χωρίς κανείς να κατακλύζει τον άλλο.
Αυτό που κάνουν εδώ οι Paradise Lost είναι αξιέπαινο δεδομένου ότι εκτίθενται χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις στον αυστηρότερο κριτή που ακούει στο όνομα χρόνος, χωρίς να παρέχονται ελαφρυντικά. Εκ του αποτελέσματος περνάνε με θετικό πρόσημο και για ακόμη μία φορά καθιερώνουν το “Icon” ως απαραίτητο κομμάτι στην συλλογή όλων και μία ουσιαστική κυκλοφορία στην ιστορία του Metal.
Αν σας αρέσει να απολαμβάνετε κομβικές στιγμές στην ιστορία της σκληρής μουσικής, τότε το “Icon” είναι σίγουρα μία από αυτές.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το γεγονός ότι το 2018, για δεύτερη φορά μετά το “Gothic”, ξανά εντάχθηκαν στο Hall of Fame για λογαριασμό του “Icon”.
Δεν είναι σύνηθες, όμως ορισμένες μπάντες είναι τόσο καλές που μπαίνουν στο Hall of Fame περισσότερες από μία φορές, επειδή έχουν κυκλοφορήσει περισσότερα από ένα άλμπουμ που είναι τόσο καλά, τόσο διαχρονικά, τόσο μεγαλειώδη.
Οι Paradise Lost είναι σίγουρα ένα από αυτά τα συγκροτήματα.
Στις 9-10 Δεκεμβρίου σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα εισερχόμαστε In the Court of The Shadowkings και γινόμαστε σάρκα μία με την ζωντανή κληρονομιά των Paradise Lost και κομμάτι της ιστορίας του “Icon”.
986