ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΑΣΧΗΜΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΓΕΦΥΡΑ

EDITORIAL

Παρακολουθώ για μέρες τώρα την έκρηξη της πρωτοβουλίας “metoo” να φουσκώνει σαν τεράστιο κύμα με πλήθος μαρτυριών αλλά και τις πρώτες επίσημες καταγγελίες που λογικά θα πάρουν τον δρόμο της δικαιοσύνης, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό.

Το πρώτο πράγμα που ήρθε στο μυαλό μου ήταν μια τυπική φράση που έχει χρησιμοποιηθεί συχνά όταν οι συζητήσεις της απογοήτευσης μετά την άμεση επαφή και γνωριμία με ένα μεγάλο ίνδαλμα φούντωναν. “Αν ο χαρακτήρας του μουσικού καθόριζε και τα γούστα μας, στο τέλος δεν θα ακούγαμε τίποτα”… Η τοποθέτηση αυτή αποτελεί τον απόλυτο διαχωρισμό καλλιτέχνη και ανθρώπου, και σίγουρα υπάρχουν αυτοί που αναγνωρίζουν το αναμφισβήτητο ταλέντο κάποιων προικισμένων, αδιαφορώντας εντελώς για την προσωπική τους ζωή.

Δεν ξέρω πόσο βαθιά έσκαψε ο καθένας για να επιλέξει τον τρόπο που αντιμετωπίζει τέτοια διλήμματα ή αν έχει την πρόθεση και τη διάθεση να το κάνει. Ούτε φυσικά έχω την πρόθεση να υποδείξω τι θα κάνει ο καθένας στις επιλογές της ψυχαγωγίας του. Και φυσικά, όταν προβληματίζομαι για τον “άνθρωπο” πίσω από τον καλλιτέχνη, δεν θα ανακαλέσω μια άκομψη στιγμή ενός κουρασμένου μουσικού ινδάλματος που έδειξε απροθυμία και αδιαφορία απέναντι στους θαυμαστές του σε κάποιο συνηθισμένο “meet’ n’ greet”. Η ανησυχία και ο προβληματισμός κατευθύνονται πιο μακριά.

Προσπάθησα επανειλημμένα να προσεγγίσω τον ψυχισμό των ανθρώπων που κουβαλούν για χρόνια πάνω στην ψυχή τους τα σημάδια της κακοποίησης, και φυσικά είναι μια διαδικασία που και η τολμηρότερη φαντασία δεν μπορεί να προσεγγίσει. Μπορείς απλά να υποθέσεις τη μόνιμη ύπαρξη αυτής της αθάνατης σκιάς που τους ακολουθεί παντού και περισσότερο τις επώδυνες και κρίσιμες στιγμές που μένει κανείς μόνος με τον εαυτό του.

Νομίζω πως το χειρότερο βάρος είναι μια λανθασμένη υποψία ενοχής που συχνά ενισχύεται από την παρατεταμένη ατιμωρησία των θυτών. Με τη σκέψη αυτή να γεμίζει ουσιαστικά τη μια πλευρά της ζυγαριάς, στην άλλη κάθεται η ψυχαγωγία που πιθανά μπορεί να μου προσφέρει με την ικανότητα ή το ταλέντο που έχει στο χώρο ένας ΘΥΤΗΣ.

Έχοντας λοιπόν στο μυαλό μου μια νοσηρή, ανθρώπινη μορφή μόλυνσης που με τη συμπεριφορά, την αυθαιρεσία και την επίδειξη ισχύος, αφήνει πάνω στον κόσμο ανθρώπους με βαθιές πληγές που ζουν με έναν σταυρό που δεν διάλεξαν και δεν ευθύνονται γι’ αυτόν, είμαι σίγουρος. Δεν θα ήθελα να ενισχύσω την οικονομική κατάσταση αλλά και το καλλιτεχνικό και κοινωνικό status, με την προτίμησή μου και το υστέρημά μου, κανενός από αυτούς τους εγκληματίες.

Σε έναν κόσμο που ο κυνισμός ήδη περισσεύει, και η ανακολουθία λόγων και πράξεων βασιλεύει, ο εκλεκτός θεωρητικά χώρος της τέχνης πρέπει μα τραβήξει ένα διαφορετικό, γενναίο και ξεκάθαρο μονοπάτι δράσης και έκφρασης, μακριά από την υποκρισία και την ευτέλεια που συνηθίζουμε να λέμε πως δείχνουν οι “ακαλλιέργητοι”. Είναι αργά πια, ακολουθώντας όλη αυτή τη διαδρομή που προηγήθηκε, να μην απαιτώ συνέπεια από τον καλλιτέχνη-άνθρωπο. Μου είναι αδιανόητο να ακούω κάποιον να μου ανοίγει την ψυχή του με κλειδάριθμους που αποκαλύπτουν ταυτόχρονα τον δικό μου ψυχισμό, και να δεχτώ πως ο ίδιος άνθρωπος κακοποιεί ανήλικους, σημαδεύοντας τις ζωές τους για πάντα.

Κάπου λοιπόν πριν από αυτή την άσχημη, στοιχειωμένη γέφυρα που διαχωρίζει έναν απλά δύστροπο δημιουργό από έναν ποταπό εγκληματία, είμαι πια αναγκασμένος να διαλέξω πως φράσεις συνθήματα όπως “άλλο ο καλλιτέχνης, άλλο ο χαρακτήρας” είναι πια ξεπερασμένες και επικίνδυνες. Έχοντας την σύγχρονη πολυτέλεια επιλογής από ανυπολόγιστες ποσότητες gigabytes μουσικής, θα κοιμάμαι ήσυχος, όταν φυσικά γνωρίζω με βεβαιότητα σε εξόφθαλμες περιπτώσεις, πως δεν αγόρασα ούτε σαμπουάν για κάποιον του οποίου η προνομιακή θέση καπηλεύεται και καταστρατηγεί την σημασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Απέναντι σε έναν ολόκληρο μηχανισμό που κινητοποιήθηκε να υποβαθμίσει σοβαρές υποθέσεις κακοποίησης και φυσικά υποδηλώνει με αυτό πως κρύβονται σημαίνοντα πρόσωπα στο μακροχρόνιο κουκούλωμα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτούργησαν και λειτουργούν στη συγκυρία αυτή σαν σημαντικό μέσο πίεσης. Μπροστά σε σοβαροφανείς επώνυμους που αντιτίθενται-φυσικά επιλεκτικά- στην “ανθρωποφαγία” υπάρχει ένα πρωτοφανές κύμα καταγγελιών που ευτυχώς, έστω και έτσι γνωστοποιείται τουλάχιστον σε όλους, αυξάνοντας τις πιθανότητες κάποια στιγμή να σταματήσουν όλα αυτά, όχι βέβαια απαραίτητα χάρη στην ελληνική δικαιοσύνη, αλλά περισσότερο από την ενστικτώδη κατακραυγή.

Σε ένα κόσμο που επιχειρεί από την αρχή να χτίσει καταφύγια για τις καταραμένες του ψυχές με νέα δομικά υλικά, αλλά και να προστατέψει τις επόμενες γενιές από τέτοια μοίρα, η κοινή κρίση καλλιτέχνη-ανθρώπου μοιάζει πια αναγκαία και αναπόφευκτη.

612
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…