L.A. GUNS: “Renegades”

ALBUM

Είδος: Hard rock
Εταιρεία: Golden Robot Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 13 Νοεμβρίου 2020

Στον αλλόκοτο κόσμο του hard rock του αιώνα που διανύουμε, κάποια πράγματα μπορείς να τα βλέπεις (και να τα ακούς φυσικά) διπλά, ακόμα και απόλυτα νηφάλιος, χωρίς σταγόνα αλκοόλ. Έτσι, εδώ και κάποια χρόνια οι μυθικές μουσικές ίντριγκες φρόντισαν να μας εφοδιάσουν με δυο εκδοχές των πάλαι ποτέ μυθικών βαμπίρ του Hollywood.

Οι L.A. Guns που έχουμε εδώ μπροστά μας είναι η εκδοχή του κλασικού rhythm section του αρχικού γκρουπ, δηλαδή του μπασίστα Kelly Nickels και του ντράμερ Steve Riley, με την προσθήκη του κιθαρίστα Scotty Griffin και του τραγουδιστή/ρυθμικού κιθαρίστα Kurt Frohlich. Όπως και σε όλα τα ανάλογα μουσικά διλήμματα σε ολόκληρο τον πλανήτη, οι ορκισμένοι, παραδοσιακοί οπαδοί του ονόματος έρχονται αντιμέτωποι με τεμάχια της αυθεντικής ομάδας που επιχειρούν να επιβεβαιώσουν την κατοχή του αρχικού “trademark”. Έχοντας λοιπόν απέναντί τους τα “όπλα” του ιδρυτικού κιθαρίστα Tracil Guns και του τραγουδιστή Phil Lewis, αυτοί εδώ οι Guns ρίχνουν δέκα φρέσκιες βολές απέναντι στον στόχο του αλήτικου, σκληρού rock ‘n’ roll. Αν δεν είσαι παθιασμένος με όλες τις λεπτομέρειες της ζυγαριάς σε αυτή την αναμέτρηση των δυο ομάδων, είναι πιθανότερο, όπως συμβαίνει συνήθως, να διασκεδάσεις πιο εύκολα με το “Renegades”.

Αυτό που διαφαίνεται άμεσα από την έναρξη με το εξαιρετικό και πειστικά “παραδοσιακό” “Crawl”, είναι πως, χωρίς να μπορώ να καταλογίσω σκοπιμότητα ή αβίαστη έκφραση, οι τύποι δελεάζουν ιδιαίτερα τους αισθητήρες του τυπικού ακροατή της μπάντας. Δίνοντας σημασία και σε έναν τραχύ αλλά ισορροπημένο και ελεγχόμενο ήχο, είναι στιγμές που τα καταφέρνουν εξαιρετικά και στη συνέχεια του άλμπουμ. Κι εκεί που ο παλιός θα συγκινηθεί λίγο παραπάνω στο “Well Oiled Machine”, και θα λυγίσει αισθητά στο πιασάρικο αλλά και δυναμικό “Lost Boys”, μάλλον θα δοθεί ολοκληρωτικά στο ομότιτλο που πραγματικά ξεχωρίζει. Δοκιμάζουν τα κότσια τους και σε πιο μελωδικούς αλλά σκονισμένους δρόμους όπως στο ικανοποιητικό “You Can’t Walk Away”, και στο πιο αδύναμο αλλά συμπαθητικό “Would”. Η αίσθηση όμως ενός συμπαγούς άλμπουμ διατηρείται σταθερή.

Πιθανά ο Griffin να μην αγγίξει ποτέ το επίπεδο του Guns, ειδικά στις συνειδήσεις των αρχαιότερων ακροατών, και σίγουρα ο Frohlich δεν είναι σε καμιά περίπτωση Lewis, αλλά η προσέγγιση που έχει γίνει και από τους δυο είναι παραπάνω από απλά σεβαστή. Κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον έρχεται και η απάντηση του αντίπαλου στρατοπέδου και πολλοί θα ξεθάψουν πάλι τις ζυγαριές τους. Μέχρι τότε, όσοι δεν είναι ιδιαίτερα εμπαθείς μπορούν έστω να δοκιμάσουν τις αντοχές του “Renegades” και ίσως να εκπλαγούν ευχάριστα.

Άλλωστε, κάποια στιγμή, πίσω από τα νομικά δικαιώματα και τις μονομαχίες στη Sunset Strip, μένει μόνο η μουσική.

605
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…