Χαμένοι πολιτισμοί σε ξεχασμένους δίσκους
Είναι πολλές οι φορές που ένα έργο τέχνης δεν εκτιμάται στην εποχή του. Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι θεωρήθηκε ψιλομαλακιούλα. Το ντεμπούτο των Black Sabbath κράχτηκε απ’ τον μουσικό τύπο της εποχής, όπως και το ομόνυμο των Stooges χαρακτηρίστηκε “βαρετό ροκενρόλ”. Όλα αυτά όμως βρήκανε τον δρόμο τους στην αθανασία που προσφέρει η αναγνώριση ενός πραγματικού έργου τέχνης.
Υπάρχει όμως και μια κατηγορία έργων τέχνης που δεν βρίσκουν απαραίτητα την δικαίωση. Αυτό συμβαίνει συχνά όταν ένα άλμπουμ μιας ήδη established μπάντας παραγνωρίζεται από οπαδούς και κριτικούς για διάφορους λόγους. Άλλες φορές επειδή ακολούθησε μια πολύ δημοφιλή κυκλοφορία και δεν κατάφερε (ή δεν ήθελε, σε κάποιες περιπτώσεις) να ακολουθήσει τον δρόμο αυτής, άλλες επειδή η μπάντα αποφάσισε να πειραματιστεί με ρίσκο να ξενίσει/ξινίσει –προσωρινά ή δια παντός- μερίδα του κοινού της, κοκ.
Με ένα τέτοιο άλμπουμ θα ασχοληθούμε σήμερα, ενός συγκροτήματος που πεισματικά αρνείται εδώ και δεκαετίες να βγάλει κακή –ποιοτικά- δουλειά ή να επαναλάβει τον εαυτό της μουσικά.
Killing Joke
Πώς να μην λατρέψεις μια μπάντα η οποία πήρε το όνομά της από ένα εκ των κορυφαίων σκετς των Monty Python;
Σχηματίστηκαν τον Ιούνιο το 1979 στο Notting Hill του Λονδίνου από τον Jaz Coleman (φωνητικά) και Paul Ferguson (drums), ενώ λίγο αργότερα προστέθηκε και ο Geordie Walker στην κιθάρα (τον οποίον δυστυχώς πρόσφατα χάσαμε) και ο Martin “Youth” Glover στο μπάσο. Το αρχικό τους μουσικό μανιφέστο αφορούσε την αποτύπωση της “θεσπέσιας ομορφιάς της ατομικής εποχής”. Περιέργως, περιγράφει πολύ ωραία την μουσική τους έως σήμερα.
Θα παίξουν το πρώτο τους live στις 4 Αυγούστου του ’79 παρέα με τους Selecter και τους εμβληματικούς Ruts. Ένα χρόνο αργότερα θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τους LP που θα φέρει το όνομα της μπάντας, κι έτσι ξεκινάει ένα δισκογραφικό ταξίδι που θα φτάσει στην πρώτη του κορυφή το 1985 με το “Night Time”, στο οποίο βρίσκονται δυο τεράστιες επιτυχίες, το υπέροχο “Love Like Blood” και το “Eighties”. Το δεύτερο ξαναβρέθηκε στην επιφάνεια αρκετά χρόνια μετά λόγω επιρροής στο “Come as you Are” των Nirvana. Έχω την εντύπωση πως η γενικότερη επιρροή και σημασία αυτής της μπάντας στην ροκ, ποστ-πανκ ακόμα και industrial μουσική σκηνή (μεταξύ άλλων) έχει πολλές φορές παραγνωριστεί, ή έχει περιοριστεί στο συγκεκριμένο κομμάτι. Οι Killing Joke δεν φοβήθηκαν ποτέ να αλλάξουν, να πειραματιστούν, να παίξουν με διαφορετικά είδη και θέματα, κάνοντας το με τεράστια –τουλάχιστον καλλιτεχνική- επιτυχία.
Όπως είπα και πριν, αρνητές κακού άλμπουμ στα μάτια και στα αυτιά μου.
Outside the Gate
Αρχικά, το κείμενο αυτό είναι ένα αφιέρωμα στον συγκεκριμένο δίσκο αλλά και ένα “One Track Mind”, μιας και η βελόνα του πικαπ μου έχει κάνει βόλτα τα αυλάκια του δίσκου περισσότερες φορές απ’ ότι εγώ τους δρόμους που βγάζω τον σκύλο μου. Οπότε μετράει και ως τέτοιο…
Την επιτυχία του “Night Time” θα διαδεχθεί η φαινομενική αποτυχία του “Brighter than a Thousand Suns”. Και λέω φαινομενική γιατί μπορέι τότε να ακούστηκαν βαρύγδουπες δηλώσεις τύπου “Προδώσανε το μουσικό όραμά τους” και διάφορα τέτοια γραφικά, αλλά αν ακούσετε τον δίσκο θα διαπιστώσετε πόσο καλά κρατάει στο πέρασμα του χρόνου. Αυτή είναι η μαγεία του χρόνου στην τέχνη. Επιτυχίες του παρελθόντος αποδεικνύονται εφήμερες, ενώ κάποιες “αποτυχίες” βρίσκουν την θέση τους έστω και στα πίσω ράφια.
Οι ηχογραφήσεις για το “Outside the Gate” άρχισαν τον Ιούλιο του ’87, και μαζί τους τα προβλήματα… Η μπάντα χωρίστηκε σε δύο στρατόπεδα. Από την μία οι δύο Paul (Ferguson και Raven, με τον τελευταίο να έχει αντικαταστήσει τον Youth το 1982) και απέναντι ο Jaz και ο Geordie. Ο Ferguson θα απολυθεί νωρίς-νωρίς, για να αντικατασταθεί από τον Jimmy Copley, ενώ ο Raven θα ζητήσει να μην μπει το όνομά του στα credits. Και οι δύο θα κατηγορήσουν Jaz & Geordie ως εγωμανείς και θα προσθέσουν πως ο δίσκος ήταν ουσιαστικά solo project του τραγουδιστή που είχε επηρεαστεί από την εκπαίδευσή του σε “classical composition” τεχνικές, την οποία είχε πρόσφατα ξεκινήσει, θέλοντας να δώσει μια αίσθηση Συμφωνίας (εμφανές στο άλμπουμ). Γι αυτό και τα σύνθια θα κάτσουν μπροστά-μπροστά, αναγκάζοντας τις κιθάρες να πάρουν έναν ρόλο κομπάρσου.
Ο Jaz ήθελε μάλιστα να πειραματιστεί με την Γεματρία και τα μαθηματικά στην μουσική και στο τέμπο, και σύμφωνα με τον ίδιο ο Ferguson απομακρύνθηκε λόγω της αδυναμίας του να ανταπεξέλθει. Το τελικό αποτέλεσμα σχημάτισε τον πιο μισητό δίσκο των Killing Joke μέχρι σήμερα.
Κι όμως… Με την απόσταση που μας έχει δώσει ο χρόνος, και με τα αυτιά και τις καρδιές πιο ψύχραιμες πια, ο δίσκος αυτός είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πείραμα. Μπορεί να μην πέτυχε απόλυτα, κουβαλάει όμως όλη την γενναιότητα τις προσπάθειας και –κατά την ταπεινή μου άποψη- κρύβει αρκετά φωτεινά σημεία μέσα του.
Έχει την αίσθηση μιας δυστοπικής synch rock/pop όπερας που με μαγνήτισε από την πρώτη κιόλας ακρόαση, αρκετά χρόνια πίσω. Φορά με την φορά, σαραντάλεπτα με σαραντάλεπτα να περνάνε πάνω στο πικαπ, ο δίσκος μου φανέρωσε ένα πρόσωπο που δεν έπιασα με την πρώτη. Όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε κι ένας (μουσικό)φιλος μου, βγάζει μια “Operation Mindcrime” εσάνς, με άλλα μουσικά όπλα όμως. Τα κομμάτια ενώνονται με ένα κοινό θέμα μέσω των synthesisers, δημιουργώντας ένα Gilliamesque (τύπου Brazil) σύμπαν, από το εισαγωγικό “America” και το λυρικό “My Love of this Land” (τα δύο single του δίσκου) μέχρι το ritualistic “Unto the ends of the Earth”, το αγχωτικό “The Calling” και το κομμάτι που φέρει το όνομα του δίσκου και λειτουργεί και σαν κατακλείδα, όχι μόνο λόγω της θέσης του.
Στιχουργικά υπάρχουν χαλαρές ενώσεις που φτιάχνουν ένα ενδιαφέρον παζλ αναζήτησης, (προσωπικής) πάλης, εμμονής, μέχρι που σε αφήνει έξω από την πύλη. Λύτρωσης; Χαμού; ΕΣΥ ΑΠΟΦΑΣΊΖΕΙΣ (με φωνή Γιάννη Βούρου). Βασικά συστατικά τα layers που δημιουργούν τα synthesizer, τα πάντα άψογα φωνητικά του Jaz Coleman που ξέρουν πότε να σε γδάρουν και πότε να σε χαϊδέψουν (έλα, αηδίες) και συνολικά η ενορχήστωση που δημιουργεί αυτό το “μέγεθος”, με το rhythm section να κρατάει τα μπόσικα και να σε κατευθύνει με ζήλο.
Ας σταθούμε όμως λίγο παραπάνω στο κομμάτι που έδωσε την αφορμή για αυτό το κείμενο, και που θα ήταν ο κεντρικός πρωταγωνιστής σε περίπτωση που το “One Track Mind” περιοριζότανε μοναχά σε αυτό.
H μελωδία του “Tiahuanaco” σε στοιχειώνει με τον υπνοτιστικό της ρυθμό και ενισχύει το tribal theme του κομματιού. Για άλλη μια φορά η θεατρική (χωρίς όμως υπερβολές) ερμηνεία του Coleman δίνει ζωή στους στίχους και σε καθηλώνει όσο διηγείται την ιστορία για αυτήν την αρχαία πόλη στην δυτική Βολιβία (γνωστή και ως Tiwanaku), στις νότιες όχθες της λίμνης Τιτικάκα (καλησπέρα Γεωγραφία δημοτικού), για τον θεό που συνάντησε στην μορφή ενός μικρού κοριτσιού που έκλαιγε όσο αυτός έχανε τα λογικά του μπρος στην “gate of the rising sun” Αναφέρεται στην “Puerta del Sol”, μια αρχαία πύλη που βρίσκεται εκεί και έχει πολύ σημαντικό ρόλο στην τοπική μυθολογία. Οι θρύλοι που υπάρχουν γύρω της για επικοινωνία με εξωγήινους ή και χαμένους πολιτισμούς, καθώς η πόλη είχε από νωρίς ιδιαίτερα ανεπτυγμένη αρχιτεκτονική αλλά και έντονη ενασχόληση με τα άστρα (κι όραμα) κάνουν το Τιαχουανάκο ιδανικό setting για το οδοιπορικό αυτό. Τέτοια θέματα όπως ο μυστικισμός, πνεύματα, σύμβολα, αρχαίοι πολιτισμοί κοκ πάντα κινούσαν το ενδιαφέρον του Jaz, και θα τα βρεις πασπαλισμένα στον δίσκο σαν ζάχαρη άχνη σε κουραμπιέ. Για μένα το κομμάτι αυτό λειτουργεί και κάπως σαν μικρογραφία του συνόλου, και θα ήταν το πρώτο που θα πρότεινα σε κάποιον να ακούσει για να καταλάβει τι θέλει ο frontman των Killing Joke να προσεγγίσει μέσα από αυτήν την δουλειά.
Πίσω στην πύλη όμως, που στο επόμενο τραγούδι ο ήρωας θα μας πει πως
I put on my mask
I walk down the path
I go through the arch
I close the gate
Κλείνοντας έτσι την πύλη πίσω του, αλλά και την ιστορία του “Outside the Gate”.
Είναι ο συγκεκριμένος δίσκος κάποιο αριστούργημα; Όχι. Τουλάχιστον αντικειμενικά όχι, διότι προσωπικά τον αγαπάω όσο λίγους, όπως όλοι μας αγαπάμε μια ταινία που στα μάτια άλλων είναι μέτρια, αλλά κάτι μας είπε. Υπάρχουν απίστευτα διαμάντια κρυμμένα σε αφάνταστα μέρη,τα οποία θα βρεις ψάχνοντας κάτω απ’ την επιφάνεια, πίσω απ’ τα προφανή, και θα σου γνωρίσουν άλλες διαστάσεις το κόσμου γύρω σου αλλά και του ίδιου σου του εαυτού.
You just need to dig a little deeper.
265