Είναι εξαιρετικά σπάνιο η μουσική να ζητάει να αφουγκραστεί ο ακροατής τον εαυτό του, και ακόμα περισσότερο όντως να επιτυγχάνεται κάτι τέτοιο. Την Παρασκευή που μας πέρασε είχα όντως την ευκαιρία να δοκιμαστώ και εγώ, μαζί με ένα αρκετά ετερόκλητο κοινό, το οποίο αποτελούνταν από ανθρώπους ποικίλων ηλικιών και ψυχαγωγικών ενδιαφερόντων. Ευεργέτες σε αυτή τη συνάθροιση ήταν δύο ελληνικές εμφανίσεις και μία από την Ιαπωνία. Ο λόγος για τους Μιχάλη Μοσχούτη, Optimal Coexistence και Keiji Haino.
Κατ’ αρχάς να ευχαριστήσω θερμά για άλλη μια φορά την 3 Shades Of Black, η οποία απέδειξε πώς με το ταίριασμα αυτό των καλλιτεχνών πως μπορεί να προβλέψει την ατμόσφαιρα που αρμόζει για κάθε ζωντανή εμφάνιση που επιμελείται.
Το άνοιγμα της μυσταγωγίας τελέστηκε από τον κιθαρίστα Μιχάλη Μοσχούτη, ο οποίος είναι γνωστός επίσης από τα φεστιβάλ που έχει συντονίσει, όπως το INMUTE, το Borderline αλλά και τη συνεργασία του για την ελληνική εκδοχή του Tectonics με τον Ivan Volkov.
Η επιλογή του της steel lap guitar και μερικών εφέ που παραμόρφωναν τον ήχο της και την έκαναν πραγματικά αγνώριστη ήταν απόλυτα επιτυχής όσον αφορά το κλίμα κατάνυξης που φαινόταν να επιδιώκει. Άλλοτε με διαστρεβλωμένη επιβλητικότητα και άλλοτε με μία σχεδόν υποτακτική αμβλύτητα έχτισε το ambient drone του γύρω από μία φράση: “We love you, Keiji Haino”.
Στα σχεδόν σαράντα λεπτά που ήταν στο δάπεδο (και όχι επί σκηνής), οι τείχοι του Ναού σείονταν από την περίσσεια μπάσου και παραμόρφωσης, ενός οργάνου που είχε αποκτήσει μια υπόσταση παλλόμενης μάζας, παρά ενός εγχόρδου.
Στη συνέχεια ανέλαβε το νεοσύστατο project των Bill Anagnos και Morah (γνωστού από τις δισκογραφικές του περιπλανήσεις στη Phormix), το οποίο ακούει στο όνομα Optimal Coexistence, του οποίου ενδεχομένως η εμφάνιση να ήταν και παρθενική.
Η εμφάνιση του διδύμου και ο ήχος που δημιουργούσαν επί σκηνής επιδέχεται ερμηνειών όσων και ακροατών για το ποια είναι η βάση της, ωστόσο αυτό που εξέλαβε ο υποφαινόμενος είναι η αρμονική (βέλτιστη) συνύπαρξη της ενστικτώδους, ζωώδους και αδάμαστης φύσης μας και την ψευδαίσθηση του απόλυτου ελέγχου που προσπαθεί να προωθήσει η σύγχρονη κοινωνία με την τεχνολογία της, τα πρώτα δωσμένα μέσα από τα κύμβαλα, τα βουκολικά κουδούνια και την επιδαπέδια ηλεκτρική η οποία βασανίστηκε ικανοποιητικά, όλα δια χειρός Morah, και τα δεύτερα από το drum machine και τα προηχογραφημένα μέρη και τα loops στην κονσόλα του Bill.
Ικανός θεματικός προπομπός για τον αειθαλή Keiji Haino, με μερικά ωχρά (μελανά ήταν ήδη) σημεία στην προσέγγισή τους, καθώς υπήρξαν κάποιες τετριμμένες μουσικές φρασεολογίες, οι οποίες όμως δεν επηρέασαν τόσο το τελικό αποτέλεσμα, αφού το διαχρονικό κάλεσμα από τα μεταλλικά κρουστά αποτελούσε μια δημιουργική έκπληξη. Το μόνο ουσιαστικό «παράπονο» που έχω να διατυπώσω είναι πως, ενώ το κλείσιμο ήταν δυναμικό και πομπώδες και η φυσική εξέλιξη της ατμόσφαιρας που χτιζόταν στη μία αυτή ώρα, δεν έδωσε την τέλεια λύση αυτού του πρώτου μέρους της βραδιάς, ωστόσο αποδέσμευσε αρκετή από τη συσσωρευμένη ενέργεια μέχρι εκείνη τη στιγμή. Η ρυθμική έξαρσή του ήταν σίγουρα απαραίτητη, ειδικά για όσους δεν έχουν εντρυφήσει στα πεδία του ambient και του noise.
Harsh-fucking-noise. Περίμενα πολύ καιρό να το πω αυτό. Δε θεωρούσα πως θα μου δινόταν μέσα από τα αυθεντικά, ειλικρινή όνειρα ενός ανθρώπου ο οποίος τα τελευταία πενήντα χρόνια εμπνέει γενιές underground και μη μουσικών να εκφράζονται πάντα για την κάθε τους στιγμή, χωρίς να αναλώνονται σε περιττές αμφιβολίες. Προτίμησα να μην έχω προσδοκίες για το τι θα ακούσω από τον Keiji Haino, ώστε να επιτρέψω στην αύρα του να με καταλύσει χωρίς το εμπόδιο του ακροάμονος εγωισμού.
Η είσοδός του στη σκηνή ήταν δυναμική, αλλά με ευγενική χάρη, όπως συνηθίζουν οι Ιάπωνες καλλιτέχνες (αναφορά στους Kikagaku Moyo που η στάση τους ήταν επίσης απαράμιλλη στην εμφάνισή τους στα μέρη μας), με την ασημένια του χαίτη και τα μαύρα γυαλιά ηλίου να κάνουν την εντονότερη εντύπωση στην ισχνή του φιγούρα, θυμίζοντας τον Πλανητάρχη (αν δεν γνωρίζετε σε ποιον αναφέρομαι, παρακαλώ περάστε έξω).
Η συμπεριφορά του στη σκηνή ήταν μαγνητική, καθώς οι έξαλλες κινήσεις του πάνω στα pitchers τα οποία ήλεγχε με την αφή και την κίνηση δίναν την εντύπωση σκοτεινού μάγου που κάνει τις γητειές του (δια στόματος El Hombre Invisible), με τους ήχους από τους φθόγγους που δημιουργούσε επί τόπου να είναι απόκοσμοι, εκκωφαντικοί, διαπερνώντας το φραγμό του δέρματος προς τα έσω (μπορώ να πω πως οι δονήσεις του μου δείχνανε ακριβώς τις θέσεις των σπλαγχνικών μου οργάνων). Η μόνη εμφάνιση φυσικού οργάνου ήταν αυτή μιας τρομπέτας (μάλλον –μπορεί και κάποιου άλλου κόρνου παρομοίου μεγέθους), η οποία ακουγόταν ως να ξεψυχά στα χέρια του Keiji Haino. Με απαγγελίες αυτόματης ποίησης και κάποια στιγμιαία ξεσπάσματα, μέσα στον ηχητικό ορυμαγδό, ο Ιάπωνας μας απέσπασε την προσοχή έτσι ώστε, λίγο πριν το τέλος, να εξαπολύσει τον όλεθρο με τις κραυγές του για πέντε συνεχόμενα λεπτά.
Η πιο καθαρτική εμπειρία που έχω βιώσει σε αυτή τη στιγμιαία ζωή, απελευθέρωσε την ψυχή και το σώμα μου από όλα τα βάρη της θνητής καθημερινότητας και μου έδωσε μία ευκαιρία να αισθανθώ μέρος μιας δημιουργίας η οποία δε δεσμεύεται από το χώρο ή το χρόνο. Αφυπνιστική ευθύτητα, η οποία έχει σημείο αναφοράς μόνο τον καλλιτέχνη, καθώς εκστομίζεται όμως, αποκτά νόημα προσωπικό του κάθε ακροατή που είναι έτοιμος να μεταλάβει. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του δημιουργού, να καταφέρει να δώσει με την ερμηνεία του τα εργαλεία για να εκμαιεύσουν τις δικές τους απαντήσεις όσοι απολαμβάνουν το έργο του.
Όσοι άντεξαν (κάποιοι έφευγαν με απορία/τρόμο/αποστροφή στα βλέμματά τους) να υπομείνουν την παραβίαση του προσωπικού τους νου από έναν άνθρωπο που βλέπει μέσα σε όλους χωρίς να χρειάζεται να κοιτάξει, έγιναν μέρος μίας ιστορικής στιγμής θεραπευτικής και λυτρωτικής φασαρίας. Όταν προωθείται η οχλαγωγία ως πολυφωνία, άνθρωποι σαν τον Keiji Haino δημιουργούν ένα αδιαπέραστο φράγμα ήχου για να μπορούμε να αναλογιστούμε (και να συλλογιστούμε). Μην έχετε αυταπάτες, αν ξεπεράσετε το άβολο/αμήχανο μέρος του να εκτεθείτε στις πιο ενδόμυχές σας σκέψεις, δύσκολα θα βρεθεί ήχος να σας φέρει σε δυσφορία.
3 SHADES OF BLACK Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ… το υπόλοιπο δικό σας.
Φωτογραφίες : Μάνος Καλαφατέλης
546