KATATONIA: “City Burials”

ALBUM

Είδος: Dark Progressive Rock/Metal
Δισκογραφική: Peaceville
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 24 Απριλίου 2020

Θα ήταν τίμιο να ξεκινήσω να γράφω, δηλώνοντας πως οι Katatonia είναι μία από τις πέντε πιο αγαπημένες μου μπάντες όλων των εποχών, πως άλλαξαν τη ζωή μου πριν 22 χρόνια με εκείνο το μαγικό “Discouraged Ones” και γενικά, δύσκολα θα κυκλοφορήσουν κάτι που δεν θα βρει το δρόμο μέσα μου για το συναίσθημα όπου προορίζεται.

Ευτυχώς, εκείνο το hiatus που ανακοίνωσαν πριν περίπου τρία χρόνια δεν εξελίχθηκε και οριστική ταφή της μπάντας και λίγο καιρό πριν η πανδημία χτυπήσει τον πλανήτη, το πρώτο δείγμα που μας χάρισαν οι Σουηδοί, μέσα από το νέο τους πόνημα “City Burials”, το κινηματογραφικό “Lacquer”, ήταν ειλικρινά ό,τι τελειότερο θα μπορούσαν να μου προσφέρουν ως trailer. Ταυτόχρονα, η Peaceville δήλωνε πως το “City Burials” θα είναι η πιο μεταλλική και δυνατή κυκλοφορία της μπάντας εδώ και πολλά χρόνια – όχι πως αυτό είναι το ζητούμενο, αν πραγματικά νιώθεις τους Jonas Renkse-Anders Nyström & Co.

Και να, έρχεται εκείνη η στιγμή που δεν υπάρχουν ποτέ λόγια να την περιγράψουν, αυτή που το “Play” του μουσικού μέσου είναι ίσως όλη η ελπίδα και ανάσα των επόμενων 50 λεπτών.

Η σημαία αφετηρίας ονομάζεται “Heart Set To Divide”, η οποία με τα φωνητικά του Jonas στην πρώτη γραμμή να ψιθυρίζει “In times of surrender I am shedding my scars – I was sick, but I was set for the stars” μου δηλώνει ευθέως πως πρέπει να εφοδιαστώ με όση ψυχική δύναμη μπορώ να βρω, μέχρι να τελειώσει το ταξίδι της. Όλα τα συστατικά που έχω αγαπήσει εδώ και δυόμιση δεκαετίες, βρίσκονται ήδη στα πρώτα δυόμιση λεπτά του πρώτου τραγουδιού του νέου album.

Το “Heart…” έρχεται ως η συνέχεια, η φυσική εξέλιξη της νέας μορφής των Katatonia από το 2016, εκεί δηλαδή που εκτός από τον μπασίστα Niklas Sandin (που απολαύσαμε για πρώτη φορά στο “Dead End Kings” του 2012), η δομή ενός διαφορετικού rhythm section ολοκληρώθηκε με τον drummer Daniel Moilanen, ο οποίος πήρε τη θέση του τεράστιου Daniel Liljekvist, του ανθρώπου που για μένα έγραψε ιστορία ως ο απόλυτος ρυθμός των Katatonia – φοβερός drummer και ο Moilanen, δεν αντιλέγω, αλλά λειτουργεί στην μπάντα όπως και ο Bobby Jarzombek στους Fates Warning, στη θέση του τιτάνα Mark Zonder: πολύ “metal” λογική από πλευράς τους, σε μπάντες που βρίσκονται σε άλλο επίπεδο ατμόσφαιρας, συναισθησίας και σχεδόν jazz performance που είχαν χτίσει οι προηγούμενοι.

Η πιο νέα προσθήκη στο line up των Σουηδών, είναι αυτή του κιθαρίστα Roger Öjersson των Tiamat, ο οποίος σαφέστατα και επηρεάζει ξανά τον ήχο των Katatonia, με έναν πιο hard rock/heavy metal τρόπο, αλλά ευτυχώς όχι τόσο όσο περιμένα: τα “θύματα” αυτής της “ανανέωσης” περιορίζονται μόνο στο δεύτερο single “Behind The Blood”, το πιο αψυχολόγητα μεταλλικό τραγούδι του album, με riffs και solos που μου θύμισαν Judas Priest και Dokken (αν και οι στίχοι και φυσικά η ερμηνεία του Jonas τα κάνουν όλα ομορφότερα), στην έναρξη του “Rein” με το “ενοχλητικό” riff (ένα τραγούδι που στην εξέλιξή του και μετά τα πρώτα δύο λεπτά, γίνεται ένα Katatonia classic) και μερικά διάσπαρτα solos εδώ και εκεί.

Το πανέμορφο “The Winter Of Our Passing” είναι το “Serein” του “City Burials”, ένα πραγματικό hit που θα φορεθεί πολύ αυτό το καλοκαίρι και θα πρωταγωνιστήσει σε πολλές συλλογές (αλήθεια, τις λένε ακόμα έτσι αυτές ή τώρα λέγονται playlists;) και δικαίως: “Disregard the soul, heart is made of mist and still it’ s thinning – bad news for you is, we are fucked and you don’t know where we’ re heading next”.

Η “Αγία Τριάδα” “Neon Epitaph”/“City Glaciers”/“Flicker”, είναι αυτό που θα λέγαμε 100% Katatonia, της τελευταίας δεκαετίας. Riffs και μελωδίες που φέρνουν στο μυαλό το “Dead End Kings” και το “Fall Of Hearts”, ίσως με μία μυρωδιά από “Great Cold Distance” – όχι έντονη, αλλά αρκετή για να κάνουν τα κεφάλια να γυρίσουν. Δεν ξέρω πόσο θα “κάτσουν” στο DNA μας, αλλά σίγουρα είναι αρκετές για να κάνουν κάθε fan χαρούμενο.

Όμως, η ουσία του “City Burials” για μένα προσωπικά, έχει καταγραφεί απόλυτα στον “ωκεανό μελαγχολίας και θλίψης” τριών αριστουργημάτων:
Στο “Lacquer”, από το οποίο γνωρίσαμε την ύπαρξη του νέου album και που η κινηματογραφική, ambient ατμόσφαιρά του (η οποία μου φέρνει έντονα τα soundtracks της σειράς video games “Silent Hill” στο μυαλό), αυτό το έπος συναισθημάτων το οποίο δείχνει ξεκάθαρα πως είναι προσωπική δουλειά του Jonas και του Anders και που μπαίνει στο πάνθεον των αριστουργημάτων, όπως τα “Unfurl”, “Vakaren” και “Departer”. Πρέπει να το έχω ακούσει πάνω από 200 φορές από την μέρα που κυκλοφόρησε και κάθε φορά, προκαλεί τις ίδιες έντονες ανατριχίλες: “The road to the grave is straight as an arrow, I’m just staying around to sing your song, baby”.
Στο “Vanishers”, στο οποίο ο Jonas μοιράζεται τα φωνητικά με την γλυκιά Anni Bernhard των Full Of Keys, μία κατάληξη του “The One You Are Looking For Is Not Here”, μία “νεκρική μπαλάντα” που κάθε ελπίδα μοιάζει να έχει εξαφανιστεί: “Hey, we’ re dead now, affinity has been found below the ground, beyond the heart’ s vow the open road, amnesia bound”.

Τέλος, στο “Lachesis”, ένα δίλεπτο ιντερλούδιο που θα προκαλούσε τόσο “ζωντανή” θλίψη σε όποιο album, όποιας εποχής της μπάντας και να υπήρχε, ένα αποστομωτικό ποίημα που μου έφερε στο μυαλό το “Αστραλόν” των Στέρεο Νόβα και τελικά, δύο λεπτά μετά με είχε χτυπήσει τόσο δυνατά, όπου απλά πέρασα πάνω από μία ώρα ακούγοντάς το στο repeat: “We’ re sundered, our cards were dealt and what did you receive? In my rest, in all my coming nights I will dream for you to see and my words will be spilled upon the ground”.

Το “Untrodden” φέρνει το τελειωτικό χτύπημα, καθώς το “City Burials” με αποχαιρετά. Τα συναισθήματά του δεν συμβιβάζονται, οι κιθάρες του “κλαίνε” από τα ακόρντα μέχρι τα solos, το τραγούδι φαντάζει ιδανικό για το κλείσιμο, ασχέτως αν ικετεύει για να επιστρέψω σε αυτό ή ότι άλλο έχω χάσει και έκανα εικόνα μέσω αυτού. Ξανά και ξανά…και ξανά: “Will you meet me there, underneath the pallid city lights?”

Αυτό το album, θα ήταν ίσως ένα αριστούργημα όπως κανένα προηγούμενό τους, αν το είχαν αναλάβει εξ ολοκλήρου οι ηθικοί αυτουργοί πίσω από το όνομα Katatonia εδώ και τρείς δεκαετίες, ο Anders και ο Jonas, του οποίου η φωνή είναι σαν το κρασί και με το χρόνο γίνεται όλο και πιο υπέροχος. Οι δύο τους, μόνοι τους. Να μας γέμιζαν με τα συναισθήματα τραγουδιών σαν αυτά του μισού album, χωρίς κιθάρες και φρέσκια μεταλλική διάθεση ή ανανεώσεις τέτοιου τύπου.

Όμως ακόμα και έτσι, το “City Burials” είναι μία δισκάρα γεμάτη “διαμαντάκια” και μερικά έπη που δεν θα ξεπεραστούν ποτέ, συναισθηματικά. Και κάθε φορά που θα κυκλοφορούν κάτι καινούργιο οι Katatonia, αυτό ακριβώς θα συμβαίνει. Γιατί ο θησαυρός αυτών των δύο ανθρώπων είναι ανεξάντλητος, όπως και η έμπνευσή τους, όταν πηγάζει απευθείας από τα συναισθήματά τους.

“My words must levitate and reverberate through the void – the nails are in, the pressure’ s there, the music of loss is in the air”

Website: www.katatonia.com
Facebook: www.facebook.com/katatonia
Instagram: www.instagram.com/katatoniaband/
Twitter: www.twitter.com/katatoniaband
https://katatoniaband.lnk.to/cityburials

662
About Σπύρος Χονδρογιάννης 84 Articles
Ένα Δωμάτιο χτισμένο από σάρκα, αίμα και νότες. Συνήθως μαύρο, ενίοτε γκρι, ίσως κλειδωμένο αλλά κυρίως ανοιχτό για να μοιραστεί τους ήχους του με αυτούς που θέλουν να ακούσουν.