Είδος: Experimental, Electronic
Δισκογραφική: Sargent House
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 7 Αυγούστου 2020
Η αυταπάτη του ελέγχου και της αρχής είναι καλοδιατηρημένη σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξης του είδους μας σε αυτόν τον πλανήτη. Στη βάση της λειτουργίας μας ως όντα, έχουμε την ακαταμάχητη ανάγκη να συσσωρεύουμε. Με τις ευχάριστες παρενέργειες της αύξησης του μεγέθους του εγκεφάλου μας, περάσαμε στην πνευματική συσσώρευση από την υλική. Όταν, κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες (λ.χ. μια πανδημία, καλή ώρα) η έννοιες του χώρου και του χρόνου στρεβλώνονται, η κάθε είδους καταγραφή της καθημερινότητας μας βοηθάει στο να διατηρήσουμε ένα συνεχές (και την ψυχική μας υγεία). Ενδέχεται όμως, μέσα στην αγκαλιά της ρομαντικής φύσης του παρελθόντος, να παγιδευτούμε στην ασφάλεια του και να χάσουμε τη ροή της σημειακής (όσο και σημαντικής) μας ζωής. Το “Prisyn” του Evan Patterson, κάτω από την επωνυμία Jaye Jayle αποτελεί ένα «ημερολόγιο καταστρώματος» το οποίο προσπαθεί να αποτινάξει την εξωραϊστική αυτή λήθη.
Ανάμεσα στις συναυλιακές του υποχρεώσεις με τους αναστημένους Young Widows και την κιθαριστική συμμετοχή του στις εμφανίσεις τις Emma Ruth Rundle (αγαπημένη καλλιτέχνις, ίσως τα πούμε και για αυτήν κάποια μέρα), τη σύνθεση ενός soundtrack για την επίδειξη της σχεδιάστριας Ashley Rose (δε γνωρίζω παρά ελάχιστα για την υψηλή ραπτική, οπότε προχωράω) και ένα όνειρο στο οποίο o Iggy Pop να τραγουδήσει στο instrumental άλμπουμ του Patterson, ο ιθύνων νους των Jaye Jayle (ναι, μόλις αναφέρθηκα στον πληθυντικό σε one man project, υπάρχει πρόβλημα;) αποπειράθηκε να δώσει μία δομή σε αυτό το συνειρμικό χάος. Το αποτέλεσμα είναι ένα μουσικό άλμπουμ το οποίο ίσως ανήκει στις πιο εμπνευσμένες πειραματικές στιγμές της χρονιάς. Η συνεργασία με τον Ben Chisolm (Chelsea Wolfe, White Horse, Revelator) αρκεί για να σιγουρευτείτε για την ποιότητα της ηχητικής διαστρωμάτωσης, η οποία αν και πυκνή στις πρώτες ακροάσεις, αναδύει ιδιαίτερες συνθετικές λεπτομέρειες στις επόμενες.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του “Prisyn” είναι ίσως η ισχυρή εικονοπλαστική του ικανότητα, η οποία μπορεί να μην δημιουργεί αποκλειστικά ξεκάθαρες εικόνες, αλλά και ονειρικές ακολουθίες που χρώματα και αποχρώσεις του γκρίζου μπλέκονται μεταξύ τους, σαν μια υπερβατική λήψη σε time lapse. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το “From Louisville” στο οποίο συμμετέχει και η Emma Ruth Rundle με τα αιθέρια φωνητικά της να μπλέκονται με τη μονότονη εκφορά του Patterson. Το μεγαλύτερο μέρος των στίχων είναι αφήγηση εμπειριών που προέκυψαν στο διάστημα της σύλληψης και σύνθεσης των κομματιών του άλμπουμ, αρκετά συχνά δοσμένες με μια υπερρεαλιστική χροιά, αναμεμειγμένες με τις σκέψεις και τις προσωπικές του ερμηνείες για αυτές. Παραδείγματα αυτής της αισθητικής αποτελούν τα “The River Spree” (προσωπικό αγαπημένο) και “Guntime”, των οποίων τα γεγονότα παρουσιάζονται με μία τριτοπρόσωπη απάθεια, μετριάζοντας τη συνταρακτικότητά τους με μια εκλογίκευση η οποία υπερβαίνει τα προκαθορισμένα όρια του καλού ή του κακού.
Η θεματική του “Prisyn”, ηχητικά και συνθετικά ασχολείται με τη σύγκρουση και την τελική υπέρβαση των προδιαγεγραμμένων. Ήδη, με την έκταση της επιρροής του ηλεκτρονικού ήχου σε σχέση με το φυσικό (το πιάνο μπορεί να είναι ηλεκτρικό, αλλά οι φθόγγοι είναι πάντα οι ίδιοι), ο εγκέφαλος καλείται να ξεπεράσει τα βιολογικά του όρια και να φανταστεί έναν ήχο από την αρχή, ερχόμενος σε πλήρη αντιπαράθεση με τη μιμητική του φύση. Η ρήξη είναι σε τόσο βασικό επίπεδο, που το αποτέλεσμα είναι -σχεδόν αναπόφευκτα- πρωτοποριακό. Ο τρόπος που οι κυματισμοί των drones και η επιθετικότητα των synths συγκρούονται με την στιβαρή υπόσταση του ψηφιακού κοντραμπάσου (θα το ήθελα φυσικό, fight me) και την ευγένεια των ήχων από το πιάνο είναι αποκαλυπτικός, σαν μία μονομαχία μέχρις εσχάτων. Τα κρουστά δίνουν έναν ξεκάθαρο ρυθμό, ενίοτε τέμνοντας τον αέρα ως να παθαίνουν αναφυλακτικό σοκ. Στην κορυφή των συνθέσεων, η φωνή του Patterson η οποία εκφέρει τους στίχους με μια δυστοπική σιγουριά, συνδυάζοντας ερμηνείες που μου θύμισαν από τον Jack White του “Boarding House Reach” και τον Bowie του “Blackstar” (στο “The River Spree” γίνεται άμεση αναφορά στο πρόσωπό του) μέχρι το crooning του Pelle Åhman.
Η συνοχή των ήχων που επικρατούν στο “Prisyn” είναι αυτή που θα περίμενε κανείς από μία ανάμνηση ενός ονείρου, στην οποία οι έννοιες του συνειδητού κόσμου μετουσιώνονται στις σταθερές του ανθρώπου που το βιώνει, και άρα κατά αυτή την έννοια είναι ένα δύσκολο άλμπουμ να ακροαστεί κανείς, πόσο μάλλον να ταυτιστεί. Υπάρχει όμως μία αναντίρρητη ειλικρίνεια, αφού ο ίδιος ο Patterson αναφέρει πως το παρόν αποτελεί την ηχητική επένδυση της ζωής του, στα πλαίσια που αυτή ερμηνεύεται ως μία κινηματογραφική ταινία. Ένα έργο τόσο προσωπικό όμως, ταυτόχρονα μπορεί να γίνει εύληπτο στα ώτα ενός ακροατή ο οποίος αναγνωρίζει την ομοιότητα που έχουμε ως άτομα, παρά το γεγονός ότι ο καθένας έχει τις δικές του αναφορές, και άρα εκλαμβάνει τα φαινόμενα με τον δικό του, ξεχωριστό τρόπο. Οι πάσης φύσεως φυλακές, η προσβολή της ιδιωτικότητάς μας, το κοινωνικό πατρονάρισμα και η ανάγκη μας να αγγίξουμε τον ελεύθερο ουρανό, αποδρώντας από τα προηγούμενα είναι πάντα ίδια, ασχέτως πρωταγωνιστή ή σκηνικού.
Με εξαίρεση τα instrumental διαλλείματα των “Synthetic Prison” (τελικά ο τίτλος του άλμπουμ φαίνεται να είναι ένα αμάλγαμα των δύο αυτών λέξεων) και “Last Drive”, η ροή του “Prisyn” είναι καθηλωτική, χωρίς να έχει ανάγκη ιλιγγιώδεις ταχύτητες και βίαιες εξάρσεις, αλλά στηριζόμενο στον σταθερό και ανυποχώρητο τόνο που τόσο εμφατικά εισάγει το “A Cold Wind” με την 65daysofstatic «ρητορική» του και ολοκληρώνεται με τη συγκρατημένη αλλοφροσύνη του “From Louisville”.
Bandcamp: https://jayejayle.bandcamp.com/
Facebook: https://www.facebook.com/jayejayle/
Instagram: https://www.instagram.com/jayejayle/
Sargent House site: https://sargenthouse.com/jaye-jayle
Twitter: https://twitter.com/jayejayle
992