IRON MAIDEN: “Live After Death”

To παρόν άρθρο έχει δημοσιευθεί αρχικά στο έντυπο περιοδικό για retro computers Retro Planet Magazine.
https://retroplanetmagazine.blogspot.com/
https://www.facebook.com/retroplanetmag/

Αν και σε προηγούμενο τεύχος είχα αναφερθεί στην αδυναμία κάλυψης διαφόρων retro διαμαντιών (και στη μη παρουσίαση ολόκληρων ρευμάτων εδώ που τα λέμε), ο γράφοντας, ένα σούρουπο που απολάμβανε το τσιγαράκι του στο μπαλκόνι αγναντεύοντας τη μετάβαση από το φως στο σκοτάδι, “φλάσαρε” που λέμε στην καθομιλουμένη. “Τι γράφουμε για το επόμενο τεύχος του Retro Planet πιτσιρίκο; Λες να πιάσουμε κανένα pop αριστουργηματάκι; Ή κανα death metal σαματά, έτσι να ανέβουν τα αίματα;”. Ξαφνικά, από το δωμάτιο ακούγεται κάτι πολύ γνώριμο. Iron Maiden, το “Revelations” σε live εκτέλεση και μάλιστα στην πιο κλασική version του, αυτή του “Live After Death”. Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο άκουσμα ισοδυναμεί με το power on μιας ολόκληρης ακολουθίας σκέψεων, αναμνήσεων, what if σεναρίων και πάει λέγοντας.

Αναρωτήθηκα “ok, για τους Maiden έχουν γραφτεί άπειρα άρθρα, ακόμη και στο περιοδικό μας έχουν αποτυπωθεί πολλές φορές πεπραγμένα της μεταλλικής αυτής μπαντάρας, κείμενα για μέγιστες στιγμές αυτής της μουσικής. Αλλά όλα αφορούσαν original studio στιγμές… Ρε λες να πρωτοτυπήσουμε με ένα live τεμάχιο;”. Αυτό ήταν, με συνοπτικές διαδικασίες συνεννόηση με τον πολέμαρχο Dony και… ξεκινάμε!

Για αρχή, μερικά δεδομένα για την μπάντα την εποχή της κυκλοφορίας του συγκεκριμένου album. Οι Iron Maiden λοιπόν, βρίσκονται στην πλήρη ακμή τους. Απολαμβάνουν ύψιστη δημοτικότητα, προϊόν του “Number Of The Beast” που τους έβαλε στα χείλη κάθε ανήσυχου νεολαίου με το επαναστατικό – για τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής – περιεχόμενο του που ελήφθη ως εναντίωση προς την οργανωμένη θρησκεία (εντελώς λανθασμένα φυσικά αλλά με ένα κοινό που πάτησε πάνω του για να εκδηλώσει τα πρώτα ψήγματα αντίδρασης προς τις θρησκευτικές ηγεσίες του πλανήτη), του αριστουργήματος “Piece of Mind” το οποίο και καλύψαμε στο 28ο τεύχος του Retro Planet) και το “Powerslave” το οποίο κυκλοφόρησε το 1984.

Με την κυκλοφορία του τελευταίου, το συγκρότημα ξεκινά μια γιγαντιαία περιοδεία με την επονομασία “World Slavoury Tour” για να προωθήσει κυρίως το “Powerslave”. Το πλούσιο όσο και τεράστιο stage, ανάλογο της εικαστικής πτυχής του album, με αιγυπτιακά θέματα (σαρκοφάγοι, ιερογλυφικές επιγραφές κλπ), μεταφέρει ιδανικά το πνεύμα της περιοδείας. Αποτέλεσμα; 189 εμφανίσεις σε 331 ημέρες (απίστευτο νούμερο όπως και να το δει κανείς), μεταδίδοντας το metal “μικρόβιο” στα πέρατα της οικουμένης, διατρανώνοντας το όνομα της μπάντας ημέρα με την ημέρα και στα σίγουρα ένα μεγάλο μέρος της επιδραστικότητας του σχήματος στο μουσικό αυτό είδος οφείλεται σε αυτό το tour.

To “Live After Death” κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1985 σε διπλό βινύλιο, με τις τρεις πρώτες πλευρές να αποτυπώνουν υλικό από την εμφάνιση της μπάντας σε δυο διαφορετικές βραδιές στην Long Beach Arena του Los Angeles – οι οποίες κυκλοφόρησαν αυτόνομα σε VHS λίγες ημέρες αργότερα από τη βινυλιακή έκδοση – ενώ η τέταρτη, περιέχει πέντε κομμάτια από το show που έδωσαν στο festival του Hammersmith (Odeon) το φθινόπωρο του 1984 στην Αγγλία.

Portrait of British heavy metal band Iron Maiden backstage at the Poplar Creek Music Theater in Hoffman Estates during their World Slavery Tour, Chicago, Illinois, June 16, 1985. Pictured are Adrian Smith, Nicko McBrain, Bruce Dickinson, Steve Harris, and Dave Murray. (Photo by Paul Natkin/Getty Images)

Στο παρόν κείμενο, θα σταθώ κυρίως στη video version και στην προσωπική μου σχέση μαζί της. Μια φαντασμαγορική εμφάνιση των Iron Maiden, στο peak της ακμής τους, ένα show – ορισμός του τι θα πει rock ‘n roll dream. Βέβαια σε αυτό συνέβαλαν αμφότερα και η υποδειγματική σκηνοθεσία του Jim Yukich και της ομάδας του αλλά και η επαγγελματικότατη μίξη του μεγάλου Martin Birch, μιας προσωπικότητας συνυφασμένης με τους μεγάλους Βρετανούς, στοιχεία που επισφράγισαν τη δαιμονιώδη φόρμα στην οποία βρέθηκαν οι Iron Maiden εκείνη την εποχή.

Όλα τα κομμάτια του album ακούγονται πιο γρήγορα σε σχέση με τις original studio versions τους – και για να πω την αλήθεια, ο αριθμός που τα έχω απολαύσει στη ζωή μου σε αυτήν την εκδοχή είναι συντριπτικά μεγαλύτερος από τις studio. Οι Maiden φανερά βρίσκονται σε καταπληκτική κατάσταση. Από το μπάσιμο, εν μέσω σκότους στη σκηνή, ακούγεται η ραδιοφωνική ηχογραφημένη ομιλία του Winston Churchill στις 4 Ιουνίου 1940 για την επικείμενη μάχη της Βρετανίας (μια στιγμή του Β’ Παγκοσμίου πολέμου που καθόρισε πολλά). Με το που ακούγεται η κατακλείδα “We will never surrender” ξεκινάει το intro riff του “Aces High” και η μπαντάρα ξεχύνεται στο σανίδι.

Ο Bruce Dickinson και ο Steve Harris αλωνίζουν την σκηνή, σε ένα διαρκές πέρα – δώθε, ο θεότρελος Nicko McBrain τεκμηριώνει πέραν οποιασδήποτε αμφιβολίας το πόσο σπουδαίος drummer υπήρξε από την αρχή (και εξακολουθεί να είναι) ενώ ίσως το καταπληκτικότερο κιθαριστικό δίδυμο που εμφανίστηκε ποτέ στο heavy metal, οι Dave Murray / Adrian Smith (ειδικά ο πρώτος), το γλεντάνε αποδίδοντας τα φοβερά riffs και solos αλάνθαστα, με κάποιες μικροαλλαγές που μάλλον εξυψώνουν τις αθάνατες συνθέσεις. Για τις οποίες, τι να πρωτοπώ;

Όλη η, μέχρι εκείνη τη στιγμή, δισκογραφία τους εκπροσωπείται επάξια, με τη μερίδα του λέοντος να ανήκει στα “Powerslave”, “Number Of The Beast” και “Piece Of Mind”. Θέλετε τίτλους; Οκ, ας παραθέσω παρακάτω την tracklist:

(Οι τρεις πλευρές του βινυλίου που κυκλοφόρησαν και σε VHS format)
1.Intro: Churchill’s Speech / Aces High (Powerslave)
2.2 Minutes to Midnight (Powerslave)
3.The Trooper (Piece Of Mind)
4.Revelations (Piece Of Mind)
5.Flight of Icarus (Piece Of Mind)
6.Rime of the Ancient Mariner (Powerslave)
7.Powerslave (Powerslave)
8.The Number of the Beast (The Number of the Beast)
9.Hallowed Be Thy Name (The Number of the Beast)
10.Iron Maiden (Iron Maiden)
11.Run to the Hills (The Number of the Beast)
12.Running Free (Iron Maiden)

(H 4η πλευρά του βινυλίου)
1.Wrathchild (Killers)
2.22 Acacia Avenue (Killers)
3.Children of the Damned (Killers)
4.Die with Your Boots On (Piece Of Mind)
5.Phantom of the Opera (Iron Maiden)

Και μόνο η παράθεση της λίστας είναι ικανή να προκαλέσει εξάρθρωση κάτω γνάθου. Σε κάθε κομμάτι (μιλώ πάντα για το video) υπάρχει και κάποιο highlight που εκτοξεύει την αδρεναλίνη του ακροατή. Η στιγμή που ξεχύνονται στη σκηνή στο “Aces High”, η ζωντάνια που παρουσιάζουν στα “2 Minutes to Midnight” και “The Trooper”, το λογύδριο του Dickinson που απορρίπτει τις κατηγορίες των αδειοκέφαλων ευαγγελιστών της εποχής περί σατανολατρικής προσέγγισης των Iron Maiden και με το “Revelations” που ακολουθεί να συμπεριλαμβάνεται μέσα στην τριάδα των καλύτερων heavy metal live στιγμών όλων των εποχών (πραγματικά παιδιά, δεν έχω λόγια να περιγράψω αυτά που νιώθω κάθε φορά που ξαναβιώνω το συγκεκριμένο κομμάτι κι ας έχουν περάσει 30+ χρόνια από τότε που το πρωτοαντίκρυσα – μιλάμε για τα πάντα, ερμηνεία, εκτέλεση, στήσιμο, 10 με τόνο σε όλους τους τομείς), τη γνήσια πώρωση του “Flight Of Icarus”, τη φαντασμαγορική εκτέλεση του έπους “Rime of the Ancient Mariner” με όλα τα προηχογραφημένα εφέ της μεσαίας γέφυρας (και τα οποία ο γράφων μπορεί να επανεκτελέσει με τα κόκκαλα της πλάτης και του αυχένα του όταν τεντώνεται – αν υπάρχει μπάντα που να θέλει να κάνει διασκευή το συγκεκριμένο track, διατίθεμαι σε πολύ φιλικές τιμές!), την εμφάνιση μιας τεράστιας φιγούρας του Eddie (της trademark mascot των Iron Maiden, τέκνο του τεράστιου Derek Riggs ο οποίος χάρισε άλλο ένα έργο τέχνης για να παρουσιάσουν οι Maiden το παρόν live album) στη σκηνή στα “Powerslave” και στο ομώνυμο κομμάτι “Iron Maiden”, η εκτυφλωτική εκτέλεση του “Hallowed Be Thy Name” και το φανταστικό φινάλε του “Running Free” το οποίο επιμηκύνεται στα 8 και κάτι λεπτά, με μόνους τους Steve Harris / Nicko McBrain να κρατούν τον ρυθμό στο βασικό θέμα του κομματιού ενώ ο Dickinson παρουσιάζει στο εκστασιασμένο κοινό το συγκρότημα.

Στο ίδιο σεμιναριακό επίπεδο ακούγονται και τα κομμάτια που ηχογραφήθηκαν στο Hammersmith (Odeon), με τις κομματάρες από το “Killers” και φυσικά το αριστούργημα “Phantom of the Opera” να ερμηνεύονται πολύ καλά από τον Dickinson (προσωπική θεώρηση είναι ότι η απόλυτη τελειότητα θα είχε επιτευχθή μόνο με τον Paul Di Anno πίσω από το μικρόφωνο αλλά ακόμη κι έτσι, η ερμηνεία του Dickinson δεν επιδέχεται αμφισβήτησης ή παραπόνων).

Οι Iron Maiden από εκεί και πέρα, δεν έχασαν την παραμικρή ικμάδα από την δημοτικότητά τους στις τάξεις των metallers όλης της υφηλίου. Συνέχισαν να μετουσιώνουν το όραμα του ηγέτη τους Steve Harris, συνέχισαν να παραδίδουν μεγαλειώδη albums και συνεχίζουν να είναι πλήρως ενεργοί μετά από 45 περίπου χρόνια καριέρας, με σεβασμό στο παρελθόν και το παρόν τους. Ήταν και είναι η πιο επιδραστική μπάντα του δοξασμένου heavy metal, μια εξάδα (εδώ και χρόνια πλέον) μουσικών που παρέδωσαν στο κοινό μια τεχνοτροπία της οποία ψήγματα υπάρχουν σε κάθε δισκογραφική απόπειρα που φέρει το στυλιστικό πνεύμα αυτής της μουσικής. Τους αξίζει κάθε σεβασμός και η θέση τους στην αθανασία, μαζί με κάποιες άλλες υπέρτατες μονάδες (όπως για παράδειγμα οι Θεόθεοι Black Sabbath, Judas Priest, Metallica), είναι εξασφαλισμένη μέχρι να σβήσει το άστρο – γεννήτορας του ανθρώπινου είδους, ο Ήλιος μας.

Κλείνοντας, θα αναφερθώ στην επίδραση που είχε το “Live After Death” σε εμένα, τον γράφοντα, προσωπικά. Θα είμαι σχετικά λακωνικός: με διέλυσε! Με ξετίναξε! Ως έφηβος, μου έβαλε τη σφραγίδα του μεταλλά στο κούτελο, όπως σφραγίζουν τα μοσχαράκια σε ράντσο του Φαρ Ουέστ. Αιώνια ψυχοστιξία με λίγα λόγια. Ήταν το προσωπικό μου ωδείο, η απαρχή της ενασχόλησής μου με ένα Aria μπάσο έτσι ώστε να προσπαθήσω να γίνω κι εγώ ένας heavy metal μουσικός (κάτι που διαφέρει από την γενικότερη έννοια “μουσικός”, γιατί αυτό απαιτεί μελέτη που διαρκεί μια oλόκληρη ζωή κι εγώ ήμουν αρκετά τεμπέλης ώστε να το επιχειρήσω, όχι, εγώ απλά ήθελα να μάθω να παίζω σαν τους Iron Maiden χωρίς να έχω βλέψεις να γίνω επιστήμονας αυτής της τέχνης). Τόσο μεγάλο κόλλημα που για χάρη αυτής της βιντεοκασσέτας απεβίωσαν από το παίξιμο δυο VCRs (ok, βλέπαμε και καμιά τσοντούλα που και που, δεν είναι και κανένα έγκλημα, πιτσιρικάς στα ντουζένια μου ήμουν).

Με απόλυτη σιγουριά, το “Live After Death” ήταν ο σημαντικότερος γλύπτης του χαρακτήρα που έκατσε κι έγραψε αυτές τις αράδες. Απόλυτος πνευματικός πατέρας, ό,τι και να σημαίνει αυτό. Κάτι που θα συνεχίσει να ισχύει μέχρι το τέλος της μικρής, θνητής ζωής μου.

Αυτά Κυρίες και Κύριοι. Καλό καλοκαίρι να έχουμε, να διαβάζετε την περιοδικάρα μας και όπως πάντα, Λαβ όνλι!

3138
About Ιορδάνης Κιουρτσίδης 1205 Articles
Ανακατεμένος με το heavy metal εδώ και 3,5 δεκαετίες, retro computer fan, δεν αντέχει τον Μόρισον και τον Κομπέιν, πίνει διπλό γλυκύβραστο και λατρεύει τις mini σοκοφρέτες υγείας.