HEATHEN: “Empire of The Blind”

ALBUM

Είδος: Thrash metal
Δισκογραφική: Nuclear Blast Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 18 Σεπτεμβρίου 2020

Μπορεί το 2020 να μείνει στην ιστορία για όλους τους λάθος λόγους. Μπορεί να έχουμε τραβήξει των παθών μας τον τάραχο. Μπορεί συναυλιακά να βλέπουμε τις μπάντες με το μακαρόνι (το Νο2 για το παστίτσιο), όμως σε επίπεδο κυκλοφοριών, πολλές μπάντες φροντίζουν να μας κρατάνε σε επαφή μαζί τους και εμάς σε επαφή με την ψυχική μας υγεία. Ειδικά στο 2ο μισό του έτους, λες και χτύπησε κάποιο αθόρυβο καμπανάκι, οι κυκλοφορίες αυξήθηκαν άρδην (και μάλιστα αξιόλογες), με αποτέλεσμα οι “μουσικές μου μπαταρίες” να γεμίζουν ανέλπιστα.

Στο “χορό” αυτή τη φορά μπαίνουν οι βετεράνοι Αμερικανοί thrashers Heathen με το 4ο άλμπουμ τους “Empire of The Blind”. Ακούγοντας κάποιος πως έχουν κυκλοφορήσει τέσσερα άλμπουμ σε 34 χρόνια, δε θα πει πως είναι και ο καλύτερος απολογισμός (καθώς δε διατηρεί το όνομα της μπάντας ενεργό), όμως κάθε ένα από αυτά στέκει “αυτόφωτο”, παντοτινό διαμάντι της thrash metal σκηνής.

Δέκα ολόκληρα χρόνια μετά το εξαιρετικό “The Evolution of Chaos”, οι Heathen διατηρούν τη μουσική τους απόδοση σε υψηλά standards, το Bay Area ένστικτό τους σε πλήρη εγρήγορση και τη συνθετική και εκτελεστική τους δεινότητα σε υψηλά επίπεδα. Ένας από τους κυριότερους λόγους (αν όχι ο κυριότερος) είναι αυτή η παιχτούρα ο Lee Altus (guitars) ο οποίος κακώς δεν αναφέρεται ανάμεσα στα κιθαριστικά “τοτέμ” του ιδιώματος. Μιλάμε για τον τύπο που έχει γράψει (μαζί με τον άλλο παιχταρά Doug Piercy) τα δύο πρώτα εμβληματικά τους άλμπουμ, που από το 2005 και μετά αποτελεί το “έτερον ήμισυ” του Gary Holt στους Exodus και επί της ουσίας “κρατούσε” τη μπάντα όταν ο τελευταίος ήταν απασχολημένος με τους Slayer.

Ως ηγετικό μέλος εδώ ο Altus βρίσκει πρόσφορο έδαφος να αναπτύξει πλήρως το, αλληλένδετο με τον ήχο της μπάντας, στυλ του το οποίο “ισορροπεί” μεταξύ επιθετικότητας και μελωδίας. Μετά το αλά Metallica intro “This Rotting Sphere” το άλμπουμ ξεκινάει με το “The Blight”, με το βασικό του riff να θυμίζει τον Exodus ήχο της τελευταίας σχεδόν 20ετίας (15 χρόνια προϋπηρεσίας είναι αυτά). Τα φωνητικά του David R. White, χωρίς να έχουν την έκταση του παρελθόντος (σύνελθε μωρέ μλκ), διατηρούνται σε υψηλότατο επίπεδο, με περίσσια ωριμότητα και “πατώντας” απόλυτα πάνω στον ήχο της μπάντας. Στο ίδιο tempo και το ομώνυμο κομμάτι με την μελωδία να παίζει “πάνω” από το βασικό riff και το κολλητικό refrain (υπάρχουν αρκετά τέτοια στο άλμπουμ) να εμφανίζει ακόμα ένα στοιχείο από την ταυτότητα των Heathen. Η “συνταγή” ακολουθείται πιστά και στα mid tempo “Dead and Gone” και “Sun In My Hand” με το 2ο να είναι κατά πολύ ανώτερο του 1ου (βασικά είναι έπος). Ο Altus παίζει “μεγάλη μπάλα” με τον έτερο κιθαρίστα Kragen Lum στα Bay Area favorite “Blood to Be Let”, “In Black”, “Devour”, “The Gods Divide” ακόμα και στο instrumental “A Fine Red Mist”, με “σφιχτοδεμένο” παίξιμο και εναλλαγές στα solos με την εμπειρία κινέζων πρωταθλητών του πινγκ-πονγκ.

Χαίρομαι που οι “νέοι” της μπάντας “έδεσαν” αμέσως με τους υπόλοιπους και διατηρούν το rhythm section δυνατό, υπό μορφή γροθιάς στη μάπα. Χαίρομαι που το άλμπουμ κλείνει με το ίδιο riff στο outro “Monument to Ruin”. Φαντάσου πως κλείνει η ίδια πόρτα που άνοιξε για να “ξεναγηθείς” στο “μουσικό δωμάτιο” των Heathen. Χαίρομαι που υπάρχει το “Shrine of Apathy” (δεν το ανέφερα καθόλου αλλά είναι το καλύτερο κομμάτι του άλμπουμ) μία power ballad, από αυτές που χαιρόσουν να ακούς όταν τις κυκλοφορούσαν πολλές μπάντες πίσω στα 90’s. Χαίρομαι που υπάρχουν ακόμα μπάντες σαν τους Heathen που παράγουν ακόμα άλμπουμ τίμια και αξιοπρεπέστατα.

Ps: Στο post apocalyptic εξώφυλλο του Travis Smith, συμπλέοντας με το ρεύμα της εποχής, φαντάζομαι το μαντηλάκι-μάσκα-επίδεσμος να καλύπτει και το στόμα για να μετατραπεί σε αυτοκρατορία των τυφλών και φιμωμένων ταυτόχρονα.

Facebook: https://web.facebook.com/heathen.official
Instagram: https://instagram.com/heathenthrash
Twitter: https://twitter.com/heathenmetal

894
About Νίκος Κορέτσης 83 Articles
Ο Νίκος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Χαλκίδα το σωτήριο έτος 1980. Η πόλη των “τρελών νερών” επηρέασε κατά κάποιον τρόπο το χαρακτήρα του αλλά και τις μουσικές του προτιμήσεις, με τις οποίες ήρθε σε επαφή, στην “τρυφερή” ηλικία των 7 ετών, με τα τρία πρώτα άλμπουμ των Metallica. Από το 1990 όμως και μετά άρχισε να γίνεται πιο ενεργός ακροατής, έχοντας ακούσματα σταδιακά από όλο σχεδόν το φάσμα του σκληρού ήχου θεωρώντας εαυτόν “συλλέκτη ακουστικών εμπειριών”. Επειδή όμως η open minded αισθητική έχει και ένα όριο, ο Νίκος δεν ακούει τα πάντα (όπως ακούς να λένε πολλοί) αλλά heavy metal μόνο, με ιδιαίτερη προτίμηση στα ιδιώματα που βρίσκονται κάτω από την “ταμπέλα” του Thrash και Death “πολυχώρου”.