Μάρτης, γδάρτης και παλουκοκαύτης, λέει ο λαός, και πολύ ορθά. Η σταδιακή επανεκκίνηση των συναυλιακών δρώμενων στη χώρα, όμως, έπειτα από μια διετία ξεραΐλας, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για “ναι μεν, αλλά”.
Πράγματι, η παγερή θερμοκρασία και το αραιό χιόνι που έριχνε ο αττικός ουρανός, διόλου πτόησαν τα περίπου 200 άτομα που συγκεντρώθηκαν στο φιλόξενο Temple το σαββατόβραδο της 12ης Μάρτη για να τιμήσουν τη δεύτερη επίσκεψη των Αυστριακών Harakiri for the Sky (HFTS εφεξής) σε αθηναϊκή σκηνή. Η συγκυρία φαντάζει ιδανική, καθώς α) οι HFTS γιορτάζουν άτυπα τα δέκατα γενέθλιά τους, β) έχουν κυκλοφορήσει το πέμπτο full-length τους “MÆRE”, που τους εδραίωσε ανάμεσα στους βασικούς εκπροσώπους του post-black metal, γ) περιοδεύουν εκτεταμένα (θα φτάσουν μέχρι και στη Νότια Αμερική) προωθώντας τη δουλειά τους δ) και γίνονται διαρκώς “μεγαλύτεροι”, όντας ξανά υποψήφιοι για την κατηγορία Hard & Heavy στα Amadeus Austrian Music Awards του 2022.
Στις 3 του Μάρτη είχαν ανακοινώσει ότι ένα περιοδεύον μέλος νόσησε με κορονοϊό και ακύρωσαν την εμφάνισή τους στη Στοκχόλμη. Ευτυχώς, ωστόσο, για το ελληνικό κοινό, οι HFTS επιστράτευσαν τον ικανότατο Kerim “Krimh” Lechner και δεν είχαμε δυσάρεστες εκπλήξεις. Την ομαλή διεξαγωγή των προγραμματισμένων συναυλιών επικύρωσε η εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη ένα βράδυ πριν, οπότε όλα καλά.
Στις 20:30 άνοιξαν οι πόρτες του Temple, όπως είχε ανακοινωθεί, για να υποδεχτούν τον κόσμο, που εισερχόταν στον συναυλιακό χώρο δίχως προβλήματα, κόντρα στο πάντα παρόν ενδεχόμενο δυσκολιών που μπορεί να προκύψουν εξαιτίας των επιβεβλημένων Covid πρωτοκόλλων. Στις 21:00 αναμενόταν να πατήσει στη σκηνή το opening act, οι Αθηναίοι blacksters Diablery. Ένα ελπιδοφόρο, ντόπιο σχήμα που το 2021 κυκλοφόρησε τον δεύτερο πλήρη δίσκο του “Candles”. Μολονότι δεν ήμουν εξοικειωμένος με τη μουσική των Diablery, ήξερα ότι έχουν λάβει πολύ καλές κριτικές και είχα μεγάλη περιέργεια να τους δω ζωντανά.
Με αρκετή καθυστέρηση, στις 21:50 το stage του Temple γεμίζει ένας ψυχρός κυανός φωτισμός, ενώ ένα ορχηστρικό, συμφωνικό θέμα ακούγεται όσο οι τέσσερις κουκουλοφόροι Diablery παίρνουν θέση. Αντιλαμβάνομαι ακαριαία ότι οι κρύες καιρικές συνθήκες που επικρατούν έξω μας προετοίμασαν πολύ καλά για το νορβηγικών επιρροών black metal που εξαπολύει το συγκρότημα. Ξεκίνημα με το εναρκτήριο τραγούδι του “Candles”, το “Three Torches Lit”, και το σχήμα φαίνεται καλά προβαρισμένο και να έχει αρκετή άνεση. Παρατηρώ ότι το κοινό είναι φειδωλό στις αντιδράσεις του, παρότι χειροκροτά θερμά στα διαλείμματα ανάμεσα στα τραγούδια. Θα περίμενε κανείς μια ζωηράδα δηλωτική της έλλειψης συναυλιών, αλλά αυτό δεν συμβαίνει, και σίγουρα για αυτό δεν ευθύνεται η απόδοση του support συγκροτήματος. Οι Diablery επιλέγουν να μας ζεστάνουν με συνθέσεις που προέρχονται αποκλειστικά από το πρόσφατο album τους, αφήνοντας απ’ έξω το Architect του 2014. Είναι σαφές ότι θέλουν να απομακρυνθούν από το πιο συμφωνικό black που έπαιζαν τότε.
Στο δεύτερο μισό του set, δείχνουν να το απολαμβάνουν ακόμη περισσότερο, και αυτό αρχίζει να παρασύρει και τον κόσμο στο γεμάτο Temple. Οι συνθέσεις αυτού του μέρους ακούγονται πολύ καλύτερα και μου φαίνονται και καλύτερες. Ξεχωρίζουν εύκολα ο drummer Merenhor, που παίζει πολύ σωστά και μανιασμένα, και ο frontman Setesh, που αποδίδει πολύ καλά στον δύσκολο ρόλο της lead κιθάρας και των φωνητικών. Η εναλλαγή από black ουρλιαχτά σε καθαρές φωνές με αέρα τελετουργικής ψαλμωδίας, κερδίζουν τις εντυπώσεις. Η ρυθμική κιθάρα, κυρίως, και το μπάσο μού φάνηκαν αρκετά πίσω στο συνολικό ηχητικό αποτέλεσμα. Μέχρι τις 22:40, όποτε και οι Diablery ολοκληρώνουν, είναι σαφές ότι η μπάντα έχει κάνει ένα βήμα προς την επάξια απόκτηση νέων οπαδών. Θεωρώ πως πρέπει να έχουν μείνει ικανοποιημένοι. Από την άλλη, διατηρώ λίγες αμφιβολίες αναφορικά με το ταιριαστό της συναυλιακής συνύπαρξής τους με τους HFTS. Το black στοιχείο δεν αρκεί για να γεφυρώσει δύο πολύ διαφορετικής προσέγγισης σχήματα. Οι Diablery θα έκαναν μεγαλύτερο γκελ παίζοντας για ένα κοινό που θα είχε πάει να δει headliners με ήχο πιο κοντά στο παραδοσιακό black metal. Σε κάθε περίπτωση, αυτό δεν βαραίνει τους Diablery, υποθέτω. Επίσης, αυτά είναι υποκειμενικά. Μπορεί κάποια άτομα να απολαμβάνουν τα billings με μεγαλύτερη ποικιλία.
Three Torches Lit (Candles)
Sanguine Emissions of Aeonic Ecstasy (Candles)
Spiral Ascension of Becoming (Candles)
The Coming Fog (Candles)
The Piercing Ice (Candles)
Moonlit Dome Revealed (Candles)
Μόλις δέκα λεπτά αργότερα, τη σκηνή γεμίζει μόνος του ο “πληθωρικός” Matthias “M.S.” Sollak. Τον ακολουθούν ο Michael “J.J.” Wahntraum και τα υπόλοιπα μέλη. O κόσμος ξυπνάει και ξεσπάει σε ιαχές. Oι καθαρές πρώτες νότες του “Sing for the Damage We’ve Done” από το MÆRE ακούγονται. O J.J. κραυγάζει “It’s been so long…”. O Krimh παίζει ένα ηχηρό blast beat. Τα πάντα ακούγονται αρκετά καθαρά. Ανιχνεύω έναν διάχυτο ενθουσιασμό. Οι HFTS έχουν κάνει ένα πολύ δυνατό ξεκίνημα, και αυτό δεν σηκώνει αμφιβολίες. Συνέχεια με τα “Stillborn” και “Thanatos”. Συνεπώς, η μπάντα αποσαφηνίζει ότι δεν σκοπεύει να τιμήσει μόνο την τελευταία δουλειά της.
Ο M.S. δεν είναι ιδιαίτερα κινητικός και εκφραστικός, αλλά εκτελεί πιστά τα κιθαριστικά μέρη του και είναι ξεκάθαρο ότι αποτελεί το μεγάλο όγκο που γύρω του έχουν τεθεί σε τροχιά όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που συγκροτούν τους HFTS. Ο J.J., φορώντας, παρακαλώ, ένα Spectral Wound long-sleeve, βαδίζει κάπως αμήχανα πάνω κάτω στη σκηνή, κάπου κάπου αποφεύγει τον ρόλο του μπροστάρη, αλλά φαντάζει πλήρως βυθισμένος στο νόημα των στίχων που ερμηνεύει. Οι μουσικοί που πλαισιώνουν την μπάντα στην περιοδεία είναι τρομερά καλοκουρδισμένοι, πολύ εκδηλωτικοί και είναι εκείνοι που στο πρώτο μέρος του set βγάζουν την απαιτούμενη ενέργεια για να πυροδοτήσουν αντιδράσεις στο κοινό. Το light show είναι λιτό και δεν προσδίδει κάτι ιδιαίτερο στη σκηνική παρουσία. Δεδομένου ότι οι HFTS δεν επιχειρούν κάτι εντυπωσιακό με όρους live performance, η γλυκά καταθλιπτική post μουσική τους με τα black ξεσπάσματα μοιάζει να έχει τον μοναδικό ρόλο στον μουσικό μονόλογο που διαδραματίζεται μπροστά μας.
Και στην περίπτωση των HFTS, το δεύτερο μέρος της εμφάνισής τους είναι πιο δυνατό από το πρώτο. Πάνω που έχω αρχίσει να σκέφτομαι ότι είναι κρίμα οι Αυστριακοί να μας κεράσουν Zoloft ξεροσφύρι, δίχως ένα στρούντελ ή μια σοκολάτα βιενουά, βρε παιδάκι μου, το συγκρότημα ζεσταίνεται, συνδέεται περισσότερο με τον κόσμο και ερμηνεύει με πιο πολλή ζωντάνια. Ο J.J. ενσωματώνει στην κίνησή του λίγη θεατρικότητα (π.χ. τυλίγει το καλώδιο του μικροφώνου, σαν άλλη αγχόνη, γύρω από τον λαιμό του), ο M.S. παύει να είναι ασάλευτος σαν επιβλητικό αυστριακό βουνό, ενώ μέχρι και ο ηχολήπτης τους συλλαμβάνεται να κάνει ακατάπαυστο headbanging! Μάλλον περνάνε πολύ καλά, και επιτέλους καταφέρνουν να αποζημιώσουν όσες κι όσους γέμισαν το Temple για χάρη τους. Η ώρα πλησιάζει δώδεκα όταν οι HFTS μάς λένε καληνύχτα με τη διασκευή τους στο “Song to Say Goodbye” των Placebo, δηλαδή όπως ακριβώς κλείνουν και το τελευταίο τους full-length.
Sing for the Damage We’ve Done (Mære)
Stillborn (Arson)
Thanatos (III: Trauma)
Burning from Both Ends (Aokigahara)
As Against December Skies (Mære)
Fire, Walk with Me (Arson)
Calling the Rain (III: Trauma)
Song to Say Goodbye (Placebo) (Mære)
Το κοινό κατευθύνεται σιγά σιγά προς την έξοδο και στα πρόσωπα όλων διακρίνεται μια ικανοποίηση. Βέβαια, λίγα πράγματα θυμίζουν την εικόνα που συναντάμε στις πραγματικά επιτυχημένες συναυλιακές βραδιές. Ξέρετε τώρα τι θέλω να πω, σωστά; Τα ασυγκράτητα χαμόγελα, τις αναλυτικές συζητήσεις πάνω στις κορυφαίες στιγμές του live, τα ιδρωμένα πρόσωπα, τα ανάκατα μαλλιά κ.λπ. Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό πρέπει να το χρεωθούν τα συγκροτήματα, μιας και το θέαμα που προσέφεραν ήταν τιμιότατο. Εικάζω ότι η παύση ένεκα της πανδημίας θα έχει ένα τίμημα και σε αυτόν τον τομέα των ζωών μας, αλλά ελπίζω ότι αργά και σταθερά θα επιστρέψουμε εκεί που είχαμε μείνει και θα διασκεδάζουμε ξανά ολόψυχα. Until next time…
Φωτογραφίες: Πέτρος Πεταλάς
1116