GLENN HUGHES: Still Hot and Burning

TRIBUTE

Η προσωπική του δισκογραφία απαριθμεί κάπου στις δεκατρείς κυκλοφορίες, τη στιγμή που στη μακρόχρονη καριέρα του έχει πάρα πολλές συνεργατικές δουλειές στις οποίες έχει βάλει την μοναδική του ηχητική υπογραφή.

Έχει πάρει μέρος σε τρεις δίσκους με τους Deep Purple στα MK III και IV line up, και πιο συγκεκριμένα στα “Burn”, “Stormbringer” και “Come Taste the Band, ενώ το 2016 εισήχθησαν όλοι στο Rock n Roll Hall of Fame κάτι που αποτελεί ύψιστη τιμή και κατά έναν τρόπο δικαίωση για την συνεισφορά του στη μουσική. Επιπρόσθετα του έχουν κολλήσει την ρετσινιά της “φωνής του Ροκ” δίχως άδικο και τον ακολουθεί σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, κάτι που ο ίδιος δεν αποδέχεται, δείγμα του πόσο προσγειωμένος και χαμηλών τόνων άνθρωπος είναι, παρότι μεγάλος star και διασημότητα στο μουσικό μας σύμπαν.

Για να μη μιλάμε και καλά με γρίφους, ο λόγος για τον έναν και μοναδικό Glen Hughes, ο οποίος έρχεται για δύο εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, σε εορταστικό κλίμα για την επέτειο των 50 χρόνων από την κυκλοφορία του δίσκου “Burn” παίζοντας τον στην ολότητα του, μαζί με κλασικές συνθέσεις του συγκροτήματος.
Γεννημένος στις 21 Αυγούστου του 1972 στο Cannock της Αγγλίας, έχει καταπιαστεί από νωρίς με την Hard και Classic Rock μέσω μίας Blues and Funk προσέγγισης, κατακτώντας μία θέση στο πάνθεον την Βρετανικής Ροκ και όχι μόνο, καθώς επίσης και σε μνημειώδη ιστορικά άλμπουμ.

Διαθέτει μια καριέρα που εκτείνεται δεκαετίες, ξεκινώντας τη δεκαετία του 1970 με τους Trapeze, ενώ ύστερα από πρόταση των ιδίων εντάχθηκε στους θρύλους Deep Purple το 1973 και στην πορεία ακολούθησαν μια σειρά από σόλο άλμπουμ, καθώς και συνεργασίες με καλλιτέχνες τόσο διαφορετικούς όπως οι Black Sabbath, οι πρωτοπόροι της ηλεκτρονικής μουσικής The KLF, οι Hughes/Thrall, Phenomena, Hughes Turner Project και Iommi μεταξύ πραγματικά πολλών αμέτρητων άλλων.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει γνωρίσει μία καλλιτεχνική αναγέννηση και έχει βγει εκ νέου στο προσκήνιο μέσα από τις συμμετοχές του σε δίσκους συγκροτημάτων όπως οι Black Country Communion, California Breed και The Dead Daisies ( με τους οποίους τον είχαμε απολαύσει και από τα μέρη μας ζωντανά), μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο τον μύθο του και το fan base του, καθώς η νέα γενιά από rockers τον ακολουθεί πιστά σε κάθε του δισκογραφικό βήμα.

Καθόλη τη διάρκεια της καριέρας του υπήρξε την ίδια στιγμή εξίσου ευλογημένος και καταραμένος. Αναμφισβήτητα είχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές, και κατείχε ένα μοναδικό τρόπο να χειρίζεται και να ακούγεται το μπάσο του, όμως ο εθισμός του στα ναρκωτικά σε κάποια φάση, ειδικά την περίοδο που βρισκόταν στους Black Sabbath, αποτέλεσε τροχοπέδη και αιτία αναπηδήσεων από το ένα συγκρότημα στο άλλο, μένοντας κατά κάποιο τρόπο στάσιμος. Βέβαια όπως ισχυρίζεται και ο ίδιος, ακόμα και τις σκοτεινές του μέρες, παρέμενε σωστός επαγγελματίας και νηφάλιος κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του.

Χωρίς να θέλουμε να παραγκωνίσουμε τις υπόλοιπες του δουλειές, ήταν τα τρία άλμπουμ που ηχογράφησε ως μπασίστας/τραγουδιστής με τους Deep Purple που κέρδισαν τη διεθνή προσοχή και αναγνώριση του Hughes, και που αποδείχθηκαν ο ακρογωνιαίος λίθος της μουσικής του κληρονομιάς. Σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες ενασχολήσεις του, και εννοείται με τα εκπληκτικά του προσόντα αποκτά μία κάποια ανθεκτικότητα στο χρόνο και στην αιωνιότητα.

Για την περίπτωση του Glen Hughes θα μπορούσαμε να γράφουμε για ώρες, ρίχνοντας άπλετο ιντερνετικό μελάνι και πάλι να μην βάζουμε κάποια τελεία. Όποιος το θέλει και επιθυμεί να ρίξει φως στην μακρόχρονη καριέρα του ξεψαχνίζοντας την σπιθαμή προς σπιθαμή, τότε μπορεί να διαβάσει την σχετικά πρόσφατη αυτοβιογραφία του με τίτλο “ From Deep Purple to Black Country Communion”.
Εμείς στα πλαίσια της επικείμενης εμφάνισης του, θα επιλέξουμε με μεγάλη δυσκολία τρεις δίσκους άξιους αναφοράς καθώς και τρία τραγούδια που φέρουν την ανεξίτηλη σφραγίδα του.

Κάποτε ο δίσκος χαρακτηρίστηκε ως “ marriage made in hard rock heaven” κάτι που δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, με την συνεργασία μεταξύ του Glen Hughes και του Pat Thrall να επιτυγχάνει ένα μοναδικό fusion μεταξύ Hard Rock, AOR, Blues και Funk. Άκουσε τον και μετά έλα να μιλήσουμε για τους The Darkness.

Όσο και να έλεγε η λογική να μν βάλω αυτόν το δίσκο για να δώσω χώρο σε κάποιον άλλον, τόσο το συναίσθημα μέσα μου επέμενε και τελικά με έπεισε. Ένας δίσκος απείρου κάλους που στέκει 50 χρόνια στις κορυφές των classic rock άλμπουμ. Μετά τη φυγή των Ian Gillan και Roger Glover, μπήκαν στις τάξεις της μπάντας οι Glen Hughes και David Coverdale και εκτός από το φιλί της ζωής, δώσανε και έναν πιο Funk και Blues αέρα γυρίζοντας σελίδα στο συγκρότημα. Και μπορεί η νέα σύνθεση να δίχασε μία μερίδα οπαδών, όμως τραγούδια όπως το ομώνυμο και τα “Might Just Take Your Life”, και “You Fool No One” βούλωσαν και συνεχίζουν να το κάνουν αρκετά στοματάκια.

Κατά την ταπεινή μου γνώμη θα μπορούσε μάλιστα να φέρει τον τίτλο Black Sabbath και να αντικαταστήσει παλαιότερες δουλειές του μεγάλου Μουστάκια. Δίσκος που δεν έλαβε την δέουσα προσοχή και ανταπόκριση από το κοινό δυστυχώς. Εδώ ο αιώνιος riff master ακολουθεί διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ και δημιουργεί κανονική μπάντα με τον Glen Hughes και τον Kenny Arronoff, σπέρνοντας riffs και ιδέες και θερίζοντας κομματάρες όπως τα “Grace”, “Dopamine” και “I Go Insane”. Για ακόμη μία φορά η φωνή του Glen δεν έχει όρια και ταιριάζει σαν πασπαρτού σε οποιοδήποτε ιδίωμα.
Επιπρόσθετα αξιοσημείωτοι δίσκοι για να ασχοληθείς είναι οι:
California Breed: “California Breed”
Black Country Communion: “2”
Trapeze: “You Are The Music…We’re Just The Band”

Οι Billy [Bill Drummond] και Jimmy [Cauty] καθότι μεγάλη fans των Trapeze προσκάλεσαν το είδωλο τους για μία συνεργασία που τάραξε τα μουσικά στεγανά, με τον ίδιο τον Glen να πλέει σε Electro Pop πελάγη ευτυχίας.

Ότι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό και στην προκειμένη πιο δημιουργικό. Μετά και την περιπέτεια της υγείας του και την εγχείρηση καρδιάς, βρήκε το σθένος και τη δύναμη να γράψει ένα κομμάτι που άγγιξε την καρδιά πολλών οπαδών.

Ένα κομμάτι δυναμίτης για τις ζωντανές εμφανίσεις, όπου φωνάζουμε “you’re like no other, can you feel my bassline”. Πραγματικά νιώθεις τις μπάσο γραμμές να γίνονται ένα με σένα ενόσω σε χαϊδεύουν και ο Glen σου ψιθυρίζει μέσα και έξω από το αυτί.

Την Παρασκευή στις 24/5 (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ) στην σκηνή του Floyd ο Glen Hughes πλαισιωμένος από τους Soren Andersen (guitar), Ash Sheehan (drums) και Bob Fridzema(keyboards) θα αποδώσει για τελευταία φορά κομμάτια από την συγκεκριμένη καλλιτεχνική του περίοδο. Αφήστε τους ημιτελικούς της euroleague ( θα παίξουν την Κυριακή πράσινοι και κόκκινοι στον τελικό) και ελάτε να χαθούμε στο μουσικό «Βαθύ Μωβ».

883
About Βασίλης Χατζηβασιλείου 347 Articles
Ο Βασίλης (a.k.a Eloy) προσπαθεί καθημερινά να συνθέσει το soundtrack της ζωής του βασιζόμενος στο αγαπημένο του τρίπτυχο "αγάπη, φαντασία και πειραματισμός". Προτιμά οι μουσικές του αναζητήσεις να είναι βαριές, θορυβώδεις και ταξιδιάρικες...