FROST: “Day And Age”

ALBUM

Είδος: Progressive rock
Εταιρεία: Inside Out Music
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 14 Μαΐου 2021

Αν έχεις έστω και επιδερμική επαφή με το περίεργο, “αγγλικό” χιούμορ των Frost, σίγουρα θα κάνεις την άμεση διάγνωση ενός επίφοβου σαρκασμού στην κοριτσίστικη φωνή που σε υποδέχεται στο νέο τους άλμπουμ και σε προσκαλεί να “enjoy yourselves (you scum)”…

Το σχήμα του πολυτάλαντου κημπορντίστα/τραγουδιστή Jem Godfrey δημιουργήθηκε το 2004 και το πρώτο τους άλμπουμ, το “Milliontown” του 2006 θεωρείται πια κλασικό στον χώρο του σύγχρονου progressive rock. 15 Μάηδες μετά πια, ο Goldfrey συνεχίζει να έχει δίπλα του τον κιθαρίστα John Mitchell (Lonely Robot, It Bites, Arena, Kino), και από το 2009 τον μπασίστα Nathan King (It Bites, Level 42). Συνεχίζοντας σαν τρίο μετά την αποχώρηση του ντράμερ Craig Blundell, προτίμησαν να απολαύσουν την ευρύτητα της φαντασίας που προσφέρει η απουσία ενός συγκεκριμένου ονόματος, γράφοντας τη νέα τους μουσική υποθέτοντας αν ο Χ ντράμερ είχε έρθει στο γκρουπ πως θα αντιμετώπιζε το κάθε τραγούδι. Τρία διαφορετικά ονόματα κλήθηκαν τελικά να γεμίσουν την κενή θέση του drum kit, με τους Kaz Rodriguez (Chaka Khan, Josh Groban), Darby Todd (The Darkness, Martin Barre) και Pat Mastelotto (Mister Mister, King Crimson), να ακολουθούν κατά κάποιο τρόπο τη συγκεκριμένη φαντασίωση, συμμετέχοντας στα αντίστοιχα τραγούδια που ταίριαζαν γάντι στο ύφος τους.

Οι τελικές τροποποιήσεις και προσθήκες στο 4ο άλμπουμ των Frost πραγματοποιήθηκαν σε έναν πύργο της ακτοφυλακής στο Dungeness του ανατολικού Sussex, που μετατράπηκε σε προσωρινό στούντιο, τον Ιανουάριο του 2020. Περίπου 30 μέτρα δίπλα στη θάλασσα, πολύ κοντά σε έναν πυρηνικό σταθμό και έναν φάρο, και μέσα στην καρδιά του χειμώνα, λίγο περισσότερο σκοτάδι βρήκε εύκολα το δρόμο του στο τελικό αποτέλεσμα, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το υποβλητικό “Repeat to Fade”, που κλείνει το άλμπουμ.

Και τα οχτώ τραγούδια του “Day And Age” χαρακτηρίζονται από το ιδιαίτερο, συμπαγή όγκο του ήχου τους που ουσιαστικά δημιουργείται από τη σύμπραξη των Keyboards του Godfrey με τα ριφ της κιθάρας του Mitchell. Αυτοί οι τεράστιοι πειθαρχημένοι τοίχοι που υψώνονται σημαδεύοντας την τόσο ευδιάκριτη ταυτότητά τους, κατευθύνονται σε περιπετειώδη θέματα όπως στο εντυπωσιακό ομότιτλο τραγούδι που απλώνει τη μαγεία του στα σχεδόν δώδεκα λεπτά του και αδικείται απίστευτα από τη σύντομη video version.

Ακόμα και σε πιο παράξενες περιπτώσεις συνθέσεων όπως το “The Boy Who Stood Still”, η συνεργασία των τριών μουσικών αποκτά την ευελιξία και την ετοιμότητα που χρειάζεται ένα τραγούδι που οδηγείται στη μεγαλύτερη διάρκειά του από αφηγηματικά, ομιλούντα φωνητικά. Η ευρηματική, συνοδευτική τους μουσική παράσταση είναι αντάξια ενός απρόσμενου θέματος, όπως η ιστορία ενός παιδιού που ανακαλύπτει πως μπορεί να γίνει αόρατο αφού παραμείνει απόλυτα ακίνητο για κάποια ώρα. Βελτιώνει την τεχνική του για να αποφύγει δυσάρεστες καταστάσεις και καταλήγει ένας παρατηρητής μέσα στο χρόνο.

Η γλυκόπικρη αίσθηση που ταλαντεύεται ανάμεσα στη μουσική και τα θέματα, μπορεί να ακουμπήσει ακόμα και τον κυνισμό. Η επιτακτική ανάγκη να νιώσεις ευτυχισμένος στις διακοπές χωρίς αμφισβητήσεις, η σχεδόν διαταγή της υποταγής στην απόλαυση και η ειρωνεία που παραμονεύει να ανατρέψει το δεδομένο στο “Island Life”, συνοδεύεται από μια σπουδαία δομημένη αλλά άμεσα ελκυστική μουσική που αλιεύει θέλγητρα στην pop των 80’s. Γενικότερα, η προσέγγιση των Frost χρωστά πολλά στη post-Genesis καριέρα του Peter Gabriel, ή αν θέλουμε κάτι πιο πρόσφατο και επίκαιρο, στην synth πλευρά του Steven Wilson. Όλα αυτά τα δάνεια διυλίζονται βέβαια από το όραμα του αρχηγού που διπλώνει όλες τις εντυπώσεις τους σε αυτό που έχουμε πια μάθει να αναγνωρίζουμε τόσο άμεσα σαν ήχο των Frost.

Έχοντας γράψει κάποια από τα καλύτερα τραγούδια τους εδώ και πολλά χρόνια, οι Frost συνεχίζουν να διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον για το παιχνίδι μεταξύ λέξεων και ήχων. Και είναι παροιμιώδης η δεξιότητα να κουμπώνουν λυρικές γραμμές των πλήκτρων και φωνητικές ευαισθησίες με τραχιές, επιθετικές απαντήσεις, όπως στο “Kill the Orchestra”, μια από τις κορυφαίες στιγμές του “Day And Age”.

Όταν στο μυαλό σου αργοσβήνει επαναληπτικά το grand finale του “Repeat to Fade”, η συνολική ανάκληση μιας πελώριας παραγωγής, μιας απροσδόκητης θεματολογίας, η εκτελεστική ακρίβεια, ακόμα και η φωνή του κοριτσιού που επιστρέφει σε διάφορες στιγμές των τραγουδιών, θα έκανε ίσως και τη μεγαλομανία του Roger Waters να ζηλέψει.

Enjoy yourself, you scum…

https://frost-band.lnk.to/DayAndAge

594
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…