FONTAINES D.C. : “Romance”

ALBUM

Είδος: Post Punk
Εταιρία: XL records
Hμ. κυκλοφορίας: 23 Αυγούστου 2024

Μπήκε Σεπτέμβρης και οι περισσότεροι από μας πλέον έχουμε γυρίσει στις προσωπικές μας φυλακές, εεε χαχα τι λέω, σπίτια/ δουλειές/ οικογένειες. Τι καλύτερο για να αντιμετωπίσεις το post vacation blues από το να πέσεις με τα μούτρα στον καινούριο δίσκο ενός εκ των καλύτερων συγκροτημάτων των τελευταίων ετών;

Μόλις μια πενταετία και κάτι από το ντεμπούτο τους, οι Fontaines D.C. μας κερνάνε την τέταρτη ολοκληρωμένη δουλειά τους. Τους λες και παραγωγικούς, ειδικά αν σκεφτείς τα ποιοτικά επίπεδα στα οποία κινούνται. Τo “Romance” κυκλοφόρησε μέσα από την καινούρια τους εταιρία, XL, και έρχεται να επιβεβαιώσει πως, όπως και αρκετοί contemporaries των Ιρλανδών, δεν σταματάνε να προσπαθούν να εξελίσσουν τον ήχο τους, κρατώντας πάντα όμως την ταυτότητά τους.

Εκτός της καινούριας εταιρίας, είχαμε και νέο – αλλά απόλυτα πεπειραμένο- καπετάνιο στο καράβι της παραγωγής, τον James Ford (Arctic Monkeys, Last Shadow Puppets, Blur, Depeche Mode, the list goes on). Και μόνο η απόφαση αυτή δείχνει την όρεξη της μπάντας να αγκαλιάσει το νέο status quo της και να δουλέψει όσο καλύτερα μπορεί μέσα του. Εκτιμητέο το γεγονός αυτό από μόνο του, καθώς η εξέλιξη τις περισσότερες φορές είναι μονόδρομος που μόνο όσοι εθελοτυφλούν δεν ακολουθούν, αλλά σπανίως είναι ομαλός…

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Grian Chatten, τραγουδιστή και main lyricist, η μπάντα θέλησε να απομακρυνθεί κάπως από τις έντονες μουσικές –και όχι μόνο- συνδέσεις με την γενέτειρα της μπάντας, και να κινηθεί προς ένα πιο δυστοπικό concept με κινηματογραφικές, μουσικές και λογοτεχνικές επιρροές πιάνουν από το cyberpunk anime αριστούργημα “Akira” και την ποίηση του Dylan Thomas μέχρι τα φωνητικά του Jonathan Davis των Korn.

Into the darkness again… Έτσι μας καλωσορίζει το εναρκτήριο “Romance”. Η διαφορά στην παραγωγή είναι άμεσα εμφανής, και γενικά νιώθεις τον Grian να τραγουδάει μέσα από κάποια Tim Burtonική κατακόμβη, γεγονός που ταιριάζει απόλυτα και με το στιχουργικό περιβάλλον, πέραν του μουσικού. “Romance is a place for me and you”. Tι place όμως? Με pigs in the pen και screws in my head. Όπως πρέπει δηλαδή…

Για το “Starbuster”, πρώτο δείγμα που λάβαμε από το άλμπουμ μιας και ήταν το πρώτο single του, o Chatten άντλησε έμπνευση από μια κρίση πανικού που έπαθε στο μετρό του Λονδίνου. Εκεί παραπέμπουν και οι κοφτές κι έντονες ανάσες του ρεφρέν (εντάξει παραπέμπουν λίγο και σε Βασίλη Καρά), και οι διάφορες αναφορές σε ποτά και ναρκωτικά (I wanna talk with a gag if it’s a bottle or bag) που βοηθούν στην –βραχυπρόθεσμη, believe you me- αντιμετώπισή τους. Περνάει όμως και από διάφορα άλλα στιχουργικά θέματα με μαεστρική stream of consciousness τεχνική από την μία εικόνα στην άλλη, χρησιμοποιώντας συγκεκριμένες λέξεις-κλειδιά ή και ρίμες που δεν βγάζουν απαραίτητα νόημα, με την πρώτη τουλάχιστον. Όλα αυτά δένουν με το φωνητικό delivery, που είναι ουσιαστικά ραπάρισμα, και το beat των κρουστών μαζί με τη μουσική, με μια μικρή γέφυρα που κατεβάζει ωραία ρυθμούς στο ενδιάμεσο πριν χωθούμε πάλι στο άγχος του ρεφρέν.

To “Here’s the Thing” μου θύμισε λίγο βρετανικό Indie προηγούμενων δεκαετιών, με φουλ πιασάρικες κιθάρες και ψηλά φωνητικά, ειδικά στο ρεφρέν. Πιο ποπ ενορχήστρωση απ’ότι ίσως έχουμε συνηθίσει απ’ τους Fontaines, χωρίς να ξενίζει όμως. Οι στίχοι πάντως πάλι καταπιάνονται με δύσκολα συναισθήματα (I feel you pain, it’s mine as well…To be anesthetized and crave emotion/so beautiful to hurt so well)

To “Desire” επιστρέφει (περίπου, με λίγο πιο δυναμικές κιθάρες) στο μουσικό landscape του πηγαδιού του “Romance” χωρίς όμως να έχει το ίδιο αντίκτυπο, σε μένα τουλάχιστον. Στους στίχους πάλι θα πετύχουμε αναφορές σε αλκοολισμό και μοιρολατρικά αδιέξοδα (I see them driving into nothing where the nothing is sure/They drown their wishes in the fountain like their fathers before). Μπορώ να πω ότι μου πέρασε κάπως αδιάφορο γενικά, χωρίς να είναι όμως κακό.

Αυτά που σε καμία περίπτωση δεν μου πέρασαν αδιάφορα ήταν τα δύο επόμενα… Πρώτο έρχεται το “In the Modern World”. Από την πρώτη ακρόαση μου έβγαλε ένα πολύ ιδιαίτερο συναίσθημα. Σαν να κατεδαφίζεται γαλήνια ολόκληρος ο κόσμος γύρω μου. Πάλι έχει αυτήν την αίσθηση του “μεγάλου” παραγωγικά. Τα φωνητικά πέρα – δώθε μεταξύ Chatten και Curley (κιθαρίστας) λειτουργούν πανέμορφα. Το κομμάτι γράφτηκε κατά τη διάρκειας ενός ταξιδιού των δύο για να ξεφύγουν λίγο απ’ την πρέσα της φήμης και των τουρ. Η ανάγκη αυτή για escapism είναι έκδηλη στην dream pop μελωδία του κομματιού, που συνοδεύει άψογα τα φωνητικά. Από τα πιο δυνατά σημεία του δίσκου, μαζί με το “Bug” που έρχεται.

Όσο προχωράει ο δίσκος πραγματικά με εκπλήσσει η νέα μουσική αυτή κατεύθυνση. Όχι γιατί δεν τους είχα ικανούς. Άλλωστε είναι κάτι που –εξίσου αποτελεσματικά- έκαναν και μπάντες όπως οι Idles και οι Shame. Θεωρώ όμως πως οι Fontaines το έκαναν ακόμα πιο τολμηρά. Στις πρώτες ακροάσεις δεν ήμουν ακριβώς σίγουρος για το πόσο μου άρεσε-ή μάλλον καλύτερα πόσο και τι θα μου έμενε- αλλά κάθε ακρόαση μου επιβεβαίωνε πως όχι απλώς ήταν η καλύτερη (κατά την ταπεινή μου άποψη, πάντα) επιλογή, αλλά έγινε και πολύ σωστά. To μόνο αρνητικό που μπορώ να βρω, και είναι αρκετά υποκειμενικό, είναι ότι δεν με τρέλανε το cover art. Η απλότητα και τα χρώματά του ταιριάζουν μεν με το concept του δίσκου, αλλά λίγο μεεχ.

Μια από τις ακροάσεις του δίσκου συνέπεσε με την βόλτα του σκύλου μου, και πέφτοντας πάνω στο “Bug”, το άφησα στο repeat μέχρι που γυρίσαμε. Με ρούφηξε κατευθείαν, και συνέχισε να το κάνει για πολλή ώρα (title of your sex tape). Σχετικά απλή (καθόλου απλοϊκή, τείνοντας προς το συναίσθημα) ενορχήστρωση, οριακά κιθάρα παραλίας (σε καμία περίπτωση σαχλή ή cheesy) με toe tapping ρυθμό και πολύ εσωτερική ερμηνεία του Chatten, introspective στίχους που πραγματεύονται τις αλλαγές που περνάνε όλοι, και τους συσχετισμούς με άλλους ανθρώπους. Απλότητα + συναίσθημα= σίγουρη νίκη in my book.

To “Motorcycle Boy” προβάλει κάποιες πιο alternative rock πινελιές, προσωπικά θυμίζοντάς μου αρκετά Smashing Pumpkins, τόσο μουσικά όσο και ερμηνευτικά. Motorcycle Boy ήταν ο μικρός αδελφός του χαρακτήρα του Mickey Rourke στην υπέροχη ποιητική ταινία του Coppola, “Rumble Fish” (άτυπο sequel του επίσης ωραίου αλλά πιο στερεοτυπικού “Outsiders”, αμφότερα βιβλία του S.E. Hinton και ‘80s ταινίες του Ιταλοαμερικανού με όλη την αφρόκρεμα των νεαρών τότε ηθοποιών, από πιο καλτ φιγούρες όπως ο Ralph Machhio και ο Emilio Estevez μέχρι τους αργότερα πιο mainstream Tom Cruise και Nicolas Cage), τον οποίον έπαιζε ο Matt Dillon. Βγάζει λοιπόν απόλυτο νόημα το ότι ο Grian το έγραψε για τον μικρό του αδελφό. Επίσης οι στίχοι “You rain, I snow/You stay, I’ll go” μου θύμισαν αμέσως το “Hello, Goodbye” των Beatles (“You say yes, I say no/you say stop and I say go”)

Σαν άτυπο sequel μοιάζει και το “Sundowner”, αλλά του “In the Modern World”. Πάλι έχουμε φωνητικές εναλλαγές μεταξύ Chatten και Curley, αλλά αυτή την φορά τα ηνία τα παίρνει κατά βάση ο δεύτερος (πρώτο τραγούδι των Ιρλανδών που συμβαίνει αυτό, αν δεν κάνω τεράστιο λάθος). Μουσικά ισχύει πάνω-κάτω ό, τι και για το άτυπο prequel, ονειρικό μουσικό landscape, ποιητικοί στίχοι και η αίσθηση ότι χάνεσαι μέσα του.

Ο ιδιαίτερος τίτλος του “Horseness in the Whatness” έρχεται κατευθείαν από τον Οδυσσέα του James Joyce, και γράφτηκε από τον έτερο κιθαρίστα, Carlos O’ Connell, καθώς διάβαζε βιβλία του συγγραφέα στο νεογέννητο παιδί του. Έχοντας διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο θέλω να στείλω thoughts and prayers στο παιδάκι, και με το ζόρι κρατιέμαι να μην καλέσω την πρόνοια. Κατά τα άλλα δεν μπορώ να πω ότι μου άφησε κάτι το ιδιαίτερο, πέραν της ακόμα μια φορά τεράστιας παραγωγής, αφού ακούς τα κρουστά και νομίζεις ότι γίνονται αλλεπάλληλοι σεισμοί σε σπηλιά (να ξεκαθαρίσω ότι δεν το λέω αρνητικά).

Το “Death Kink” ανεβάζει εντάσεις στις κιθάρες με ένα κάπως Nirvanίσιο (εποχής “Nevermind”) riff και την ερμηνεία του Grian να είναι αρκετά θεατρική και “κοφτή”, μιλώντας για μια τοξική σχέση κυρίως λόγω ενός Μπουκοφσκικού main character που απογοητεύεται όταν το έτερον του ήμισυ του ζητάει να αλλάξει. Πολύ ευχάριστη εναλλαγή, πλησιάζοντας και προς το τέλος του δίσκου, που έρχεται ομαλά και όμορφα με τις bittersweet κιθάρες του “Favourite”. Επίσης ένα πολύ introspective τραγούδι, μιλάει για το παρελθόν, παιδικές ηλικίες, αλλαγές κοκ. Πολύ δυνατό κλείσιμο, παρ΄ ότι δεν σου βάζει ακριβώς closure. Σε αφήνει γεμάτο συναισθήματα και σε παροτρύνει να βάλεις τον δίσκο απ’ την αρχή. Στάθηκα πολύ (ή καλύτερα με χτύπησε άσχημα) στον στίχο “Did you know the cities on return are often strange? / Yeah,and now every time you blink, you feel it change”, καθώς είναι μια καθολική διαπίστωση που κάνεις όσο περνάει ο χρόνος, καθώς κι εσύ και η πόλη που ζεις/ εγκαταλείπεις κι επιστρέφεις/γουατέβερ είστε ζωντανοί οργανισμοί που αλλάζουν, όχι πάντα για το καλύτερο.

Νιώθω ότι δεν έχω κάτι άλλο να πω γι’ αυτόν τον δίσκο. Με γέμισε απίστευτα, αφήνοντάς μου όμως όρεξη να του ακούω ξανα και ξανά. Ίσως επειδή είδα πρόσφατα και την τελευταία ταινία του Miyazaki, “The Boy and the Heron”, έγινε αυτόματα ένας υποσυνείδητος παραλληλισμός στο κεφάλι μου. Η ταινία είχε κλασικά αριστουργηματικό animation, ήταν τόσο γεμάτη πληροφορίες και συμβολισμούς αλλά ταυτόχρονα τόσο άδεια από exposition και “κατευθυντήριες γραμμές” που σε βομβάρδιζε αλλά ταυτόχρονα σου έδινε άπλετο χώρο να σκεφτείς, ούτως ώστε όταν τελείωσε ένιωθα γεμάτος αλλά ήθελα άλλο τόσο χρόνο να την επεξεργαστώ, ίσως και ξαναβλέποντας την.

Σαν να διαβάζεις ένα καλό βιβλίο. Ή να ακούς έναν τόσο καλό δίσκο όσο αυτός.

Official site: https://fontainesdc.com/

519
Avatar photo
About Σόλωνας Εσκενάζης 99 Articles
Γεννημένος το '90, μελαχρινός, ψηλός, καστανά μάτια α σορι δεν είναι Τιντερ εδώ. Η μεγάλη αγάπη είναι το πανκ και τα παρακλάδια του αλλά χωρίς παρωπιδισμους, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα (αρκεί να είναι νόστιμη), less is more και η καλή η μπάντα απ' το live φαίνεται.