Είδος: Thrash/Groove Metal
Δισκογραφική: Nuclear Blast Records
Ημ. Κυκλοφορίας: 8 Μαρτίου 2024
Γενικά δεν μπορώ να πω πως είναι fan σχημάτων που κάπου-κάπως-κάποτε έβγαλαν 2-3 δίσκους και ύστερα από πολλά χρόνια αποφασίζουν να κάνουν reunion, μιας και συνήθως η όλη κίνηση βασίζεται σε κάποια περασμένα μεγαλεία που έχουν στόχο να κάνουν επίκληση στο oldschool συναίσθημα του μέσου μεταλλά.
Thus said, οι Exhorder, έχοντας μια πολύ καλή παρουσία από τα mis ‘80s ως τα early ‘90s, βγήκαν από τη ναφθαλίνη που είχαν μπει και, έχοντας από πίσω τη Nuclear Blast, επανήλθαν το 2019 με το “Mourn the Southern Skies”. Η επιστροφή βρήκε πρόσφορο έδαφος στις τάξεις των metalhead, μιας και συνοδευόταν από πολύ καλό υλικό, κάτι που οδήγησε στο φετινό “Defectum Omnium”, το οποίο έχει τον άχαρο ρόλο να πείσει ακόμα και τους δύσπιστους, πως το εν λόγω reunion δεν ήταν ένα πυροτέχνημα. Spoiler alert: το καταφέρνει.
Τι έχουμε, ή μάλλον ποιους έχουμε στον νέο δίσκο; Καταρχάς, ο Marzi Montazeri δίνει τη θέση του στις κιθάρες στον Pat O’Brien, ο οποίος αποτέλεσε βασικό μέλος των Cannibal Corpse για πάνω από 20 χρόνια, ενώ έχει περάσει, μεταξύ άλλων, κι από τους Nevermore. Το λες και πετυχημένη μεταγραφή. Οι Jason Viebrooks (Beltfed Weapon, ex-Heathen, ex-Grip Inc.) και Sasha Horn (Russian Girlfriends, ex-Forbidden, ex-Novembers Doom) εξακολουθούν να κρατούν το rhythm section από το 2017 και μετά, ενώ ο Kyle Thomas (Alabama Thunderpussy, Trouble), παραμένει σταθερά πίσω από το μικρόφωνο, όντας και το μόνο ιδρυτικό μέλος που έχει απομείνει.
Από τη σύνθεση και μόνο, γνωρίζεις πως πρέπει να πάνε πολλά λάθος για να απογοητευτείς από το αποτέλεσμα. Και όντως, το “Defectum Omnium” είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις, δίνοντας πολλούς λόγους στους Exhorder για να δικαιολογήσουν την επιστροφή τους στη δισκογραφία και να συνεχίσουν. Από κιθαριστικής άποψης, εύλογα γίνεται της μουρλής, με τον Pat O’Brien να παραδίδει σεμινάρια θρασάτου και θρασύτατου metal, τιμώντας ολόκληρη τη σκηνή των ‘80s. Το υψηλό επίπεδο και η ωδή στο παλιό-καλό-thrash, σιγοντάρεται φυσικά και από τους Viebrooks και Horn, όντας παλιές καραβάνες, δημιουργώντας έτσι έναν ήχο που σφύζει από στιβαρότητα κι εμπειρία. Η απόδοση του Kyle Thomas είναι σωστή, είναι ταμάμ, είναι αυτή που πρέπει, εξακολουθώντας να φέρνει στον νου αρκετούς από τους παλιούς τραγουδιστικούς συνοδοιπόρους του από τη σκηνή.
Ο δίσκος είναι γεμάτος γκάζια, με λίγες εξαιρέσεις, έχοντας βάλει ως ξεκάθαρο στόχο να νιώθεις πως έχεις φάει μια ντουζίνα καρπαζιές έως ότου τελειώσει κι αν αυτό δεν είναι κομπλιμέντο αν παίζεις thrash metal, τότε δεν ξέρω τι είναι. Οκ, σίγουρα το album παίζει σε πολλά safe πλαίσια και σιγουρότατα δεν προσπαθεί να προσποιηθεί πως είναι κάτι άλλο πέρα από ένα in-your-face γκρουβάτο θρασομέταλλο παλαιάς κοπής. Και με τόσο revival που παίζει εκεί έξω, καλό είναι να εμφανίζονται που και που οι μύστες του ιδιώματος και να δείχνουν πώς γίνεται.
Κατ’ εμέ, η προσθήκη του O’Brien, αποτελεί μεγάλο ατού σε ένα ήδη καλό σύνολο, δίνοντας ένα κιθαριστικό boost που θα πάει τους Exhorder ακόμα πιο μπροστά, κι ας κοιτάζουν περήφανα προς τα πίσω. Το “Defectum Omnium” είναι ένα thrash απόσταγμα διδακτορικού επιπέδου, που εμπεριέχει μεταλλική σοφία πολλών χρόνων κι έρχεται να δείξει στους νεότερους πως η γριά η κότα έχει και το ζουμί, αλλά και τα riff.
Από αυτόν τον 54λεπτο οδοστρωτήρα, ξεχωρίζω τα “Wrath of Prophecies”, “Forever and Beyond Despair”, “Taken by Flames”, “Defectum Omnium/ Stolen Hope”, “Three Stages of Truth/ Lacing the Well”, “Sedition” και “Desensitized”. Ραντεβού στα moshpit.
555