Η μουσική δεν είναι πρακτορείο ειδήσεων, έχει όμως το δικό της κανάλι να σημαδέψει την ιδιαιτερότητα μιας εποχής και να αφήσει τα ίχνη της σε μια συγκυρία διαφορετική. Η μουσική συνεχίζει να κρατά το δικό της μοναδικό ημερολόγιο στην πανδημία, ενώ όλοι θέλουμε να φτάσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα στην τελευταία του σελίδα.
Εξοικειωμένοι πια, όπως ύπουλα και επαναληπτικά περνά στο πετσί μας η καθημερινότητα, με στατιστικά, μέτρα, λίστες και νέες συνήθειες, μπαίνουμε στο τελευταίο τετράμηνο ενός χρόνου που αναποδογύρισε τα προφανή κεκτημένα μιας πολυετούς καθημερινότητας και μας ταρακούνησε. Όπως συνηθίζεται σε κάθε άγνωστο και αχαρτογράφητο πρόβλημα, οι προβλέψεις αλλάζουν συχνά και ο χρόνος μετρά διαφορετικά τη σημασία του κάθε λίγο.
Είναι αυτονόητο αλλά και αναγκαίο πως όλες οι μορφές τέχνης επηρεάζονται από την καθημερινότητα και τις ιδιαίτερες συνθήκες της, και ουσιαστικά αν συχνά δεν την καταγράφουν, σίγουρα την περιγράφουν και τη σκιαγραφούν. Στο δεδομένο θέμα της πανδημίας, η μουσική και η βιομηχανία της δεν έχουν απλά την πρόκληση να αφήσουν τα ίχνη αυτής της ιστορίας στα νέα προϊόντα της, αλλά και να πολεμήσουν με εναλλακτικούς τρόπους να σταθούν στα πόδια τους απέναντι σε τεράστια προβλήματα.
Η πρώτη ανακλαστική αντίδραση πλήθους μουσικών που βρέθηκαν αναγκαστικά κλεισμένοι στα σπίτια τους στους μήνες της άνοιξης, πολλοί ακυρώνοντας την τελευταία στιγμή επικείμενες περιοδείες, ήταν να γράψουν τραγούδια εμπνευσμένα από τη νέα πραγματικότητα. Ο Bono, παρακολουθώντας τις καθημερινές ανθρώπινες σκηνές από τους ανθρώπους στην Ιταλία να αντιστέκονται όπως μπορούν στον καθημερινό εφιάλτη, τραγουδώντας στα μπαλκόνια και τις ταράτσες, δημοσιοποίησε την ημέρα του Αγίου Πατρικίου το “let Your Love Be Known”, ο μεγάλος Randy Newman απαίτησε τις αποστάσεις του με το “Stay Away”, προτρέποντας πρώτα τους ακροατές του να ακολουθήσουν τους αυτονόητους κανόνες υγιεινής με το μοναδικό του ύφος. Ο Adam Hambrick έγραψε το πολύ τρυφερό και άμεσο “Between Me And The End Of The World” για τη γυναίκα του, μια βοηθό γιατρού που έκανε τεστ σε ασθενείς, ο Luke Combs έγραψε το νοσταλγικό “Six Feet Apart” για τις καθημερινές ανθρώπινες επαφές και απλές αλλά ζωτικές συνήθειες που χάθηκαν, οι One Republic επιχειρούν να τονώσουν το ηθικό με το “Better Days”, ενώ σε άλλα επίπεδα ελαφρότητας ο st. Pedro προσπαθεί να κρατήσει ανεβασμένη τη libido, με το “Phone Sex”.
Κάποιες παλιότερες σημαντικές επιτυχίες γνώρισαν επανεκτελέσεις ή remix, όντας απόλυτα εφαρμοστά στη νέα κατάσταση ή βολεύοντας στις απόπειρες ανόρθωσης ηθικού, όπως το “Put Your Mask On” της Gloria Estefan, το προσαρμοσμένο “You Are The Champions” των Queen με τον Adam Lambert, ενώ η Alicia Keys παραφράζει το “My House” του Flo Rida σε στίχους όπως “you can’t come to my house, suddenly two’s a crowd.” Μια προφανής ένδειξη της ελαστικότητας και της διαχρονικότητας ύμνων που σημάδεψαν τη μουσική ιστορία ήταν φυσικά και ο σαρωτικός σε αποδοχή “Coronavirus Rhapsody”.
Θα είναι ενδιαφέρον βέβαια να διαπιστώσουμε μακροπρόθεσμα τον αντίκτυπο της συγκυρίας αυτής στα άλμπουμ που ουσιαστικά θα ωριμάσουν και θα διαμορφωθούν μέσα σε αυτό το κλίμα, αφήνοντας πιθανά το στίγμα αυτών των ημερών. Πέρα βέβαια από το συναισθηματικό βάρος της κατάστασης είναι σημαντική και η αναγκαστική ανάσα χρόνου που έχουν πάρει αμέτρητοι καλλιτέχνες που τα τελευταία χρόνια είχαν μεταμορφωθεί σε σκυλιά του δρόμου για να επιβιώσουν μέσω των περιοδειών. Ουσιαστικά, για πολλούς παλιότερους στο χώρο είναι πιθανό να δουλέψουν σε ρυθμούς περίεργους και έχοντας, τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες, τον σχεδόν μονόδρομο μιας νέας δουλειάς για να παραμείνουν επίκαιροι, γίνονται μέρος ενός ενδιαφέροντος ακούσιου πειράματος.
Το πλήγμα φυσικά στη βιομηχανία της μουσικής διασκέδασης είναι απίστευτο και προκάλεσε ποικίλες σπασμωδικές απόπειρες και δοκιμές προσαρμογής στα δύσκολα υγειονομικά δεδομένα της πανδημίας. Ενεργοποιώντας τις τεχνολογικές ευκολίες των social media, αρκετοί καλλιτέχνες επιχείρησαν το πείραμα των ζωντανών εμφανίσεων από απόσταση, το οποίο έδειξε να καταλαγιάζει γρήγορα. Μετά το πέρασμα της καραντίνας, έγιναν κάποιες συναυλίες ή μικρά φεστιβάλ σε διάφορες χώρες με αυστηρά δεδομένα προφυλάξεων που φυσικά απείχαν αρκετά από το γνώριμο σκηνικό της λεγόμενης κανονικότητας. Η Doro Pesch άνοιξε τον χορό των συναυλιών σε χώρους drive-in τον Ιούνιο, μια εναλλακτική πρόταση που δοκιμάστηκε από αρκετούς, και στο πείραμα δεν έμειναν ασυγκίνητοι οι Metallica, που όμως κινηματογράφησαν μια ζωντανή τους εμφάνιση και προγραμμάτισαν να προβληθεί σε διάφορους drive-in χώρους στον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, στις 29 Αυγούστου.
Στο μεταξύ, στο Gosforth Park του Newcastle στην Αγγλία, πραγματοποιήθηκε το πρώτο live concert μετά την καραντίνα, στο Virgin Money Unity Arena, όταν ο Sam Fender εμφανίστηκε μπροστά σε 2500 θεατές που είχαν καταλάβει θέσεις σε 500 μεταλλικές πλατφόρμες με τις απαραίτητες αποστάσεις μεταξύ τους. Η δοκιμή θεωρήθηκε πετυχημένη και αρκετοί μουσικοί και κωμικοί, όπως οι Van Morrison, Jimmy Carr, Bill Bailey, Maximo Park, The Libertines, έχουν προγραμματίσει εμφανίσεις για το άμεσο μέλλον στον ίδιο χώρο.
Ανεξάρτητα από το μέγεθος του προσωπικού συμβιβασμού του καθένα χωριστά σε τέτοιες αναγκαστικές εμπνεύσεις και συμβάσεις, ή πέρα από την ουσιαστική βοήθεια που μπορούν περιστασιακά να προσφέρουν σε έναν επαγγελματικό χώρο που έχει πληγεί σοβαρά, όλα αυτά αποτελούν αντιπροσωπευτικές και μοναδικές εικόνες που καταγράφουν μια ιδιαίτερη ιστορία και συγκυρία. Το πιο δυσάρεστο δίπλα σε όλα αυτά, είναι πως το ευρύτερο ημερολόγιο της μουσικής μέσα στην πανδημία έχει και αυτό τους δικούς της νεκρούς, από τον Louie Kouvaris, τον Bob Wise, τον παραγωγό Hal Willner, ως τον Alan Merrill, τον Wallace Roney, τον Matthew Seligman, τον Adam Schlesinger, και πολλούς άλλους.
Με τις προβλέψεις να παραμένουν νεφελώδεις, και την παγκόσμια μουσική συντεχνία να προσπαθεί να ελιχθεί αποτελεσματικά, ο πόλεμος της τέχνης με αυτή την επίκαιρη μορφή φθοράς συνεχίζει να αφήνει το δικό του στίγμα, τους δικούς του ήχους και τις δικές του εικόνες , προσδοκώντας την επιστροφή σε μια πραγματικότητα που κάποιες ώρες μοιάζει ήδη μακρινή και πολυτελής.
Αρκεί στο τέλος να μην αφήσουμε τη νοσταλγία να μας κάνει να συμβιβαστούμε σε αυτονόητα θέματα σεβασμού στον θεατή, όταν επιτέλους όλα αυτά περάσουν στην ιστορία.