ΔΕΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΔΕΚΑ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

OPINIONS

Πόλεις ιδιαίτερες, όμορφες, άσχημες, μικρές, μεγάλες, γνωστές, άγνωστες, όλες τους αφημένες στο έλεος του δημιουργού να γίνουν τραγούδι, δίκαιο ή άδικο. Μικρή σημασία έχει. Άλλη μια πτυχή στη συνολική ιστορία τους θα μεταφέρει σε κάποιο ακροατή την μακρινή τους εντύπωση και το όνομά τους. Κάποιοι ίσως μια μέρα βρεθούν εκεί.

1. Nick Cave And The Bad Seeds: “Tupelo”
Είναι παράξενο πως ο αέρας του Βερολίνου έδωσε στον Nick Cave την πολυτέλεια να διατηρήσει την από απόσταση εμμονή του για τον Αμερικανικό Νότο. Στο δεύτερο άλμπουμ των Bad Seeds, ο τίτλος του, “ Ο πρωτότοκος είναι νεκρός”, ανοίγει άμεσα τα χαρτιά του Αυστραλού που παραμένει εμμονικός με τον Elvis Presley αλλά και τους bluesmen, σαν τον Blind Lemon Jefferson, που έχει τη δική του αφιέρωση στο άλμπουμ. Η δεδομένη και άμεση τότε τραχύτητα των Bad Seeds συνήθιζε να κλιμακώνει τελετουργικά τις υποβλητικές ατμόσφαιρες με μια σχεδόν θρησκευτική απόχρωση. Το καθηλωτικό “Tupelo” που ανοίγει το άλμπουμ αναπλάθει ιδανικά εκείνη την θυελλώδη, καταστροφική νύχτα τον Απρίλιο του 1936, όταν η πόλη του Μισισιπή χτυπήθηκε από ανεμοστρόβιλο με απίστευτες καταστροφές, αλλά και 230 χαμένες ζωές. Θεωρείται ο τέταρτος πιο φονικός ανεμοστρόβιλος στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Το Tupelo είναι βέβαια και η πατρίδα του Elvis Presley και ο Cave δημιουργεί έναν συσχετισμό με τη γέννησή του, μνημονεύοντας και τον θάνατο του πρωτότοκου, του Jesse Garon Presley, τον δίδυμο αδερφό του Elvis που πέθανε στη γέννα, 35 λεπτά νωρίτερα.
Το συγκεκριμένο τραγούδι αποτέλεσε για πολλά χρόνια ένα από τα ξεχωριστά και δυνατότερα χαρτιά του γκρουπ στις ζωντανές του εμφανίσεις. Τη δική του αναφορά στην καταστροφή του Tupelo είχε κάνει ο John Lee Hooker το 1961.

2. Simple Minds: “Honest Town”
Έχοντας φτάσει στον Οκτώβριο του 2014, τα χρόνια έχουν περάσει για τους Simple Minds που διατηρούν το πυρήνα του frontman Jim Kerr, του σταθερού συνοδοιπόρου κιθαρίστα Charlie Burchill και του ντράμερ της ένδοξης εποχής Mel Gaynor. Κυκλοφορούν το “Big Music”, το 16ο άλμπουμ τους με προπομπό το single “Honest Town”.

Ουσιαστικά ήταν ένα τραγούδι που είχε γράψει ο Kerr με τον Iain Cook των Chvrches για το δεύτερο άλμπουμ του project τους, “Lostboy!”. Όταν η κυκλοφορία του δίσκου ματαιώθηκε, το τραγούδι χρησιμοποιήθηκε στο “Big Music”. Ο τίτλος αλλά και το περιεχόμενο είναι εμπνευσμένα από τις τελευταίες μνήμες του Kerr από την μητέρα του, λίγο πριν πεθάνει από καρκίνο το 2010. Η ίδια χρησιμοποίησε τις λέξεις “ειλικρινής πόλη”, για την Γλασκώβη. Εκείνη τη μέρα είχε μια υπέροχη διάθεση και κάνοντας μια βόλτα με το αυτοκίνητο σε όλη τη νότια πλευρά της πόλης, είδε ξανά τόσες γνώριμες εικόνες, όπως το παιδικό σπίτι που μεγάλωσε ο Kerr, το εργοστάσιο όπου δούλευε η μητέρα του. Ήταν για αυτή μια ειλικρινής πόλη και οι άνθρωποι ήταν υπέροχοι. Έτσι προέκυψε το τραγούδι που βασίστηκε σε μια θλιβερή πραγματικότητα που είχε βρει για λίγο μια όμορφη νοσταλγική διέξοδο.

3. Rush: “Manhattan Project”
Τα αμέτρητα δελεαστικά ερεθίσματα του “Μεγάλου Μήλου” δεν στάθηκαν ικανά να αποπλανήσουν την ανήσυχη σκέψη του Neil Peart σε κάποιο ελαφρύτερο θέμα. Δυστυχώς όμως η περιοχή του τεράστιου δήμου του Μανχάταν της Νέας Υόρκης είχε οριστεί ως η στρατιωτική συνιστώσα για το περιβόητο, αρχικά άκρως απόρρητο αγγλο-αμερικανικό πρόγραμμα παραγωγής πυρηνικών όπλων που αναπτύχθηκε στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια πρώτη πυρηνική συσκευή πυροδοτήθηκε δοκιμαστικά στο Νέο Μεξικό με τον κωδικό “Trinity”, τον Ιούλιο του 1945. Έναν μήνα αργότερα οι δυο βόμβες με τα κωδικά ονόματα “Little Boy” και “Fat Man” θα πλήξουν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα, τερματίζοντας ουσιαστικά και τον πόλεμο.

Ο Neil Peart εξάντλησε τις πηγές πληροφοριών πριν γράψει με συμπυκνωμένη προσοχή τους στίχους για το τρίτο τραγούδι του ενδέκατου άλμπουμ τους, που έφερε τον τίτλο “Power Windows”. Τέσσερις στροφές συμπληρώνουν το θέμα, η πρώτη για την έναρξη στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η δεύτερη για τους επιστήμονες που αναμείχθηκαν στην Παρασκευή των πυρηνικών όπλων, η τρίτη για την έρημο στο Νέο Μεξικό όπου εξελίσσονταν οι εργασίες με μυστικότητα, και η τελευταία για τον πιλότο του περιβόητου αεροσκάφους “Enola Gay” που έριξε την βόμβα στη Χιροσίμα.

Ο χαρακτηρισμός της έκρηξης σαν “Big Bang”, συμβολίζει ουσιαστικά την έναρξη ενός νέου σύμπαντος με άλλα δεδομένα. Η ηχητική μετεξέλιξη του Καναδικού τρίο καθώς και οι συνθετικές του αναζητήσεις στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, συνυπάρχουν σε εκπληκτική αρμονία με όλα εκείνα τα μεγάλα σύγχρονα κοινωνικά αλλά και πιο προσωπικά ζητήματα που μονοπώλησαν τη σκέψη του Peart.

4. Joy Division: “Warsaw”
Είναι μάλλον πολύ περίεργος και άδικος ο τίτλος του τραγουδιού που συσχετίζει τη Βαρσοβία με ένα σκοτεινό θέμα. Εναρκτήριο στο EP “An Ideal For Living” του 1978, που ουσιαστικά συστήνει δισκογραφικά στο κοινό το παράξενο γκρουπ από το Salford, συσχετίζεται με το εξώφυλλο που απεικονίζει έναν νεαρό, ξανθό Γερμανό της νεολαίας του Hitler να χτυπά ένα τύμπανο.

Έντονες κρίσεις ακολούθησαν την σύντομη καριέρα του γκρουπ για την πιθανή τους συμπάθεια στη Ναζιστική Γερμανία (που ξεκίνησαν και από την επιλογή του ονόματός τους) και σίγουρα το συγκεκριμένο τραγούδι και θέμα δεν βοηθά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι στίχοι ουσιαστικά πραγματεύονται την ιστορία του Rudolf Hess, κορυφαίου στελέχους του ναζιστικού κόμματος που κράτησε τον ρόλο του υπαρχηγού ως το 1941. Τότε, και ενώ ο πόλεμος ήταν σε πλήρη εξέλιξη, πέταξε με δική του πρωτοβουλία στη Σκωτία να διαπραγματευτεί μια συνθήκη ειρήνης με το Ηνωμένο Βασίλειο. Συνελήφθη, φυλακίστηκε και αργότερα καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση ως εγκληματίας πολέμου.

Το τραγούδι ξεκινά μετρώντας “3 5 0 1 2 5” που αποτελούσαν τον αριθμό φυλάκισης του Hess. Το τραγούδι ουσιαστικά χωρίζεται στιχουργικά σε δυο μέρη, με το πρώτο να αναφέρεται στην ενθουσιώδη του ανάμιξη στο κόμμα του Χίτλερ, και το δεύτερο στην υποτιθέμενη απογοήτευσή του και την κατάληξη στη φυλακή όπου φουντώνουν και οι φλόγες της αμφισβήτησης. Ο συσχετισμός με τη Βαρσοβία παραμένει ένα μυστήριο, πέρα από το γεγονός πως αυτό ήταν το πρώτο όνομα του γκρουπ και το είχαν εμπνευστεί από το τραγούδι του David Bowie “Warszawa”.

5. Thin Lizzy: “Dublin”
Μεγάλα μυστήρια και υπόγειοι συσχετισμοί δεν υπάρχουν εδώ, καθώς ακόμα και αυτοί που έχουν επιδερμική σχέση με το φαινόμενο Phil Lynott, γνωρίζουν το δεσμό με την πατρίδα του, το Δουβλίνο και όσοι το επισκέπτονται έχοντας στη σκέψη τους τη μουσική του, θα φροντίσουν να περάσουν από το άγαλμά του.

Η αλήθεια βέβαια είναι πως ο Phil γεννήθηκε κάπου κοντά στο Birmingham, και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του μεταξύ Manchester και Δουβλίνου. Ο ίδιος δεν έπαψε στιγμή να θεωρεί τον εαυτό του Ιρλανδό και την πόλη αυτή το σπίτι του. Μάλιστα σε συνέντευξη στο Melody Maker είχε δηλώσει πως γεννήθηκε στο Δουβλίνο στις 20 Αυγούστου του 1951, λέγοντας ψέματα και για τον τόπο και την χρονολογία… Το συγκεκριμένο τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1971 για το ομώνυμο άλμπουμ, αλλά τελικά δεν χρησιμοποιήθηκε τότε, για να συμπεριληφθεί λίγο αργότερα στα τραγούδια του EP “New Day”. Μια τρυφερή, σύντομη σύνθεση με ευγενική ηλεκτρική παρουσία από τον Eric Bell, αντανακλά τα συναισθήματα του Phil απέναντι στον αποχωρισμό με γνώριμα πρόσωπα όπως οι παλιοί φίλοι και συμμαθητές του αλλά και αγαπημένα μέρη, όπως η πλατεία Derby, μια από τις τελευταίες πλατείες από τον 18ο αιώνα που είχε συσχετιστεί με φτώχεια και δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και ανακαλούσε το παλιό άρωμα της πόλης, ή η οδός Grafton που αντιπροσώπευε τη ζωντάνια της νιότης, της ευημερίας και την υπόσχεση του μοντέρνου. Ήταν ακριβώς η στιγμή που οι Thin Lizzy έφευγαν για το Λονδίνο για να ηχογραφήσουν το ντεμπούτο τους.

6. Ewan MacColl: “Dirty Old Town”
Γέννημα θρέμμα του Salford, ενός βιομηχανικού κέντρου στην καρδιά του Lancashire της Αγγλίας, ο τραγουδοποιός Ewan MacColl δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να χαριστεί στο χάλι που τον περιτριγύρισε όσο μεγάλωνε. Οι καπνοί των εργοστασίων γεμίζουν τον ουρανό, τα απόβλητα καταλήγουν στο ποτάμι, και ο σιδηρόδρομος που αναγκαστικά επιστρατεύεται για τη μεταφορά και αποστολή εμπορευμάτων επιβαρύνει τον ήδη πνιγμένο από μόλυνση τόπο. Και ο MacColl δεν ήταν και κάποιος τυχαίος: έγραψε πολλά τραγούδια που ηχογραφήθηκαν από αμέτρητους καλλιτέχνες, με μοναδικό όμως πετυχημένο Top 5 του 1972 το “First Time Ever I Saw Your Face” από την Roberta Flack. Επίσης ίδρυσε τον πρώτο λαϊκό σύλλογο της Αγγλίας, το “Ballads And Blues Club”.

Οι αρχικοί στίχοι του τραγουδιού, “smelled the smoke on the Salford Street”, δυσαρέστησαν έντονα το συμβούλιο του Salford, πιέζοντας τον MacColl να το αλλάξει σε “smell the spring on the smoky wind”, με εμφανή πρόθεση σαρκασμού. Στις επόμενες αμέτρητες ηχογραφήσεις του τραγουδιού, οι καλλιτέχνες επέλεξαν να παραμείνουν πιστοί στους αρχικούς στίχους, γνωρίζοντας πως το αυθεντικό τραγούδι αποτελούσε μια ρεαλιστική απεικόνιση της πόλης.

Η πιο δημοφιλής απόδοση είναι μάλλον αυτή των Pogues, αλλά η πιο περιπετειώδης είναι με βεβαιότητα αυτή η ζωντανή εκτέλεση από τους Simple Minds, στις 23 Μαΐου 2017, μια μέρα μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στο Manchester Arena, στη διάρκεια της συναυλίας της Ariana Grande. Το δοκίμασαν στο soundcheck και τελικά το έπαιξαν σαν μια απάντηση σε όλα, με τη φωνητική συνδρομή της Sarah Brown.

7. Marillion: “Berlin”
Οι Marillion είχαν ηχογραφήσει το πιο πετυχημένο άλμπουμ τους, το “Misplaced Childhood”, στο Βερολίνο την άνοιξη του 1985. Ο Rothery θυμάται ακόμα έντονα την ισχυρή, υποβλητική ατμόσφαιρα της πόλης πάνω τους και ουσιαστικά ένα μέρος της μουσικής είχε γεννηθεί εκεί. Η ιδέα να σχηματιστεί μουσικά κάτι γύρω από αυτή την ξεχωριστή αίσθηση επιστρέφει μάλλον τη στιγμή της δυσκολότερης ως τότε συγκυρίας της καριέρας τους. Η επανεκκίνηση μετά την επεισοδιακή αποχώρηση του Fish γίνεται με το άλμπουμ “Seasons End” και τον νεοφερμένο πρώην τραγουδιστή των Europeans και How We Live, Steve Hogarth πρόθυμο να προσφέρει την κεφαλή του επί πινάκι στη δύσπιστη σκληροπυρηνική βάση των οπαδών, με το πρώτο στραβοπάτημα.

Το Βερολίνο του 1989 συνέχισε να είναι διχοτομημένο, υπάρχει η “no man’s land”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στους στίχους, ένας χαρακτηρισμός που δίνεται στην περιοχή ανάμεσα σε εχθρικές γραμμές περιφραγμάτων ή σε οποιοδήποτε χώρο αμφισβητείται και από τις δύο πλευρές και δεν ανήκει σε κανένα από τα δύο. Μεταξύ των σημείων ελέγχου, υπάρχει συνήθως ένα κομμάτι εδάφους πάνω στο οποίο και οι δύο πλευρές δεν ασκούν επίσημα τους νόμους τους. Μέσα από το προσωπικό, βιωματικό στενό πρίσμα μιας γυναίκας, ο στιχουργικός ορίζοντας ανοίγει σαν μια μυστική κάμερα που απλώνεται πάνω από την πόλη ανιχνεύοντας την απόπειρα της απόδρασης ή τη “σίγουρη αυτοκτονία”. Η μουσική τυλίγεται ξανά μετά την κορύφωσή της και η εστίαση επιστρέφει μαεστρικά στο περιβάλλον της άγνωστης γυναίκας. Οι περισσότεροι από τους αρχικούς στίχους γράφτηκαν από τον John Helmer που στρατολογήθηκε από το γκρουπ μπροστά στον πανικό της πιθανής στιχουργικής ανεπάρκειας του νεοφερμένου Hogarth, σε σύγκριση με το θηρίο που υπήρξε ο Fish. Το “Seasons End” κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1989. Το τείχος του Βερολίνου καταστράφηκε τον Νοέμβριο του 1991.

8. Jethro Tull: “Budapest”
Όση σοφία και αν σου έχει προσφέρει ο Ian Anderson με την πληθωρική του ευρηματικότητα τόσο στην έκφραση όσο και στα θέματα, δεν μπορεί να απομακρυνθεί από την εικόνα του Πάνα του αυλητή τόσο εύκολα. Βρισκόμαστε στο 1987 και οι Tull φτάνουν αισίως, αν και μέσα από εμπόδια, στο 16ο άλμπουμ τους. Μεγάλο βάρος στους ώμους του αρχηγού που υπογράφει όλες τις συνθέσεις, παίζει τα keyboards, καταφεύγει σε drum machine σε κάποια τραγούδια. Έχει προηγηθεί και μια χειρουργική επέμβαση στον λάρυγγα που επηρέασε αισθητά το εύρος της φωνής του με αποτέλεσμα τα πολλά και γνώριμα πια σχόλια για την ομοιότητα με το ύφος των Dire Straits. Πιθανά το τελικό άγγιγμα του Marin Barre σχεδόν σε όλα, ενίσχυε ακόμα περισσότερο αυτή την εντύπωση.

Η στιχουργική ελαφρότητα του “Budapest” συγκρουόταν περίεργα με τη φιλόδοξη απόπειρα του Anderson να υπερβεί και να γεφυρώσει ιδιώματα, από την κλασική μουσική ως το blues και την folk. Πάνω σε αυτή την περίτεχνη συρραφή μουσικών χρωμάτων και διαθέσεων, ο Anderson απλά συνδέει τη μνήμη του περάσματος από την πόλη με τα ατέλειωτα πόδια της άγνωστης νεαρής με τα ελάχιστα αγγλικά, ένα βαμβακερό εσώρουχο, υπέροχο δέρμα από σατέν και ένα ανίκητο χαμόγελο. Η πανέμορφη Βουδαπέστη μπορεί να χρεωθεί ένα ακόμα ανεκπλήρωτο όνειρο, και την αναθέρμανση της λαγνείας στον 40χρονο τότε αυλητή.

9. Dream Theater: “The Count Of Tuscany”
Για πολλούς από τους πιο αυστηρούς και αισθητά απογοητευμένους οπαδούς τους, αυτό το μακροσκελές, αφηγηματικό, σύνθετο μουσικό έργο που ξεπερνά τα 19 λεπτά είναι το τελευταίο αριστούργημα των δημοφιλών progsters. Ίσως αυτή η άποψη να συνδέεται με το γεγονός πως το δέκατο άλμπουμ του γκρουπ, το “Black Clouds & Silver Linings” είναι το τελευταίο με τον Mike Portnoy στο drumset. Τα μόλις έξι τραγούδια του δίσκου πραγματεύονται προσωπικά ζητήματα και δύσκολες καταστάσεις εκτός από το “A Rite Of Passage”.

Η προφανής και σχετικά προσιτή αφηγηματική μορφή των στίχων στο 19λεπτο τραγούδι φούντωσε την περιέργεια των οπαδών που θέλουν να ψάχνουν και να ρίχνουν φως σε κάθε σκοτεινή και αδιευκρίνιστη γωνία των τραγουδιών. Τα πρώτα στοιχεία ήταν πως στη διάρκεια της περιοδείας του “Train Of Thought”, o Petrucci και ο τεχνικός της κιθάρας του ταξίδεψαν να επισκεφτούν το αρχοντικό ενός Ιταλού κόμη. Ο μηχανισμός της περιέργειας των οπαδών δούλεψε και ένας χρήστης στο φόρουμ του γκρουπ δημοσίευσε πιστεύοντας πως έχει ανακαλύψει την ταυτότητα του πρωταγωνιστή του τραγουδιού. Ο γενειοφόρος ιστορικός κόμης ήταν σύμφωνα με την ανάρτηση ο Niccolo Capponi, που ζει στην περιοχή της Τοσκάνης και η οικογένειά του ασχολείται με την οινοποιία. Αποτέλεσε πηγή πληροφοριών για την ταινία του Thomas Harris “Hannibal”, και αναφέρεται στο βιβλίο, ενώ εμφανίζεται και στην ταινία.

Οι στίχοι του τραγουδιού βέβαια τον περιγράφουν σαν “νεαρό, εκκεντρικό άνθρωπο”, εικόνα που δεν ταιριάζει απόλυτα με τον γκριζωπό Capponi. Ο γενειοφόρος ιστορικός όμως σαφώς προσδιορίζεται στους στίχους ως ο αδερφός του κόμη, ο οποίος είναι και αυτός γενειοφόρος, επιμελείται ενός μουσείου, έχει μια ιδιαίτερη προφορά και έχει εμπνεύσει σκηνές στο μυθιστόρημα “Hannibal”, και ως εκ τούτου κλήθηκε να εμφανιστεί και στην ταινία.

Οι “Πουαρό” της στρατιάς των Dream Theater κατέληξαν πως ο ζητούμενος άνθρωπος είναι ο αδερφός του Niccolo, o Sebastiano Capponi, και η Τοσκάνη μπορεί ξανά να φαντάζει λιγότερο απειλητική και μυστηριώδης.

10. Perry Blake: “California”
Ο σκυθρωπός, εσωστρεφής Ιρλανδός ήταν κομμένος και ραμμένος να λατρευτεί αυτόματα από τη γνωστή συνομοταξία ακροατών που γεμίζουν το ποτήρι τους με Tindersticks και το αδειάζουν με Madrugada. Δυο δίσκοι σαν τον ομότιτλο και το “Still Life” ύψωσαν υπέροχα γκρίζα παραπετάσματα με λάγνες ορχηστρικές παραισθήσεις, το savoir vivre του πληγωμένου έχει απολαύσει έναν αξιοθαύμαστο σεβασμό και οι υποσχέσεις για βροχή ακούγονται να μουγκρίζουν στον ουρανό των μοναχικών.

Και κάπου εκεί, έρχεται η απόδραση. Καθόλου εκπτωτική και εύκολη, αλλά παρόλα αυτά ξεκάθαρη απόδραση. Μια ντελικάτη αστική πολυτέλεια που φροντίζει να σε ξεσκονίσει από τη μούχλα της απομόνωσης έρχεται από μακριά να σε τραβήξει σε εικόνες που τα χρώματα χορεύουν. Ο Perry Blake δεν αφήνει περιθώρια από το εξώφυλλο: φοίνικες, λεωφόρος, νέον αντανακλάσεις, ένα εκθαμβωτικό αυτοκίνητο σε δράση, μια τεράστια διαφημιστική αφίσα, η California… Και οι στίχοι του ομότιτλου τραγουδιού δεν επιδέχονται δισταγμούς και ενστάσεις, καθώς μια νέα ζωή με μικρές στιγμές είναι αυτό που χρειάζεται.

Το κοστούμι του είναι κομψό και δροσερό, αλλά διαβάζεις ανάμεσα στις γραμμές πως είναι ένας μεταμφιεσμένος ταξιδιώτης που πρέπει να χαθεί σε ένα ζεστό μέρος χωρίς λυπημένα ρεφρέν. Μην αρχίσεις να γλιστράς… Καλιφόρνια. Los Angeles. Sunset Boulevard…

861
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…