Death Before Dishonor, Backfire!, Black Mamba (30/3/2024) Arch Club

LIVE REPORT

Καταρχάς, να ενημερώσουμε το κοινό πως το Arch Club έχει αλλάξει τοποθεσία και από την Ελασιδών, έχει μεταφερθεί στην Λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως 111, έτσι ώστε να αποφευχθεί ανούσια μετακίνηση ανθρώπων στα αρκετά επικείμενα live που οργανώνει η Hardtimes Athens μαζί με την TMR Entertainment.

Μετά από μια περιπέτεια ευρέσεως πάρκινγκ, έφτασα έξω από τον χώρο για ένα σύντομο πίτσι-πίτσι και στις 21.45 εισήλθαμε, μετά από μια απολογία για την καθυστέρηση από τη διοργάνωση. Εντάξει, το ακαδημαϊκό τέταρτο δεν αποτελεί σοβαρή καθυστέρηση, εδώ που τα λέμε. Το Arch Club ξεκινάει από έναν διάδρομο που στη μέση έχει τοποθετημένο πάσο με σκαμπό, στρατηγικά απέναντι από το πρώτο μπαρ, έτσι ώστε αν κάποιος θέλει να το πάει χαλαρά, ή συνοδεύει ανήλικο concert-goer, έχει τη θέση του. Μετά το σχήμα μετατρέπεται σε ορθογώνιο, με τη σκηνή στο κέντρο και ένα ακόμη μπαρ, συν τον χώρο του merch στα αριστερά, ενώ υπάρχει και χώρος σε εξώστη, αν ποτέ χρειαστεί.

Πρώτοι στη μάχη λοιπόν ρίχθηκαν οι Black Mamba που έκαναν φιλότιμες προσπάθειες να φέρουν όσο πιο κοντά στη σκηνή τον λαό και ευτυχώς μια ομάδα της “νεας γενιάς”, βρισκόταν στον πρωταγωνιστικό ρόλο του σαματά, με κάποια γκεσταριλίκια τον πιο γηραιότερων και κουρασμένων. Εξαιρετική ενέργεια στη σκηνή, με τον τραγουδιστή τους Αντώνη, να δείχνει πως η μεγάλη σκηνή δεν του φτάνει, γράφοντας πολλά χιλιόμετρα πέρα δώθε, “τραμπουκίζοντας” ενίοτε και κιθαρίστες και μπασίστα.

Μια πολύ δουλεμένη και δεμένη παρέα, που έβαλε φωτιά στον χώρο και ζέστανε με την γκρούβα της ιδανικά, τους παρευρισκόμενους. Όταν βλέπω τέτοιες μπάντες να παίζουν τα όλα τους στη σκηνή, νιώθω ήσυχος πως ο ήχος, παρόλο που δεν έχει την αριθμητική υπεροχή στη χώρα μας, έχει πάντα αξιόμαχους εκπροσώπους που μπορούν να κρατήσουν ένα πιτ να κινείται, αρκεί βέβαια να υπάρχει και η ανάλογη παρουσία. Βέβαια, η έλλειψη ξύλου δεν σημαίνει απαραίτητα πως κάτι δεν πάει καλά, αλλά όπως και να έχει, θεωρώ πως όλοι μας πρέπει να στηρίξουμε λίγο παραπάνω τέτοιες προσπάθειες. Και αυτό το γράφω για να το διαβάζω και ο ίδιος.
Ο ήχος είναι αρκετά καλός όταν βρίσκεσαι στο κέντρο, απέναντι από τη σκηνή, αλλιώς χάνεις λίγα από τα πεπραγμένα και νομίζω πως αυτό δεν είναι πρόβλημα που είχαν οι μπάντες, ή ο τεχνικός ήχου.

Περίπου 20 χρόνια πέρασαν από την προηγούμενη φορά που είχα παρακολουθήσει τους Backfire!, τότε που είχε κυκλοφορήσει το “Change the Game”, και μάλιστα είχα ματώσει και τη μύτη μου στο pit. Πλέον, με δυο δεκαετίες να με βαραίνουν, σφίγγομαι πολύ για να μη συμμετέχω στις κλωτσοπατινάδες, αφήνοντας τόπο στα νιάτα. Τα νιάτα που φαίνεται να έχουν δημιουργήσει πυρήνα και εύχομαι ολόψυχα να παρασύρουν και άλλους στην αγκαλιά του hardecore punk.

Τα 20 χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, ήταν αρκετά για να με κάνουν να ανυπομονώ να δω και πάλι τους Ολλανδούς και η εμφάνιση τους με δικαίωσε, με μια ιδανική είσοδο μετά από το τραγουδισμένο από τον Johnny Cash, “Hurt”. Από τους πλέον σοβαρούς εκπροσώπους του είδους στην Ευρώπη, οι BackFire! έχοντας επιστρέψει και δισκογραφικά, με το “Angry God” μετά από μια δεκαετή απουσία, δείχνουν ορεξάτοι και έτοιμοι να τα γκρεμίσουν όλα. Οι αναταραχές έμπροσθεν της σκηνής ενταντικοποιούνται και η συμμετοχή του κόσμου γίνεται πιο έντονη.
Ο frontman τους, Patrick Coenen σκαρφαλώνει μάλιστα σε ένα από τα monitors, απολαμβάνοντας ένα stage dive που τον οδήγησε από τα χέρια μας πίσω στη σκηνή. Ο ήχος αρκετά δυναμικός και εδώ, αλλά όχι με την ιδανική ευκρίνεια, όμως η σκηνική παρουσία του συγκροτήματος από το Maaastricht κάλυπτε όλα τα κενά που δημιουργούνταν από άλλες αιτίες και με τον ύμνο “Still Dedicated”, αυτόβιογραφικό με άλλη βαρύτητα 20 και χρόνια μετά, όλα ξέφυγαν της στρατόσφαιρας. Εμφάνιση πάρε-βάλε γκολ για τους Death Before Dishonor στη συνέχεια, που παρέλαβαν θεατές χαμογελαστούς και έτοιμους για όλα.

Άξιοι συνεχιστές της παρακαταθήκης των Blood For Blood και Slapshot, οι DBD, με μοναδικό σταθερό μέλος τον δυναμικό τραγουδιστή τους Bryan Harris, επέστρεψαν στη χώρα μας πάλι, ένα μόλις χρόνο μετά. Με παρόμοιο setlist και φέτος, με βασικό άξονα το τεράστιο “Count me in”.

Επηρεασμένοι από την απότομη ζέστη που χτύπησε την Ελλάδα, με τον Harris να λούζεται με ένα μπουκαλάκι νερό στα μέσα του set, οι DBD έδωσαν πάλι την ψυχή τους, ενώ δεν σταμάτησαν να ευχαριστούν όσου ήρθαν. Το μικρόφωνο μοιραζόταν με τους από κάτω, με κάθε ευκαιρία, χαρίζοντας χρήσιμες ανάσες στον ιδρωμένο frontman, την ώρα που οι υπόλοιποι έδιναν μαθήματα hardcore, γεννημένου σε μια πόλη που του έχει δώσει αρκετά φιλιά ζωής.

Μοναδικές στιγμές για μένα ήταν τα “Bad Blood” και το προσωπικό αγαπημένο μου “Break through it all” που με έκανε να θέλω να τρέξω σαν ταύρο στην αρένα, ενώ και το τοπικιστικά προσαρμοσμένο “Boston belongs to me”, που φυσικά είναι απόδοση του κομματιού-θεσμού των Cock Sparrer που έκλεισε τη βραδιά, μάζεψε πολλές μουτσούνες γύρω από το μικρόφωνο του Bryan.
Μια ακόμη όμορφη βραδιά για τον γράφοντα που έδωσε πολύτιμο καύσιμο για να αντέξω την όχι τόσο όμορφη (μουσικά μόνο), συνέχεια της βραδιάς.

Έχει πολύ πράγμα φέτος το μενού, με πρώτο και πιο σύντομο τους Terror στις 8 Απριλίου στον ίδιο χώρο.

Setlist:
Intro
Coffin Nail
Nowhere to Turn
Born From Misery
Fuck It All
Count Me In
Peace and Quiet
Remember
True Defeat
Bad Blood
Master of None
Infected
Break Through It All
Our Glory Days
Curl Up and Die
Never Again
6.6.6. (Friends Family Forever)

Encore:
True Till Death
Boston Belongs to Me

Φωτογραφίες: Γιώργος Αργυρόπουλος

540
About Δημήτρης Μαρσέλος 2207 Articles
Δέσμιος της μουσικής, είλωτας των συναυλιών, εθισμένος στα σκληρά...riffs, διπολικός μεταξύ metal και hardcore punk, έχει κάνει χρόνια τώρα πολιτιστικό crossover και δεν αρνείται κανένα ιδίωμα της rock που του τη σηκώνει...την τρίχα.