Το 112 μου έκοψε πάλι το αίμα, αλλά είχα αποφασίσει καιρό να πάω στο An Club εκείνο το βράδυ και ούτε ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα δεν θα μου άλλαζε τα μυαλά.
Τελικά, λίγο ψιλόβροχο αντιμετώπισα μονάχα και έζησα άλλη μια θερμή, σχεδόν οικογενειακή γιορτή, όπως μόνο τα κογιότ ξέρουν να διοργανώνουν.
Το κοινό ήταν αραιό αρχικά, όμως το σκοτεινό garage των Diesel Cindy “γέμισε” το χώρο. Τα μέλη τους πεπειραμένοι μουσικοί, με θητεία σε μπάντες όπως οι Vibratore Bizzaro, One Man Drop, The Same River, Headquake, Blame Canada και αλλού, έκαναν τη σκηνή να μοιάζει χώρος πρόβας, όπου άνετοι έπαιζαν τα κομμάτια τους.
Ο όμορφος ήχος του μπάσου και η βαθιά φωνή μου έφερναν συνεχώς στον νου τη σκηνή του Portland, η οποία συναντούσε τους The Stooges (τελειώσαν μάλιστα με εξαίσια διασκευή του “I wanna be your dog”), ενώ η μουσική τους διανθίζοταν με desert και americana ήχους. Η πιο ενδιαφέρουσα στιγμή της παρουσίας τους ήταν όταν ο ντράμερ σηκώθηκε από το σκαμνί και κρέμασε στον ώμο του τη μια κιθάρα και η αίθουσα μεταφέρθηκε νοητά στα Απαλάχια όρη, σε ένα κομμάτι θλιμμένου cowpunk.
Ιδανική αρχή για αυτό το βράδυ, οι Diesel Cindy που απέδειξαν για μια ακόμη φορά πως η χώρα έχει πολλά κρυφά χαρτιά, αν σου αρέσει να ψάχνεις λίγο παραπάνω.
Δεν πέρασε πολύς χρόνος και οι Panx Romana, κουβαλώντας ένα από τα μεγαλύτερα κομμάτια του ελληνικού punk στους ώμους τους, έφεραν κυκλικές κινήσεις στο pit, το οποίο είχε γεμίσει νεαρά παιδιά, τόσα ώστε να σκεφτώ πως στα γυμνάσια ακούνε ό,τι ακούγαμε και εμείς.
Η αρχή έγινε με “Διακοπές στο χακί”, ενώ στο σύντομο τους σετ, ακούστηκαν ύμνοι σαν το “Ράδιο Κατάληψη” και το “Κράτος Κλειστόν”, με μια διασκευή στο “Ace of Spades” να σπάει το μονοπώλιο του ελληνικού στίχου.
Ο Φρανκ όπως πάντα, μας παρακινεί να είμαστε αλληλέγγυοι μεταξύ μας και ευχαριστεί τους πάντες για την βραδιά αυτή.
Είχε έρθει η ώρα για το κυρίως πιάτο της νύχτας, με τους Coyote’s Arrow να παρουσιάζουν το τρίτο τους (και κατά τη γνώμη μου καλύτερο τους) album, “Medicine”. O ηχος τους εξαρχής, πολύ καθαρός και η διάθεση τους στα ύψη, με τον Σταύρο να δίνει τον γνωστό του πόνο από το ξεκίνημα με το “Coyote”.
Τα κομμάτια του νέου album πήραν τη σκυτάλη σε μια ανακατεμένη σειρά, με τα αγαπημένα μου “Time is my healer” και “Veils of silence” να ξεχωρίζουν.
Σπύρος και Δημήτρης ακροβολισμένοι στα δυο άκρα μας οδηγούσαν μελωδικά με τις κιθάρες τους, ενόσω η Μαρια μάτωνε τα δάχτυλα πάνω στις χορδές του Flying V μπάσο της που γεφύρωνε πανέφορμα το κενό ως τα, έξτρα τσαμπουκαλεμένα αυτό το Σάββατο, τύμπανα της Εύας.
Δεν έλειψαν βέβαια, τραγούδια και από τα υπόλοιπα δυο τους album “Aho” και “Desert”, με το Αν να έχει μαζέψει κάμποσο κόσμο που ξεπόρτισε βλέποντας πως οι καταποντισμοί είχαν περάσει.
Κάθε φορά που βλέπω τους Coyote’s Arrow, είναι πάντα πολύ καλύτεροι από την προηγούμενη και το ιδιόμορφο στιλ τους χτίζει ολοένα και πιο λεπτομερώς τον μοναδικό τους χαρακτήρα. Το δίχως άλλο είναι μια παρέα με πάθος για τη μουσική και αγάπη ο ένας για τον άλλον. Αυτό μεταδίδεται, να ξέρετε! Με το ζόρι δουλειά δεν γίνεται…
Έφυγα γεμάτος χαρά από το υπόγειο του Αν και παρόλο που είχα δύσκολη εβδομάδα και με περίμενε μια ακόμη μακρύτερη Κυριακή, η κούραση μου εξαφανίστηκε όσο έρεαν μέσα μου οι νότες.
Υ.Γ. Ρε, δεν παει να βρέχει βατράχια, αν έχει τέτοια πράγματα σε κάποια σκηνή, φοράς στολή βατραχανθρώπου και πας. Αρκεί να το έχει αποφασίσει.
Φωτογραφίες: Βαγγέλης Γιαννακόπουλος