CONVERGE: “Bloodmoon: I”

ALBUM

Είδος: Hard/Metalcore/Sludge/Doom Metal
Δισκογραφική: Epitaph Records
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 19 Νοεμβρίου 2021

Όσοι πιστοί είχαν προσέλθει προ πενταετίας στον Tilburg για το ετήσιο «μουσικό προσκύνημα» (μαζί και ο γράφων) στο πλαίσιο του Roadburn 2016, είχαν γίνει μάρτυρες στο main stage ενός ασύλληπτου μουσικού γεγονότος για τα τυπικά συναυλιακά δεδομένα. Μία αξέχαστη εμπειρία η οποία μπορεί να περιγραφεί ως “once in a lifetime” και ευγενική χορηγία του πιο underground mainstream αλλά και αντιστρόφως φεστιβάλ του πλανήτη.

Σίγουρα το γεγονός ότι οι Converge, σε ένα από τα δύο show που κλήθηκαν να παίξουν, παρουσίασαν τον τέταρτο δίσκο τους (και «ακρογωνιαίο λίθο» για την extreme σκηνή) “Jane Doe” στην ολότητά του, αποτελεί είδηση, όμως εκεί που «τάραξαν τα νερά» ήταν με την παρουσίαση του project τότε Bloodmoon, με την συμμετοχή πέραν των ιδίων, των Chelsea Wolfe, Stephen Brodsky, Ben Chisholm και Steve Von Till (καθώς οι Neurosis γιόρταζαν την επέτειο των 30 χρόνων δισκογραφικής και συναυλιακής παρουσίας).

Μία καλλιτεχνική συνεύρεση το ηχητικό αποτέλεσμα της οποίας μπορούσε να κουνήσει συθέμελα τεκτονικές πλάκες, να ευθυγραμμίσει ηλιακά άστρα και να ανοιγοκλείσει μαύρες τρύπες, έτσι για πλάκα. Επειδή όμως ως γνωστόν ο προφορικός λόγος χάνεται ενώ ο γραπτός μένει, και επιπρόσθετα οι ζωντανές εμφανίσεις στο πέρασμα του χρόνου «ξεθωριάζουν» (όσο έντονες συναισθηματικά και σωματικά κι αν ήταν για τον καθένα), ήταν επιτακτική ανάγκη η αποτύπωσή του με κάποιο τρόπο. Πέντε ολόκληρα χρόνια λοιπόν μετά από την «ζωντανή εκδοχή» του Bloodmoon project, ήρθε το «πλήρωμα του χρόνου» με τους συνήθεις ύποπτους Chelsea Wolfe, Stephen Brodsky και Ben Chisholm να επιστρέφουν (αυτήν τη φορά χωρίς τον Steve Von Till) για να πλαισιώσουν ακόμα μία φορά το κουαρτέτο των Converge ωσάν μπάντα μία, υπό την αιγίδα “Bloodmoon:I”, προς τέρψιν των απανταχού μουσικόφιλων. Γιατί οι καλές μουσικές πρέπει να μοιράζονται και να γυρίζουν, σαν τα τσιγάρα ένα πράγμα.

Τέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία του “The Dusk in Us” και η παλιοπαρέα από τη Βοστώνη επιστρέφει με διάθεση «θέλω να χορέψω πάνω στα χαμογελά σας, μέσα στα όνειρα και μέσα στα μυαλά σας», με πρόθεση να κ@τ@υρής@υν τις όποιες ταμπέλες και φιλοδοξίες δισκογραφικών, καθώς και αδιαφορώντας για τις όποιες απαιτήσεις οπαδών. Για αυτό το λόγο, στο “Bloodmoon” εμφανίζονται σαν κολεκτίβα προτάσσοντας ένα διαφορετικό πρόσωπο από το συνηθισμένο.

Και όπως έχει χιλιοειπωθεί το διαφορετικό δεν είναι απαραίτητα κακό.

Στον καινούριο δίσκο η μπάντα ακολουθεί τα χνάρια των Thou με την Emma Ruth Rundle και μπαίνει «στα παπούτσια» των Big Brave με τους Body, καθώς έρχεται σε επαφή με την πιο ευαίσθητη και μελωδική της πλευρά, φέροντας ομοιότητες με το έτερο project του Jacob Bannon τους Wear Your Wounds, χωρίς απαραίτητα να «μαλακώνει» τον ήχο της, για αυτό μην εφησυχάζεσαι και μείνε σε επαγρύπνηση στις «επάλξεις», διαφορετικά εκεί που δεν το περιμένεις θα βρεθείς σε στάση υποταγής ενόσω «σε έχουν αρπάξει από το λαιμό», λίγο πριν σου «ξηλώσουν το λαρύγγι» και «στο δώσουν να το φας»….

Βέβαια σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι guest συμμετοχές στον δίσκο, βάζοντας το δικό τους λιθαράκι ή λίθο σε κάποιες περιπτώσεις, «αναγκάζοντας» την τετράδα να ξεφύγει από το τετριμμένο «μεταλκορικό, χάρντκορ καρδιογράφημα», που «βαράει συνεχώς στα κόκκινα». Η Chelsea Wolfe πιο ώριμη από ποτέ, παραδίδει μαθήματα ερμηνείας σαν άλλη «σκοτεινή ιέρεια», προσεγγίζοντας σε σημεία την ανυπέρβλητη Beth Gibbons και προσθέτοντας στις συνθέσεις δόσεις μελαγχολίας και dark-ίλας με γοτθικές «πινελιές». Ο πολυπράγμων (τα κάνω όλα και μάλιστα καλά και συμφέρω) Stephen Brodsky φέρει τη «βαριά φανέλα» των Cave in με παράσημα των Mutoid Man και των Old Man Gloom πλέον πάνω της, και ερμηνεύει, συνθέτει και εξαπολύει έναν καταιγισμό από riffs, στήνοντας antennas με τον μοναδικό του τρόπο στις συνθέσεις του δίσκου. Από την άλλη ο πολυοργανίστας, παραγωγός και συνθέτης Ben Chisholm αφήνει το ταλέντο του να «αιωρηθεί» και να «διεισδύσει» στα τραγούδια, σαν άλλος μουσικός guru είτε μέσα από τα πλήκτρα είτε δια μέσου κάποιου ηλεκτρονικού layer που αφήνει να καλύψει σαν ηχητικό πέπλο τον δίσκο. Βέβαια όλα αυτά τα στοιχεία που ξεδιπλώνει ο καθένας δεν έρχονται σε αντιδιαστολή αλλά σε ιδανική συνθήκη με τη μουσική και τα χαρακτηριστικά στοιχεία των original μελών, δημιουργώντας μία συμβιωτική σχέση σαν αυτή του Tom Hardy με τον Venom (και όχι σαν αυτή του Woody Harrelson με τον Carnage), καταστρώνοντας μία κατάσταση….Let there be new Converge….!!!!

Αλλά, «επειδή αν δεν παινεύσουμε το σπίτι μας θα πέσει να μας πλακώσει», αξίζει ιδιαίτερη μνεία στον Kurt Ballou σαν mastermind του ήχου που είναι, ο οποίος κατάφερε να φτιάξει στα ιδιόκτητα God City studio του έναν «κρυστάλλινο» και «καθαρό» ήχο (περισσότερο και από crystal meth ένα πράγμα) και μία εμφατική και πομπώδη παραγωγή, αναδεικνύοντας και εκτοξεύοντας το αποτέλεσμα σε δυσθεώρητα ύψη. Και όλα αυτά όταν δεν στέκει αγέρωχα πειραματιζόμενος με την κιθάρα του στα όρια του noise, ταλαιπωρώντας ευχάριστα τα αυτιά μας. Από την άλλη το στιβαρό rhythm section των Nate Newton και Ben Koller προσδίδει τα μέγιστα δημιουργώντας γρανιτένια σχέση. Στα τύμπανα ο Ben «κοπανάει» αδυσώπητα τα δέρματα με χαμηλότερη ταχύτητα όσον αφορά παλιότερες δουλειές, αλλά σε δυσανάλογη σχέση με την ένταση προκαλώντας ρωγμές, σπάζοντας το φράγμα της έντασης, ενώ η ακρίβειά του κοντράρει στα ίσα τον μετρονόμο. Ο Newton υφαίνει ένα «ηχητικό τείχος» με τον «τετράχορδο οδοστρωτήρα» του, συμπληρώνοντας groove και όγκο, με τη διαφορά ότι οι μπασογραμμές του παραμένουν «ρευστές», μεταδίδοντας μια ροή και ένα flow, κατάλληλο πάτημα για τους υπόλοιπους. “Last but not least”, ο Bannon από τη μεριά του «σεληνιασμένος» «αλυχτάει», «γρυλλίζει», «βρυχάται» και «σκίζει τις φωνητικές του χορδές», ενώ τον αισθάνεσαι με κάποιο μαγικό τρόπο να λειτουργεί σαν εγγαστρίμυθος με την εξωτερική απάθεια που δείχνει, παρόλο που μέσα του «δίνει μάχες με τους δαίμονές του», τους οποίους πιθανόν να κερδίζει, αλλά μπορεί και όχι. Η φωνητική του προσέγγιση ξεχειλίζει από ένταση και θεατρικότητα και «τους παίρνει όλους από το χέρι» και εμάς μαζί για συνεδρία «ηχητικής ψυχοθεραπείας».

Οι Converge για χάρη του “Bloodmoon” και της γενικότερης εξέλιξης σαν συγκρότημα, αφήνουν πίσω (όχι και πάρα πολύ βέβαια) τους ταχύτατους ρυθμούς και την hardcore φρενίτιδα, μαζί με την metal/math core παράνοιά τους και πειραματίζονται σε ατμοσφαιρικά post-sludge «μονοπάτια», προσεγγίζοντας στα ακόμα πιο αργά σημεία ορισμένα doom «αδιέξοδα», ξεφεύγοντας διαμέσου neo traditional dark folk και electro επιρροών. Αν πάντως συνεχίσουν να πειραματίζονται κατά αυτόν τον τρόπο και στο μέλλον, τότε η προσθήκη του Aaron Turner (Isis, Sumac etc) θα είναι η κατάλληλη για να γεμίσει ο μουσικός κόσμος ονειρώξεις. Η ακρόαση του δίσκου απαιτεί για τις ιδανικές συνθήκες χαμηλό φωτισμό, ακουστικά στα αυτιά και μετά πολλών ακροάσεων θα είσαι σε θέση να ανακαλύψεις, αφού ξεψαχνίσεις τον δίσκο σπιθαμή προς σπιθαμή, την κοινή συνιστώσα συγκροτημάτων όπως NIN, Slipknot, Sangre De Muertado, Josef Van Wissem, Isis, Cradle Of Filth, Townes Van Zandt και πάει λέγοντας…

Το φυσικό φαινόμενο των ουράνιων σωμάτων του «ματωμένου φεγγαριού» προέρχεται από την ευθυγράμμιση του Ήλιου, της Σελήνης και της Γης. Στη δική μας περίπτωση όμως προκύπτει όταν η «ακραία» μουσική (όπως πρεσβεύεται από μία παρέα φίλων όπου παρά το cult-celebrity status που έχουν αποκτήσει ανά τα χρόνια, λειτουργούν προσεγγιστικά με μία underground DIY ταυτότητα) ευθυγραμμίζεται με τη δημιουργικότητα, τη φαντασία και τον πειραματισμό σε μία παθιασμένη απόχρωση χρώματος.

Και μπορεί η χρονική διάρκεια του μουσικού φαινομένου να είναι κοντά στη μία ώρα, χωρίς να καταφέρνεις να κορέσεις την όρεξή σου αρκετά παρά τα αλλεπάλληλα repeat του δίσκου, κρατιέσαι από το “I” στον τίτλο, κάτι που πιστοποιεί και υποδεικνύει ότι αυτή δεν θα είναι η τελευταία φορά που θα ακούσουμε την κολεκτίβα των Converge σε αυτήν την ισχυρά διευρυμένη της μορφή.

Οπότε εφοδιαστείτε με τον δίσκο (σε φυσική ή ηλεκτρονική μορφή) και υπομονή, καθότι είναι αρετή…

Facebook: https://www.facebook.com/converge
Bandcamp: https://convergecult.bandcamp.com/album/bloodmoon-i

991
About Βασίλης Χατζηβασιλείου 360 Articles
Ο Βασίλης (a.k.a Eloy) προσπαθεί καθημερινά να συνθέσει το soundtrack της ζωής του βασιζόμενος στο αγαπημένο του τρίπτυχο "αγάπη, φαντασία και πειραματισμός". Προτιμά οι μουσικές του αναζητήσεις να είναι βαριές, θορυβώδεις και ταξιδιάρικες...