CAVE IN: “Heavy Pendulum”

ALBUM

Είδος: Post Hardcore/ Alternative/ Post Metal
Δισκογραφική: Relapse Records
Ημ. Κυκλοφορίας: 20 Μαίου 2022

Η υπομονή είναι αρετή, όμως πόσο αρετή είναι από τη μία πλευρά και πόσα είναι τα όρια της υπομονής από την άλλη για να μπορεί να αντέξει ο καλλιτέχνης και να υπομένει ο οπαδός εν αναμονή της εκάστοτε καινούριας κυκλοφορίας. Δεδομένου πάντα ότι έχουν δημιουργήσει μία συμβιωτική σχέση ανά τα χρόνια με (μουσικούς) βίους παράλληλους.

Για τον καλλιτέχνη, εικαστικό και στη δεδομένη μουσικό, το μεσοδιάστημα αυτό είναι καιρός ανασυγκρότησης, αναδιοργάνωσης όπου αποδέχεται το παρελθόν, αφουγκράζεται το παρόν και οραματίζεται το μέλλον. Ξεδιαλύνει το θολό τοπίο και έχοντας αποκτήσει πλήρη διαύγεια είναι έτοιμος για το επόμενο μεγάλο βήμα εν μέσω κάποιας εξελικτικής διαδικασίας, συνάμα προσπαθώντας να έρθει σε συνθετικό οίστρο και να ¨γεννήσει” το πνευματικό του παιδί. Και εννοείται όλα αυτά, και σίγουρα πολλά άλλα, χωρίς δυσκολίες και διάφορα τροχοπέδια και ευτράπελα ανά τον καιρό.

Σε μία τέτοια αέναη και στα μάτια των οπαδών ατέρμονη διαδικασία ευρίσκονταν οι Βοστονέζοι πάλαι ποτέ Post Hardcorers, μετέπειτα Alternative Metallers και πλέον “παίζω τα πάντα όλα” Cave In βάζοντας ένα φρένο με την κυκλοφορία του “Heavy Pendulum”σε αυτόν τον κύκλο αναμονής. Μπορεί πριν και μετά το προ ενδεκαετίας “White Silence” να πειραματίστηκαν σχέδον όλοι τους με διάφορα solo projects, groups και μη, TV Shows -ενδεικτικά αναφέροντας τους Mutoid Man, Old Man Gloom, Converge, Kid Kilowatt, Nomad Stones, Clouds (ΜΠΑΝΤΑΡΑ), Two Minutes To Late Night show και πάει λέγοντας- να κυκλοφόρησαν την ακουστική ζωντανή εκδοχή την εμφάνισης στο Roadburn του 18′, και να εξέμπεμψαν για τελευταία φορά το 2019 με το “Final Transmission”, όμως επουδενί αυτά δεν θα μπορούσαν να κορέσουν την πείνα και δίψα των ιδίων για έκφραση, πόσο μάλλον των φανατικών (αλλά και όχι μόνο) οπαδών τους. Ο πήχης που είχαν θέσει οι ίδιοι από το ντεμπούτο τους “Until Your Heart Stops” και έπειτα με τα “Jupiter”, “Antenna” και την προσωπική κορύφωση για τον γράφοντα “Perfect Pitch Black” ήταν σε δυσθεώρητα ύψη με την κάθε κυκλοφορία να είναι πιο διαφορετική και με πιο θετικό πρόσημο από την προηγούμενη.

Ήταν λοιπόν επιτακτική ανάγκη για όλους και προπαντών για τους ίδιους να εκπέμψουν ξανά σε νέες συχνότητες. Ο άδικος χαμός του Caleb Scolfield άναψε αυτήν την σπίθα, συσπείρωσε τα εναπομείναντα μέλη και τα τροφοδότησε με έμπνευση, δύναμη για να μπουν ξανά σε κανονικό studio, αφήνοντας την DYI συνθετική προσέγγιση και ηχογράφηση (πράττοντας το θέλημα του Caleb) και κουράγιο για να σηκώσουν τον συναισθηματικό Γολγοθά ώστε να εξιλεωθούν με κάποιο τρόπο, να σώσουν την υστεροφημία του συγκροτήματος, να τιμήσουν τον κολλητό τους και να συνεχίσουν να υπάρχουν.

Ο χρόνος σίγουρα είναι ο καλύτερος γιατρός και η μουσική ο ιδανικός αρωγός μαζί εν τη ενώσει.

Η απώλεια δεν έγινε συνήθεια για αυτούς, και πως θα μπορούσε να γίνει όταν έχουν χτιστεί ισχυροί δεσμοί μέσα στα χρόνια ύπαρξης της μπάντας. Κάτι τέτοιο δεν θα γίνει ποτέ, και έχοντάς το ως δεδομένο οι εκ Μασαχουσέτης προερχόμενοι “φίλοι” συνεχίζουν σαν κουιντέτο το ταξίδι τους. Όχι αν ψάξεις στα credits δεν θα δεις άλλο όνομα πέραν του νεοεισερχόμενου Nate Newton (Old Man Gloom, Doomriders, Converge) γιατί απλά για αυτούς ο Caleb δεν “έφυγε” ποτέ. Είναι εκεί στις συνθέσεις του δίσκου μαζί με το μπάσο του, το οποίο παρέδωσε η ίδια η σύζυγος στο συγκρότημα για να τους συντροφεύει και να γεμίζει με τον όγκο και το fuzz-αριστό του ήχο το μουσικό τους όραμα. Οπότε την επόμενη φορά που θα αναφερόμαστε για σύμπνοια, αλληλοκατανόηση και για αδελφοποιημένα συγκροτήματα θα πρέπει να έχουμε ως παράδειγμα τη συγκεκριμένη σκηνή στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού και τον τρόπο σκέψης και λειτουργίας μουσικών που πλαισίωναν κάποτε την “Υδροκέφαλη” εταιρεία.

Η νέα πραγματικότητα, όπως πολύ στοχευμένα βρίσκεται και σαν εναρκτήριο κομμάτι, είναι εδώ για την μπάντα. Η επιστροφή του κλασσικού logo είναι εδώ και δίνει έναν old school vibe στον νέο δίσκο. Το εκπληκτικό εξώφυλλο που φιλοτέχνησε η Rickey Beckett είναι χάρμα οφθαλμών και ιδεών και θα πλαισιώσει το μουσικό κομμάτι με το οπτικό για περισσότερη σκέψη και περισυλλογή. Τα μέλη ήταν όλα τους ανέκαθεν υπέρμαχοι του underground και το υπηρετούσαν με όλο τους το είναι, όμως πλέον ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και η Relapse Records ώστε να τους βγάλει στην επιφάνεια και να προβληθούν όπως τους αρμόζει και αξίζει για να καταξιωθούν ως ένα από τα πιο επιδραστικά γκρουπ. Τα Post Hardcore κατάλοιπα του παρελθόντος βρίσκονται ακόμα εδώ, σίγουρα σε μικρότερη ποσόστοση αλλά υπάρχουν κρυμμένα στις επάλξεις και είναι έτοιμα να κάνουν την εμφάνισή τους ανά πάσα στιγμή και να δαγκώσουν λαρύγγια, όπως επίσης και οι Space rock και Alternative Metal πειραματισμοί των 00s προδίδοντας ελευθερία και ατμόσφαιρα στην ηχητική ταυτότητά τους. Η ιδανική προσθήκη του Newton δεν αντικατέστησε (και πώς θα μπορούσε κάτι τέτοιο), μα ενσάρκωσε και συμπλήρωσε τις χορδές του Scolfield, ολοκληρώνοντας το μουσικό του όραμα και προσέδωσε στον ήχο του τετράχορδου οδοστρωτήρα “Sludge” βρωμιά, εκκωφαντικό “Noise” θόρυβο και μία “Punk Hardcore” ενέργεια στις παλλόμενες μπασογραμμές του. Επιπλέον είναι άξιο αναφοράς και η φωνητική προσέγγιση του Nate με τα growls και τα κάφρικα ουρλιαχτά, φέρνοντας εποχές του Caleb στους Zozobra. Όποιος θυμάται το live των Doomriders στο καταγώγι της Σολωμού το 2009 support στους Disfear, είτε έχει βιώσει την απόλυτη ζωντανη εμπειρία των Converge και Old Man Gloom έχει γνώση επί του πράγματος.

Οι πλανήτες ευθυγραμμίστηκαν και τα άστρα πήραν την κατάλληλη φορά. Οι κατάλληλες συχνότητες οριοθετήθηκαν, οι κεραίες εξέπεμψαν και τα όργανα έλαβαν το κούρδισμα που τους ταιριάζει με τον Guru του ήχου-ηχητικό αυτουργό Kurt Balou για ακόμη μία φορά να μεγαλουργεί πίσω από την κονσόλα, δίνοντας ένα αψεγάδιαστο ηχητικά άλμπουμ συνεχίζοντας το φοβερό σερί μετά και τον τελευταίο Converge δίσκο “Blood Moon” και διατηρώντας την εμπορική (με την καλή έννοια) απήχηση που είχαν ανέκαθεν τα τραγούδια τους.

Η μπάντα μας προσφέρει τον πιο ώριμο και ολοκληρωμένο από ολες τις απόψεις δίσκο της με έντονο το οπαδικό στοιχείο. Ο Stephen Brodsky δηλωμένος metalhead παλαιάς κοπής με το look του αιώνιου φοιτητή κινεί τα νήματα και οι Adam McGrath και Jr Connors ακολουθούν ισάξια κατά πόδας, αλληλοσυμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο πλάθοντας άρρηκτους ηχητικούς δεσμούς. Οι επιρροές είναι πιο έντονες και προφανείς από ποτέ, και όποιος εθελοτυφλεί και στορουθοκαμηλίζει (και τον χαλάει κάτι) μπορεί απλά να κάνει μία βουτιά στον λάκο με τα κωλοδάχτυλα. Η αναφορά ουδεμία έχει σχέση με την στήλη του “Μεταλλικού Σφυριού” στο παρελθόν.

Δεκατέσσερις νέες συνθέσεις δημιουργούν ένα οδοιπορικό στην καριέρα του συγκροτήματος για τις περίπου τρεις δεκαετίες ύπαρξής της. Μπορεί η διάρκεια στην αρχή να τρομάζει καθότι χρονικά κρατάει 70 λεπτά όμως η ροή εκ των πραγμάτων είναι αβίαστη και κυλάει ακούραστα. Εν μέσω σύντομης περίληψης για μία πρώτη ματιά (καθώς με κάθε νέα ακρόαση ανακαλύπτεις και καινούρια στοιχεία που θα χρειαζόντουσαν αρκετό ιντερνετικό μελάνι για να το καλύψουμε πλήρως) στο εναρκτήριο κομμάτι η Slipknot καταιγιστική εισαγωγή δένει απόλυτα με την Maiden-ικό ήχο της κιθάρας οποίος εμφανίζεται και σε υπόλοιπα κομμάτια όπως το “Careless Offering”, ενισχύοντας τη μεταλλική πλεκτάνη που έχει στήσει ο Brodsky και η παρέα του. Στο “Blood Spiller” κάνουμε βουτιά από ψηλά στα άδυτα του “Dirt” των Alice in Chains και της Cantrell φιλοσοφίας, όσο το λαρύγγι του Hedfield ενσαρκώνει αυτό του Brodsky και του Nate φτύνει τα “εσώψυχά” του. Από το “Heavy Pendullum” με ένα ενδιάμεσο Ambient σταθμό, έναν Doom/Sludge ορυμαγδό στο “Amaranthine” (μαζί με την ευχάριστη παραφωνία του “Reckoning” όπου η μπάντα ξεδιπλώνει τις Dark Folk επιρροές του Eugene Edwards με τους Wovenhand και 16 Horsepower) και έπειτα σε συνθέσεις όπως “Blinded By Blaze”, “Waiting for Love” η ζυγαριά αμφιταλαντεύεται μεταξύ έντασης και συναισθήματος, και είναι εμφανή τα πρώτα σημάδια συναισθηματικής φόρτισης να καταφτάνουν με αποκορύφωμα αυτό του ανυπέρβλητου έπους που ακούει στο όνομα “ Wavering Angel”. Ένα αποχαιρετηστήριο κομμάτι για καλό κατευόδιο στον δικό τους άνθρωπο που ραγίζει καρδιές, ένα μικρό tribute σε αυτόν που προσέφερε τόσα πολλά σε εκείνους και σε εμάς. Η φόρτιση που υπάρχει σε αυτήν την σύνθεση είναι τόσο δυνατή, όσο η μυσταγωγία που βιώσαμε όσοι ήμασταν προ ολίγων ετών στον ναό (όχι αυτόν στο Γκάζι, αλλά αυτόν στο Tilburg) του Het Patronaat λίγο πριν ρίξει μόνιμα την αυλαία του, όταν το δίδυμο των Brodsky/McGrath με την παρουσία του και την ακουστική εκτέλεση των κομματιών με νωπές ακόμα της μνήμες του θανάτου ανάγκασαν τα βιτρό του χώρου να ματώσουν και τα στασίδια να τρίξουν εν μέσω μουσικής κατάνυξης. Once in a lifetime εμπειρία για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της αγάπης για την παντοτινή φιλία.

Οι Cave In δημιούργησαν το απόλυτο comeback με ένα δίσκο ψυχοθεραπείας και εξιλέωσης, στέλνοντας ξανά ψηλά τον δορυφόρο γεμάτο με τις μελωδίες τους αφήνοντας μία κοσμική άγκυρα να τον κρατά πίσω, “bonded with unconditional and undying love” για τη μουσική τους και τον συνοδοιπόρο και φίλο τους.

Έκκληση και παράκληση προς τους απανταχού συναυλιακούς διοργανωτές: κλείστε τώρα το συγκρότημα για να τα κάνουμε όλα ώπα και γης μαδιάμ στα πλαίσια της απόλυτης συναυλιακής εμπειρίας.

Facebook: https://www.facebook.com/CaveIn.Official
Bandcamp: https://cavein.bandcamp.com/

555
About Βασίλης Χατζηβασιλείου 347 Articles
Ο Βασίλης (a.k.a Eloy) προσπαθεί καθημερινά να συνθέσει το soundtrack της ζωής του βασιζόμενος στο αγαπημένο του τρίπτυχο "αγάπη, φαντασία και πειραματισμός". Προτιμά οι μουσικές του αναζητήσεις να είναι βαριές, θορυβώδεις και ταξιδιάρικες...