BUSHI: “The Flawless Avenger”

ALBUM

Σήμερα, ο κόσμος είναι πια μια παγκόσμια κοινότητα με αμέτρητα συγκοινωνούντα δοχεία και καμιά πηγή έμπνευσης δεν θα έπρεπε να μας προκαλεί έκπληξη. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν τα όριά μας. Πόσο προβλέψιμος μπορεί να θεωρηθεί ένας Ιταλός κιθαρίστας που έχει κουρδίσει όλες τις χορδές του στη Σολ, είναι γοητευμένος και βαθιά επηρεασμένος από την κουλτούρα των Σαμουράι, γράφει τους στίχους του με την παραδοσιακή μορφή χαϊκού, και έχει προσθέσει στο ήδη δύστροπο σχήμα του έναν σαξοφωνίστα;

Το όνομα αυτού, Alessandro Vagnoni, σίγουρα όχι ένας τυπικός, καθημερινός μουσικός. Συμμετέχοντας σε διάφορα σχήματα, όπως οι Bologna Violenta, Ronin, Drovag (ένα δικό του one man project), παίζει και τύμπανα, κάνει και κάποιες μίξεις, προσπαθώντας να επιβιώνει καθαρά με τη μουσική.

Οι Bushi ξεκίνησαν σαν τρίο, και τον Vagnoni πλαισίωσαν οι Davide Scode (φωνητικά, μπάσο) και Fabrizio Baioni (τύμπανα και δεύτερα φωνητικά). Το 2017 κυκλοφόρησαν το πρώτο ομότιτλο άλμπουμ τους. Ήδη από τότε ο Vagnoni έγραψε στίχους εμπνευσμένους από τα βιβλία των Hagakure και Yukio Mishima, γοητευμένος από την περιέργεια για μια άγνωστη και πολύ διαφορετική κουλτούρα.

Αρχίζοντας να συνθέτει για το “The Flawless Avenger”, ένιωσε πως οι εικόνες και οι εντυπώσεις που ήθελε να ζωντανέψει με τη μουσική του έπρεπε να έχουν κάτι επικό, πολεμικό και τραγικό ταυτόχρονα. Έτσι έστρεψε ξανά την προσοχή του στους Σαμουράι. Έχοντας σαν οδηγό το στακάτο “A Man From China”, το πρώτο τραγούδι που έγραψε, άφησε αυτή τη μικρή ιδέα να δημιουργήσει άλλες νέες, σαν ένα παιχνίδι ντόμινο.
Αυτό είναι ξεκάθαρο στη συγγενή δομή και διάθεση που παρουσιάζουν και τα έντεκα τραγούδια, μετά την εισαγωγή “Hagakure”. Η μουσική που έγραψε ο Vagnoni βασίζεται σε επίμονα ριφ και ρυθμούς, επιτακτικά τύμπανα, διαρκείς συμπλεύσεις του σαξόφωνου με τους ρυθμούς. Πάνω από όλα αυτά, υπάρχουν τα φωνητικά που ακολουθούν συγκεκριμένη τακτική και διάθεση: με μια αίσθηση επιφανειακά κάπως ουδέτερη, ουσιαστικά όμως με μια έκφραση ψυχεδελική και υπνωτιστική, δεν κυνηγούν το άμεσο, εύκολο συναίσθημα. Μαζί όμως με τη μουσική, δημιουργούν μια ιδιαίτερη, περίεργη αίσθηση, μια συνολικά avant garde εντύπωση που κάποιες στιγμές πλησιάζει κοντά τους αισθητήρες ενός μέσου ακροατή και συχνά απομακρύνεται. Με τον ανάλογο χρόνο όμως οι αποστάσεις αρχίζουν να μοιάζουν πιο βατές. Πιθανά, προς το φινάλε του άλμπουμ, τα “Don’t Stop Where Your Heart Goes” και “Late Night Idle Talk”, μπορούν να θεωρηθούν πιο φιλικά δολώματα, ειδικά το τελευταίο που απλώνει επιδέξια την instrumental διαδρομή του για περίπου έξι λεπτά.

Ο Vagnoni είναι σίγουρα ένας χαρισματικός και ανήσυχος καλλιτέχνης. Κατέληξε να κουρδίσει όλες τις χορδές του στη Σολ, αναζητώντας μια διαφορετική προσέγγιση στη σύνθεση και μια νέα δυναμική. Τα πειράματα σε ιδιαίτερες αρμονίες φαίνονται και από τη χρήση των συγκεκριμένων φωνητικών. Όλες αυτές οι καινοτομίες δεν αφαιρούν ίχνος από το χιούμορ του και δηλώνει πως αν άκουγε ένας Σαμουράι το άλμπουμ, πιθανά θα τον αποκεφάλιζε με μια καλοζυγισμένη σπαθιά με το naginata του.

Αν είστε παράξενοι και ερευνητικοί και αισθάνεστε μια μακρινή επικοινωνία με τον αλλόκοτο κόσμο αυτού του Ιταλού Σαμουράι, θα βρείτε στον Τέλειο Εκδικητή μια δυσπρόσιτη αλλά πολύτιμη γοητεία.

736
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…