BLACK SABBATH: “Black Sabbath”

Το παρόν άρθρο έχει δημοσιευθεί αρχικά στο έντυπο περιοδικό για retro computers Retro Planet.
https://retroplanetmagazine.blogspot.com/

Για αιώνες, από τον 4ο αιώνα π.Χ. και τον Αριστοτέλη ο οποίος υπήρξε υπέρμαχος του γεωκεντρικού μοντέλου του σύμπαντος, ο μέσος άνθρωπος πίστευε ότι το επίκεντρο ήταν ο ίδιος και ο πλανήτης του, η Γη μας. Η άποψη αυτή ελάχιστα άλλαξε για τουλάχιστον περίπου 2 χιλιετίες όταν ο Κοπέρνικος – βασιζόμενος στις μελέτες του Αρίσταρχου του Σάμιου και των Πυθαγόρειων φιλοσόφων – έδωσε το πρώτο χτύπημα ανατροπής αυτής της κοσμοθεωρίας. Ακολούθησαν κι άλλοι. Ο Γαλιλαίος, ο Νεύτωνας, ο Αϊνστάιν και όλα τα φωτεινά επιστημονικά μυαλά (τουλάχιστον όπως παρέμειναν στο συλλογικό ασυνείδητο) και κάμποσοι άλλοι, διέλυσαν τη θεωρία αυτή, προάγοντας την απειροσύνη του σύμπαντος.

Περνούσαν τα χρόνια, έγιναν πολλά τεχνολογικά θαύματα, οι επιστήμες των μαθηματικών και της φυσικής αναπτύχθηκαν με εκθετική πρόοδο και κάποια στιγμή στις αρχές του 20ου αιώνα, εμφανίστηκε ο Ζωρζ Λεμέτρ, ένας Βέλγος ιερέας ο οποίος, αιρετικά θα έλεγε κανείς, θεώρησε ότι η θεϊκή αποδοχή / πίστη και η επιστήμη δεν ήταν τόσο ασυμβίβαστοι χώροι αντίληψης και κατόπιν μελέτης πρόβαλλε ως πρόταση το “κοσμικό αυγό” που εξερράγη, αυτό που έμεινε στην ιστορία ως η αρχή των πάντων, το “Big Bang”, η “Μεγάλη Έκρηξη”. Αυτά για την αστρονομία γιατί η αναφορά που ακολουθεί αφορά ένα άλλο big bang το οποίο ορίζεται στο χώρο όχι της μουσικής αλλά θα έλεγα και ολόκληρου του φάσματος της τέχνης.

Βρισκόμαστε στη Γηραιά Αλβιώνα και συγκεκριμένα στο Birmingham, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μια περίοδο κοσμογονικών αλλαγών σε όλον τον πλανήτη. Στη μεταπολεμική Ευρώπη τα πράγματα κυλούν σχετικά ήρεμα με την “ασφάλεια” της ισορροπίας των δυο πολιτικών block να κρατούν τα κοινωνικά γκέμια σε ρουτινιάρικα επίπεδα σε αντίθεση με την εκείθεν όχθη του Ατλαντικού, με τους πολεμόκαυλους των U.S.A. να μη σταματούν τις εχθροπραξίες σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης. Η νεολαία της εποχής άρχισε να ξυπνά και να διεκδικεί με κοινωνικούς αγώνες κάποια εν δυνάμει κεκτημένα. Με σαφή την τάση της αμφισβήτησης σε κάθε τι αξιακά ορισμένο. Αντιπολεμικά κινήματα με προεξάρχοντες τους hippies, μια αυξανόμενη επαναστατικότητα που εκδηλωνόταν με πολιτικοποιημένες εξεγέρσεις γενικά και φανερή πλέον εναντίωση στις έννοιες της πολιτικής ορθότητας και κυρίως της οργανωμένης θρησκείας που ούσα η ίδια πολιτικής οντότητας, επηρέαζε τους κοινωνικούς ιστούς.

Μια μεγάλη μερίδα αυτής της νεανικής “κρίσιμης” μάζας δρα στο κοινωνικό αυτό γίγνεσθαι έχοντας ως βάση ένα σχετικά νέο “φρούτο”, τη μουσική rock που έπαιξε το ρόλο του αντίπαλου δέους απέναντι στους όποιους ορθολογισμούς έθεταν ως πρότυπα οι ακόμη πουριτανικές κοινωνίες. Η μεγάλη δημοτικότητα συγκροτημάτων όπως οι Beatles, οι Rolling Stones, φυσικά ο Elvis Presley και ο Jerry Lee Lewis όπως και η blues αμερικανική παράδοση (και με το επίσης πρωτοεμφανιζόμενο LSD να κάνει θραύση) προσαρτούσε όλο και περισσότερους νέους και ήταν πλέον ένα ρεαλιστικό κοινωνικό φαινόμενο. Φυσικά κάτι τέτοιο συνέβαινε και στο Birmingham όπου το έφερε η μοίρα και συναντήθηκαν 4 συνηθισμένοι τεντιμπόιδες οι οποίοι έμελλε να αλλάξουν τον καλλιτεχνικό ρου μια για πάντα. Μια μάζωξη, εν αγνοία τους ακόμη, αστέρων με τα ονόματα Tony Iommi, Bill Ward, Geezer Butler και Ozzy Osbourne, ένα μάτσο γόνων αστικών οικογενειών με ισχυρούς χαρακτήρες οι οποίοι γέννησαν και όρισαν ένα ολάκερο καλλιτεχνικό ρεύμα που η ιστορία ονόμασε ως “heavy metal”.

Το σημείο μηδέν στην πορεία των Black Sabbath εστιάζεται όταν οι Iommi και Ward φεύγουν από ένα σχήμα με το όνομα Mythology με σκοπό να φορμάρουν μια μπάντα με blues μεν χαρακτήρα αλλά με heavy προσανατολισμό, στο Aston, ένα προάστιο του Birmingham και αμέσως προσλαμβάνουν τον μπασίστα Geezer Butler και τον τραγουδιστή Ozzy Osbourne που και οι ίδιοι έφυγαν από τους Rare Breed. Παίρνουν το όνομα Polka Tulk Blues Band για να το αλλάξουν σύντομα σε Earth ώσπου να καταλήξουν στο Black Sabbath το 1969. Επέλεξαν εξαρχής τη θεματολογία τους σε στιχουργία τρόμου με κάποιες μυθολογικές παραπομπές και ένα image που ήταν ολοφάνερο ότι δρούσε αποστασιοποιητικά προς κάθε τι κατεστημένο μέχρι τότε.

Χωρίς να χρειάζονται περιττές αναφορές μιας και έχουν χυθεί τόνοι φυσικής και ηλεκτρονικής μελάνης, υπάρχουν μερικά ιδιαίτερα σημεία, όπως σε κάθε ιστορία που αφορά θρύλους. Το ατύχημα του Iommi όταν σε ένα εργατικό ατύχημα στο μηχανουργείο στο οποίο δούλευε έχασε τις άκρες των τριών μεσαίων δαχτύλων από το αριστερό του χέρι (το λειτουργικό στην κιθάρα όντας αριστερόχειρας) τις οποίες αντικατέστησε με προσαρμοσμένα κομμάτια πλαστικό από ένα μπουκάλι παρά τη διαπίστωση του γιατρού που τον περιέθαλψε ότι δεν πρόκειται να ξαναμπορέσει να πιάσει κιθάρα, ο φοβερά ιδιόρρυθμος χαρακτήρας του Ozzy ο οποίος γαλουχήθηκε σε σκληρές καταστάσεις από πολύ μικρή ηλικία, όντας μέλος πολύτεκνης οικογένειας που τα έβγαζε δύσκολα πέρα και ο οποίος έφτασε πλησίον του κατωφλίου της φυλακής κατηγορούμενος για μικροκλοπές, τα χρόνια προβλήματα του Bill Ward με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά που ήταν αφορμή για πολλές αποχωρήσεις και επαναφορές στην μπάντα, του Geezer Butler ο οποίος ήταν η “ήρεμη” δύναμη και βασικός στιχουργός τα πρώτα χρόνια και βασική αιτία που δεν διαλύθηκε το σχήμα στα εξ ων συνετέθη από πολύ νωρίς.

Μεταβαίνουν στο Λονδίνο και μπαίνουν με τον Rodger Bain (όπως δήλωσε και ο ίδιος ο Iommi “αυτός μας επέλεξε, όχι εμείς”) στο Regent Sound για να ηχογραφήσουν μέσα σε μια μόλις μέρα (αν και τους πήρε μόλις 12 ώρες) τα σπουδαιότερα 38 λεπτά και 8 δευτερόλεπτα που άκουσε ποτέ αυτός ο ταλαίπωρος ντουνιάς. Την έκρηξη του κοσμικού αυγού, του γεννήτορα ολόκληρου του heavy metal, του πρώτου album που πήρε το όνομα της μπάντας “Black Sabbath” και είδε το φως της ημέρας στις 13 Φεβρουαρίου του 1970 μέσω της Vertigo Records.

Ποια ήταν τα στοιχεία που έκαναν αυτό το album τόσο ξεχωριστό στην ιστορία; Πολλά και ιδιαίτερα. Με τι άλλο να ξεκινήσει κανείς εκτός από το εξώφυλλο; Το κοιτάς, αναλογίζεσαι την εποχή και είναι αδύνατο να μην σου καρφωθεί στο νου η λέξη “ριζοσπαστικό”! Μια εικόνα από τα περίχωρα του ποταμού Τάμεση από τον Keef (Keith McMillan κατά κόσμο) που απεικονίζει την Louisa Livingstone μπροστά από έναν νερόμυλο, ντυμένη με μια μαύρη κάπα σαν τρομακτική ιέρεια μιας νεόφερτης, απόκοσμης θρησκείας. Απόλυτα ταιριαστή προς τη γενικότερη θεματολογία του album όπως και το εσώφυλλο με τον ανάποδο σταυρό που συνόδευε ένα ποίημα του Roger Brown, κάτι που επέσυρε μερικές αντιδράσεις και από την ίδια την μπάντα, με το φόβο να θεωρηθούν, σατανιστές / μυστικιστές και ποιος ξέρει τι άλλο στα παρθένα, σε αυτά τα πεδία μυαλά, των συντηρητικών Άγγλων. Κάτι που συνέβη στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού όταν κάποιοι “φωστήρες”, κυρίως δημόσιοι Ευαγγελιστές (ένα φρούτο που καλά κρατεί στις U.S.A. ακόμη και σήμερα, είναι άλλωστε γνωστό ότι οι ηλίθιοι κάνουν καλή – και επικερδή φυσικά – καριέρα με κάτι τέτοια στις ΓιούΕς) που τους συνέδεσαν με τον Anton Lavey και την Εκκλησία του Οξαποδώ.

Κατ’ αρχάς το παίξιμο του Iommi ο οποίος έπρεπε να προσαρμόσει το τραυματισμένο του χέρι πάνω στις συνθέσεις, χρησιμοποιώντας τις λεγόμενες “πέμπτες” στις συγχορδίες, συνέπεια του ότι δυσκολευόταν να παίξει πάνω σε άλλα κιθαριστικά μοτίβα. Αυτό προσδιόρισε μια συμπαγέστατη δομή στα ρυθμικά μέρη τα οποία πλέον ακούγονταν βαρύτατα και ογκωδέστατα. Εκτός από τα εφέ της βροχής, της πένθιμης καμπάνας και των κεραυνών που ακούγονται στην εισαγωγή του εναρκτήριου ομότιτλου track καθώς και η διπλές κιθάρες σε κάποια κομμάτια (όπως το “N..Ι.B.” και το “Sleeping Village”), δεν χρησιμοποιήθηκε κανενός άλλου είδους overdub στο σύνολο του δίσκου.

Για τα κομμάτια χρειάζεται να πω κάτι; Τι να πω; Τι λέξεις να χρησιμοποιήσω για να ορίσω τη γέννηση ολόκληρου του heavy metal; Της πιο δυναμικής έκφρασης της μουσικής τέχνης που εμφανίστηκε ποτέ στον όμορφο γαλάζιο πλανήτη μας;

Από τα πρώτα δευτερόλεπτα του ομότιτλου track “Black Sabbath” καταλαβαίνεις ότι το “μωρό” που γεννιέται είναι εντελώς διαφορετικό. Ανήκει σε εντελώς άλλο σύμπαν σε σχέση με τα ανέμελα “ροκάκια” που ψυχαγωγούσαν τους νέους των προηγούμενων δυο δεκαετιών όπως και σε σχέση με τους επιστήμονες των αρχέγονων prog σχημάτων όπως οι Procol Harum και οι Emerson, Lake & Palmer. Αν το φερόμενο rock έφτανε στη νέα γενιά του τότε καλλωπισμένο με τον πουτιρανικό χαρακτήρα της εποχής, οι Sabbath έδειχναν από την εισαγωγή του κομματιού, με το εφέ της βροχής και το πρώτο, το πιο “καταραμένο” riff της ιστορίας (και γένεση του doom metal ταυτόχρονα) την αντίπερα ασυμβίβαστη και μακριά από καθωσπρεπισμούς όχθη. Έδειχναν τη γη της “βρωμιάς”.

Εφιαλτική ατμόσφαιρα από την κιθάρα του Iommi, συγκλονιστικός ο Ozzy που σαν να ξεβράζει τα ταραγμένα εσώψυχά του και αποδίδει την απόγνωση με στίχους μέσω των οποίων ο Butler αφηγείται έναν εφιάλτη που τον τρομοκράτησε και σχετίζεται με ένα βιβλίο μαγείας του 16ου αιώνα που του είχε δώσει ο Ozzy (ο οποίος το έκλεψε φυσικά) και το έβαλε στο ράφι. To βιβλίο δεν το διάβασε και την νύχτα που βίωσε τον εφιάλτη, βλέποντας κατά τα λεγόμενά του μια μαύρη φιγούρα στην άκρη του κρεββατιού, τρομοκρατημένος καθώς ήταν, πήγε να το πετάξει και αυτό είχε παραδόξως εξαφανιστεί! Επαρκής λόγος να τα κάνεις πάνω σου ε; Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Bill Ward: “Όταν ο Ozzy τραγούδησε τον στίχο “What is this that stands before me?” ακουγόταν τόσο ασυνήθιστος… ουσιαστικά έπαιζα drums πάνω στη φωνή του”. Μέχρι την ώρα της σπουδαιότερης γέφυρας που ολοκληρώνει το κομμάτι με το riff και το solo part που ολοκληρώνει τη “γέννα”. Και να αρχίσει η διαστολή αυτού του ιδιότυπου κόσμου που επιζεί ακμαιότατο ως τις μέρες μας.

Το σπουδαίο “The Wizard” το οποίο στιχουργικά είναι εμπνευσμένο από τον Gandalf, τον πασίγνωστο χαρακτήρα του J. R. R. Tolkien, είναι ένα φοβερό jam που θυμίζει την τεχνοτροπία των τεράστιων για την εποχή Cream του Eric Clapton, ένας ορισμός του όρου blues-rock με χαρακτηριστικό το ρόλο της φυσαρμόνικας του Ozzy. Καταιγιστικό ρυθμικό υπόβαθρο που αποτελεί (ναι, από τότε) μια από τις άπειρες κορυφές της εκτελεστικής δεινότητας του Bill Ward ο οποίος απλά και με λίγα λόγια επαναπροσδιορίζει τον όρο των drums αποδεικνύοντας ότι ακόμη και ο τυμπανοκρούστης μπορεί να γίνει ο σολίστας μια σύνθεσης παίρνοντας το ρόλο του πρωταγωνιστή από τους συνήθεις έγχορδους star αυτού του είδους μουσικής. Κατεδαφιστικός όσο και ακριβέστατος, ρολάρει ακατάπαυστα δίνοντας ένα συμπαγέστατο background και το έναυσμα να κάνει ο ακροατής air – drumming. Λιτό solo από τον Iommi, άψογη συνοδεία από τον Butler και ο Ozzy φωνητικώς μάλλον προσγειωμένος, σαν να αφηγείται κάποιο μέρος του Lord Of The Rings με rock τρόπο.

Στο ίδιο μήκος κύματος (με πιο χαλαρό ρυθμικό υπόβαθρο εντούτοις) το “Behind the Wall of Sleep” με συνθετική πηγή την ομότιτλη ιστορία του H. P. Lovecraft, απέχει από το να χαρακτηριστεί ως “εφιαλτικό” τραγούδι. Προσανατολισμένο προς τη νέγρικη vlues παράδοση είναι μάλλον ένα μείγμα blues και ψυχεδέλειας, ένα jam για ζέσταμα πριν το “Bassically” που εύγλωττα παραπέμπει σε ένα μπασισιτκό “παιχνίδι” του Βutler.

Μια εισαγωγή σε ένα επίσης θεμελιώδες όπως το ομότιτλο track κομμάτι, το “N.I.B.”. Για τον πολύ κόσμο, ο τίτλος μεταφραζόταν είτε ως “Nativity In Black” είτε ως “Name In Blood”, κάτι πολύ λογικό φαινομενικά αν αναλογιστεί κανείς το συνολικό background των Black Sabbath. Πολύ αργότερα ο ίδιος ο Geezer ξεκαθάρισε ότι ο τίτλος απλά υποδεικνύει το σχήμα από το μούσι του Bill Ward (!!!) εκείνη την εποχή που έφερνε σε κεφαλή πένας (pen nib) και που απλά για πλάκα ο Geezer ξεχώρισε με τελείες προσδίδοντας κάτι “εξωτικό”. Το “N.I.B.” είναι από τα ορόσημα του heavy metal με το riffing του να υπάρχει στο DNA κάθε ηλεκτροδοτούμενης μπάντας από εκεί και πέρα και από τις πρώτες διασκευές που αποπειράται να παίξει στις πρώτες πρόβες της κάθε μπάντα στον πλανήτη που σχηματίζεται για να παίξει heavy metal (μαζί με κάποια άλλα στανταράκια όπως για παράδειγμα τα “Smoke On The Water”, “T.N.T”, “Louie Louie” και “Breaking The Law”).

Θα ήθελα να σταθώ και στο “Wicked World” το οποίο εμφανίστηκε στην αμερικανική version του album, ένα εξαιρετικό jazz jam που δείχνει πάνω απ’ όλα το πόσο καλοί μουσικοί ήταν οι Sabbath. Περίτεχνη εκτέλεση αμερικανικής τεχνοτροπίας με ψιλοχίπικο αέρα – ή αν θέλεις αντιπολεμικό – που σίγουρα απετέλεσε ταυτοποιήσιμη έννοια για την αμερικανική νεολαία που εξέφραζε ήδη βίαια την αντίθεσή της προς τον πόλεμο του Βιετνάμ. Σπουδαία στιγμή που κακώς δεν συμπεριλήφθηκε και στην αρχική έκδοση του album.

Καθώς η βελόνα ακουμπά τη b-side του βινυλίου, εμφανίζεται το “Evil Woman (Don’t Play Your Games with Me)” μια διασκευή πάνω σε ένα μεγάλο hit των Αμερικανών rockers Crow που δρούσαν εκείνη την εποχή, μια κίνηση που λίγο-πολύ τους επέβαλλε / παρότρυνε ο manager τους Jim Simpson να κάνουν, ως ένας εμπορικός κράχτης, κίνηση θα έλεγα απολύτως λογική για μια πρωτοεμφανιζόμενη μπάντα όπως οι Sabbath. Στακάτο κομμάτι, πλήρως εμβαπτισμένο στο γενικότερο “trendy” rock της εποχής, χωρίς ουσιαστική αλλαγή από τους Sabbath πέρα από τα ιδιαίτερα φωνητικά του Ozzy και το εξαιρετικό solo του Iommi.

Ακολουθεί το φοβερό “Sleeping Village” με την εισαγωγή “A Bit Of Finger” της οποίας ο τίτλος μάλλον αποτελεί παρωδία του ατυχήματος του Tony Iommi (διέθεταν πολύ black χιούμορ οι άνθρωποι, αναμφισβήτητα, Άγγλοι γαρ), μια instrumental στιγμή που δίνει τη σκυτάλη στην κομματάρα “The Warning” που κλείνει αυτήν την δισκάρα.

Για τον γράφοντα το “The Warning” αποτελεί μια δεκάλεπτη rock / metal σύνοψη oολόκληρης της δεκαετίας που προηγήθηκε. Μια “διάρρηξη” του παρθενικού υμένα ολόκληρων αυτόνομων heavy metal σχολών που ακολούθησαν στα επόμενα χρόνια μέσα από τα αλλεπάλληλα layers από solos από τον Iommi, το ψυχεδελικό υπόβαθρο των Ward / Βutler και τον Ozzy με μάλλον “αυστηρή” χροιά, να επιβάλλει ουσιαστικά το συναισθηματικό εξαγόμενο του κομματιού μέσω της ρεφρενάρας του. Ένα ολοκληρωμένο concept πριν καν οριστεί σαν μουσικός όρος κάτι τέτοιο με αρχή, μέση και τέλος κινηματογραφικής υφής, σαν καλογυρισμένη μαυρόασπρη ’60s b-movie.

Απολογισμός; Εδώ γελάνε. Τι απολογισμό να κάνεις για ένα τέτοιο μνημείο; Είπαμε, μιλάμε για την κυοφορία ολόκληρου συνθετικού και ηχητικού σύμπαντος το οποίο επιζεί αδιαλείπτως και είναι ακμαιότατο (παρά τα τερτίπια της μουσικής βιομηχανίας) από την Παρασκευή και 13 Φεβρουαρίου του 1970 ως και την ώρα που γράφω αυτές τις αράδες. Οι Black Sabbath τα επόμενα 8 χρόνια και μέσω των ισάριθμων album τους, έπαιξαν και όρισαν τα ΠΑΝΤΑ στην ηλεκτροδοτούμενη rock / metal μουσική. Με αιχμές του δόρατος όλη αυτή τη μαυροντυμένη (από ένα σημείο και έπειτα) τετράδα.

Με την δομική μαγεία της riffολογίας του Tony Iommi που καθιστά τον ακροατή σε κοινωνό εξάχορδης τελετουργίας και την παντοδύναμη ραχοκοκαλιά των Bill Ward και Geezer Butler. Όσο για τον Ozzy και τους “αγαπάμε να μισούμε” haters του, κάτι τύπους του στυλ “MόνοDio”, “ΜόνοMartin” ή “MόνοGillan” (οκ, αυτό το τελευταίο μόνο ως τρολάρισμα μπορεί να εκληφθεί) ένα έχω να πω: πρόκειται για κουφούς, για ανθρώπους που ακούν μουσική με τους αγκώνες, “μεταλλάδες” περικυκλωμένοι από τη fake-ίλα των εισαγωγικών. Το να έχεις μια προτίμηση προς μια συγκεκριμένη περίοδο των Sabbath είναι σεβαστό. Ο χλευασμός όμως του 1/4 που τεκνοποίησε ολάκερο το heavy metal αποτελεί ύβρη και ένδειξη πλήρους ασχετοσύνης προς το αντικείμενο που διαπραγματευόμαστε. Οι Sabbath με τον Ozzy μέσα από τα albums τους έπαιξαν (το ξαναλέω προς εμπέδωση) ΤΑ ΠΑΝΤΑ και αυτό είναι ένα γεγονός που πρέπει κάποιος να είναι εντελώς κακοπροαίρετος και αδειοκέφαλος για να μην το παραδέχεται.

Η έννοια “Black Sabbath” έχει περάσει ήδη στην αθανασία και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο. Είναι το μικρόβιο που μπόλιασε εκατομμύρια ψυχές που προτίμησαν να μείνουν “μολυσμένοι” μέχρι το τέλος της μικρής και θνητής ζωής τους και είμαι σίγουρος ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι που θα ελκύονται από τα watt που εκχέονται από τους ενισχυτές σε κάθε τράνταγμα των χορδών μιας κιθάρας, αυτό θα εξακολουθήσει να συμβαίνει. Όλοι κάποτε θα αφήσουμε αυτόν τον μάταιο και θνητό κόσμο, η “μαγκιά” είναι να αφήσεις κάτι πίσω σου το οποίο θα είναι ανεξάρτητο της φθοράς του χρόνου. Και οι Black Sabbath με αυτό, το πρώτο αριστούργημά τους, το κατάφεραν. Δόξα και τιμή και αιώνια πίστη! Υπόκλισις, μεταβολή, αυλαία!

Αυτά, καλό φθινόπωρο να έχετε, να διαβάζετε την περιοδικάρα μας και όπως πάντα, λοβ όνλι!

(Για τον παλαιό φίλο και δάσκαλο του μπάσου Δώρο Φλαμουρίδη, “καφενείο” από εκείνα τα “παλιά”, τα “ωραία” που έλεγε και η προσφάτως εκλειπούσα σπουδαία Ντίνα Κώνστα, έναν μεταλλά που ήταν, είναι και θα είναι ταγμένος μέχρι τέλους στο όνομα και τη μουσική των Black Sabbath και ο οποίος με το ίδιο πείσμα και ηρωϊσμό μάχεται τις αναποδιές αυτής της παλιοζωής υπερήφανα και αμίζερα όπως το προστάζει η μεταλλική φυλή μας. Σου αξίζει δικαιωματικά μια εύφημος μνεία Γέρο!)

1271
About Ιορδάνης Κιουρτσίδης 1205 Articles
Ανακατεμένος με το heavy metal εδώ και 3,5 δεκαετίες, retro computer fan, δεν αντέχει τον Μόρισον και τον Κομπέιν, πίνει διπλό γλυκύβραστο και λατρεύει τις mini σοκοφρέτες υγείας.