Η καλοκαιρινή εγχώρια φεστιβαλική σεζόν ολοκληρώθηκε με εμφατικά cool τρόπο, μιας και headline στο AthensRocks 2024 ήταν ο Lenny Kravitz, η επιτομή του star και του coolness.
Βέβαια, ο κόσμος δεν έδειξε τον ανάλογο ζήλο, καθώς η προσέλευση ήταν ιδιαίτερα “meh”. Θες οι κάπως περίεργες επιλογές για support, που σίγουρα δεν απευθύνονταν στο mainstream κοινό που θα ερχόταν, θες το τσιμπημένο εισιτήριο, θες το ότι «2 Αυγούστου», με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τις άδειες και τα «μπάνια του λαού», το φετινό AthensRocks σίγουρα δεν θα στεφτεί ως το πιο πετυχημένο.
Και παρότι το κοινό ήταν συνολικά λίγο για τα δεδομένα του live, η ουρά για να πάρεις 1 (ολογράφως «μία») μπίρα, ήταν μεγάλη. Πολύ μεγάλη. Αχρείαστα μεγάλη. Κι αυτό διότι δεν υπήρχαν σταντ για μάρκες, οπότε κάθε φορά που ήθελες να πιεις κάτι, έπρεπε να περιμένεις εκ νέου στη σειρά των μπαρ. Κι αν αυτό σου φαίνεται «λολ», τότε θα σου φανεί «καραλολ» το ότι εν τέλει η μπίρα κόστιζε 6 (ολογράφως «έξι») ευρώ.
Φεστιβάλ για αρχόντους λοιπόν το φετινό AthensRocks, το οποίο makes total sense όταν περιμένεις mainstream κόσμο, ή όπως εξαιρετικά είπε φίλος: «κοινό-μπουζούκια».
Τον άχαρο ρόλο του «καλησπέρα και καλή βραδιά» κάτω από τον ντάλα ήλιο, τον είχαν οι Inco (που ύστερα από τη συμμετοχή του Ηλία Μπόγδανου στο τηλεοπτικό Survivor, έγιναν Ilias Bogdanos & Inco για ευνόητους λόγους marketing). Ο κόσμος σίγουρα δεν ήταν αρκετός, αλλά η ενέργεια της μπάντας ήταν ανεξάντλητη, με έναν Ηλία που οριακά είχε καταπιεί το αρκουδάκι της Duracell, να χοροπηδάει και να κάνει χαμό, δημιουργώντας μια μαγική εικόνα σε ό,τι αφορά το τι γινόταν πάνω στη σκηνή και τι από κάτω.
Μέσα σε μισή ώρα, οι Inco «δρόσισαν» τους όποιους παρευρισκόμενους με τα τραγούδια τους και (κυρίως) τις διασκευές τους, σε μια εμφάνιση που περισσότερο θύμιζε party σε μαγαζί στο Κολονάκι ή τη Γλυφάδα κι αν με ρωτάς, πιο πολύ ταίριαξε όλο αυτό με τον κόσμο που θα φιλοξενούσε το φεστιβάλ, παρά αυτό που έκαναν τα επόμενα σχήματα. Highlights, η τρομερή διάθεση της μπάντας, η συνδρομή σαξοφώνου και το (τελείως αχρείαστο, αλλά fun) σκαρφάλωμα του Ηλία στη σκαλωσιά της σκηνής, κατά τη διάρκεια του “Rock n’ Roll Queen”.
Στις 18:30, ήρθε η ώρα για τους υπεροχότατους και ροκαριστούς The Last Internationale, με την τεράστια Delila Paz να παίζει «μπάλα μεγάλου παίχτου» με τη φωνάρα της. Αρκετά λογική επιλογή για το φεστιβάλ, σε ό,τι αφορά τη μουσική προσέγγιση, αλλά αρκετά αδιάφορη για όσους απλώς είχαν πιάσει στασίδι για τον Lenny. Σε μια μισοάδεια αλάνα λοιπόν, μιας και αρκετοί κάθονταν σε σκιά ή στα μπαρ, το συγκρότημα από τη Νέα Υόρκη έδειξε με χαρακτηριστική ευκολία γιατί αξίζει να παίζει σε γεμάτα club κι αρένες. Τόσο απλά.
Ο ήχος δεν βοήθησε βέβαια σε κάποια σημεία, μιας και η μπάντα ακουγόταν πολύ δυνατά, τρυπώντας αυτιά, αλλά θεωρώ πως αυτό ήταν και το μόνο ντεσαβαντάζ των The Last Internationale, οι οποίοι ηλέκτρισαν τον χώρο με τα τραγούδια τους, αλλά και την παρουσία τους. Κι αν πέρασαν στο αβαβά από τους πολλούς, υπήρξαμε κι εμείς που τους βρήκαμε εξαιρετικούς. Νομίζω πως επιβάλλεται να τους δούμε κάπου μόνους, χωρίς να ανοίγουν για άλλους. Highlights, το πανέμορφο “Soul on Fire”, η 7λεπτη εκτέλεση του “Wanted Man”, όπως φυσικά και η «επίσκεψη» της Paz στο κοινό.
Κι αν οι The Last Internationale ήταν «περίεργη επιλογή», καθότι άγνωστοι στους κύκλους που βρέθηκαν στο ΟΑΚΑ την Παρασκευή, τότε οι Sleaford Mods, πρέπει να έπεσαν σαν κεραμίδα στο ανυποψίαστο κεφάλι των pop oriented ανθρώπων που συνέχισαν σιγά σιγά να βρίσκουν τον δρόμο τους προς το φεστιβάλ.
Το ντουέτο από το Nottingham ξεδίπλωσε το post punk υβρίδιό του, κάνοντας όσους δεν τους είχαν ξανακούσει να απορούν με την επιλογή της διοργάνωσης. Κι εδώ που τα λέμε κι εγώ απορώ. Γενικά είμαι πολύ υπέρ των πολυποίκιλων ονομάτων σε φεστιβάλ, αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ πόσοι ήταν οι νοματαίοι που πείστηκαν να αγοράσουν εισιτήριο ελέω Sleaford Mods. Κάπου νιώθω πως δεν μελετήθηκαν ιδιαίτερα τα group που μπήκαν στο billing, με γνώμονα πάντα το ποιους θες να προσελκύσεις.
Anyway, τι είδαμε κι ακούσαμε για 60 λεπτά; Τον Andrew Fearn να πατάει το κουμπάκι του υπολογιστή του και να χορεύει σε electro post punk ρυθμούς, την ώρα που ο Jason Williamson επιδιδόταν σε κάτι μεταξύ spoken word και τραγουδιού. Δύσπεπτοι αλλά άκρως ενδιαφέροντες, όπως ακριβώς ήταν και πριν 2 χρόνια, όταν άνοιγαν για Liam Gallagher και Iggy Pop. Η διαφορά; Πως τότε το κοινό ήταν πιο alternative, ενώ φέτος όχι και τόσο.
Σε κάθε περίπτωση, οι Sleaford Mods έκαναν αυτό που ξέρουν και με το -αν το mdma ήταν είδος- μουσικό ιδίωμά τους, φάνηκε να ξεσηκώνουν αρκετούς από το πλήθος, ενώ φυσικά υπήρξε και μεγάλη μερίδα που αδημονούσε για τον Kravitz ή για μια μπίρα (ή και για τα 2). Highlights, η «κάνουμε τη φάση μας και σε όποι@ αρέσει» στάση του ντουέτου, τα “Kebab Spider”, “BHS”, “Tweet Tweet Tweet” και φυσικά η διασκευή στο “West End Girls” των Pet Shop Boys.
Όσο περνούσε η ώρα, ο κόσμος πλήθαινε, κάτι που επιβεβαίωνε πως οι περισσότεροι ήρθαν για τον Lenny, τουτέστιν «στην Ελλάδα δεν έχουμε φεστιβάλ, αλλά ‘ντάξει εγώ θα πάω μόνο για το main act πού να τρέχω από νωρίς». Από την άλλη, μπορώ να δικαιολογήσω το ότι ο mainstream κόσμος που έχει ακούσει 4-5 κομμάτια από Kravitz στα (όχι και τόσο) ροκ ραδιόφωνα της Αθήνας, δεν έχει συνηθίσει να πηγαίνει σε συναυλίες, πόσο μάλλον σε διοργάνωση που φιλοξενεί 4 ονόματα, εκ των οποίων οριακά ξέρει το μισό.
Φτάνοντας 21:30, η πλειοψηφία είχε ήδη το δάχτυλο στη σκανδάλη του κινητού της, μόνο που ο αγαπητός Νεοϋορκέζος και η μπάντα(ρα) του, βγήκαν με καθυστέρηση ενός ακαδημαϊκού τετάρτου, κάτι που στοίχισε κάτι ψιλά στο τέλος.
Έναρξη με το “Are You Gonna Go My Way” και τα story παίρνουν φωτιά. Ο Lenny βγαίνει και απλά όλα αλλάζουν. Ο άνθρωπος είναι φαινόμενο και star από τους λίγους. Καταρχάς, ήταν άψογος φωνητικά σε όλη τη διάρκεια. Κατά δεύτερον, «γέμιζε» τη σκηνή μόνος του. Κατά τρίτον, δεν ξέρω πολλούς 60άρηδες που να έχουν ενέργεια 20χρονου και παράλληλα να εκπέμπουν τόσα μποφόρ sexiness.
Το εκστασιασμένο κοινό βέβαια, «μαζεύτηκε» με το που μπήκε το “Minister of Rock ‘n Roll” (καβλερή εκτέλεση, τι να λέμε τώρα), ενώ παρέμεινε σχετικά αμέτοχο και στο πιο πρόσφατο “TK421”, αλλά και στο προ 10ετίας “I’m a Believer”. Αναμενόμενο θα πω εγώ και προχωράμε!
Οι «πολλοί» ξύπνησαν για τα καλά με το που έσκασε το “I Belong to You”, με τον Kravitz να έχει ήδη δώσει πειστήρια πως όσοι δεν βρίσκονταν χτες ΟΑΚΑ, έχαναν μια top εμφάνιση. Έχοντας κερδίσει εκ νέου την προσοχή του κοινού, του δίνει πια και τη δυνατότητα να συμμετάσχει ενεργά με μια όμορφη και extended version του “Stillness of Heart” , η οποία οδήγησε και στο σαγηνευτικό “Believe” από το μακρινό 1993.
“Fear” για τη συνέχεια, με τον Kravitz να ενημερώνει το αδαές κοινό πως από κάποιο σημείο και μετά θα αυτοσχεδιάσουν πάνω στο κομμάτι, οπότε να μην παραξενευτεί. Μέχρι στιγμής, αν ήσουν εκεί και δεν κουνούσες γοφό, λογικά είχες κάποιο θέμα (ή δεν είχες γοφό). Κι εκεί που ο χορός του κόσμου, αλλά και του Lenny, πήρε μορφή καλέσματος αναπαραγωγής, ήταν στο “Low”. Λογικό; Λογικτότατο!
«Διάλειμμα» από τα «γνωστά», με τα “Paralyzed” (δεύτερο από το φετινό “Blue Electric Light”) και “The Chamber” (δεύτερο από το “Strut” του 2014), για να επιστρέψουμε στα radio hits, με το διαχρονικό “It Ain’t Over ‘Til It’s Over”. Κάπου εκεί ξεκίνησε ένα σερί αδιαμφησβήτητων επιτυχιών, το οποίο είχε το γλυκούλι “Again”, το υπερclassic “Always on the Run”, τη χιλιοακουσμένη πλέον διασκευή στο “American Woman” και το ‘90s mega-hit, “Fly Away”!
Όλα πήγαιναν ρολόι, με τους απίστευτους μουσικούς που πλαισιώνουν τον Kravitz να αποτελούν τον απόλυτο jazz rock funk μετρονόμο, σε όλη τη διάρκεια του σετ. Η αρχική καθυστέρηση όμως, οδήγησε στην παράλειψη του ωραιότατου “Human”, με τον Lenny να περνάει απευθείας στο επιλογικό “Let Love Rule”, το οποίο «τράβηξε» για σχεδόν ένα τέταρτο, με sing-a-longs και χαμόγελα να κοσμούν το ΟΑΚΑ.
Ναι, η εμφάνιση του Lenny Kravitz ήταν άψογη. Ήταν επαγγελματική, αλάνθαστη, επιβλητική. Ήταν από αυτές που φωνάζουν “star” από μακριά και μακάρι να ήταν ακόμα περισσότεροι εκεί να τη ζήσουν. Διότι κρίνοντας από την προσέλευση, δύσκολα θα τον ξαναδούμε σύντομα (ήδη έκανε πολλά χρόνια να ξανάρθει).
Σε προσωπικό επίπεδο, θα ήθελα να μην έχει παραγκωνιστεί στη setlist το album “Circus”, ενώ φαντάζομαι σε αρκετούς έλλειψαν τραγούδια όπως “Mr Cab Driver” και “Where Are We Runnin’”. Παρόλα αυτά, εκτίμησα και χάρηκα φουλ την ένταξη λιγότερο γνωστών κομματιών (από άποψη airplay), κάτι που δεν συμμερίστηκαν όλοι, αλλά oh well!
Εν κατακλείδι, το φετινό AthensRocks πήρε θετικό πρόσημο από πλευράς main act, αλλά θεωρώ πως υπάρχει αρκετός χώρος για βελτιώσεις σε πολλά επίπεδα, κυρίως σε ό,τι αφορά τιμές και billing. Για να δούμε τι μας επιφυλάσσει για του χρόνου!
Φωτογραφίες: Αφροδίτη Ζαγγάνα/ Αποστόλης Καλλιακμάνης
1270