Η σχέση μου με τους Archive αποτελεί ένα από τα πιο πολύτιμα διαμάντια της ζωής μου, από αυτά που κουβαλάω μαζί μου σαν κρυμμένο θησαυρό. Μαζί με διάφορες άλλες εκλεκτές περιπτώσεις, το πρώτο άκουσμα αυτής της μπάντας έμελλε να αλλάξει για πάντα τη μικρή Άννα.
Ήμουν λοιπόν 11 χρονών, ήταν άλλο ένα βράδυ που έλιωνα ξέγνοιαστη στο Mad (ωραία χρόνια), μέχρι που έσκασε μπροστά μου το “Bullets”. Αυτό το αριστουργηματικό τραγούδι, από το εξίσου αριστουργηματικό album, Controlling Crowds. Με τα μάτια γουρλωμένα, όσο με είχε καθηλώσει το τραγούδι, άλλο τόσο με είχε τρομάξει το βίντεο κλιπ, πράγμα που θυμάμαι χαρακτηριστικά ως σήμερα. Δε μπορώ να καταλάβω ακόμη τι με είχε τρομάξει τόσο, όπως και τότε, αυτό που με είχε τρομάξει δε μπορούσα να το βάλω σε λέξεις και να το περιγράψω. Ήταν κάτι το πολύ βαθύ και εσωτερικό, που ένα παιδί 11 χρονών δε μπορούσε να περιεργαστεί αποτελεσματικά. Πέρα από αυτό όμως, ήταν από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές της ζωής μου που σκίρτησε η καρδιά μου από τη μουσική που άκουσα. Μου φαινόταν γνώριμη, οικεία, σαν να με έφερνε σε επαφή με ένα κομμάτι του ίδιου μου του εαυτού, σαν να έδινε ζωή σε αυτή τη μεριά της μικρής Άννας. Αυτή ήταν μια καθοριστική στιγμή για τη μικρή Άννα και την εξέλιξη του γούστου της στη μουσική, όπως και το ταξίδι της προς την εύρεση της αισθητικής της.
Όντας μικρή και ανίδεη, η σχέση μου δεν εξελίχθηκε με τους Archive, μα παρέμεινε σε αυτό το σύντομο encounter με το Bullets. Δύο χρόνια όμως μετά, πλέον 13 ετών και πολύ ενεργά μέσα στην εφηβεία, καθώς ψαχούλευα στο youtube και άκουγα κυρίως κομμάτια αισθητικής 10ης εντολής, έπεσα πάνω στο “Taste Of Blood”. Έτερη κομματάρα από τους Archive – που ανήκει και σε έναν από τους πλέον αγαπημένους μου δίσκους – που για κάποιο λόγο το ακούω, θάβεται τελείως στο ασυνείδητό μου ως ανάμνηση, φτάνω κοντά 20 χρονών σχεδόν, και ενώ έχω αναπτύξει τη σχέση μου με την κολλεκτίβα σε έναν αρκετά ήπιο βαθμό, ξαναπέφτω πάνω σε αυτό το τραγούδι και αρχίζω να κάνω τις συνδέσεις και να τα θυμάμαι όλα. Και μου φαίνεται απίστευτο πως αυτή η μπάντα που ακούω από τα 11 μου είναι η ίδια μπάντα που έχει γράψει αυτό το κομμάτι, που με είχε σημαδέψει κάποτε.
Από τότε ξεκίνησε επίσημα και ενεργά η σχέση μου με τους Archive, με εμένα να τους εξερευνώ συνεχώς, ανακαλύπτοντας όλο και περισσότερα διαμάντια στην μεγάλη τους δισκογραφία, που κακά τα ψέματα, δεν είναι και λίγα. Μάλιστα, θα έλεγα πως η δισκογραφία και η γενικότερη πορεία των Archive, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες να ψάξει κανείς, γιατί είναι πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις πώς εξελισσόντουσαν ηχητικά κατά τις συνεργασίες τους με διαφορετικούς καλλιτέχνες, και πώς έφτασαν να εδραιώνουν τον ήχο τους, χωρίς όμως να επαναπαύονται, αλλά εξερευνώντας παράλληλα την ανάγκη τους για πειραματισμό. Φυσικά, αυτά όλα τα χρωστάμε στους πατέρες αυτής της κολλεκτίβας, Danny Griffiths και Darius Keeler. Δύο πολυεργαλεία, ο καθένας με τον τρόπο του, και οι βασικοί πυλώνες αυτού του εγχειρήματος.
Μουσικά οι Archive ξεκίνησαν πολύ φανερά ως ένα trip hop συγκρότημα, πράγμα στο οποίο συνέβαλε η συνεισφορά του vocalist/rapper Rosko John, ο οποίος έκτοτε συντροφεύει την κολλεκτίβα ως μόνιμο μέλος. Τα πρώτα δύο albums “Londinium” και “Τake My Head” αποτελούν και τις πιο αντιπροσωπευτικές στιγμές των Archive ως ένα trip hop συγκρότημα, και παρότι είχαν καταφέρει να τραβήξουν την προσοχή από τα πρώτα τους κιόλας βήματα, η επανάπαυση δε βρισκόταν στα πλάνα τους. Τα πρώτα χρόνια γενικώς που διανύσανε οι Archive θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν ένα roller coaster από διαστάσεις, νέα μέλη, κι άλλες διαστάσεις, άλλα νέα μέλη και το εξαιρετικό “Take My Head” κάπου στο ενδιάμεσο, διαφορετικές μουσικές προσεγγίσεις και πειραματισμό, και όλα αυτά γιατί; Για να ευθυγραμμιμστούν οι πλανήτες και να πέσει στο κεφάλι μας το καταστροφικό, με κάθε καλή έννοια, “You All Look The Same To Me”. Μόνο κατάθλιψη και δέος.
Μια φανερά καινούρια ματιά και προσέγγιση των μουσικών στο τι σημαίνει trip hop και πειραματισμός για εκείνους, με έντονη στροφή προς μια πιο προοδευτική/ψυχεδελική ροκ διάθεση, πάντα όμως με την υπογραφή των Archive. Το νέο μέλος που συνέβαλε στη σύνθεση του δίσκου, Craig Walker, θεωρείται από κάποιους η πιο σημαντική στιγμή στην πορεία της κολλεκτίβας, και ενώ αυτό μπορεί να είναι μια αρκετά βαρύγδουπη δήλωση, το γεγονός ότι ακριβώς μετά βγήκε το “Noise”, ο πιο αγαπημένος μου δίσκος των Archive μέχρι σήμερα, κάπως με κερδίζει με το μέρος της (όχι όμως ολοκληρωτικά).
Ο Craig Walker μπορεί να άφησε πίσω του την ιστορία των Archive μετά το “Noise”, αλλά οι Βρετανοί, εγκαθιδρύοντας πλέον το χαρακτήρα του συγκροτήματος ως κολλεκτίβα, αντλούν υλικό από το φρέσκο και επίσης μόνιμα ως και σήμερα πιστό μέλος τους Pollard Berrier, και εμπνέονται για το “Lights”. Και πιστεύω πως μετά από αυτό, το να αναρωτιέται κανείς πόσο καλύτερα μπορεί να εξελιχθεί αυτή η μπάντα, είναι απόλυτα εύλογη απορία, χωρίς καμία άλλη απάντηση από το “Controlling Crowds”. Πολλοί, έως και σήμερα, το θεωρούν τον απόλυτο, τον καλύτερο δίσκο που έβγαλε ποτέ το group. Μπορείς να τους αδικήσεις; Εγώ πάντως όχι.
Γενικά, αν με ρωτήσεις πού θεωρώ πως βρίσκεται η μαγεία των Archive, θα απαντήσω με συνοπτικές διαδικασίες πως είναι στο ότι κατάφεραν να δημιουργήσουν έναν εντελώς δικό τους ήχο. Όχι απλώς χαρακτήρα, ταυτότητα, ΉΧΟ. Οι Archive δεν είναι απλώς μια μουσική κολλεκτίβα, αλλά ένα ολόκληρο είδος μουσικής, μια κληρονομιά. Η παρακαταθήκη που έχουν αφήσει πλέον με την τεράστια on going δισκογραφία τους είναι από τα πολυτιμότερα αγαθά που έχουμε στη μουσική μετά το 2000, και προσωπικά χαίρομαι πολύ που το ελληνικό κοινό είναι από αυτά που έχουν εκτιμήσει σε τέτοιο υπέρμετρο βαθμό αυτό το group, ακριβώς όπως του αξίζει.
20 χρόνια έχουν περάσει από το Controlling Crowds, και εξακολουθούμε να βρισκόμαστε συνεχώς αυτόπτεις μάρτυρες του ασταμάτητου μεγαλείου τους, με κυκλοφορία μετά την κυκλοφορία να έχει κάτι ξεχωριστό να δώσει, με κάποια από αυτά να είναι μεταξύ άλλων τα “With Us Until You’re Dead”, “Axiom”, “The False Foundation”. Όταν είσαι κάμποσα χρόνια μπάντα και εξακολουθείς να βγάζεις δίσκους σαν το “A Call To Arms And Angels”, που αποτελεί την πιο πρόσφατη studio album κυκλοφορία τους (2022), καταλαβαίνουμε πως οι Archive δεν έχουν παρά ένα ξεκάθαρο κίνητρο για την τέχνη τους: την ίδια την τέχνη. Και νιώθω ευγνώμων για την παρουσία τους στο χώρο και την προσφορά τους στη μουσική.
Ξεβλαχέψου λοιπόν, δώσε μια ευκαιρία σε μια από τις καλύτερες μπάντες που υπάρχουν εκεί έξω, γιατί σύντομα θα τους δούμε και από κοντά. Και παρόλο που άργησα μόνο λίγα 16 χρόνια, είμαι απίστευτα συγκινημένη που θα κάνω στη μικρή Άννα το δώρο να τους δει από κοντά για πρώτη φορά.
1590