Ορισμένα συγκροτήματα δεν χρειάζεται να έχουν κάποια νέα κυκλοφορία για να μας επισκεφτούν στα πλαίσια μίας ζωντανής εμφάνισης.
Οι Βέλγοι είναι από αυτά τα ελάχιστα που δεν στηρίζονται σε κάποιο εφήμερο hit για να έχουν κάτι να σου πουν, αλλά κίνητρο τους είναι η σχέση τους που στηρίζεται σε πιο ενδότερα και ουσιώδη πράγματα που μοιράζονται με το κοινό τους.
Κάπως έτσι για πολλοστή φορά η συνομοταξία των Amenra, προσκεκλημένη της Fuzz productions για πρώτη φορά, μας επισκέφτηκε για μία εμφάνιση στο Floyd, το περασμένο Σάββατο, σε μία καθόλα συναυλιακή βραδιά με αρκετά events στην πρωτεύουσα, που τράβηξε αρκετούς από τους φίλους της ακραίας και σκοτεινής πλευράς της μουσικής.
Οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν πάντως ήταν ιδανικές για να φιλοξενήσουν τους Βέλγους, η άφιξη των οποίων επηρέασε και τις καιρικές συνθήκες, με ένα μουντό και γκρίζο σκηνικό να έχει απλωθεί στον ουρανό.
Το αγκαθωτό λογότυπο είχε στηθεί στο πίσω μέρος της σκηνής και λίγα λεπτά πριν της 21:30, χαμηλώσαν τα φώτα με τη συνοδεία του εισαγωγικού και το κουιντέτο των Βέλγων πήρε θέσεις μάχης στη σκηνή.
Η εκκλησία του Ra άνοιξε της πύλες της και το σημαντικότερο κεφάλαιο αυτής, ξεκίνησε να απαγγέλει το σκοτεινό της ηχητικό ευαγγέλιο για να προσυλητίσει τους νέους και να ξορκίσει τους παλιούς πιστούς με το ακάνθινο στεφάνι να μας σφίγγει ασφυκτικά ματώνοντας μας.
Η μπάντα εφάρμοσε το ρητό, καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, και χωρίς αναστολές με τις πρώτες νότες του “Boden” μας καταπλάκωσε με την Doom ταφόπλακα της και χωρίς ανάσα μας βούτηξε στα βαθειά συναισθηματικά με το “Razoreater”, δείχνοντας από νωρίς τις extreme διαθέσεις της.
Στην αρχή ο ήχος είχε κάποια ψεγάδια, που όμως στην πορεία εξαλείφθηκαν με αποτέλεσμα να απολαύσουμε το μεγαλείο της μπάντας όπως μας αξίζει και της αξίζει. Αυτό που αποδείχθηκε περίτρανα, ήταν πως αν δώσεις πρόσφορο έδαφος στο συγκρότημα και όχι καμμένη γη, τότε θα σπείρει σωστά και θα καρποφορήσουν οι μουσικές της στο μέγιστο δυνατό, και κάπως έτσι κερδήθηκε και το άτυπο στοίχημα του χώρου (και του κόσμου)που έγινε κτήμα τους.
Η απόδοση της μπάντας ήταν άνω ποταμών, χτίζοντας καρτερικά και ατμοσφαιρικά τις συνθέσεις εώς ότου τις σκορπίσουν συθέμελα οι ίδιοι στο έδαφος, ξεκινώντας πάλι από την αρχή.
Στα ήρεμα σημεία αισθανόσουν λες και σε αγκάλιαζαν με τις μελωδίες και σε φιλούσαν στο μέτωπο, την ίδια στιγμή που όταν γινόταν η κορύφωση σε έφτυναν κατάμουτρα και σε καταριόντουσαν στο διάολο και ακόμα παραπέρα σε μία δαιμονική άβυσσο.
Ένα rollercoaster ανάμεικτων συναισθημάτων και ερεθισμάτων λάμβανε χώρα καθόλη τη διάρκεια της εμφάνισης της οποίας γίναμε κοινωνοί.
Ο Colin “κονιόρδος με το μαύρο πανωφόρι” Eeckhout, (μέχρι που το έβγαλε κάποια στιγμή και έμεινε με τον ανάποδο σταυρό να κοσμεί το κορμί του) μπορεί να μην είχε άμεση οπτική επαφή μαζί σου, όμως τα μάτια της ψυχής του κλειδαμπάρωναν την δική μας, που γινόταν έρμαιο των ορέξεων του με τη συγκατάβαση μας φυσικά.
Κατάθεση ψυχής είναι το λιγότερο που μπορούμε να πούμε για αυτόν και τους υπόλοιπους, οι οποίοι υπερέβησαν εαυτό, ως είθιστε, για να αποδώσουν το υλικό τους.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση (και δεν το αναφέρω υποτιμητικά ή για να διογκώσω την δική μου υπερηφάνεια) κατά την διάρκεια ήταν κάποια πηγαδάκια που σχολίαζαν πόσο τους άρεσε η εμφάνιση, για πρώτη φορά που τους παρακολουθούσαν, δείγμα του ότι αυτή η σκηνή και η ίδια η μπάντα συνεχίζουν να τραβάνε κόσμο έστω και μετά από δύο δεκαετίες. Απαξιώ και μόνο στην σκέψη να σχολιάσω κάτι για φασεϊσμό..!!
Οποίος πιστεύει ότι το Post Metal, πέθανε η δεν έχει να προσφέρει τίποτα στις μέρες μας, μπορεί να κάτσει στο μεσαίο δάκτυλο των Amenra ή και σε οποιοδήποτε άλλο άκρο επιθυμεί ο ίδιος. Ή διαφορετικά ας έρθει να τους δει ζωντανά επί το έργο για να νιώσει..!
Η παρουσία του κόσμου έδειξε επί του πρακτέου ότι στηρίζει την σκηνή και πόσο μάλλον την ίδια την μπάντα, καθώς σέβεται τις επιθυμίες της και σιγοντάρει με τον τρόπο της, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις του live, μετατρέποντας την όποια εμφάνιση να είναι μοναδική και μυσταγωγική μέχρι την επόμενη.
Για ενενήντα λεπτά μαύρισε το είναι μας εώς ότου λυτρώθηκε στο τέλος, όχι τελείως διότι χρειάζεται τον χρόνο του η επούλωση.
Αυτό που παρακολουθήσαμε αυτή τη φορά ξεφεύγει από τα στενά όρια μιας ζωντανής τυπικής εμφάνισης, και ανάγεται σε μία οπτικοακουστική παράσταση που παρακολουθείς με αμείωτο το ενδιαφέρον.
Ένα noir ασπρόμαυρο film, ελέω και του video wall που έπαιζε από πίσω, με υπαρξιακές ανησυχίες επενδυμένο ηχητικά από ατμοσφαιρικές black μουσικές, θα μπορούσε να χαρακτηρίσει το βράδυ του Σαββάτου.
Μετά τα “A Solitary Reign” και “Terziele/Am Kreuz” το “Diaken” έμελλε να είναι η εμφατική κατακλείδα της βραδιάς, βάζοντας τίτλους τέλους στην εμφάνιση των Βέλγων, οι οποίοι τα έβαψαν όλα μαύρα, ακόμα και μέσα στον εσωτερικό χώρο, αφήνοντας το μόνο φωτεινό σημείο του τούνελ, να υπάρχει στην έξοδο προς την Πειραιώς.
Για ακόμη μία φορά, καθώς έφευγα και περπατούσα στους δρόμους, η διασκευή του “Roads” έπαιζε στα αυτιά μου…ίσως την επόμενη θα πρέπει να το ακούσουμε και ζωντανά…
Μέχρι την επόμενη φορά….και κάθε επόμενη φορά…
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Κονταράκης
386