Είδος: Progressive Rock / Pop Rock
Δισκογραφική: Ανεξάρτητη κυκλοφορία
Ημ. Κυκλοφορίας: 12 Απριλίου 2024
“Οι Allen’s Hand είναι μια cult boyband αφιερωμένη ευλαβικά στον Βασιλιά Κοτόπουλο. Ο Βασιλιάς δεν χρειάζεται υλικά αγαθά ή υπέρμετρο φονταμενταλισμό. Εκεί που το κοτόπουλο και η μηχανή ενώνονται, το Κοτόπουλο δεν απαιτεί τη φευγαλέα υπέρβαση στιγμιαίων ικανοποιήσεων, αλλά την αιώνια πίστη σας. Το μόνο που χρειάζεστε είναι αγάπη”.
Θα μας χαζέψουν έτσι; Αυτή είναι μια από τις θαυμάσιες στιγμές που ζω ως συντάκτης του λογοτεχνικού φορέα που ονομάζεται Rockway.gr. Γιατί; Γιατί είναι από τις φορές που πέφτουν στα χέρια μου δουλειές που από τα πρώτα λεπτά ακρόασης καταλαβαίνω ότι στο κείμενο που θα ακολουθήσει θα στερέψω από κοσμητικά επίθετα. Όχι λόγω οποιασδήποτε αβάντας αλλά γιατί μένω κατάπληκτος από την έμπνευση που παρουσιάζουν μερικοί-μερικοί, τόσο μεγάλη που μου δίνουν τα μυαλά στο χέρι.
Αυτή τη φορά αντικείμενο της αναφοράς είναι μια Αθηναϊκή τετραμελής μπάντα η οποία με το νέο της album “Chicken King” έχει καταφέρει ένα τόσο πετυχημένο crossover, με αποτέλεσμα υλικό που, παρόλες τις (εξεζητημένες) επιρροές του, ακούγεται φρεσκότατο και αυθεντικότατο. Ίσως να ορίζει ένα δικό του αυτόνομο είδος μουσικής, όσο κι αν αυτή η διαπίστωση τείνει να χαρακτηριστεί υπερβολική. Ας τα πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή.
Οι Allen’s Hand είναι η τομή δυο μεγάλων συνόλων. Βρίσκονται με το ένα πόδι στο progressive rock / metal. Μην φανταστείς όμως επ’ουδενί ότι πρόκειται για τύπους που θα σου αναλύσουν με 10 εκατομμύρια νότες τις ιδέες τους. Και ούτε πρόκειται να χάσεις το τόπι. Η προοδευτικότητα έγκειται από τη μια στην φοβερή τεχνική κατάρτιση των μελών η οποία διοχετεύονται μέσω άμεσων και εύληπτων διαύλων και από την άλλη στις όποιες “βιρτουοζίλες” εστιάζονται στη λεπτομερειακή δομή των τραγουδιών και τη φοβερή γκάμα ήχων που τη συνοδεύουν.
Και εκεί υπεισέρχεται και η δεύτερη πτυχή των Allen’s Hand. To “Chicken King” είναι εντελώς pop friendly “ψυχοσύνθεσης” και είναι ικανό να σαγηνέψει οποιοδήποτε mainstream (και χωρίς ίχνος μεταλλοσύνης) κοινό που θα έρθει σε επαφή μαζί του. Βατές συνθέσεις για κάθε είδους αυτιά, αέρας hit στη συντριπτική πλειοψηφία των κομματιών και υψηλός παράγοντας ταυτοποίησης με τον ακροατή. Δηλαδή οι τύποι κατάφεραν αυτό που αποτελεί πληγή για το σύνολο του σημερινού progressive χώρου: την “κοινωνικότητα” με εντελώς ετερόκλητα φάσματα ακροατών, έναν γεωμετρικό ηχότοπο χωρίς περιορισμούς, γόνιμο για όλους.
Post αρπισμοί στις ήσυχες στιγμές, μοντέρνα αισθητική στα distorted ξεσπάσματα και εξαιρετικά solos με U.S. southern rock άποψη από τον μαστεράκο ο οποίος κεντάει στις εξάχορδες (ή και εφτάχορδες, η δική μου είναι πεντάχορδη πάντως) – μη ζητάτε στοιχεία για τα μέλη της μπάντας, δεν έχω ιδέα!. Από πίσω ένα τρομερό ρυθμικό δίδυμο. Διακριτικές αλλά συμπαγείς μπασογραμμές και περίτεχνο, Portnoyικό drumming, δεν υπάρχει ούτε ένα δευτερόλεπτο που να αφήνεται στην τύχη. Και αδιάλλακτο credit στη μουσική των Allen’s Hand είναι η ερμηνεία του τυπάκου πίσω από το μικρόφωνο, ενός σπουδαίου τραγουδιστή. Ευρύτατη εκφραστική γκάμα, unklapsomounik λυρικότητα που καθίσταται καθηλωτική και καθοριστική για τις συναισθηματικές στάθμες των τραγουδιών. Και ένα μεγάλο μπράβο στην ομάδα παραγωγής που έδωσε ρέστα καθώς τα πάντα ακούγονται ολοκάθαρα και παρά την μοντέρνα προσέγγιση δεν ακούγεται τεχνολογικά απάνθρωπη με τόννους από μπλιμπλίκια και εφέ. Άψογος ήχος, αντάξιος του συνθετικού πλουραλισμού που επικρατεί.
Πολύ καλό intro “Rise Of The Chicken King” και μπάσιμο με το “Thermochemistry” που μου θύμισε κάτι μεταξύ Evergrey και Coheed And Cambria να λοξοκοιτούν τους King’s X, εξαιρετικό το “Deep Space” που μου έφερε στο νου τους Periphery (και αμυδρά τους Leprous) και από εκεί και πέρα… φλασιές! “Dellabongo”, ένα disco / soul κομμάτι με φοβερή μεσαία μελωδική γέφυρα, “HanDiCaprio” (ακόμη και οι τίτλοι είναι δείγματα εξυπνάδας) που είναι ο ορισμός της “έντεχνης” pop που συναντιέται στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Πολύ καλά τα “Piña Colada” και “Barbae” που μου έφεραν στο νου τον Damien Rice αλλά και τον μεγάλο Bryan Adams (ειδικότερα στη συνεργασία του με τον Hans Zimmer στο soundtrack του “Spirit: Stallion of the Cimarron”), το ακουστικό μεν, groovy δε “Playing Fair”, το γαμάτο “Coalesce” (μπορείς να φανταστείς τους Killswitch Engage απογυμνωμένους από brutalαρίες και coreισμούς;) με το εξαιρετικό southern solo και τον καταπληκτικό του επίλογο και το “Figurine” που στη συνείδησή μου έμεινε ως ελεύθερη Sabbath-ική μετάφραση του “Sweet Dreams” των Eurythmics. Γνήσιος προοδευτισμός που κορυφώνεται με τα αλλού “R3D3” που ακούγεται σαν μεταμφιεσμένους System Of A Down και το “Poutsatron” (τι να σχολιάσει κανείς τώρα;…) που κλείνει το album και είναι μια ολάκερη παρτούζα των funky-like Black Sabbath, των math Dream Theater και των Faith No More ενώ οι Alice In Chains παριστάνουν τον τύπο στη γωνία που τον μπαίζει (σχωρνάτε με, δεν μπορώ να το περιγράψω αλλιώς).
Δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο, οι Allen’s Hand δεν είναι “άλλη μια μπάντα”. Το “Chicken King” είναι μια αποθέωση ιδεολογικής ευφυΐας και εφευρετικότητας στην πραγμάτωση. Απόλυτα καλοδουλεμένο άκουσμα στην παραμικρή λεπτομέρεια, μια μουσική πρόταση που επιβάλλεται να ακουστεί από όσα περισσότερα αυτιά είναι δυνατόν. Συναρπαστική και ασυνήθιστη μουσική για μεγάλα παιδιά χωρίς να γίνεται ποτέ παιδαριώδης. Απολύτως προτεινόμενο και πολύ ψηλά στη λίστα των tops για το 2024 μιας και, αναλογιζόμενος την κατάσταση που έχει περιέλθει το παγκόσμιο prog αλλά και η παγκόσμια χαζοχαρούμενη pop, δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει κάποια κυκλοφορία που θα το προσεγγίσει έστω και από μακρυά.
Facebook: https://www.facebook.com/allenshand
678